Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΛΟΥΚΑΣ ΩΣ ΙΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ: ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΔΕΣΠΟΤΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΑΘΗΝΩΝ
Ο Απόστολος Λουκάς είναι γνωστός από την συγγραφή δύο μεγάλων σε έκταση βιβλίων της Κ.Δ.: του κατά Λουκά Ευαγγελίου και των Πράξεων των Αποστόλων (52 συνολικά κεφάλαια). Καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας. Ασκώντας το επάγγελμα του ιατρού κατά τους χρόνους του Κλαυδίου (42 μ.Χ.) συνάντησε τον απ. Παύλο. Μετά την επιστροφή του στον Κύριο Ιησού Χριστό κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Ελλάδα και εκοιμήθη σε ηλικία 84 ετών “δουλεύσας τω Χριστώ απερισπάστως” σύμφωνα με τον αρχαίο πρόλογο του κατά Λουκάν).

Στο παρόν άρθρο θα εξετασθή η προσωπικότητα του Λουκά, υπό το πρίσμα της ιατρικής του ιδιότητος. Ήταν ο αγαπητός προσωπικός ιατρός του απ. Παύλου (Κολ. 4:14) και τον συνόδευσε όχι μόνον στα υπερπόντια ταξίδια του, αλλά και στις δύσκολες ώρες της φυλάκισής τους (Φιλημ. 24, Β, Τιμ. 4:11). Ο Έλληνας ιατρός Λουκάς, ο μόνος μη Ιουδαίος συγγραφέας της Καινής Διαθήκης, διέθετε μία πολύπλευρη και πολυδιάσταστη προσωπικότητα. Εντυπωσιάζεται, όποιος προσεκτικά μελετήσει τα έργα, τα οποία απέστειλε στον κράτιστο Θεόφιλο (Πρ. 1:1), με την ιστορική ακρίβεια, την άριστη χρήση της Ελληνικής γλώσσας και την πλαστικότητα με την οποία περιγράφει την ζωή του Ιησού, την “γέννηση” και την εξάπλωση της Εκκλησίας, με ιδιαίτερη έμφαση στο έργο του απ. Παύλου, τον οποίο και στενά “παρακολούθησε μέχρι του μαρτυρίου” του. Οι δύο ωραιότερες παραβολές του Καλού Σαμαρείτη (Λκ. 10:30-37) και του ασώτου υιού (Λκ. 15:11-32) προέρχονται από την γραφίδα του Έλληνα ιατρού Λουκά. Από φιλολογικής απόψεως δικαίως έχει καταταγεί στους κορυφαίους ιστορικούς της Ελληνιστικής περιόδου.

Εκτός της συγγραφικής δεινότητος ο ιατρός Λουκάς είχε το τάλαντο της ζωγραφικής. Εικόνες, τις οποίες ιστόρησε ο ίδιος, σώζονται σύμφωνα με την εκκλησιασιτκή παράδοση μέχρι σήμερα. Από τις εικόνες αυτές ο ερευνητής μπορεί να κατανοήση ότι ο ιατρός Λουκάς δεν ήταν ένας ψυχρος ανατόμος του ανθρωπίνου σώματος, αλλά ένας ευαίσθητος καλλιτέχνης, δέκτης των μηνυμάτων της φύσης, θαυμαστής των χρωμάτων και της ποικιλομορφίας που εκπέμπεται από τον κόσμο και το σύμπαν, προσκυνητής του αληθινά Ωραίου, το οποίο σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι, θα σώση τον κόσμο.

Εκτός της συγγραφικότητος και της καλλιτεχνικότητος ο ιατρός Λουκάς ήταν πολύ ευαίσθητος όσον αφορά τον άνθρωπο και τα προβλήματά του. Είναι εντυπωσιακό το ότι είναι ο μοναδικός Ευαγγελιστής που ασχολείται τόσο πολύ στο Ευαγγέλιό του με κοινωνικά προβλήματα (Λκ. 4:18). Αντικείμενο του ενδιαφέροντός του είναι ο πτωχός Λάζαρος (Λκ. 16:20-25), η περιθωριοποιημένη ένεκα της φύσης και των τόσο σωματικών και ψυχολογικών προβλημάτων (τά οποία αντιμετώπιζε τη εποχή του Χριστού) γυναίκα (Λκ. 8:43), τα παιδιά (Λκ. 18:16-17), οι πόρνες και οι τελώνες (Λκ. 5:29 κ.ε., 19:1-10). Αντικείμενο της οξείας κριτικής του αντίθετα είναι οι αναίσθητοι στον ανθρώπινο πόνο πλούσιοι (Λκ. 6:20, 12:13-21), οι αυτάρεσκοι και υπερφίαλοι Φαρισαίοι.

Η ευαισθησία στη φύση και τον συνάνθρωπο εξηγεί το τρίτο μεγάλο χάρισμα του Λουκά. την ευαισθησία του έναντι του Θεού. Ένεκα αυτής της αγάπης και αναζήτησης για την ανακάλυψη της υπερτάτης Σοφίας, η οποία δημιούργησε το τόσο πολύπλοκο και αρμονικό σύμπαν, και ιδιαίτερα το συμμετρικότατο σώμα, ο ιατρός Λουκάς δεν δίστασε σε βάρος ίσως της επαγγελματικής του καριέρας, να διακινδυνεύση μία Οδύσσεια, συνοδεύοντας τον απ. Παύλο σε ταξίδια υπερπόντια και επικίνδυνα. Το ίδιο του το έργο χαρακτηρίζεται από την συνεχή πορεία για την εξαγγελία της “οδού σωτηρίας” (Πράξ. 16:17).

Την πολυδιάστατη προσωπικότητα του Λουκά μπορούμε να προσεγγίσουμε, μόνον αν κατανοήσουμε ποιός ήταν ο ρόλος του ιατρού στάχρόνια που προηγήθηκαν και σε εκείνα, που έζησε ο ιατρός απόστολος Λουκάς. Στον διάλογο του Πλάτωνος “Χαρμίδης” ο Σωκράτης θαυμάζει το κάλλος και την ομορφιά του νέου Χαρμίδη και προσπαθεί να ανακαλύψη αν το κάλλος αυτό συνοδεύεται από ανάλογη πνευματική καλλιέργεια. Ο ίδιος ο νέος Χαρμίδης παραπονείται στον Σωκράτη ότι πάσχει από ισχυρούς πονοκεφάλους. Ο Σωκράτης λαμβάνοντας αφορμή από το γεγονός αυτό, αναπτύσσει στους συνομιλητές του ποιά ιατρική αγωγή είναι η αρίστη. Είναι αδύνατον, σύμφωνα με τον Σωκράτη, να θεραπεύση κανείς κάποια ασθένεια των οφθαλμών, χωρίς να ερευνήση γενικώς την κατάσταση του κεφαλιού. Και αδύνατον επίσης να θεραπεύση κάποια πάθηση του κεφαλιού, χωρίς να εξετάση ολόκληρο το σώμα. Και αδύνατον να προσπαθή κανείς να θεραπεύση κάποια ασθένεια του σώματος χωρίς να διαγνώση από τί πάσχει η ψυχή! Στην συνέχεια ο Σωκράτης αναφέρει πώς οι θράκες ιατροί εφήρμοζαν την σφαιρική αυτή διάγνωση, ενώ οι Έλληνες αντίθετα αποτύγχαναν να διαγνώσουν και να θεραπεύσουν ορθά την ανθρωπίνη ασθένεια, επειδή ακριβώς εστίαζαν το ενδιαφέρον τους στο μερικό αντί του ολικού. Ο Σωκράτης καταλήγει στο ότι όταν η ψυχή διαμέσου ενός φιλικού και ωραίου λόγου θερμανθή και θεραπευθή, τότε ολόκληρο το σώμα μαζί με το πάσχον όργανο του σώματος θεραπεύονται. Οποιοδήποτε ιατρικό μέσο και φάρμακο (όπως ένα συγκεκριμένο φύλλο που συνιστούσαν οι Θράκες ιατροί για να επιτεθή πάνω στο μέτωπο, όταν πάσχη ο ασθενής από πονοκεφάλους) αν δε συνοδευθή από τον διάλογο, από μία θεραπευτική συζήτηση, δεν φέρνει κανένα απολύτως αποτέλεσμα.

Όπως φαίνεται από τον διάλογο αυτό του Πλάτωνα, αντικείμενο του ενδιαφέροντος και της προσοχής του ιατρού στην αρχαιότητα δεν ήταν αποκλειστικά η εξέταση του συμπτώματος μιας ορισμένης δυσλειτουργίας ενός οργάνου ή μιας περιοχής του ανθρωπίνου σώματος, αλλά η δυσλειτουργία ολοκλήρου του ανθρώπου. Η καρτεσιανή διαίρεση σε σώμα και ψυχή, άνθρωπο και φύση, συνειδητό και ασυνείδητο, απουσίαζε από την λογική της αρχαίας ιατρικής. Η ασθένεια και η πάθηση ενός οργάνου του σώματος αποτελούσε το σύμπτωμα μιας βαθύτερης χαλάρωσης της αρμονίας σώματος και ψυχής, ανθρώπου και φύσης, μικρόκοσμου και μακρόκοσμου, κτίσματος και Θεού. Γι’ αυτό και η ιατρική αγωγή χρησιμοποιούσε φυσικά προϊόντα σε συνδυασμό είτε με τον προσωπικό διάλογο, όπως εφήρμοσε ο Εμπεδοκλής (492-432 π.Χ.) ή με την μουσική, όπως αποτυπώθηκε στον μύθο του Ορφέως και εφήρμοζαν οι Πυθαγόρειοι. Αυτή ακριβώς την σφαιρική αρμονία προσπαθούσαν να επιτύχουν οι σύγχρονοι του Λουκά ιατροί του Ασκληπιού, εισάγοντας τους ασθενείς στα άγια των Αγίων του Ναού της Επιδαύρου ή της Περγάμου, σε ένα χώρο - τμήμα του ουρανού και του Παραδείσου στην γή, έτσι ώστε δια των ονείρων και της συμβολικής (κυρίως δια του όφεως) εμφανίσεως του θεού να αποκαταστήσουν την διαταραγμένη ενότητα του εαυτού τους με τον θεό και να θεραπευθούν. Είναι πραγματικά άξιες προσεκτικότερης ερεύνης οι θεραπείες παραλυσίας, τύφλωσης και στειρότητος, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στα τεμένη της Επιδαύρου και της Περγάμου και αποτυπώθηκαν σε ευχαριστήρια αναθήματα των ασθενών, τα οποία έφερε στο φως η αρχαιοελληνική σκαπάνη. Πολύ πριν ο άίήη διατυπώσει το ότι κυρία αιτία της νευρώσεως των ενηλίκων είναι η έλλειψη θρησκευτικότητας, οι αρχαίοι λαοί ταυτίζοντας τα άγια των Αγίων με το χώρο θεραπείας της ασθένειας, είχαν ανακαλύψει το βαθύτερο αίτιο της ανθρώπινης ασθένειας.

Με τα παραπάνω δεδομένα μπορεί να κατανοηθή το ενδιαφέρον του Λουκά για την φύση, τον άνθρωπο και τον Θεό. Γράφει χαρακτηριστκά ο E.Lienk-Danzig. “Ο Παράκελσος ισχυριζόταν ότι ο ιατρός προέρχεται από τον Θεό. Ένα τμήμα της δύναμης, η οποία δημιούργησε τον ουρανό και την γή, τα ζώα και τα φυτά, υπάρχει μέσα στους ιατρούς. Εμείς οι ιατροί είμαστε οι διάκονοι και οι υπηρέτες της ζωής... Το να εξετάζης και να θεραπεύης αποτελεί μια πράξη δημιουργίας, έστω κι αν η ιατρική δημιουργία (ή καλύτερα ανα-δημιουργία) είναι σχετική και όχι απόλυτη θεϊκή πράξη, διότι ο ιατρός είναι και παραμένει άνθρωπος. Για να δημιουργήσης όμως πρέπει να έχης καθαρά χέρια και καθαρή καρδιά!”. “Ο ιατρός”, σημειώνει ο Drewerman “είναι κατ’ ουσίαν ιερεύς, μεσίτης και ενδιάμεσος της ανθρωπίνης ζωής και της όντως αυτοζωής του Θεού, που είναι ο χορηγός και η πηγή της ζωής. Αλλά και ο ιερεύς είναι ιατρός αφού μπορεί ως φορέας της όντως ζωής και της πίστης-εμπιστοσύνης, που μπορεί να εμπνεύση προς τον Θεό να αποκαταστήση την διαταραγμένη ισορροπία του ανθρώπου προς τον Θεό και τον ίδιο του τον εαυτό και συνεπώς να θεραπεύση. Η διάκριση ιατρού και ιερέως αποτελεί διάκριση των νεωτέρων χρόνων και επακόλουθο της διάκρισης σώματος και ψυχής, υποκειμένου και αντικειμένου, σκέψης (λογικής) και συναισθήματος, συνειδητού και ασυνειδήτου. Η ιατρική έγινε άψυχη και η ποιμαντική από-κοσμη”.

Είναι γεγονός ότι η σύγχρονη ιατρική προσπαθεί να ανακαλύψη και τις ψυχικές παραμέτρους της ασθενείας, όπως σημειώνει πάλι ο E.Lienk-Danzig “η εκ νέου ανακάλυψη και αναγνώριση του παράγοντα “ψυχή” αποτελεί για πολλούς τομείς της ιατρικής ένα επιπλέον βάρος. Χωρίς αυτόν τον παράγοντα θα ήταν ειλικρινά τα πράγματα ανετότερα. Η εμφάνιση αυτού του παράγοντα είναι σίγουρο ότι θα κλονίση πολλά ακλόνητα δεδομένα της επιστήμης”. Από τις θεραπείες του Ιησού Χριστού οι οποίες περιγράφονται από τον ευαγγελιστή Λουκά δεν θα ασχοληθώ με τον παράγοντα “θαύμα” και την τεράστια προβληματική του, ούτε στον υπερ-φυσικό παράγοντα, ο οποίος έπαιξε πρωτέυοντα ρόλο τις ιάσεις, που επιτέλεσε ο Ιησούς Χριστός, αλλά σε στοιχεία “εφηρμοσμένης” ιατρικής.

Υπάρχει καταρχήν προσωπική σχέση μεταξύ θεραπευτού και θεραπευομένου. Συνήθως της θεραπείας προηγείται ένας διάλογος στον οποίον ο ασθενής αισθάνεται την πραγματική αγάπη και το ενδιαφέρον του Κυρίου. Αναπτύσσεται έτσι μια προσωπική και άμεση σχέση, η οποία οδηγεί στην ανάπτυξη πίστης - εμπιστοσύνης του ασθενούς στο πρόσωπο του Κυρίου. Το στοιχείο αυτό προκαλεί ξεχωριστό ενδιαφέρον σήμερα που ο ιατρός ολοένα και χάνεται πίσω από το πλήθος των διαγνωστικών μηχανημάτων και άλλων ιατρικών υπολογιστών, δημιουργώντας έτσι μία απρόσωπη και εμπορική σχέση με τον ασθενή πελάτη του, ο οποίος αντί να λάβη κάποτε ένα πραγματικό ζωογόνο λόγο - συμβουλή από τον θεράποντα ιατρό του, λαμβάνει μία συνταγή λήψεως κάποιων χημικών ενώσεων με δυνατότητα καταπράϋνσης ή ακόμη και μερικής ίασης της νόσου ενός οργάνου, όχι όμως την δυνατότητα παροχής σφαιρικής και ολικής θεραπείας.

Δεύτερον, ο ιατρός Λουκάς επιμένει στην θεραπεία όχι μόνο του σώματος, αλλά και της ψυχής. Ο Κύριος “ο σαρκικός και πνευματικός ιατρός” (Επιστολή Ιγνατίου προς Εφεσίους, 7, 2) στόχευε όχι σε μια ψυχ-ανάλυση η οποία τεμαχίζει τον άνθρωπο σε ακόμη περισσότερα τεμάχια, αλλά σε μία ψυχο-σύνθεση, η οποία παρέχεται με την ανεύρεση ενός κέντρου αναφοράς, που βρίσκεται όχι στο μακρινό σύμπαν, αλλά στην καρδιά και όχι την λογική του ανθρώπου, στον ίδιο τον Θεό και στην καρδιά, όπου κατοικεί ο Θεός. Ο παράγων “ψυχή”, ο οποίος ανακαλύφθηκε πάλι πρόσφατα από την ιατρική επιστήμη και ο τρόπος της θεραπείας του, καθιστά τον Λουκά και όλη την θεολογία της Ορθοδοξίας, η οποία επικέντρωσε δια των Πατέρων της την προσοχή της όχι στην μεταφυσική και την φιλοσοφία, αλλά στην θεραπεία της καρδιάς από τα πάθη και του νού από τους λογισμούς, επίκαιρα.

Εφαρμοσμένη ψυχοσωματική ιατρική εφάρμοσε ο Μ. Βασίλειος στα νοσοκομεία της Βασιλειάδος. Ο Βασίλειος, γνώστης της ιατρικής και φιλάσθενος ο ίδιος, θεωρεί την ιατρική επιστήμη φιλανθρωπία. Όπως γράφει ο ίδιος σε επιστολή του στον αρχίατρο Ευστάθιο, ο ικανός ιατρός “ού μέχρι των σωμάτων περιορίζει της ιατρικής τέχνης την χάριν, αλλά των ψυχικών αρρωστημάτων επινοεί την διόρθωσιν” (ά.ά. 32, 684-685). Στο σημείο αυτό ακολουθεί την Σοφ. Σειράχ: “τίμα ιατρόν προς τας χρείας” (38, 1).

Αυτό, το οποίο πιστεύω θα συγκλόνισε τον ιατρό Λουκά από τον Κύριο Ιησού Χριστό, και τον έκανε να μυηθή στην νέα διδασκαλία του Χριστιανισμού δεν ήταν μόνον η ακτινοβολία του Θεανθρώπινου προσώπου του Κυρίου, αλλά επιπλέον το ενδιαφέρον, η αγάπη, η τρυφερότητα, που επέδειξε ο Χριστός στα πρόσωπα ενός εκάστου των ασθενών, που εθεράπευσε. Το ότι ο Κύριος δεν χρησιμοποίησε μαγικές ρήσεις και συνταγές, όπως γινόταν στις ημέρες του, αλλά έφθασε στο σημείο, έστω και Θεός, αγγίζοντας σωματικά τους ασθενείς (πολλές φορές με μεταδοτικές ασθένειες), να σηκώση τον ανθρώπινο πόνο και να αποκαταστήση την υγεία όχι μόνον του σώματος, αλλά ολοκλήρου του ανθρώπου. Η παραπάνω μικρή προσέγγιση του Λουκά ως ιατρού, ίσως συμβάλλει στην λεπτομερέστερη προσέγγιση του προσώπου και του έργου του ιδιαιτέρως από τους ιατρούς έτσι ώστε η ιατρική και η θεολογία να βρουν τον συνδετικό εκείνον κρίκο που τις συνέδεε επί τόσους αιώνες.

Για οικονομία χώρου παραλείφθηκαν οι σημαντικές παραπομπές και υποσημειώσεις

Δεν υπάρχουν σχόλια: