Σάββατο 30 Ιουλίου 2011

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΟΛΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ - ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Α΄. Αγάπη στους εχθρούς
Είναι χαρακτηριστικό του εχθρού να βλάπτει και να καταστρώνει δόλια σχέδια. Κάθε άνθρωπος λοιπόν που βλάπτει κάποιον με οποιονδήποτε τρόπο, θα μπορούσε να λέγεται εχθρός, ιδιαίτερα εκείνος που αμαρτάνει. Γιατί, όσο εξαρτάται απ’ αυτόν, βλάπτει κατά διάφορους τρόπους και δολιεύεται εκείνον που συναναστρέφεται ή συναντάει κατά τύχη. Επειδή δε ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και ψυχή, ως προς μεν τη ψυχή ας αγαπήσουμε τους εχθρούς μας, ελέγχοντας και συμβουλεύοντας και επαναφέροντας αυτούς στην ευσεβή ζωή με κάθε τρόπο- ως προς το σώμα όμως ας τους ευεργετούμε, όταν χρειάζονται τα απαραίτητα να ζήσουν. Ότι δε η αγάπη έχει τη ρίζα της στη διάθεση είναι φανερό σε όλους. Το ότι δε είναι κατορθωτή το απέδειξε και το δίδαξε ο Κύριος, που έδειξε την αγάπη του Πατέρα Του και τη δική του, υπακούοντας μέχρι θανάτου για χάρη των έχθρων Του, όχι των φίλων Του, όπως βεβαιώνει ο απόστολος Παύλος, λέγοντας: «Δείχνει την αγάπη Του σε μας ο Θεός, με το γεγονός ότι, ενώ είμαστε αμαρτωλοί, ο Χριστός θυσιάστηκε για χάρη μας». Προτρέπει δε κι εμάς σ’ αυτό, λέγοντας: «Να γίνετε λοιπόν και σεις, σαν τέκνα αγαπητά του Θεού, μιμητές Του και να συμπεριφέρεστε με αγάπη, όπως και ο Χριστός μας αγάπησε και παρέδωσε τον Εαυτό Του στο σταυρικό θάνατο για χάρη μας, ως προσφορά και θυσία στο Θεό». Δεν θα είχε δώσει δε εντολή ο αγαθός και δίκαιος Θεός, εάν δεν μας είχε χαρίσει τη δύναμη να την εκτελέσουμε, πράγμα που φανέρωσε ότι βρίσκεται αναγκαστικά στη φύση μας. Ακόμη και τα θηρία αγαπούν από τη φύση τους, τους ευεργέτες τους. Ποιός φίλος μπορεί να ευεργετήσει τόσο πολύ, όσο οι εχθροί; Γιατί γίνονται αφορμή να απολαύσου­με το μακαρισμό του Κυρίου, που είπε: «Μακάριοι είστε, όταν σας καταδιώξουν και σας εμπαίξουν και ειπούν κάθε είδους κατηγορίες εναντίον σας, λέγοντας ψέματα, επειδή πιστεύετε σε Μένα. Χαίρετε και γεμίστε από αγαλλίαση, γιατί ή ανταμοιβή σας στους ουρανούς θα είναι μεγάλη».
Β΄. Αγάπη και φόβος.
«Ας φοβηθεί τον παντοδύναμο Κύριο όλη η γη, από αυτό το φόβο ας σαλευτούν όλοι όσοι κατοικούν την οικουμένη». Επειδή «ό φόβος του Κυρίου είναι η αρχή συναισθήσεως και επιγνώσεως», εκείνοι που φρονούν τα γήινα (έχουν κοσμικό φρόνημα), ας παιδαγωγούνται με το φόβο του Κυρίου. Γιατί ο φόβος αναγκαστικά χρησιμοποιείται, επειδή εισάγει και οδηγεί στην ευσέβεια, ενώ η αγάπη παραλαμβάνει και τελειοποιεί εκείνους που προετοιμάστηκαν με τον παιδαγωγικό φόβο. Ο λόγος αυτός του ψαλμού παραγγέλλει σ’ όλη τη γη το φόβο και λέει: «Ας σαλευτούν από αυτό το φόβο (του Θεού) όλοι όσοι κατοικούν την οικουμένη». Κατά κάποιο τρόπο δηλαδή κάθε ενέργεια που κάνουν οι άνθρωποι είτε με τη σκέψη είτε με τις σωματικές δυνάμεις, ας εκτελούνται απ’ αυτούς σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Γιατί έτσι εννοώ το «σαλευθήτωσαν απ’ αυτού» (ας σαλευτούν από αυτό το φόβο). Δηλαδή ούτε το μάτι να σαλεύει χωρίς το θέλημα του Θεού, ούτε το χέρι να κινείται χωρίς το Θεό, ούτε η καρδιά να σκέπτεται και να συμπαθεί όσα δεν είναι αρεστά στο Θεό. Και γενικά από τίποτε να μη σαλεύονται και τίποτε άλλο να μην τους κινεί, παρά μόνον ο φόβος του Θεού.
Εκείνος που φοβάται βρίσκεται ακόμη στην τάξη του δούλου. Εκείνος όμως που έχει τελειοποιηθεί με την αγάπη, απέκτησε πλέον την αξία του γιού. Γι’ αυτό ο δούλος ονομάζεται και φτωχός, γιατί δεν έχει τίποτε δικό του· ο δε γιος είναι ήδη πλούσιος, γιατί είναι κληρονόμος των πατρικών αγαθών.

Πηγή: www.fdathanasiou.wordpress.com

ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ - ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΥ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗ

Με την θείαν λειτουργίαν συνεχίζομε το έργο του Χριστού και, κάθε φορά που την τελούμεν, είναι σαν να έλκωμε και φέρωμε κοντά μας τον ίδιον τον Χριστόν. Αυτό λέγει και η ευχή· «Ο άνω τω Πατρί συγκαθήμενος και ώδε ημίν αοράτως συνών»· είσαι επάνω στον ουρανό και ταυτόχρονα αόρατα, αληθινά όμως, εδώ ενώπιόν μας. Γι' αυτό και ο ιερεύς, όταν θέλη να κοινωνήση, τον κοιτάζει με τα μάτια της ψυχής του και του μιλάει στο δεύτερο ενικό πρόσωπο· «και καταξίωσον τη κραταιά σου χειρί μεταδούναι ημίν του αχράντου σου σώματος και του τιμίου σου αίματος». Έσύ, Χριστέ μου, με την κραταιάν σου και πανακήρατον χείρα δώσε μου το άχραντον σώμα σου και το τίμιον αίμα σου. Αν έχωμε μάτια πνευματικά, μπορούμε να νοιώσωμε ότι ενώπιόν μας είναι ο ίδιος ο Χριστός. Τι θα κάνης όταν, εκεί που κάθεσαι, δής κάποιον που τον αγαπάς; Θα τρέξης κοντά του. Η λειτουργία είναι μία κίνησις, ένα τρέξιμο, μία προσπάθεια να αρπάξω τον Χριστόν, να τον πιάσω.

Πηγή:www.anastasiosk.blogspot.com

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2011

ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ - 27 ΙΟΥΛΙΟΥ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΔΑΝΙΗΛ ΑΕΡΑΚΗ

Ελεήμων – Παντελεήμων

«Ο επαξίως κληθείς Παντελεήμων…»

(Στιχ. Εσπερινού)


Παντολέων — Παντελεήμων

Θα ασχοληθούμε με το όνομά του. Παντελεήμων! Μεγάλο όνομα, πλούσιο όνομα. Όνομα, που δεν ταιριάζει σε ανθρώπους· ταιριάζει στο Θεό. Αλλ’ ό,τι ταιριάζει στο Θεό, ταιριάζει κατά χάρη και κατ’ οικονομία και στους ανθρώπους του Θεού, στους αγίους, που είναι θεωμένοι άνθρωποι. Παντελεήμων σημαίνει εκείνον, που σκορπάει παντού και πάντοτε και στους πάντες το έλεος, την πλούσια αγάπη.

Όλοι ζούμε με το έλεος του Θεού. Μας ελεεί ο Θεός. Αλλ’ ιδιαίτερα ελέησε τον Άγιο, που γιορτάζουμε σήμερα· τον ελέησε και τον έκανε ελεήμονα· τον ελέησε και τον έκανε Παντελεήμο­να. Το να είσαι ελεήμων, είναι ιδιαίτερο έλεος και χάρισμα του Θεού. Σε μία εποχή, σαν τη δική μας, όπου οι άνθρωποι δεν είναι ελεήμονες, αλλ’ είναι άρπαγες· δεν είναι φιλάνθρωποι, αλλά απάνθρωποι· δεν είναι μεταδοτικοί, αλλά εκμεταλλευτές· σε μία τέτοια εποχή είναι θαύμα να είναι κάποιος ελεήμων, σπλαχνικός, φιλάνθρωπος, ευεργετικός.

Τη διαφορά ανάμεσα στον ατομιστή και εκμεταλλευτή άνθρωπο της εποχής μας και στον άνθρωπο της αγάπης και του ελέους, που είναι κάθε άγιος, βλέπουμε στα δύο ονόματα του αγίου που γιορτάζουμε. Ποιό το πρώτο και ποιό το δεύτερο όνομα; Το πρώτο δείχνει τον προ Χριστού και χωρίς Χριστό άνθρωπο. Το δεύτερο δείχνει τον μετά Χριστόν άνθρωπο. Πώς λεγόταν ο άγιος πριν; Παντολέων. Πώς ώνομάσθηκε μετά; Παντελεήμων. Παντολέων! Άγριο λιοντάρι ο άνθρωπος χωρίς Χριστό. Άγριο θηρίο χωρίς μεταφυσική πίστη και αγάπη. Κατασπαράσσει με το μίσος και τις αδικίες του τους άλλους ανθρώπους. Δεν ήταν βέβαια τέτοιος ο άγιος και πριν γνωρίσει τον Ιησού Χριστό. Ήταν καλοπροαίρετος, ήταν λιοντάρι με την καλή όψη. Λιοντάρι δυνάμεως ως προς τον καλό του χαρακτήρα.

Κοντά στο Χριστό ο άνθρωπος αλλάζει. Το θηρίο γίνεται εξημερωμένος άνθρωπος. Ο άρπαγας γίνεται ελεήμων. Έτσι ταιριάζει το δεύτερο όνομα, το «Παντελεήμων». Η χάρη του Θεού μεταμορφώνει τον άνθρωπο, Αν η αμαρτία και η απιστία τον παραμορφώνουν και τον αποκτηνώνουν, η χάρη και η αρετή τον μεταμορφώνουν και τον θεώνουν.



Ο Παντελεήμων Θεός



Παντελεήμων λοιπόν ο άγιος ιατρός, που γιορτάζει σήμερα. Είπαμε, όμως, ότι αυτό το όνομα κατ’ εξοχήν και σε απόλυτο βαθμό ταιριάζει στο Θεό. Ο Θεός είναι πλούσιος. Πλούσιος σε πολλά πράγματα. Είναι πλούσιος σε δύναμη, σε σοφία, σε αγαθότητα, σε μεγαλοσύνη, σε δικαιοσύνη, σε αγάπη. Αν σας έλεγα να διαλέξετε ένα από τα πλούτη του Θεού, τί θα διαλέγατε; Τον πλούτο της δυνάμεως; Ω, αλλοίμονο, είναι τρομακτική η δύναμη του Θεού. Μπορεί μ’ ένα κεραυνό της δυνάμεώς του να μας κατακάψει όλους. Τον πλούτο της δικαιοσύνης; Κανείς δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στη δικαιοσύνη Του, γιατί όλοι είμαστε ένοχοι. Τον πλούτο της σοφίας; Δεν χωράει στο μικρό μας μυαλό η σοφία του Θεού. Δεν ξέρω σεις τί θα διαλέγατε. Εγώ πάντως, επειδή είμαι αμαρτωλός, θα διάλεγα τον πλούτο της αγάπης Του. Και ο πλούτος της αγάπης του Θεού, όταν εκδηλώνεται στον αμαρτωλό, ονομάζεται έλεος.

Το έλεός Του, είναι ο μοναδικός πυροσβεστήρας, που μπορεί να σβήσει τη φωτιά της αμαρτίας και να μας διασώσει από τον φοβερό και φρικιαστικό καύσωνα της αιωνίου κολάσεως. Αυτό το έλεος, το πλούσιο έλεος του Θεού, περισσότερο από όλους το κατάλαβε, το έζησε και το διαλάλησε στα πέρατα της οικουμένης ο απόστολος Παύλος, ο κήρυκας του ελέους του Θεού.

Ο Θεός είναι ελεήμων. Αυτό το γνώρισαν και στην Παλαιά Διαθήκη. Γι’ αυτό ο Δαβίδ στον περίφημο 50ο ψαλμό, παρουσιάζει την κραυγή του αμαρτωλού, που δεν βλέπει άλλο τρόπο σωτηρίας, παρά μόνο το έλεος του Θεού. «Ελεήμον, ελέη­σόν με ο Θεός κατά το μέγα έλεός σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου».

Στην Παλαιά Διαθήκη έχουμε διάγνωση της νόσου, που λέγεται αμαρτία. Στην Καινή Διαθήκη έχουμε τη θεραπεία της και το φάρμακο για τη θεραπεία. Και η θεραπεία της αμαρτίας άρχισε με τη σάρκωση του Θεού Λόγου και ολοκληρώθηκε με τη σταύρωση και την ανάστασή του. Και το φάρμακο του Παν­τελεήμονος Θεού είναι μονάχα ένα: του Ιησού Χριστού το Αίμα.



Ο Άγιος βρύση του ελέους

Το έλεος του Θεού, χρησιμοποιείται ως βρύση, που μεταδίδεται στους αγίους. Και ιδιαίτερα σε ορισμένους αγίους, που έχουν τα χαρίσματα της αγάπης, της διακονίας και των ιάσεων. Και τέτοιος είναι ο ιατρός Παντελεήμων. Ιατρός αφιλάργυρος, ιατρός ανάργυρος, ιατρός ελεήμων. Υπήρξε μιμητής του Χριστού: «μιμητής υπάρχων του Ελεήμονος και ιαμάτων την χάριν παρ’ αυτού εκομίσατο…» (κοντάκιο).

Είχε ο άγιος Παντελεήμων μία άγια ζήλε ια. Ζήλεψε τη χάρη και το έλεος του πανοικτίρμονος Θεού. Ο Θεός είναι «Θεός ελέους, οικτιρμών και φιλανθρωπίας». Και τα τρία αυτά δώρα ζήλεψε και ζήτησε από το Θεό να του τα δώσει. Και του τα έδωσε. Γι’ αυτό λέ­ει ένα τροπάριο του εσπερινού: «Ούτος (ο άγιος Παντελεήμων) τον μόνον εν οικτιρμοίς και ελέει ανείκαστον,τη συμπαθεία ζηλώσας την παρ’ αυτού θείαν χάριν εκομίσατο» (απόστιχα εσπερινού).

Η χάρη του Θεού, όταν βρει ταπεινή ψυχή, κάθεται και αναπαύεται. Και ο Παντελεήμων ήταν ταπεινή ψυχή. Αγαπούσε τον Ιησού Χριστό με ιερό πάθος. Τον αγαπούσε, διότι πίστευε πως τον ελέησε ο Χριστός με το σταυρικό του θάνατο. Και ποθούσε ν’ ανταποδώσει την αγάπη αυτή στον αγαπήσαντα αυτόν. Και την ανταπέδωσε με δύο τρόπους.

Ο ένας: Προσέφερε τα πάντα στους ανθρώπους. Πολλοί έχουν τα χαρίσματα, για να εκμεταλλεύονται τους άλλους. Ιδιαίτερα υπάρχουν ιατροί, φυσικά όχι όλοι, που εκμεταλλεύονται τον πόνο των ανθρώπων και εισπράττουν μεγάλα ποσά για τις ιατρικές τους υπηρεσίες. Ο άγιος Παντελεήμων είχε το χάρισμα του ιατρού, του θαυματουργού ιατρού, και το προσέφερε δωρεάν. Σύνθημά του: «Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε» (Ματθ. 10,8). Η ιατρική του διακονία ήταν ένα έλεος. Δεν ελεούσε μόνο υλικά· ελεούσε και πνευματικά. Δεν γιάτρευε μόνο σώματα· γιάτρευε και ψ υ χ έ ς. Λέει ένα τροπάριο του όρθρου: «Έλεος Θεού μιμού­μενος, Παντελεήμων σαφώς ωνομάσθης καταλληλον, προσλαβών όνομα, διπλήν παρέχων τούτοις την ίασιν, τρέψων ιώμενος, και προς γνώοιν, ένδοξε, καθοδηγών. θείαν και υπέρλαμπρον, Χριστού, πανόλβιε» (από τους αίνους).
2. Ο άλλος: Προσέφερε τα πάντα στο Θεό. Ήλθε η ώρα, για να δείξει τη φλογερή του αγάπη στον Ιησού Χριστό. Πώς; Με το μαρτύριό του. Η μαρτυρία της αγάπης έγινε μαρτύριο του αίματος. Αν τους άλλους ανθρώπους ελέησε με το έλαιον της αγάπης, τον εαυτό του, τη ψυχή του, την ελέησε με το αίμα του. Έχυσε το αίμα του για το Χριστό. Δεν είναι λοιπόν μόνο ο ιαματικός Παντελεήμων· είναι και ο αθλοφόρος Παντελεήμων.
Αυτόν τον αθλοφόρο και ιαματικό Παντελεήμονα τιμούμε σήμερα. Αλλά και να τον παρακαλέσουμε να θέσει σε λειτουργία το νέο χάρισμα, που απέκτησε πηγαίνοντας στον ουρανό. Οι Άγιοι στον ουρανό αποκτούν το χάρισμα της πρεσβείας. Πρεσβεύουν για μας. «Πρέσβευε τω ελεήμονι Θεώ». Ζητάμε το έλεος από τον ελεήμονα Θεό.

Έχουμε έλεος. Αν δεν ήταν το έλεος του Θεού, ποιός ξέρει πού θα βρισκόμασταν. Κολυμπάμε μέσα στο έλεος του Θεού. Αναπνέουμε τον αέρα του ελέους του. Έχουμε λοιπόν έλεος. Αλλά θέλουμε και άλλο έλεος. Διότι κινδυνεύουμε σωματικά, αλλά πιό πολύ πνευματικά. Κινδυνεύουμε και χανόμαστε μέσα στην τρικυμία των παθών. Κινδυνεύουν τα παιδιά μας και τα νιάτα μας μέσα στη χοάνη της αντιχριστιανικής ιδεολογίας και μέσα στο καζάνι της διαφθοράς και των ναρκωτικών. Μοναδικό σωσίβιο, που μας απέμεινε, είναι το έλεος του Θεού.

Σαν τους δύο τυφλούς ζητάμε έλεος, για να μη γλιστρήσουμε στα σκοτεινά μονοπάτια της αμαρτίας και απιστίας: «Ελέησόν ημάς, Κύριε» Πολλές φορές ψάλλαμε το «Κύριε, ελέησον», στη θεία Λειτουργία. Μία φορά ας μη βγει σαν τραγούδι των χειλέων, αλλά σαν αγωνία της καρδιάς μας, σαν κραυγή σωτηρίας: «Κύριε, ελέησον»!

Πηγή: Αρχιμ. Δανιήλ Γ. Αεράκη, «Κλήματα της Αμπέλου»

ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ


Ο κ. Ιωάννης από την Ελβετία ήρχετο από ηλικία 20 ετών στον Άθω.

Τον αγάπησε τόσο πολύ, ώστε παρέμενε αρκετό καιρό κάθε έτος. Το αγαπημένο του μέρος ήταν πάντοτε στα Καυσοκαλύβια η συνοδεία των Ιωασαφαίων, του γέροντος Ιωάννου και Αντωνίου. Προτεστάντης ων, επιθυμούσε να μάθη την Αλήθεια κοντά στους απλούς ειλικρινείς μοναχούς και ν’ αξιωθή του θείου Βαπτίσματος, (όπως κι έγινε τον χειμώνα του 1977, στην Ι. Μ. Σταυρονικήτα, υπό του τότε ηγουμένου π. Βασιλείου).

Όπως μας διηγήθη ο ίδιος, το 1974, μετά από πολυήμερη παραμονή του στα Καυσοκαλύβια, ως συνήθως, έπρεπε να επιστρέψη στην πατρίδα του. Λόγω τρικυμίας, η μόνη οδός ήταν μέσω Κερασιάς, εβίασε τον εαυτό του και μετά από πολύ κόπο έφτασε κουρασμένος στη βρύση παρά την οδόν του κελλιού Αγίου Δημητρίου, του λεγόμενου Χατζηγιώργη. Είδε καπνό στο κελί, πλησίασε, έκρουσε την πεπαλαιωμένην θύραν και τον υπεδέχθη ο γερο-Συμεών. Με πολλή χαρά του προσέφερε το κέρασμα και ρακί από κεράσια. Όταν εξάπλωσε στο πρόχειρο ξυλοκρέβατο για ν’ αναπαυθή εκοιμήθη αμέσως. Την ώρα του ύπνου, παρουσιάστηκε κάποιος σεβάσμιος καμπουριασμένος γεροντάκος με ραβδί στο χέρι και τον καλωσόριζε χαρούμενος. Αμέσως ξύπνησε με χαρά και διηγήθη στον γερο-Συμεών αυτό που είδε.

Εκείνος ξεκρέμασε μια εικόνα από τον τοίχο και του είπε: μήπως είναι αυτός; Ο κ. Ιωάννης εθαύμασε, διότι ήταν όπως ακριβώς τον είχε δει στο όραμα. Αυτός είναι ο περίφημος Χατζηγιώργης, ο γέροντας του κελιού, είπε ο γέρων Συμεών και του διηγήθη με λίγα λόγια ποιος ήταν ο Χατζηγιώργης. Ανεχώρησε από το κελλί με πολλές ευχαριστίες και γεμάτος με χαρά κι ελπίδα για την Ορθοδοξία, την οποία αργότερα ησπάσθη. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ένα θαύμα εικόνος του Αγίου Παντελεήμονος. Ο κ. Ιωάννης Zinneker τον Ιούλιο του 1994 μας παρήγγειλε μια εικόνα του Αγίου Παντελεήμονος διαστάσεων 32χ22,
εσκαμμένη απεστάλη εις την οικίαν του εις την Ελβετία και την τοποθέτησε στο εικοναστάσι του σπιτιού του μαζί με τις άλλες εικόνες. Τον χειμώνα του 1998 ασθένησε βαρέως ένα πολύ φιλικό του πρόσωπο επόνεσε πολύ η καρδία του και εστράφη στην Ορθόδοξη Εκκλησία, προς τη δύναμι των αγίων Της. Η περίπτωση του ασθενούς ήτο πολύ βαριά, καρκίνος του παχέος εντέρου, και έπρεπε να γίνη χειρουργική επέμβασι με αβέβαια αποτελέσματα. Με πολύ δισταγμό εζήτησε από τους γιατρούς να τοποθετήση την εικόνα του αγίου Παντελεήμονος μέσα στο χειρουργείο κατά την ώρα της επεμβάσεως.

Κι ενώ περίμενε αρνητική απάντησι, οι γιατροί την εδέχτηκαν με χαρά. Η επέμβασι έγινε
με άριστα αποτελέσματα, που προκάλεσαν την απορία των ίδιων των γιατρών, οι οποίοι διεκήρυξαν ότι τέτοια επιτυχία μόνο με θεία επέμβασι μπορούσε να γίνη. Ο ασθενής σήμερον απολαμβάνει άκρας υγείας, ευχαριστών τον Θεόν εμπρός στην εικόνατου Αγίου Παντελεήμονος, την οποία ζήτησε από τον κ. Ιωάννη, για να την κρατήση δικό του αναφαίρετο κειμήλιο. Κι έτσι ο κ. Ιωάννης, την 17 Ιανουαρίου 1999, επισκεφθείς την καλύβη του Αγίου Παντελεήμονος, μας παρήγγειλε να του αγιογραφήσουμε μια νέα εικόνα του Αγίου, για να την τοποθετήση στη θέσι της άλλης.

Πηγή:www.apantaortodoxias.blogspot.com

Ο ΠΟΘΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ: ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ


(…) Μὲ τὸν ἱερὸ πόθο πρὸς τὸν Νυμφίο Χριστὸ ποὺ ἔκαιγε μέσα στὴν ψυχή της δὲν ἔμεινε ράθυμη καὶ ἀδρανής. Ἔκανε ἀκόμη καὶ περιοδεῖες ἱεραποστολικὲς καὶ μακρυὰ ἀπὸ τὴν πατρίδα της τὴ Ρώμη καὶ δίδαξε, νουθέτησε, παρηγόρησε, καθοδήγησε, ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὰ εἴδωλα, καὶ ἔφερε στὸ Χριστὸ πολλοὺς συνανθρώπους της. Καὶ τὸ μεῖζον, ἔμεινε ἄκαμπτη καὶ ἀλύγιστη ὅταν ἦλθε ἡ στιγμὴ μπροστὰ στὶς δοκιμασίες, στὶς ἀπειλές, στὸ διωγμό, στὰ μαρτύρια. Τὸ ἄκαμπτο, ἀλύγιστο, χριστιανικό της φρόνημα δοκιμάσθηκε σκληρὰ μὲ πολλὰ βασανιστήρια. Καὶ ἔμεινε πιστὴ στὸν Κύριο καὶ Θεό της ἀκόμη καὶ ὅταν ἔβαζαν στὸ κεφάλι της τὴν πύρινη περικεφαλαία. Καὶ ὅταν μὲ δεσμὰ τὴ φυλάκισαν. Καὶ ὅταν τῆς ἔκαψαν τὰ χέρια μὲ ἀναμμένες λαμπάδες. Καὶ ὅταν τὴν ἔριξαν στὸ καυτὸ λάδι καὶ στὴν πίσσα. Ὅμως, ἀπ’ ὅλα αὐτὰ ὁ Κύριος «ἐρρύσατο αὐτήν». Διέσωσε καὶ διατήρησε κατὰ πάντα ὑγιᾶ τὴν πιστὴ δούλη Του, γιὰ νὰ φανερώσει ἄλλη μιὰ φορὰ τὴν δύναμή Του στοὺς εἰδωλολάτρες. «Ἀνένηψε», λέγει ἡ ἱστορία, καὶ αὐτὸς ὁ εἰδωλολάτρης καὶ διώκτης ὁ αὐτοκράτωρ Ἀντωνῖνος. Κάποια θεία ἀκτίνα φώτισε τὸ πνεῦμα του, ἔνοιωσε τὸ θαῦμα ποὺ τοῦ ἔκανε στὰ μάτια ἡ Ἁγία. Καὶ ἔκτοτε παραμένει ἡ προστάτις τῶν ὀφθαλμῶν τῶν ἀνθρώπων.
. Ἀλλὰ τὸ μεγάλο ἐρώτημα σήμερα γιὰ μᾶς τοὺς Νεοέλληνες εἶναι: ὁ πόθος ὁ δικός μας, εἶναι πόθος Ἰησοῦ Χριστοῦ; Μήπως δὲν ἔχουμε ἱερὸ πόθο, ἀλλὰ πόθο ἀνίερο; Πόθο γήινο καὶ φθαρτό; Πόθο σαρκολατρείας καὶ διαφθορᾶς; Πόθο θεάματος καὶ ὕλης; Τὰ ἐρωτήματα εἶναι πολλὰ καὶ οὐσιαστικά. Ἀλήθεια, ἔχουμε σκεφθεῖ ἐὰν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι πόθος μας; Ἐὰν βρίσκεται στὸ κέντρο τῆς ζωῆς μας ἤ ἔχει ἀπωθηθεῖ στὸ περιθώριο; Ἐὰν ἡ διδασκαλία Του μᾶς ἐμπνέει καὶ μᾶς καθοδηγεῖ στὴ ζωή μας; Ναί, ὁ Χριστός, ἀδελφοί μου, ποὺ τόσο πολὺ ἀγάπησε καὶ πόθησε παιδιόθεν ἡ ἁγία Παρασκευή, δὲν εἶναι μία ἀφηρημένη ἰδέα. Δὲν εἶναι μῦθος. Δὲν εἶναι εἴδωλο. Δὲν εἶναι ἁπλῶς ἱστορικὴ ἐνθύμηση. Ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολλά. Ὁ Χριστὸς ἐρχόμενος στὴν γῆ γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία δὲν ἔγινε ἁπλῶς ἄνθρωπος μία φορὰ καὶ ἕνα καιρό, ἀλλὰ ἐνηνθρώπησε ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ντύθηκε τὴν ἀνθρώπινη φύση γιὰ τὴν δική μας λύτρωση καὶ σωτηρία. Καὶ ὁ Χριστὸς μένει στὸ διηνεκὲς ἡ Κεφαλή, ἡ πνοή, ὁ παλμός μας μέσα στὴν Ἐκκλησία Του. Μένει πάντα κοντά μας, γιὰ νὰ μποροῦμε μαζί Του, δίπλα Του, νὰ βαδίζουμε. Νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι καὶ ὄχι κτήνη. Χωρὶς τὸ Θεάνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος γίνεται κτηνάνθρωπος καὶ ὑπάνθρωπος. Μόνο μὲ τὸν Ἰησοῦ βρίσκει ὁρίζοντα, ἔχει προοπτική, βρίσκει νόημα στὴ ζωή.
. Μᾶς χάρισε ἕνα νέο πολίτευμα, ἕνα νέο καθεστὼς ὑπάρξεως, τὸ ὁποῖο ὀνομάζεται Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καθεστὼς ἐσωτερικό, τῶν ψυχῶν μας, ποὺ δὲν στηρίζεται σὲ νόμους, σὲ διατάγματα καὶ σὲ ἐξωτερικὲς ἐπαναστάσεις. Εἶναι ἡ ἐσωτερικὴ ἀλλαγή, ἡ μεταμόρφωση, ἡ πνευματικὴ ἀνακαίνιση, ἡ «καινὴ ζωὴ» ἐν τῇ ἀγάπῃ τοῦ Χριστοῦ.
. Μετὰ ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ ἐπιτρέπεται νὰ ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένει ὁ πόθος μας ἀνίερος; Δὲν θὰ πρέπει νὰ πληροῖ τὶς καρδιές μας πόθος ἅγιος καὶ ἱερός;
. Σύγχρονος φιλόσοφος προεφήτευσεν, ὅτι ἡ ἀνθρωπότητα θὰ εἰσέλθει στὴν μεγάλη νύκτα τοῦ κενοῦ, τῆς ἀπογοήτευσης καὶ τῆς σύγχυσης, διότι θὰ μείνει χωρὶς ἐλπίδα. Ἀλλ’ ἐμεῖς, οἱ φιλέορτοι τάξεις, παρὰ τὰ ποικίλα σκοτάδια γύρω μας, ἔχουμε φῶς καὶ περισσότερο φῶς, ἔχουμε φῶς διότι ἔχουμε ἐλπίδα. Καὶ ἔχουμε ἐλπίδα, γιατὶ ἔχουμε ἁγίους καὶ ἁγίες, ἔχουμε τὴν Ἐκκλησία, ζοῦμε στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, πιστεύουμε «εἰς Θεὸν ζῶντα». Ἔχουμε τὴν ἐλπίδα «τὴν ἀποκειμένην ὑμῖν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Κολ. α´5). Τὴν ἐλπίδα στὸν Δεσπότη Χριστό, ὅπως τὴν εἶχε μὲ τὸν ἱερό της πόθο καὶ μᾶς τὴν δίδαξε καὶ φανέρωσε καὶ ἡ Ὁσιοπαρθενομάρτυς, ἡ ἔνδοξος ἁγία Παρασκευή.
. Εἴθε ὁ ὑπέροχος αὐτὸς στίχος ποὺ ψάλαμε γιὰ τὴν ἁγία Παρασκευή, τὸ «ὁλοψύχως ποθήσασα τὸν Δεσπότην Χριστόν» νὰ ἀκτινοβολήσει καὶ καρποφορήσει σὲ κάθε ψυχή.

Πηγή:  Ἀρχιμ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Κ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ «ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝΔΟΞΟΝ ΟΣΙΟΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΑ ΑΓΙΑΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΝ»

ΖΩΗ ΧΡΙΣΤΟΚΕΝΤΡΙΚΗ, ΟΧΙ ΑΜΑΡΤΩΛΟΚΕΝΤΡΙΚΗ

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΑΓΑΘΟΚΛΕΟΥΣ

Αυτές τις μέρες παρευρέθηκα σε μια κηδεία, μαζί με άλλους τέσσερις ιερείς. Στο τέλος, ο ένας απ’ αυτούς, φιλοσοφώντας το θάνατο είπε:
- Μεγάλος ευεργέτης ο θάνατος! Αν καταλαβαίναμε τι μας προσφέρει… Σταματά η αμαρτία να υπάρχει στην ύπαρξη μας. Ούτε ο δίκαιος αμαρτάνει πιά, ούτε ο αμαρτωλός. Ο πρώτος χαίρεται γι’ αυτό. Ο δεύτερος λυπάται που δεν μπορεί, γι’αυτό και βασανίζεται – αυτή είναι η κόλαση.
Τα είπε και…γέμισαν τα μάτια του. Τα ζούσε, τα πίστευε, όσα έλεγε.
Παρατήρησα όμως ότι αυτό είναι μια αρνητική στάση κι ως εκ τούτου δημιουργεί αυτοδικαίωση. Η χαρά δηλαδή δεν προέρχεται από τη θέα του Χριστού αλλά από την ικανοποίηση ότι δεν αμαρτάνουμε.
- Είναι ένα σημείο της κατάστασης μετά το θάνατο. Δεν είναι το μόνο. Ασφαλώς υπάρχουν και άλλα, μου είπε.
Αυτό που με εντυπωσίασε από τον ιερέα αυτόν, μεγάλο στην ηλικία, ήταν ο ενθουσιασμός του από τη διαπίστωση ότι «μετά θάνατο σταματά η αμαρτία». Το έλεγε και χαιρόταν το πρόσωπο του. Όμως αυτό έδειχνε και το στίγμα της Θεολογικής του θεώρησης. Έδειχνε το μεγάλο του αγώνα ενάντια στην αμαρτία, που τον διεξήγαγε με συνέπεια κι αποφασιστικότητα.
Θυμήθηκα τα όσα ανάφερε σε μια συνέντευξή του ο Μητροπολίτης Μεσογαίας Νικόλαος: «Οι αμαρτίες είναι ένα τίποτα μπροστά στη χάρη του Θεού. Υπάρχουν απλώς για να ταπεινώνουν. Εγώ βάζω τον πήχυ όσο πιο ψηλά γίνεται. Και, φυσικά στην Εκκλησία, δεν περιμένουμε να περάσουμε πάνω απ’ αυτόν, γιατί κινδυνεύουμε από αλαζονεία. Περνώντας κάτω απ’ αυτόν, μας μένει η ταπείνωση».
Ασφαλώς θα πρέπει να παλεύουμε κατά της αμαρτίας «έως εσχάτου». Όμως αλίμονο αν «γίνει πάθος ο αγώνας κατά των παθών» (Παύλος Ευδοκίμωφ). Κυρίως χρειάζεται να είναι η ζωή μας Χριστοκεντρική κι όχι αμαρτωλοκεντρική. Αυτό θα μας δίνει εσωτερική πληρότητα, νόημα ζωής, δυνατή χαρά. Γιατί βάση της ζωής μας δεν θα’ναι η αμαρτία που «έρχεται και παρέρχεται», αλλά ο Χριστός «το Α και το Ω, ο πρώτος και ο έσχατος, η αρχή και το τέλος», ο όντως «Ευλογητός εις τους αιώνας».

Πηγή: www.vatopaidi.wordpress.com

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΖΩΗ ΩΣ ΠΟΡΕΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΡΙΑΜΒΟΥ

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΑΓΑΘΟΚΛΕΟΥΣ

Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, στους Ασκητικούς του λόγους, αναφέρει για έναν νεαρό μοναχό, που ευρισκόμενος σε λύπη πειρασμών, επισκέφθηκε έναν γέροντα. Περιγράφει ως εξής την επίσκεψη: « Αυτός δε ο μακάριος, ασθενής ων, έκειτο. Αφού δε ησπάσθην αυτόν, και εκάθισα πλησίον αυτού, είπον προς αυτόν: «εύχου, πάτερ, υπέρ εμού, διότι πολύ θλίβομαι από τους πειρασμούς των δαιμόνων». Eκείνος δε ανοίξας τους οφθαλμούς αυτού, και ατενίσας προς εμέ, είπε:« τεκνον, συ εισέτι νέος υπάρχεις, και ο Θεός δεν αφίνει εις σε πειρασμούς». Kαι εγώ είπον, «ναι, και νέος ειμί, και πειρασμούς έχω δυνατών ανθρώπων». Kαι εκείνος πάλιν είπε, « λοιπόν ο Θεός θέλει να σε σοφίση» εγώ δε απήντησα, « και πώς θέλει να με σοφίση, ενώ καθημέραν κινδυνεύω τον ψυχικόν θάνατον»; και εκείνος, «σιώπα, τέκνον, ο Θεός σε αγαπά και μέλλει να σοι δώσει την χάριν του»(1).

Εξ αρχής και πάντοτε, οι πειρασμοί συνοδεύουν την πορεία μας προς την Βασιλεία. « Κανένας δεν θα μπορέσει να εισέλθει στην Βασιλεία των ουρανών, αν είναι απείραστος. Διότι, λέγει, αφαίρεσε τους πειρασμούς και κανένας δεν σώζεται»(2).
Γιατί όμως είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την Βασιλεία, η παρουσία των πειρασμών; Η απάντηση δεν είναι απλή. «Τις γαρ έγνω νουν Κυρίου;»(3) Ωστόσο, μέσα από την εμπειρία της πνευματικής πορείας, μπορούμε να διακρίνουμε κάποιους ουσιαστικούς λόγους που ο Θεός επιτρέπει να ζήσουν οι άνθρωποι πειρασμούς και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις έντονους.
Όπως στο πιο πάνω περιστατικό, που φαίνεται πως οι πειρασμοί σε νέο άνθρωπο στόχευαν στην παραχώρηση της Θείας Χάριτος. Για να γίνει ικανό το σκεύος να δεκτεί δυνατή χάρη, δέχεται προηγουμένως δυνατούς πειρασμούς. Η ένταση τους καθορίζει και της ένταση της Χάρης.
Ένας άλλος λόγος είναι η φανέρωση της δύναμης του Θεού. Οπως στον Απόστολο Παύλο που, αναφέροντας τις αποκαλύψεις που του έκαμε ο Θεός, αποκαλύπτει και τον πειρασμό που είχε. Αλλά συγχρόνως και την πάλη που κάμνει με το Θεό παρακαλώντας τον τρις « ίνα αποστή απ’αυτού» τον άγγελον σατάν.(4) Κι εκείνος, δεν κάμνει το αίτημα του απαντώντας του « αρκεί σοι η χάρις μου η γαρ δύναμις μου εν ασθενεία τελειούται»(5).
Πειρασμός ακόμα, που αποκαλύπτεται η δύναμη του Θεού, είναι και η αίσθηση αποτυχίας στο πνευματικό έργο. Γράφει ο καθηγούμενος της Σιμωνόπετρας Αρχιμ. Αιμιλιανός « Πού είναι η πληθύς των αποστολικών Εκκλησιών τας οποίας ίδρυσαν οι Απόστολοι εις την Ανατολήν; Πού είναι τα κατορθώματα και τα θαύματα τα οποία επετέλεσαν τόσοι Άγιοι; Τι έγινε με τα κηρύγματα μυριάδων κηρύκων του θείου Λόγου; Ο κόσμος συνεχίζει να κυλίεται εις τον βόρβορον της αμαρτίας. Και τα ιδικά μας τα παιδιά και τα ιδικά μας τα ποίμνια και οι ιδικοί μας οι άνθρωποι, υπέρ ων κουραζόμεθα και αγωνιζόμεθα, ας το γνωρίζωμεν, θα ζουν μέσα εις την αμαρτίαν της καρδίας των, μέσα εις τα πάθη εις τα οποία ζη ολόκληρος η κοινωνία. Θα επιβιώσουν όμως εις την αιωνιότητα με το άρπαγμα που θα τους κάμη ο Θεός εις την ωρισμένην δι’έκαστον στιγμήν, την οποίαν ο ίδιος γνωρίζει»(6).
Σύμφωνα με τον Αββά Ισαάκ το Σύρο οι πειρασμοί επιτρέπονται για να ταπεινωθεί το φρόνημα του ανθρώπου και να πλησιάσει αληθινά τον Θεό. Γράφει: « Όταν δε η θεία χάρις ίδη, ότι ο άνθρωπος ήρξατο διά του λογισμού να υψηλοφρονή, ευθύς παραχωρεί, ίνα έλθωσιν εις αυτόν ισχυρότεροι πειρασμοί, και πολεμούντες νικήσωσιν αυτόν, όπως γνωρίση την ιδίαν αυτού ασθένειαν, και καταφύγη και πλησιάση μετά ταπεινώσεως προς τον Θεόν»(7) και ακόμα « Διά τούτο ο Θεός συγχωρεί εις τους αγίους αιτίας ταπεινώσεως και συντριμμού καρδίας, γινομένου δι’εμπόνου προσευχής, ίνα όσοι αγαπώσιν αυτόν, πλησιάσωσι προς αυτόν δια της ταπεινώσεως και πολλάκις μεν φοβίζει αυτούς δια των σωματικών παθών και της πτώσεως των αισχρών και μιαρών ενθυμήσεων, πολλάκις δε και δι’ ανθρωπίνων ονειδισμών και ύβρεων, ενίοτε δε διά σωματικών ασθενειών και αρρωστημάτων, και άλλοτε δια της ενδείας των αναγκαίων χρειών του σώματος και ποτέ μεν δια κόπων και μόχθων μεγάλου φόβου και εγκαταλείψεως και του φανερού πολέμου του διαβόλου, ποτέ δε δια διαφόρων φοβερών πραγμάτων. Ταύτα δε πάντα συμβαίνουσιν εις αυτούς, ίνα έχωσιν αιτίας ταπεινώσεως, και μη εμπέσωσιν εις αμέλειαν, ή συμβαίνουσι χάριν των πραγμάτων εκείνων, εις τα οποία ησθένησε ψυχικώς ο αγωνιστής, ή και διά τον φόβον των μελλόντων κακών. Ώστε εξ’ ανάγκης είναι επωφελείς οι πειρασμοί εις τους ανθρώπους»(8).
Ένας στίχος τραγουδιού λέγει « όλα είναι ίδια αν δεν τα αγαπάς». Η πνευματική ζωή δεν είναι επανάληψη των ιδίων πραγμάτων, της ίδιας μονότονης πορείας. Έχει ενδιαφέρον, χαρά και χάρη. Άλλά χρειάζεται λεβεντιά, αρχοντιά, κατά σύγχρονο γέροντα. Ο π. Μωυσής Αγιορείτης θα παρατηρήσει: « Η κακομοιριά είναι απ’ τις πιο μεγάλες φτώχειες του Χριστιανού. Το μεγαλύτερο λάθος είναι αυτή την κακομοιριά να την λέμε ταπείνωση»(9).
Κάποτε ένας ασκητής είδε τον υποτακτικό του να ταλαιπωρείται από τους πειρασμούς και τον ρώτησε « Θέλεις να παρακαλέσω τον Θεό να σε λυτρώσει από τον πόλεμο;» Ο υποτακτικός σοφά αποκρίθηκε: « Αν και κοπιάζω, γέροντα, όμως βλέπω καρπό από τον κόπο μου. Αυτό να παρακαλέσεις καλύτερα τον Θεό: να μου δώσει υπομονή». Και ο γέροντας του είπε: « Σήμερα κατάλαβα ότι προόδεψες»(10).
Ο Χριστιανός καλείται σε μια πορεία δύσκολη, ισόβια άρνηση του ιδίου θελήματος. Αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς ελευθερία εσωτερική. Οι διάφοροι πειρασμοί δίνουν την δυνατότητα να εκφράζουμε την βαθύτερη κλήση μας, την αληθινή θέληση μας να πορευτούμεν «όπου αν υπάγει». Γράφει ο Στάρετς Μακάριος στο βιβλίο “ Πνευματικές Νουθεσίες”: «Ο αγώνας για την πνευματική πρόοδο δεν είναι δυνατό να οδηγήσει την ψυχή μας μόνο στο ανθισμένο λιβάδι της ευφροσύνης και της παρηγορίας, και να την αφήσει μόνιμα εκεί. Αναπόφευκτα, αργά ή γρήγορα, θα την οδηγήσει και στο δρόμο του σταυρού. Γιατί, σηκώνοντας τον πνευματικό σταυρό μας, το σταυρό των θλίψεων και των πειρασμών, διδασκόμαστε την υπομονή και την υποταγή στο θέλημα του Κυρίου. Με κάθε θλίψη, λέει κάποιος άγιος, ελέγχεται η κλίση του θελήματος μας, αν κλίνει προς τα δεξιά ή προς τ’ αριστερά.
Έτσι μπορούμε ν’ ανιχνεύσουμε τα κρυφά πονηρά μας θελήματα και να τα πατάξουμε. Γι’ αυτό κάθε θλίψη μοιάζει με παζάρι: Εκείνος που ξέρει να εμπορεύεται, κερδίζει πολλά. Εκείνος που δεν ξέρει, ζημιώνεται.
Πρέπει λοιπόν να το γνωρίζεις από τώρα καθαρά, πως οι πνευματικές παρηγορίες συνοδεύονται πάντοτε από ένα πνευματικό Γολγοθά»(11).
Μέσα απ’ αυτή τη δύσκολη πορεία ο άνθρωπος ωριμάζει πνευματικά, ανδρώνεται και διδάσκεται εμπειρικά. Ο Επίσκοπος Anthony Bloom στο βιβλίο του “ Θέλει τόλμη η προσευχή “ αναφέρει το εξής περιστατικό: « Κάποιος ασκητής συναντά στα βουνά κάποιον άλλον ασκητή κι αρχίζουν μια συζήτηση στη διάρκεια της οποίας ο επισκέπτης εντυπωσιασμένος από το επίπεδο προσευχής του συνομιλητή του, τον ρωτά: « Γέροντα, ποιος σε δίδαξε να προσεύχεσαι αδιάκοπα;» Κι εκείνος, που είχε καταλάβει ότι ο επισκέπτης του ήταν άνθρωπος με βαθιά πνευματική πείρα, του απαντά: « Δε θα το’ λεγα αυτό στον καθένα, αλλά σε σένα θα το πω, πως αληθινά ήταν οι δαίμονες που με δίδαξαν» Ο επισκέπτης του λέει: « Νομίζω πως σε καταλαβαίνω, Γέροντα, αλλά θα μπορούσες να μου εξηγήσεις λεπτομερέστερα με ποιο τρόπο σε δίδαξαν, για να σε καταλάβω καλύτερα;» Και τότε ο άλλος του διηγείται την εξής ιστορία:
«Όταν ήμουν νέος, ήμουν αγράμματος και ζούσα σ’ ένα μικρό χωριό στην πεδιάδα. Μια μέρα πήγα στην εκκλησία και άκουσα το διάκο να διαβάζει την επιστολή του Παύλου που μας διδάσκει να προσευχόμαστε αδιαλείπτως. Ακούγοντας τα λόγια εκείνα ενθουσιάστηκα και φωτίστηκε η ψυχή μου. Και μετά την εκκλησία άφησα το χωριό, γεμάτος χαρά, και αναχώρησα στα βουνά για να ζήσω με την προσευχή και μόνο. Αυτή η διάθεση κράτησε μέσα μου για κάμποσες ώρες. Μετά έπεσε το σκοτάδι, έγινε κρύο κι άρχισα ν’ ακούω αλλόκοτους ήχους, βήματα και ουρλιαχτά. Μάτια που έλαμπαν στο σκοτάδι εμφανίστηκαν μπροστά μου. Τ’ άγρια θηρία βγήκαν από τις φωλιές τους ν’ αναζητήσουν την τροφή που τους όριζε ο Θεός. Άρχισα να φοβάμαι, να φοβάμαι όλο και περισσότερο καθώς οι σκιές γίνονταν σκοτεινότερες. Πέρασα όλη τη νύκτα γεμάτος τρόμο από τους βηματισμούς, τα τριξίματα, τις σκιές, τ’ αστραφτερά μάτια μεσ’ τη νύχτα, την επίγνωση πως μου ήταν αδύνατο να στραφώ σε κάποιον για βοήθεια. Και τότε άρχισα να φωνάζω στον Θεό τις μόνες λέξεις που έρχονταν στο νου μου, λέξεις βγαλμένες μέσα από το φόβο μου: ‘Κύριε Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησε με τον αμαρτωλό’ Έτσι πέρασε το πρώτο βράδυ. Το πρωί ο φόβος με είχε εγκαταλείψει, αλλά άρχισα να πεινάω. Αναζήτησα την τροφή μου στους θάμνους και στα λιβάδια, αλλά ήταν δύσκολο να ικανοποιήσω την πείνα μου. Και καθώς έπιασε να δύει ο ήλιος, ένοιωσα τον τρόμο της νύχτας να ξανάρχεται. Άρχισα να κραυγάζω στον Θεό τον φόβο και την ελπίδα μου. Έτσι πέρασαν μέρες και μετά μήνες. Συνήθισα τους τρόμους της φύσης, αλλά ακόμη καθώς προσευχόμουν κάθε τόσο νέοι πειρασμοί και δοκιμασίες εμφανίζονταν. Οι δαίμονες, τα πάθη, άρχισαν να ορμούν επάνω μου απ’ όλες τις μεριές και μόλις συνήθιζα να μη φοβάμαι τα θηρία της νύχτας, οι δυνάμεις του σκότους έπιασαν να λυσσομανούν μέσα στην ψυχή μου. Πιο δυνατά από πριν πρόφερα τις λέξεις στον Κύριο: ‘Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε με’. Αυτός ο αγώνας συνεχίστηκε για χρόνια. Μια μέρα έφτασα τα όρια της αντοχής μου. Καλούσα ασταμάτητα τον Θεό με αγωνία και πάθος χωρίς να λαβαίνω απάντηση. Ο Θεός ήταν αλύγιστος και τότε, όταν και το τελευταίο νήμα της ελπίδας άρχισε να σπάει μέσα στην ψυχή μου, παραδόθηκα στον Κύριο και είπα: « Μένεις σιωπηλός, δε Σε νοιάζει τι θα γίνω, αλλά δεν παύεις να είσαι ο Κύριος και Θεός μου. Καλύτερα να πεθάνω εδώ που στέκω παρά να εγκαταλείψω την αναζήτηση μου».
Τότε ξαφνικά ο Κύριος εμφανίστηκε μπρος μου και ειρήνη απλώθηκε μέσα και γύρω μου. Ο κόσμος ολόκληρος, που μου φαινόταν σκοτεινός, τώρα φαινόταν λουσμένος στο άγιο φως, να λάμπει κάτω από τη χάρη της Θεϊκής παρουσίας, που συντηρεί το κάθε δημιούργημα Του. Και αμέσως μετά σ’ ένα ξέσπασμα αγάπης και ευγνωμοσύνης, πρόφερα στον Κύριο τη μόνη προσευχή που μπορούσε να εκφράσει όλα μου τα αισθήματα : ‘Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε με τον αμαρτωλό’. Κι από τότε στη χαρά, στη δοκιμασία, στον πειρασμό και τον αγώνα ή σε στιγμές που η ειρήνη με καταλαμβάνει, αυτά τα λόγια ξεπηδούν απ’ την καρδιά μου. Είναι ένας ύμνος χαράς, είναι η κραυγή μου προς τον Θεό, είναι η προσευχή μου και η μετάνοια μου»(12).
Με τις δοκιμασίες βεβαιώνουμε τη γνησιότητα μας ως παιδιά του Θεού, εφόσον σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο « ον αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγεί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται. Ει παιδείαν υπομένετε, ως υιοίς υμίν προσφέρεται ο Θεός. Τις γαρ εστίν υιός ον ου παιδεύει πατήρ;».(13)
Γι’ αυτό είναι χάρισμα, που δίνεται στα τέκνα του Πατρός, να υποφέρουν και να δοκιμάζονται. «Υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού, ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν»(14).
Μέχρι τώρα ανάφερα για τη χριστιανική ζωή ως πορεία μαρτυρίου. Συγχρόνως είναι και πορεία θριάμβου. Σε τι όμως συνίσταται ο θρίαμβος; Στη νίκη του θανάτου από τώρα, γιατί αγαπούμε το Χριστό έμπρακτα. Οι πειρασμοί είναι μαρτύριον που αποδεικνύομεν, όπως οι μάρτυρες, την αγάπη μας. Γι’ αυτό και ο Χριστός μας συν-ανασταίνει με τη Χάρη του.
Μια άλλη γεύση ζωής, μια άλλη χάρη, μια άλλη εμπειρία Θεού γεύεται ο Χριστιανός, που μέσα στη σιωπή, την υπομονή και την ταπείνωση, σηκώνει το σταυρό του. Κι αυτή η σιωπηλή άρση του σταυρού, γίνεται κραυγαλέα διακήρυξη πως τον τελευταίο λόγο στη ζωή μας, στην ύπαρξη μας, δεν τον έχει ο θάνατος (τα μίση, οι εγωισμοί, το ‘ ίδιο θέλημα ‘) αλλά η Ανάσταση ( η νέα εν Χριστώ ζωή, η νίκη κατά της αμαρτίας)
‘Βρες εσύ την εσωτερική σου ειρήνη και χίλιοι άνθρωποι θ’ αναπαυθούν κοντά σου’ θα πει ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ.
Αυτή είναι ‘η πόλις επάνω όρους κείμενη’(15) το φως που ‘λάμπει πάσι τοις εν τη οικία’(16).
Μεταδίδουμε αυτό που ζούμε και όχι αυτό που λέμε. Γινόμαστε ‘σημείο’ (δείκτης) της ήδη παρούσας αλλά και της ερχόμενης Βασιλείας. Η παρουσία μας ξεπερνά το χρόνο και το χώρο, και ξανοιγόμαστε στην αιωνιότητα, στον κόσμο.
Ένας νέος έλεγε: « Κύριε σ’ αγαπώ. Αν ο θρίαμβος Σου σημαίνει την καταστροφή μου, ας αφανιστώ εγώ, αλλά ας έρθει η Βασιλεία Σου»(17).
Γι’ αυτή την κλήση, να γίνουμε δηλαδή το μέσο που θα έλθει η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στον κόσμο μας το γεμάτο πόνο και αίμα και απόγνωση, γι’ αυτή την θριαμβευτική κλήση αξίζει κάθε μαρτύριο.
Παραπομπές
1. Αββά Ισαάκ Σύρου, Οι Ασκητικοί Λόγοι, έκδ. Απ.Βαρνάβας,Σελ.12.
2. Αποφθέγματα Γερόντων, Πατερικαί εκδόσεις Γρηγόριος Παλαμάς, Αββά Αντωνίου, 5.
3. Α’ Κορ.2,16.
4. Β’ Κορ.12,7-8.
5. Β’ Κορ. 12,9.
6. Αρχιμ. Αιμιλιανού Βαφείδη, Το μαρτύριο,Εκδ. Σήμαντρο, σελ.25.
7. Αββά Ισαάκ Σύρου, Οι Ασκητικοί Λόγοι, έκδ. Απ.Βαρνάβας,Σελ.63.
8. Αββά Ισαάκ Σύρου, Οι Ασκητικοί Λόγοι, έκδ. Απ.Βαρνάβας,Σελ.74.
9. Μοναχού Μωυσή Αγιορείτη, Αγρυπνία στο Άγιο Όρος, εκδ. Ακρίτας, σελ.45.
10. Στάρετς Μακαρίου, Πνευματικές Νουθεσίες, Εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου, 1991, σελ. 140-141.
11. Στάρετς Μακαρίου, Πνευματικές Νουθεσίες, Εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου, 1991, σελ.34.
12. Αντωνίου του Σουρόζ, Θέλει Τόλμη η Προσευχή, Εκδ. Ακρίτας, 1988, σελ.47-49.
13. Εβρ. 12, 6-7.
14. Φιλ. 1,29.
15. Ματθ. 5,14.
16. Ματθ. 5,15.
17. Anthony Bloom, Πορεία και Συνάντηση, Εκδ. Ακρίτας, σελ.98
Πηγή: www.vatopaidi.wordpress.com

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011

ΚΑΝΕ ΤΗ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ , XΤΥΠΑ ΕΚΕΙ ΤΟ ΣΗΜΑΝΤΡΟ..

ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΤΗΣ ΚΡΙΜΑΙΑΣ ΤΟΥ ΙΑΤΡΟΥ

" ... θυμήσου, θυμήσου αγαπημένο μου παιδί όλα τα συμβάντα της ζωής μας είναι μέρος της παντελώς άγνωστης οικονομίας του Θεού. Τώρα δεν καταλαβαίνουμε τη σημασία τους, αλλά πιο αργά θα τα καταλάβουμε. Τώρα αισθανόμαστε ότι είμαστε αδικημένοι και λοιδορούμενοι. Αργότερα θα καταλάβουμε ότι από τα πάντα θα μπορούσαμε να έχουμε ένα τεράστιο όφελος : τον ταπεινό λογισμό.
.Εσύ τώρα να προσπαθήσεις να πλησιάσεις το Θεό όσο πιο πολύ μπορείς με τη προσευχή και τη άσκηση. Τήρησε το κανόνα που σου έχει δώσει ο πνευματικός σου και προσπάθησε να αισθανθείς το Θεό.
.Κάνε οτιδήποτε για να Τον ζήσεις να Τον βάλεις στη καρδιά σου. Να μαλακώσει η καρδούλα σου, παιδί μου, από το άγγιγμα της χάρης, κάθε στιγμή όταν σκέφτεσαι πόσο πολύ σε αγαπάει ο Θεός και πόσο σε προστάτεψε από το ψυχικό θάνατο, προστατεύοντας σε από τις βρωμιές που φέρνουν οι δαίμονες στο μυαλό των ανθρώπων...
.Ο γλυκύτατος Ιησούς να είναι πάντα στις σκέψεις σου, να είναι ένα λιμάνι στο οποίο θα επανέρχεσαι ξανά και ξανά ...
Επίσης μη διστάσεις να καλείς τη Παναγία σε βοήθεια όποτε έχεις ανάγκη και όχι μόνο.
.Να συνεχίσεις το δρόμο σου με θάρρος με πολύ θάρρος. Χάρισε τη καρδιά σου στο Κύριο και Εκείνος θα της δώσει όλες τις βιταμίνες και όλη τη ενέργεια που χρειάζεται για να μη καταρρεύσει. Τίποτε να μη σου φαίνεται δύσκολο.
.Κάποιος Άλλος αδερφέ κυβερνάει το σύμπαν και όχι οι μεγάλοι του κόσμου τούτου...
Θάρρος, θάρρος , το βλέμμα ψηλά και θα δεις τον Κύριο, όταν θα κλάψεις , όταν θα ψάξεις με λαχτάρα, όταν θα ματώσεις , ίσως θα Τον δεις πως σου απλώνει το στέφανο με το Αγαπητικό και Παρηγορητικό χέρι Του.
.Μην θλίβεσαι , μη λυπάσαι πιο πολύ από όσο πρέπει, γιατί έτσι δίνεις δικαιώματα στο πονηρό να σε χτυπάει με δύναμη...
.Κάνε τη καρδιά σου μοναστήρι. Χτύπα εκεί το σήμαντρο, κάλεσε εκεί για αγρυπνία, θυμίασε και ψιθύρισε ακατάπαυτα προσευχές. Ο Θεός είναι δίπλα σου ...".

Πηγή:www.odevontas.blogspot.com

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

O ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ KATA TON ΑΓIO ΝΙΚΟΔΗΜΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΨΑΝΗ, ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ Ι.Μ. ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

Προ ετών καθηγητής της Θεολογικής Σχολής, αναφερόμενος στον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, τον χαρακτήρισε ως ένα ευφυή μοναχό. Αραγε ο άγιος Νικόδημος ήτο μόνο ένας ευφυής μοναχός και όχι ένας άγιος και σοφός κατά κόσμον και κατά Θεόν μοναχός και μία αληθινή πατερική μορφή;
Ετερος καθηγητής προ ολίγων ετών προσήψε βαρύτατες κατηγορίες κατά του Αγίου χαρακτηρίζοντάς τον ως ηθικιστή και ως υπεύθυνο για την επικράτηση στην νεοελληνική κοινωνία του δυτικού πνεύματος. Στις κατηγορίες αυτές απήντησε η Ιερά Κοινότης του Αγίου Ορους με εμπεριστατωμένο κείμενό της.

Οφείλονται άραγε οι απόψεις αυτές σε άγνοια της χαρισματούχου προσωπικότητας και του έργου του Αγίου ή σε εσφαλμένες και μη ορθόδοξες θεολογικές προϋποθέσεις; Τους Αγίους δεν μπορούμε να τους δούμε σωστά, εάν δεν προσπαθούμε να ζούμε κατά τον τρόπο ή το πνεύμα της ιδικής των ζωής. Ποιός, από αυτούς που συμμετέχοντας στις αγιορείτικες αγρυπνίες θα ακούσει τους λόγους του Αγίου στους Αθωνίτες Πατέρας και στους Νεομάρτυρας και τις Ακολουθίες που γι' αυτούς έγραψε, δεν θα νιώσει την αγιότητα και την άνωθεν σοφία του Αγίου μας και δεν θα ευχαριστήση τον Θεόν, που χάρισε στην Εκκλησία Του στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς ένα τέτοιον πατέρα και διδάσκαλο;

Επρεπε λοιπόν να μελετηθεί και να παρουσιασθή η προσωπικότης και το έργο του Αγίου. Οχι γιατί ο Αγιος έχει ανάγκη να τιμηθεί και αποκατασταθεί. Αλλά γιατί εμείς έχουμε ανάγκη να τοποθετηθούμε σωστά απέναντι του για την ιδική μας ορθή πορεία και σωτηρία.
Οφείλουμε χάριτας στην ομώνυμη του Αγίου ευλογημένη Ιερά Μονή για την πρωτοβουλία της να οργανώση το σεμνό αυτό Συνέδριο.

Ο άγιος Νικόδημος υπήρξε προ πάντων ένας ταπεινός, γνήσιος, αληθινός, άγιος μοναχός. Πίστευε βαθιά στην αξία της μοναχικής ζωής και την έζησε, αφ' ής ήλθε στο Αγιον Ορος μέχρι την μακαρία τελευτή του, με αδιάκοπο ζήλο και συνέπεια.
Εφθανε το παράδειγμα της αγίας μοναχικής του ζωής, για να είναι υποτύπωση και στηλογραφία κάθε ορθοδόξου μοναχού. Ομως, επειδή έλαβε πλούσια τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, «έρρευσαν εκ της κοιλίας αυτού ποταμοί ύδατος ζώντος» (πρβλ. Ιω. ζ', 38) και «εξηρεύξατο η καρδία του λόγους αγαθούς» (πρβλ. Ψαλμ. 44) περί της εις Χριστόν πίστεως, της εν Χριστώ ζωής και της μοναχικής πολιτείας.
Ας αντλήσομε και εμείς, Πατέρες και αδελφοί, από τους λόγους αυτούς νάματα καθαρά, τα οποία είθε δι' ευχών του Αγίου και δι' ευχών σας να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε βαθύτερα και να βιώσουμε την χριστιανική και μοναχική μας πολιτεία.

Α'. Ο άγιος Νικόδημος θαυμαστής, εραστής και διαπρύσιος κήρυξ της μοναχικής πολιτείας

Αφ' ότου ως νέος γνώρισε τους οσίους Γέροντες Σίλβεστρο, Αρσένιο, Γρηγόριο και Νήφωνα, ο θείος πόθος πυρπόλησε την καρδιά του για την ισάγγελον ζωή των μοναχών. Τόσος ήταν ο ένθεος ζήλος του, ώστε του ήταν αδύνατον να παραμείνη και μία ακόμη στιγμή στον κόσμο, όπως φαίνεται από το περιστατικό που έλαβε χώρα στο λιμάνι της Νάξου την ημέρα της αναχωρήσεώς του για το Αγιον Ορος.
Οταν γράφει για το κάλλος της παρθενίας και της μοναχικής ζωής, δεν φείδεται λέξεων και εκφράσεων για να το περιγράψει: «Τι άλλο ποθεινότερο, ωσάν το να μιμείται τινάς επί γης των Αγγέλων την πολιτείαν; Τί άλλο ερασμιώτερο ή μακαριστώτερο, ωσάν το να είναι τινάς ενωμένος με τον αγαπητόν του Θεόν δια της αγάπης και της αδιαλείπτου εν καρδία προσευχής, ήτις ξεύρει να αποκτάται δια μέσου της ησυχίας; Και πότε μεν να φωνάζει με τον Παύλον· «τίς ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού...» και τα εξής: πότε δε με τον θεοφόρο Ιγνάτιο "ο εμός έρως εσταύρωται...";».
Οταν στις διδαχές του προς τους εν τω κόσμω Χριστιανούς υποχρεώνεται να συγκρίνει την μοναχική ζωή με άλλους τρόπους χριστιανικής ζωής, αυτός ο εραστής της μοναχικής ζωής γράφει: «Διατί να μη διαλέξης την παρθενική ζωήν των μοναχών, η οποία είναι η πλέον καλλιτέρα, η πλέον αγιοτέρα και η πλέον μακαριοτέρα από όλας τας άλλας ζωάς των υπανδρεμένων;».
Οταν πάλιν ερμηνεύει τον αναβαθμό του πλ. α' ήχου: «τοις ερημικοίς ζωή μακαρία εστί, θεικώ έρωτι πτερουμένοις», γράφει: «μακαρία δε είναι η ζωή των ερημιτών...διατί αυτοί πτερούνται προς τον Θεόν με ένα διάπυρον, με ένα υπερβολικόν, και με ένα επιτεταμένον έρωτα».
Χρησιμοποιεί επίθετα που αποκαλύπτουν τον θείο έρωτα της ιδικής του ψυχής και την αγάπη του για την ερημία. Γι' αυτό κάνει την πολύ ορθή παρατήρηση: «Αλλ' ουδέ είπεν ο Μελωδός ότι οι ερημίται ερώσι τον Θεόν, αλλ' ότι πτερούνται με τον θεικόν έρωτα».


Β'. Οι απόψεις του αγίου Νικοδήμου περί της ασκητικής ζωής στην επιστολή "Απολογία περί Μοναχισμού"

Συστηματικότερα εκθέτει τις απόψεις του περί της μοναχικής ζωής ο Αγιος στην εν λόγω επιστολή. Την είχε στείλει σε κάποιον Θωμά, σπουδαστή στην Βιέννη, ο οποίος είχε διατελέσει μαθητής του αοιδίμου διδασκάλου, αγίου Αθανασίου του Παρίου, και εκ Βιέννης είχε γράψει κατά της μοναχικής ζωής. Ο άγιος Νικόδημος, εκ συμπαθείας προς τον υπεραλγούντα άγιο Αθανάσιο, στον οποίο ο νεαρός Θωμάς είχε υποσχεθεί να γίνη μοναχός, και εξ αγάπης προς τον πλανηθέντα αυτόν σπουδαστή, έγραψε διεξοδική ανασκευή των εξής κατά του μοναχισμού απόψεων που περιείχοντο στο γράμμα του Θωμά:

α) Οτι δεν υπάρχει χειρότερο και ολεθριώτερο πράγμα από την ασκητική ζωή,

β) ότι οι ερημίται δεν άφησαν συγγράμματα αληθείας και δεν ωφέλησαν μήτε εαυτούς μήτε τον κόσμο,

γ) ότι η νηστεία δεν έχει ικανά ερείσματα στην Αγία Γραφή,

δ) ότι η ασκητική κακοπάθεια δεν τιμά τους ασκητές, αλλά τους κατατάσσει με τα άλογα ζώα. Και,

ε) Η παρθενία των μοναχών προσκρούει στην εντολή του Θεού για την αύξηση του γένους και στην ευλόγηση του γάμου από τον Κύριο εν Κανά.

Ο άγιος Νικόδημος, έναντι των απόψεων αυτών εκθέτει τα εξής:

α) οι όσιοι Πατέρες με την άσκησή τους στην έρημο έφθασαν σε τελεία ένωση με τον Θεό. Ετσι αληθινά ωφέλησαν τον εαυτό τους. Αλλά και με την προσευχή τους εξιλέωναν τον Θεό για τις αμαρτίες του κόσμου και παντοιοτρόπως ευεργετούσαν τους ανθρώπους επιστρέφοντες τα πλήθη στην θεογνωσία. Αφησαν επίσης συγγράμματα απαραμίλλου αξίας και αιωνίου κύρους, όπως τα ασκητικά του Μεγ. Βασιλείου, η Κλίμαξ, η Φιλοκαλία κ. α. Ακόμη και οι Κανόνες των Ιερών Συνόδων είναι εν τινι μέτρω έργο των οσίων μοναχών, εφ' όσον σ' αυτές παρίσταντο και μοναχοί και ασκητές

β) Την νηστεία θεσμοθέτησε ο Θεός στον Παράδεισο της Εδέμ, φύλαξαν Ιουδαίοι και εθνικοί, και επανανομοθέτησε ο Κύριος νηστεύσας 40 ημέρες στην έρημο. Ο σκοπός της νηστείας είναι να καθαρθεί ο άνθρωπος από την παχύτητα των παθών, ώστε ο νους να λεπτυνθεί και να γίνη επιτήδειος για την πνευματική εργασία.

γ) Με την ασκητική κακοπάθεια τιθασσεύονται οι εμπαθείς ορμές και ο νους ελεύθερος από την αιχμαλωσία των παθών ημπορεί να αδολεσχή στα πνευματικά νοήματα. Με αυτήν οι μοναχοί αγωνίζονται να μιμηθούν την πολιτεία των Αγγέλων. Η πολύωρος προσευχή, στον ναό ή, η μονολόγιστος ευχή, δεν είναι βαττολογία αλλά έλλογος συνομιλία με τον Θεό. Το γυμνητεύειν είναι εκούσιος μίμησις του γυμνωθέντος επί του Σταυρού Κυρίου. Η αγρυπνία προσφέρει στην ψυχή χερουβικούς οφθαλμούς για να θεωρεί τον Θεό. Η πείνα, τέλος, και η δίψα γυμνάζουν τον νου να ηγεμονεύει επί των αλόγων ορέξεων αντί να κυριαρχείται από αυτές.

δ) Την παρθενία τίμησε ο Κύριος, ο οποίος γεννήθηκε παρθένος εκ παρθένου Πατρός κατά την άναρχο Θεία Του γέννηση και εκ της αειπαρθένου Μητρός Του κατά την εν χρόνω δευτέρα Του γέννηση. Την παρθενία τίμησαν οι άγιοι Απόστολοι, όπως ο επιστήθιος μαθητής Ιωάννης και ιδιαιτέρως ο μέγας Παύλος ο οποίος ήθελε και οι έχοντες γυναίκα να ζουν ως μη έχοντες, διότι παράγει το σχήμα του κόσμου. Η παρθενία είναι μίμησις της μακαρίας ζωής των πρωτοπλάστων προ της πτώσεως.
Κατακλείων την επιστολή του ο άγιος Νικόδημος επισημαίνει τα αίτια της κακής αλλοιώσεως και της κατά του μοναχισμού πολεμικής του σπουδαστού της Βιέννης. Μεταξύ των άλλων και την απειρία της ομορφιάς και γλυκύτητας της μοναχικής ζωής, περί της οποίας γράφει: «Αχ, αδελφέ μου, πίστευσόν μοι εξ αγάπης και αληθείας λέγοντι, ότι αν ο Θεός ήθελε σε καταξιώση να έλθεις να καθίσεις όχι πολύ, αλλά μόνο δύο χρόνους, και οπωσούν να έλθη ο νους σου εις εαυτόν εκ του κάτωθεν διασκορπισμού και περιπλανήσεως, βεβαιότατα ήθελες ευχαριστείς κάθε ώραν με γλυκύτατα δάκρυα τον άγιον Θεόν, ήθελες ελεεινολογήσεις τους χρόνους όπου πέρασες εις την ματαιότητα...».
Δεν παραλείπει μάλιστα στο τέλος να τον προτρέψει στην μοναχική ζωή για να εκπληρώση την πρώτη του υπόσχεση: «Φαντάσου πάντοτε και συλλογίσου την καλογερική ζωήν ως μέγα τι πράγμα και ουράνιον...Τοιαύτης ευτυχίας και δόξης επιτυχείν πόθησον, αδελφέ, και καταλιπών την αύτοθι Πεντάπολιν (εννοεί την Βιέννη), φεύγε ως ο Λώτ εις το όρος τούτο το Σηγώρ, τον λιμένα της σωτηρίας, τον ευανθή της Θεοτόκου παράδεισον, να ενδυθείς το μοναχικό σχήμα και να αποδώσεις τω Κυρίω τας ευχάς σου, ίνα και Θεόν και Αγγέλους και Αγίους χαροποιήσης... εξαιρέτως δε τον ιερόν σου διδάσκαλο και πάντας ημάς τους εν Χριστώ σου αδελφούς».

Γ. Η μοναχική ζωή κατά τον άγιο Νικόδημο

Ο άγιος Νικόδημος αγάπησε την τελεία μοναχική ζωή, όπως αυτή αποκρυσταλλώθηκε στην Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών. Ουδέποτε φαίνεται να επηρεάσθηκε από τον δυτικό ακτιβιστικό μοναχισμό. Δεν αντιλαμβάνεται την άσκηση ως αυτοσκοπό, αλλά ως μέσο για την τελεία ένωση με τον Θεό. Γι' αυτό και όταν είναι αυστηρός στις συμβουλές του, δεν περιορίζει το νόημα στην σωματική κακοπάθεια, αλλά αποβλέπει στην ελευθερία του νου από την αιχμαλωσία των παθών και στην ένωσή του με τον Θεό δια της νοεράς εργασίας.

Στις διδασκαλίες του περί της μοναχικής ζωής φαίνονται τα γνωρίσματα του γνησίου Ορθοδόξου Μοναχισμού. Σημειώνουμε τα σπουδαιότερα:

α) Ο πόθος και η αγάπη προς τον Θεό.
Φεύγει ο μοναχός στην έρημο, μακριά από τα φθαρτά και μάταια του κόσμου, για να αγαπήσει αμετεωρίστως «το άκρον και ανώτατον εραστήν, όπερ εστίν ο Θεός». Το άπειρον θείο κάλλος έλκει την ψυχή του μονάχου προς ένα «άπαυστον και αεικίνητον» θείο πόθο, η δε έρημος βοηθεί στο να μη ανακόπτεται αλλά διαρκώς να αναρριπίζεται προς τελειοτέρα αγάπη. Αυτά λέγει ο Αγιος ερμηνεύων τον δεύτερο αναβαθμό του α' ήχου «τοις ερημικοίς απαύστος ο θείος πόθος εγγίνεται, κόσμου ουσι του ματαίου εκτός»: «Η αγάπη και ο πόθος των εν τη ερήμω και ησυχία κατοικούντων μοναχών, δεν έλκεται από κανένα υλικό και μάταιο πράγμα· ούτε γίνεται άλλοτε άλλος, δελεαζόμενος από ηδονές, ή πλούτο, ή δόξα, τα οποία φθείρονται και αφανίζονται... Επειδή λοιπόν ο Θεός είναι άπειρος κατά φύσιν και άφραστος, δια τούτο και ο προς τον Θεόν πόθος των ερημιτών δεν στέκεται ποτέ, αλλ' είναι πάντοτε άπαυστος και αεικίνητος, πάντοτε λαμβάνων αύξησιν, και πάντοτε τρέχων προς το ανώτερον... · σπουδάζει μεν γαρ ο νους να αναβή εις το ύψος του θείου κάλλους, και να χωρήση αυτό ολόκληρο, επειδή όμως δεν ημπορεί, δια τούτο στοχαζόμενος, ότι εκείνο όπου δεν εδυνήθη να χωρήση, είναι ανώτερο και ηδονικώτερο από εκείνο, όπου χώρησε· τούτου χάριν θαυμάζει και απορεί· εκ δε του θαυμασμού, γεμίζει από θείους έρωτας, και πόθους αναρριπίζει διακαείς τη ψυχή... την απορία πορισμό ερώτων τιθέμενος, κατά τον άγιον και νηπτικώτατο Κάλλιστο».

β) Η ησυχία.
Η ησυχία κατά τον άγιο Νικόδημο, είναι ο καταλληλότερος τόπος και τρόπος για να εργάζεται ο νους την αδιάλειπτο νοερά εργασία. Δεν αντιλαμβάνεται ο Αγιος την ησυχία ως απραξία. Οι ιερώς ησυχάζοντες ασκούν μία σύντονο και αδιάλειπτο νοερά εργασία νήψεως και προσευχής. «Οι δε εν τη ερήμω καθήμενοι, και την ησύχιον ζωήν μεταχειριζόμενοι, αυτοί καταφρονούσι μεν όλα τα ηδέα, και παρά τοις άλλοις ποθούμενα, ως βλαπτικά της ψυχής και από του Θεού χωρίζοντα· συμμαζόνουσι δε τον νουν τους, από κάθε σύγχυσιν του κόσμου και θεωρίαν, μέσα εις την καρδίαν τους, και εκεί αδιαλείπτως προσεύχονται, μελετώντες το παμπόθητον και γλυκύτατον όνομα του Ιησού Χριστού, και λέγοντες αγαπητικώς «Κύριε Ιησού Χριστέ, υιέ του Θεού, ελέησόν με». Εκ της τοιαύτης δε αδιαλείπτου προσευχής και συχνής μελέτης του θείου ονόματος του Ιησού, ανάπτουσι μεν την καρδίαν τους εις μόνον τον του Θεού πόθον και έρωτα, εκτείνουσι δε και τον νουν εαυτών εις την θεωρίαν του θείου κάλλους. Οθεν από το υπέρκαλλον εκείνο κάλλος καταθελγόμενοι, και έξω γενόμενοι εαυτών, λησμονούσι και φαγητά, και ποτά, και φορέματα και αυτήν την φυσική ανάγκην του σώματος».

γ) Η Χριστομίμητος υπακοή.
Η υπακοή των μοναχών δεν είναι μία εξωτερική πειθαρχία, ηναγκασμένη ή συμβατική. Πρότυπό της έχει την υπακοή του Κυρίου στον Ουράνιό Του Πατέρα, κατά το «γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. β', 8), και στην Υπεραγία Μητέρα Του και τον δίκαιο Ιωσήφ, κατά το «ην υποτασσόμενος αυτοίς» (Λουκ. β', 51). Αληθινή υπακοή είναι η υπακοή φρονήματος. Γράφει ο Αγιος: «Υπότασσε λοιπόν εις αυτόν [τον δια του μοναδικού σχήματος γενόμενον γέροντά σου], όχι μόνον όλα σου τα θελήματα, το οποίον είναι ευκολότερων, αλλ' ακόμη και όλα σου τα φρονήματα, το οποίον είναι δυσκολότερον. Πολλοί γαρ υποτακτικοί εκκόπτουσι ναι το θέλημά των και κάμνουσι το θέλημα του γέροντός των μα το φρόνημά των δεν το εκκόπτουσι και μάλιστα αν είναι, και λογιώτατοι αλλ' έχουσι πάντοτε μίαν τοιαύτην ιδέαν βαθέως ριζωμένη εις την καρδίαν τους, ότι εκείνο οπού αυτοί φρονούσι και συλλογίζονται δια κάθε πράγμα, είναι καλλίτερον και φρονιμώτερο από εκείνο οπού φρονεί και συλλογίζεται ο γέροντάς των». Με την διδασκαλία αυτή οδηγεί τον υποτακτικό στην αληθινή ταπείνωση, κατά το παράδειγμα του Κυρίου.

δ) Η εργασία.
Το εργόχειρο ή το διακόνημα είναι απαραίτητο στον μοναχό, για λόγους που ο άγιος Νικόδημος επισημαίνει. Πρώτα, για να μη έχη ο λογισμός του μοναχού αφορμές μετεωρισμού. Και έπειτα, για να μη υποχρεώνεται ο μοναχός να βγαίνει στον κόσμο για συλλογή ελεημοσύνης, διότι από αυτό προκαλούνται πειρασμοί και πτώσεις, δημιουργούνται αφορμές σκανδαλισμού των κοσμικών και εισάγονται στα μοναστήρια κοσμικές συνήθειες και φρονήματα.
Διευκρινίζει ο άγιος Νικόδημος, ότι το είδος της εργασίας πρέπει να είναι τέτοιο, ώστε να μη βάζει τον μοναχό σε μέριμνες, πειρασμούς και αισχροκέρδειες, ιδιαιτέρως δε για τον ερημίτη να μπορεί να επιτελείται απερίσπαστος στο ερημικό του καλύβι.

ε) Η προσευχή.
Ολος ο μοναχικός αγώνας, κατά τον άγιο Νικόδημο, συντείνει στο να εξασφαλίση στο νου την ελευθερία να προσεύχεται απερίσπαστος. Ο ίδιος ως ερημίτης ειργάζετο την μονολόγιστο ευχή και αυτήν συνιστούσε ενθέρμως: «Ο Ιησούς λοιπόν, παρακαλώ σε και τρίτον, ας είναι γλυκύ μελέτημα της καρδίας σου, ο Ιησούς ας είναι εντρύφημα της γλώσσης σου· ο Ιησούς ας είναι το αδολέσχημα και η ιδέα του νοός σου· εν συντομία, ο Ιησούς ας είναι η αναπνοή σου· και ποτέ να μη κορέννυσαι επικαλούμενος τον Ιησούν».
Αλλά παραλλήλως εδίδασκε και την αναγκαιότητα της κοινής προσευχής και θείας λατρείας στον ναό. Στο έργο του Χρηστοήθεια των Χριστιανών ο Αγιος προτρέπει τους εν τω κόσμω Χριστιανούς να συμμετέχουν στον Εσπερινό, στον Ορθρο και στην Θεία Λειτουργία μαζί με τα παιδιά τους, για να συνηθίζουν, και συνιστά να μη απέχουν από τις κοινές ακολουθίες προφασιζόμενοι την κατ' ιδίαν προσευχή στο σπίτι. Χάριν της κοινής προσευχής στον ναό συνέθεσε Κανόνες διαφόρων εορτών, συνέταξε το Θεοτοκάριο και ερμήνευσε τους ειρμούς των δεσποτικών και θεομητορικών εορτών, ώστε η ψαλμωδία να είναι λογική λατρεία.

στ) Η αγάπη.
Η μοναχική άσκηση χωρίς αγάπη δεν σώζει. Ο άγιος Νικόδημος το τονίζει με έμφαση: «Δεν είναι θρήνων άξιον, να βλέπη τινάς τόσους και τόσους αδελφούς να αφήσουν τον κόσμον, και να κατοικούν μέσα εις τα όρη και τα σπήλαια, δια να σώσουν την ψυχήν τους· να εκχέουν τόσους αιματωμένους ίδρωτας· να αγωνίζονται με υπερβολικούς αγώνας, νηστειών, αγρυπνιών, κακοπαθειών, νωτοφορούντες, υδροφορούντες, και πεζοί οδεύοντες μέσα εις δύσβατους και αμφικρήμνους τόπους, και ύστερον από όλα αυτά, να βλέπη τους τοιούτους να τρέφουν εις την καρδίαν τους εν τόσον φαρμακερό βασιλίσκο; το μίσος, λέγω, κατά των αδελφών τους; ω! και τις να μη αναστενάξει; ω! και τις να μη χύση καρδιοστάλακτα δάκρυα;».
Ο άγιος Νικόδημος άσκησε την αγάπη, παρότι έζησε έντονα τις συνέπειες των αγώνων του υπέρ των ορθοδόξων παραδόσεων, κατηγορήθηκε, συκοφαντήθηκε, διώχθηκε. Στην Ομολογία Πίστεως, που χρειάσθηκε να συντάξη για να πληροφόρηση, όπως λέγει, τους μη ειδότας και να διορθώση τους εν γνώσει κατηγορούντας, γράφει περί των κατηγόρων του που δυστυχώς είχαν αποκλίνει από την αγάπη: «Η μοναδική πολιτεία απαιτεί να έχουν οι Μοναχοί πραότητα, και αταραξία καρδίας· αυτοί όμως οι ευλογημένοι...ταράττονται, ανάπτουν από τον θυμό, και ευθύς λέγουν τα δυσφημότατα... και με τούτο δείχνουν το μίσος και την πικρία, όπου φυλάττουν μέσα εις την ψυχήν τους». Τους παρακαλεί να συνέλθουν, να αφήσουν τα πείσματα, να εκριζώσουν το μίσος και να εγκολπωθούν την αγάπη. Στην αντίθετη περίπτωση, καταλήγει ο άγιος Νικόδημος, «εάν δεν εκριζώσετε το μίσος από την καρδίαν σας, και δεν εμφυτεύσετε την αγάπην, και εάν δεν παύσετε από τας κατά των αδελφών σας δυσφημίας, να ηξεύρετε (και σύγγνωτε ημίν δια την τόλμη) ότι ματαίως κατοικείτε εις τα όρη και τα βουνά· μάταιοι είναι όλοι οι ασκητικοί σας αγώνες και κόποι και ίδρωτες· να ειπούμε και το μεγαλύτερον; μαρτύριο αισθητό εάν υπομείνετε δια τον Χριστόν, έχετε δε μίσος, μάταιο είναι το τοιούτον μαρτύριό σας».


Δ' Ο Αγιος Νικόδημος διδάσκαλος της μοναχικής ζωής

Ο Αγιος δεν θαύμαζε μόνο, ούτε μόνο υμνούσε την μοναχική ζωή, αλλά από την προσωπική του πείρα έγινε και διδάσκαλος αυτής. Πρόκρινε και συνιστούσε την μοναχική ένταξη της εν τω κόσμω χριστιανικής ζωής δια τους δυναμένους χωρείν όπως φαίνεται στην ΣΤ' Μελέτη του στα Πνευματικά Γυμνάσματα, όπου εξηγεί γιατί η μοναχική ζωή είναι καλλιτέρα, αγιοτέρα και μακαριοτέρα της εν τω κόσμω. Θεωρούσε ότι η μοναχική ζωή είναι ο καλλίτερος τρόπος μετανοίας. Γι' αυτό εύχεται σε όσους τυχόν αμάρτησαν πολύ, να τους φωτίση ο Θεός να γίνουν μοναχοί «καθότι η Μοναχική πολιτεία, είναι πολιτεία της μετανοίας». Επειδή ο ίδιος είχε γευθεί τους γλυκείς καρπούς της μοναχικής ασκήσεως, ήθελε όλοι οι δυνάμενοι να γίνουν μοναχοί, να μη παρασυρθούν από την φιλοζωία και φιλοσαρκία και παραμείνουν έτσι στον κόσμο, αλλά να ακολουθήσουν την στενή και τεθλιμμένη οδό των μοναχών: «Είδες αδελφέ, πόσα καλά προξενεί η ερημική ζωή; είδες εις ποίον ύψος θεϊκού πόθου αναβιβάζει τον άνθρωπον; λοιπόν, εάν και εσύ επιθυμείς τα αγαθά της ερημικής ζωής, ταύτην την ζωήν αγάπησε· ταύτην διάλεξε από τας άλλας ζωάς· και αφήσας κόσμον και τα εν κόσμω φθαρτά και μάταια, πήγαινε εις το Αγιον Ορος ή εις το Σίναιον, ή εις κανένα άλλο μέρος, γενού μοναχός». Ηθελε η αναχώρηση από τον κόσμο να ακολουθείται από τον αγώνα να εκριζωθούν οι προλήψεις και φαντασίες των κοσμικών πραγμάτων, ώστε στην ζωή του μοναχού να φανερώνεται η διπλή σταύρωση, για την οποία λέγει ο Απόστολος «εμοί κόσμος εσταύρωται, καγώ τω κόσμω». Αποτέλεσμα της διπλής αυτής πράξεως του σταυρού είναι να σβήσει ο πόθος για τα κοσμικά και να ανάψει ο θείος πόθος. Να εγκαταλείψη ο μοναχός τον τόπο της μοναχικής του ασκήσεως είναι κινδυνωδέστατο. Ο άγιος Νικόδημος συμβουλεύει: «μη επιστραφής πάλιν εις τον κόσμον και τας του κόσμου φροντίδας... αλλ' υπομένων υπόμενε ή εις την ησυχία και ερημον, ή εν ω εκλήθης Κοινοβίω, ή εν Σκήτη, ή εν Κελλίω, ή εν Μοναστηρίω, εκεί και μένε· κίνδυνος γαρ μέγας ακολουθεί σοι αγαπητέ, μήπως εξερχόμενος εκ του τόπου σου, εξέλθης και εκ του τρόπου σου».
Αποκαλύπτει ο Αγιος τις πιο συχνές αιτίες μεταβάσεως στον κόσμο και συμβουλεύει: «Πρόσεχε δε μη σε απατήσει ο διάβολος και σε εκβάλει από την ησυχία, ή διατί ησθένησας και θέλεις να ιατρευθής, ή δια να υπάγης εις σχολείον να μάθης τάχα μεγαλύτερα μαθήματα- εκ του διαβόλου γαρ είναι αι προφάσεις αυταί, με σκοπόν δια να σε ρίψη εις καμία παγίδα, και να θανατώση την ψυχήν σου, εν τω κόσμω ευρισκομένου».
Προτρέπει ο άγιος Νικόδημος τους μοναχούς να είναι φως και παράδειγμα για τους κοσμικούς, όπως περί της μοναχικής πολιτείας γράφει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας. Γράφει: «Πρόσεχε όμως αγαπητέ, και εάν γένης μοναχός, αγωνίσου να είσαι φως εις τους κοσμικούς· και να γίνεσαι τύπος και καλόν παράδειγμα εις αυτούς· ίνα βλέποντες τα καλά σου έργα, δεν κατηγορούν την μοναχικήν πολιτείαν, αλλά μάλιστα επαινούν αυτήν και παρακινούνται εις το να μιμούνται αυτήν καύχημα γαρ της Χριστού εκκλησίας η μοναχική πολιτεία».
Συνιστά ο Αγιος επίσης στους μοναχούς να επιδίδονται στην ανάγνωση των Βίων των Αγίων, διότι «οι μεν αρχάριοι εξ αυτών, διδάσκονται την ξενιτία, την αποταγή και την παραίτηση του κόσμου, την υποταγή και υπακοή, τον θείον φόβον και τας άλλας αρετάς, όπου ανήκουσιν εις αυτούς· οι δε μεσαίοι και προκύπτοντες, διδάσκονται την κάθαρσιν των παθών, την διάκρισιν, την διόρασιν, την αρέμβαστον προσευχή, την μετά λόγου ησυχία και τας άλλας αρετάς, όπου συνιστώσι τον βαθμό τους, και τελευταίον, οι τέλειοι διδάσκονται από τους βίους τούτους, την αληθή και υψοποιόν ταπείνωσιν, την θείαν αγάπη, την έλλαμψιν του νοός, τον φωτισμό της καρδίας, την πρόγνωσιν των μελλόντων, την του νοός αρπαγή προς τον Θεόν και την αποκάλυψιν των απόκρυφων μυστηρίων».
Είναι, τέλος, αξιοπρόσεκτο ότι ο άγιος Νικόδημος συμβουλεύει τον εξάδελφό του επίσκοπο Ευρίπου Ιερόθεο, ότι η μοναχική ζωή αποτελεί απαραίτητη προετοιμασία γι' αυτόν που καλείται να αναλάβει την διαποίμανση του λαού του Θεού, τον αρχιερέα, και εξαίρει την παλαιά συνήθεια της Εκκλησίας «το να εκλέγονται δηλαδή από του σεμνού τάγματος των Μοναχών, όλοι εκείνοι... όσοι έμελλον να αναβώσιν εις τους υπεροχικούς θρόνους της αρχιεροσύνης, και να εγχειρισθώσι προστασία ψυχών».

Ε' Η προσφορά του αγίου Νικοδήμου στην Εκκλησία

Καίτοι αυστηρός ησυχαστής ο άγιος Νικόδημος, πονούσε τον λαό του Θεού που ζούσε στην άγνοια και στερείτο πνευματικής φροντίδας. Η αγάπη του για την Εκκλησία τον έκανε να αναλώση όλη του την ζωή συγγράφοντας για την οικοδομή των αδελφών του Χριστιανών.
Με το Νέον Μαρτυρολόγιον ενίσχυσε τους πρώην αρνησιχρίστους να επιστρέψουν και πολλοί να μαρτυρήσουν για τον Χριστό.
Με το Πηδάλιον προσέφερε στην Εκκλησία το μόνο μέχρι σήμερα εν χρήσει βοήθημα για άσκηση της ποιμαντικής κατά τους Ιερούς Κανόνας.
Με την Φιλοκαλία συνετέλεσε, ώστε και οι εν τω κόσμω Χριστιανοί να μυηθούν στην ησυχαστική ζωή και να την ασκούν στο μέτρο του δυνατού.
Με τα ερμηνευτικά του έργα βοήθησε να γίνεται η λατρεία της Εκκλησίας πιο συνειδητή και γι' αυτό λατρεία λογική.
Με τα ψυχωφελή, τέλος, συγγράμματά του συνετέλεσε ώστε η ευσέβεια του λαού να παίρνει ησυχαστικό χαρακτήρα με προοπτική την κάθαρση της καρδιάς και την θέωση.
Ο άγιος Νικόδημος έδειξε ζωηρό ενδιαφέρον για την στερέωση της Ορθοδόξου Παραδόσεως και Αποστολικής Πίστεως στην Εκκλησία και αγωνίσθηκε γι' αυτό. Εδειξε με την στάση του αυτή την αδιάσπαστη συνέχεια μιας παραδόσεως στην Εκκλησία, η οποία θέλει τους μοναχούς ευαίσθητους σε θέματα πίστεως, μιας παραδόσεως που φθάνει στον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον όσιο Μελέτιο τον Ομολογητή, τον άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη, τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, τους οσίους Σάββα τον Ηγιασμένο και Θεοδόσιο τον Κοινοβιάρχη και μέχρις αυτόν τον Μέγα Αντώνιο. Δεν είναι τυχαίο ότι έλαβε θέσιν υπέρ του (ανα)βαπτισμού των Λατίνων ως αβαπτίστων, ότι διόρθωσε και ετοίμασε προς έκδοση την Αλφαβηταλφάβητο και συνέγραψε τον κατά πλάτος βίο του οσίου Μελετίου του Ομολογητού, ώστε ο φιλευσεβής αναγνώστης να «γνωρίσει το φως της εδικής μας ορθοδοξίας, και το σκότος της εκείνων κακοδόξου αιρέσεως· και ούτως να στηρίζεται εις τα θεία δόγματα της Ανατολικής Εκκλησίας, και να αποφεύγει τα αιρετικά και αντίθεα φρονήματα της Δυτικής».
Είναι άξιον μνείας το γράμμα που ο άγιος Νικόδημος έγραψε προς τον εφησυχάζοντα τότε στο Αγιον Ορος Πατριάρχη άγιο Γρηγόριο τον Ε' συνιστών το βάπτισμα Ρωμαιοκαθολικού μοναχού, ο οποίος «καταβαπτισμένος ων και μεμολυσμένος τω των Λατίνων μολύσματι, προσέρχεται... όπως βαπτισθή τω της καθ' ημάς Ανατολικής του Χριστού Εκκλησίας Ορθοδόξω βαπτίσματι».
Τέλος, το καθολικό υπέρ της Εκκλησίας ενδιαφέρον του Αγίου φθάνει και μέχρι του γυναικείου μοναχισμού, του οποίου εξαίρει την αξία και σημασία για την ζωή της Εκκλησίας. Είναι πολύ σημαντική η υποσημείωσή του στην ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους επιστολής, οπού μεταξύ άλλων αναφέρει: «Πόσον δε καλόν και ψυχωφελές έργον είναι να κτίζονται εις κάθε τόπον μοναστήρια καλογραιών παρά των χριστιανών εγώ δεν δύναμαι να παραστήσω δια λόγου. Οσοι γαρ χριστιανοί κτίζουν μοναστήρια καλογραιών εις τον τόπον τους, αυτοί αληθώς κτίζουν ένα λιμένα, δια μέσου του οποίου ελευθερώνουν τας ψυχάς από την φουρτούνα του κόσμου».
Και στην συνέχεια συνιστά ο άγιος Νικόδημος στους Χριστιανούς να φροντίζουν για την εξοικονόμηση των χρειωδών των γυναικείων μοναστηριών, προσθέτων ότι αυτοί «κάμνουν μίαν ελεημοσύνην, όπου υπερβαίνει όλες της ελεημοσύνες, όπου ήθελε κάμη τινάς εις άλλα πρόσωπα πτωχών και ασθενών».
Ο άγιος Νικόδημος με το συγγραφικό του έργο και ιδιαιτέρως με την αγιότητα του βίου του έγινε ένας οικουμενικός διδάσκαλος της Εκκλησίας. Αν και, όπως φαίνεται από τα συγγράμματά του, είχε πλουσιοτέρα ησυχαστική πείρα από ότι κοινοβιακή, εν τούτοις έγινε ο χειραγωγός πολλών νέων παλαιότερα και σήμερα προς τον κοινοβιακό μοναχισμό εν Αγίω Ορει και εκτός αυτού.
Το σημαντικό είναι ότι η υπό ευρείαν έννοια ησυχαστική του διδασκαλία, η αποβλέπουσα στην νηπτική εν καρδία εργασία των μοναχών, βοήθησε να γίνη κατανοητό, ότι και η άσκηση στα μοναχικά κοινόβια δέον να είναι κατ' ουσία ησυχαστική, οδηγούσα τους θεοφιλώς αγωνιζομένους μοναχούς στην τελεία ένωση με τον Θεό δια της τελείας υπακοής, της κατά το δυνατόν αδιαλείπτου προσευχής και λατρείας του Θεού, της θυσιαστικής φιλαδελφίας και ανυποκρίτου αγάπης.
Παρακαλούμε τον όσιο Πατέρα ημών Νικόδημο τον Αγιορείτη να πρεσβεύει για τους αγωνιζομένους σήμερα μοναχούς και μοναχές, για την ευστάθεια των αγίων του Θεού Ορθοδόξων Εκκλησιών και για την Ορθόδοξο Πίστη μας, που, όπως και στην εποχή του, έτσι και σήμερα είναι φως του κόσμου και η μόνη ελπίδα του.

Πηγή: «ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, ο πελώριος σμάραγδος»

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΦΟΒΙΕΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΕΔΕΣΣΗΣ, ΠΕΛΛΗΣ ΚΑΙ ΑΛΜΩΠΙΑΣ ΙΩΗΛ

ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ
Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὅταν γεννιέται, ἔχει μέσα του (κληρονομοῦνται σ᾿ αὐτὸν) ψυχολογικὲς καὶ σωματικὲς ἀδυναμίες· π.χ. ἡ ἀκόρεστη δίψα γιὰ ζωή, ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, ἡ φθορὰ τοῦ σώματος, οἱ ποικίλες ἰδιόμορφες καταστάσεις, καχυποψίες γιὰ ἄλλους καὶ πολλὰ ἄλλα. Ὅλα αὐτὰ τοῦ προκαλοῦν φόβο. Ὁ φόβος δὲν τὸν ἀφήνει νὰ τελειοποιηθεῖ στὴν ἀγάπη. Ὁ Χριστὸς ὅμως ἦλθε νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ φόβο τοῦ θανάτου καὶ τῆς κολάσεως, (Ἑβρ. β´ 14-15). Δὲν μᾶς ἔφερε πνεῦμα δειλίας, ποὺ προκαλεῖ φόβο, ἀλλὰ πνεῦμα υἱοθεσίας (Ῥωμ. η´ 14-15). Ὁ Χριστὸς μᾶς ἐλευθέρωσε. Ὅποιος πιστεύει στὸ Χριστὸ ἐλευθερώνεται καὶ ὁδηγεῖται στὴν ἀγάπη ποὺ «ἔξω βάλλει τὸν φόβο» (Α´ Ἰω. δ´ 18). Γιὰ νὰ φτάσουμε ὅμως στὴν ἀγάπη, χρειάζεται ἀγώνας καὶ ἄσκηση καὶ φυσικὰ δὲν ζεῖ κάποιος τὴν κατάσταση αὐτὴ διὰ μιᾶς. Στὰ πρῶτα βήματά του πρὸς τὴν τελείωση, ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἔχει φόβο γιὰ μερικὰ πράγματα, ὅπως π.χ. γιὰ τὴν κόλαση, τὴν ἁμαρτία, τὴν γέενα τοῦ πυρός. Νὰ φοβηθεῖ τὴν ἁμαρτία μήπως τὸν χωρίσει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ καταδικασθεῖ.
ΓΝΩΜΕΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΑΥΤΗ
Ὁ φόβος ποὺ ἔχουμε νὰ μὴν πέσουμε στὴν ἁμαρτία εἶναι ἀρετή. Ἀρχὴ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. (Ἰσαὰκ ὁ Σύρος)
Ὁ φόβος εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή, ποὺ ὁδηγεῖ στὸ πένθος τῶν ἁμαρτημάτων (Πέτρος ὁ Δαμασκηνός).
Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει στὸν Κύριο, φοβεῖται τὴν κόλαση, κι αὐτὸς ποὺ φοβεῖται τὴν κόλαση, τηρεῖ τὶς ἐντολές. Αὐτὸς πάλι ποὺ τηρεῖ τὶς ἐντολές, ὑπομένει τὶς θλίψεις, κι ὅποιος ὑπομένει τὶς θλίψεις, ἀποκτᾶ τὴν ἐλπίδα του στὸν Θεὸ (ὅπ.π.).
Ἄλλο πράγμα νὰ φοβεῖσαι τὸν Θεὸ καὶ ἄλλο νὰ ἐφαρμόζεις τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ (Συμεὼν ὁ ν. Θεολόγος).
Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς στὴν πνευματική μας ζωὴ προηγεῖται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς κάνει νὰ πενθοῦμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ἀκολουθεῖ ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν ὡς καρπός. Ὁ ἔμφυτος φόβος βοηθάει μαζὶ μὲ τὴν πίστη στὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν.
Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀναγκάζει νὰ πολεμᾶμε τὴν κακία καὶ ἐνῶ τὴν πολεμᾶμε, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴν πολεμεῖ (Μάρκος ὁ Ἀσκητής).
Ἡ ρίζα τῆς εὐλάβειάς μας πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ πιὸ δυνατὸ ὅπλο γιὰ νὰ πολεμήσουμε τὶς δυσκολίες στὴν πνευματική μας πορεία (Ἰω. ὁ Χρυσόστομος).
Παράδειγμα χαρακτηριστικὸ ὁ ληστής. Ὅλοι ξέρουμε τί εἶπε στὸν ἐξ εὐωνύμων του Χριστοῦ κακοῦργο, ποῦ λοιδοροῦσε τὸν Χριστό: «οὐχὶ σὺ ὁ Χριστός; σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῶ λέγων· οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῶ κρίματι εἶ;» (Λουκ. κγ´ 29). Μπροστὰ στὸν Κύριο ὁ εὐγνώμων ληστὴς αἰσθάνθηκε μεγάλο φόβο γιὰ τὶς ἁμαρτίες του καὶ εἶπε τὰ περίφημα ἐκεῖνα λόγια· «Ἰησοῦ, μνήσθητί μου ὅταν ἔλθῃς ἐν τὴ βασιλεία σου» (Λουκ. κγ´ 41).
ΠΩΣ ΕΝΕΡΓΕΙ Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ;
Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέγει πὼς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ξυπνάει τὴν ἀνθρώπινη φύση ἐναντίον τῶν πονηρῶν ἐπινοήσεων τοῦ διαβόλου. Ὅπως τὰ Χερουβὶμ ἤσαν ἄγρυπνα μπροστὰ στὴν θύρα τοῦ Παραδείσου, ἔτσι καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄγρυπνος φύλακας τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μὴν πέσει στὴν ἁμαρτία. Αὐτὸν τὸν φόβο χρειάζεται νὰ τὸν διατηρεῖ γιὰ νὰ μὴ βλαβεῖ ἀπὸ τὸν ἐχθρό.
Πράγματι πολλὲς φορὲς συγκρατούμεθα μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, διότι μέσα μας ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ἀναλογιζόμαστε· «πῶς θὰ τὸ κάνω αὐτό; φοβᾶμαι τὸν Θεό, φοβᾶμαι τὴν κόλαση». Ὁ σωτήριος αὐτὸς φόβος μᾶς κάνει νὰ μισοῦμε τὴν ἀδικία, τὴν ὕβρη καὶ τὴν ὑπερηφάνεια, τονίζει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Αὐτός, ποὺ ἔχει φόβο Θεοῦ, ἀπομακρύνει εὔκολα τοὺς λογισμοὺς τοῦ διαβόλου, ἀφοῦ δὲν αἰχμαλωτίζεται μὲ τίποτε. Δὲν ἔχει περισπασμοὺς στὸ νοῦ του, διότι περιμένει τὸν Δεσπότη Χριστό. Ἐπιμελεῖται τῶν ἀρετῶν, γιὰ νὰ μὴν καταδικασθεῖ.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία μήτρα. ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ σπέρμα. κι αὐτὸ ποὺ θὰ γεννηθεῖ, εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Γιὰ νὰ ἔχουμε καθαρὴ ἐλεημοσύνη, δηλ. ἀπαλλαγμένη ἀπὸ κενοδοξία, φιλαργυρία καὶ ἡδονή, πρέπει νὰ προηγηθεῖ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θὰ νεκρώσει τὰ πάθη αὐτά.
Ὅποιος θέλει νὰ ἀγαπήσει τὸν Θεό, θὰ ἀρχίσει ἀπὸ τὸν φόβο του. Ἐξαιτίας αὐτοῦ του φόβου προσέχουμε καὶ τὰ λεπτότατα ἁμαρτήματα. Ἕνας ποὺ φοβᾶται τὸν Θεό, λέγει καὶ τὰ πιὸ μικρά του ἁμαρτήματα, διότι ἔχει τὴν ἐντύπωση, πὼς μετὰ θάνατο τὸν περιμένουν πολὺ ἄσχημες καταστάσεις.
Ὅποιος φοβᾶται τὸν Θεό, ἀγαπάει τὴν ἐγκράτεια. Μὲ φόβο πηγαίνει νὰ κοινωνήσει. «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε», προσκαλεῖ ὁ λειτουργὸς τοὺς πιστούς. Ὁ φοβούμενος τὸν Κύριο, δὲν φοβεῖται τῶν δαιμόνων τὶς ὁρμές, οὔτε τὶς ἀπειλὲς τῶν ἀνθρώπων.
Ο ΦΟΒΟΣ ΔΙΑΚΡΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΔΥΟ ΕΙΔΗ
Οἱ Πατέρες λένε πὼς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἔχει δύο μορφές. Εἶναι ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν καὶ ὁ φόβος τῶν τελείων.
Ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν ἢ τῶν ἀρχαρίων, ποὺ ὑπάρχει μέσα μας καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ πέσουμε στὴν ἁμαρτία ἐξαιτίας τῆς κολάσεως. «Εἰσαγωγικὸς ἐστὶν ὁ ἀπέχων τῆς κακίας». Αὐτός, ποὺ ἔχει αὐτὸν τὸν φόβο φοβᾶται σὰν δοῦλος τὰ κολαστήρια, τὶς τιμωρίες καὶ τὶς καταδίκες.
Ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ τέλειοι, ποὺ ἔχουν καὶ αὐτοὶ φόβο, ἀλλὰ μὲ ἄλλη μορφή. Φοβοῦνται μήπως παραβοῦν κάποια ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν λυπήσουν. Φοβοῦνται μήπως ὑποστοῦν τροπὴ ἢ ἀλλοίωση στὴν πνευματική τους ζωὴ καὶ πέσουν στὴν ἁμαρτία.
Ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν ἐξαφανίζεται, ὅταν συγχωρηθοῦν τὰ ἁμαρτήματα τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ὁ δεύτερος, τῶν τελείων, παραμένει συνεχῶς στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἁγιάζει περισσότερο.
Ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ καταλαβαίνουμε πὼς μποροῦμε νὰ ὠφεληθοῦμε τὰ μέγιστα ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Μία εὐχὴ τῆς θείας Λειτουργίας τὸ τονίζει αὐτὸ ἐμφατικά. «Ἔνθες ἡμῖν καὶ τῶν μακαρίων σου ἐντολῶν φόβον, ἵνα τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας πάσας καταπατήσαντες, πνευματικὴν πολιτείαν μετέλθωμεν, πάντα τὰ πρὸς εὐαρέστησιν τὴν σὴν καὶ φρονοῦντες καὶ πράττοντες».
Αὐτὲς τὶς πνευματικὲς καταστάσεις ἂς ἐπιζητοῦμε σταθερά, γιὰ νὰ γίνουμε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ.
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΦΟΒΙΕΣ
Εἴδαμε διεξοδικὰ τί εἶναι ὁ φόβος καὶ ποιὲς εἶναι οἱ ἐνέργειές του. Ἂς δοῦμε τώρα τὶς ἀνθρώπινες φοβίες.
Φοβία, ὀνομάζεται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἐπιστήμη, δηλ. τὴν ψυχιατρική, ἡ πάθηση ἐκείνη, ὅπου τὸ ἄτομο κατακλύζεται ἀπὸ φόβο, ἐνῶ δὲν ὑπάρχει πραγματικὴ αἰτία φόβου. Λέμε ὅτι κάποιος ἔχει κλειστοφοβία, ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ εἰσέλθει σὲ κλειστοὺς χώρους, π.χ. σὲ ἀνελκυστήρα, ἢ νὰ ταξιδεύσει μὲ ἀεροπλάνο, τρένο κ.λπ., ἐπειδὴ καταλαμβάνεται ἀπὸ μεγάλου βαθμοῦ φόβο. Πλεῖστα πράγματα καὶ καταστάσεις μποροῦν νὰ γίνουν ἀφορμὴ τέτοιας φοβίας. Τὰ συνηθέστερα εἶναι: Πλατεῖες ἢ χῶροι ὅπου ὑπάρχουν πολλοὶ ἄνθρωποι (ἀγοροφοβία), ἡ ἄνοδος σὲ ὑψηλοὺς ὀρόφους κτηρίων (ὑψοφοβία), ζωύφια ἀκίνδυνα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὅπως π.χ. μικρὲς ἀράχνες (ἀραχνοφοβία) κατσαρίδες (κατσαριδοφοβίες) κ.λπ. Ἐπίσης φόβος τῶν μικροβίων (μικροβιοφοβία), γι᾿ αὐτὸ καὶ πλένουν τὰ χέρια καὶ τὰ ἐνδύματα συχνότατα. Ἀκόμη διάφορες ἀρρώστειες, ὅπως π.χ. ὁ καρκίνος (καρκινοφοβία), μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προσέχουν νὰ μὴν τοὺς ἐγγίσει ἄνθρωπος, ποὺ πάσχει ἀπὸ τὴ νόσο αὐτή, ἢ κάποια ἄλλη. Ὅσοι ἔχουν μία ἀπὸ τὶς φοβίες αὐτές, δὲ σημαίνει πὼς εἶναι ἄτομα δειλὰ καὶ μὲ μειωμένη προσωπικότητα. Ἀντιθέτως μπορεῖ νὰ εἶναι ἐπιτυχημένοι ἐπαγγελματίες, σωστοὶ ἐπιστήμονες, ἢ ἀκόμη νὰ ἐπιδίδονται καὶ σὲ τολμηρὲς δραστηριότητες, ὅπως π.χ. τὴν ὀρειβασία.
Ἡ κατάσταση τῆς φοβίας ὀφείλεται σὲ κάποια διαταραχὴ τῆς λειτουργίας τοῦ κεντρικοῦ νευρικοῦ συστήματος. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, ποὺ πάσχει ἀπὸ τὴ φοβία, δὲν ἔχει ἄλλα ψυχοπαθολογικὰ συμπτώματα, τότε ἡ ὀδυνηρὴ αὐτὴ κατάσταση ὀνομάζεται νευρωτικὴ φοβία καὶ τὸ ἄτομο ἔχει πλήρη ἐπίγνωση τοῦ παραλόγου της φοβίας του. Παρ᾿ ὅλες ὅμως τὶς προσπάθειές του δὲν μπορεῖ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπ᾿ αὐτὸ εὔκολα. Ἀκόμη ἡ φοβία μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ συμπτώματα ψυχοπάθειας, ὅπως π.χ. ἡ μελαγχολία κ.λπ. Ἂς ἀναφέρουμε καὶ δύο παραδείγματα. Ἕνας γιατρὸς μοῦ ἔλεγε πὼς τὸν ἐπισκεπτόταν συχνὰ κάποιος, ποὺ εἶχε τὴ φοβία τοῦ ἐμφράγματος τῆς καρδιᾶς καὶ γενικώτερα τῆς φοβίας τοῦ θανάτου. Εἶχε καχυποψίες γιὰ τοὺς πάντες καὶ ἔτρεμε στὴν ἰδέα πὼς μπορεῖ νὰ πάθει ἔμφραγμα. Κάθε τόσο πήγαινε στὸν γιατρὸ καὶ ἐξέφραζε τὶς ἀνησυχίες του. Ὅταν μετὰ ἀπὸ χρόνια συνέβη νὰ πάθει καρκίνο ἥπατος, ἐπειδὴ ἦταν συνειδητὸς χριστιανός, ἀντιμετώπισε τὴν ἀσθένεια μὲ ἀξιοθαύμαστη καρτερία καὶ ὑπομονὴ καὶ τὸ καταπληκτικὸ ἦταν, πὼς ἥσυχος περίμενε τὸ θάνατο. Τὸ ἄλλο παράδειγμα. Καπετάνιος ἐμπορικοῦ πλοίου, ποὺ διέπλεε συχνά τους ταραγμένους ὠκεανοὺς καὶ ἀντιμετώπιζε μὲ ἐπιτυχία τὶς φοβερὲς φουρτοῦνες τῆς θάλασσας, τὸν ἐπίανε μεγάλη φοβία, ὅταν ἔμπαινε στὸ λιμάνι καὶ ἔβλεπε συνωστισμὸ (μποτιλιάρισμα) πλοίων. Νόμιζε πὼς δὲ θὰ τὰ κατάφερνε νὰ μπεῖ μέσα. Δὲν φοβόταν τὰ ἄγρια κύματα τοῦ ὠκεανοῦ καὶ ἔτρεμε τὸν συνωστισμὸ τοῦ ἀσφαλοῦς λιμανιοῦ.
Ἕνας πνευματικὸς τί μπορεῖ νὰ κάνει στὴν προκειμένη περίπτωση; Φυσικὰ δὲν μπορεῖ νὰ δώσει κατευθύνσεις ποὺ ἔχουν σχέση μὲ φάρμακα καὶ ἰατρικὲς ἀγωγές. Οἱ παρατηρήσεις τοῦ τύπου, πὼς αὐτὸ ποὺ ἔχει ὁ ἀσθενὴς δὲν εἶναι τίποτε, καὶ ἡ προτροπὴ νὰ μὴν πάει στὸ γιατρό, δὲν ἔχουν καλὰ ἀποτελέσματα. Ἐὰν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἰατρικὴ θεραπεία, θὰ τὸ κρίνει ἕνας καλὸς καὶ δοκιμασμένος γιατρός. Γίνεται πολλὲς φορὲς μὴ πιστευτὸς καὶ μὴ ἔγκυρος ὁ πνευματικὸς ποὺ δίνει τέτοιες συμβουλές. Τὸ ἔργο τοῦ πνευματικοῦ στὸ ἐξομολογητήριο εἶναι νὰ φύγει ὁ ἄνθρωπος, ποὺ θὰ καταφύγει στὴν βοήθειά του καὶ ἔχει φοβίες, μὲ ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη στὸ Θεὸ καὶ μὲ ἐλπίδα πὼς στὴ δίνη τοῦ προβλήματός του δὲν θὰ εἶναι ἀποῦσα ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καταπληκτικὴ εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ διαπίστωση τῶν ἁγίων Πατέρων πὼς ὅσο καθαρίζεται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, τόσο καὶ ἐξαφανίζονται τὰ πάθη του καὶ οἱ ψυχολογικές του ἀνισότητες. Κάποτε ρώτησαν κάποιον ἀπὸ τοὺς Γεροντάδες τί πνευματικὴ ἐργασία κάνει, κι αὐτὸς ἀπάντησε: «Ἡμεῖς νοῦν τηροῦμεν». Ἡ τήρηση καὶ ἡ καθαρότητα τοῦ νοῦ ἀπαλλάσσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ πολλὲς φοβίες. Ὁ καθαρὸς νοῦς ἡγεμονεύει τῆς κεφαλῆς καὶ ὑποτάσσει ὅλες τὶς αἰσθήσεις τοῦ σώματος. Ὁ μέγας ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τονίζει, πὼς πάνω ἀπὸ τὴ σπουδὴ τοῦ ἀνθρώπου νὰ γνωρίσει «ἄστρων μεγέθη καὶ φύσεων λόγους», δηλ. θὰ λέγαμε σήμερα ἐπιστημονικὲς γνώσεις, προτιμότερο εἶναι «τὸ εἰδέναι τὸν καθ᾿ ἡμᾶς νοῦν τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν καὶ ταύτην ἰάσασθαι ζητεῖν», νὰ μπορέσει ὁ νοῦς νὰ γνωρίσει τὴν ἀσθένειά του καὶ νὰ ζητήσει τὴν ἴασή του. Ἡ καλλιέργεια τοῦ νοῦ μὲ τὴν ἡσυχία, τὴ νηστεία, τὴν προσευχή, τὰ καθαρτικὰ δάκρυα, τὶς ἀκολουθίες, τὴν ἐργασία καὶ μὲ τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν πνευματικὸ καὶ ἄλλους πατέρες, καὶ τὴν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ θὰ φέρει θετικὰ ἀποτελέσματα γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ θὰ μπορεῖ πιὸ δυναμικὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς βασανιστικὲς φοβίες. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅταν καταλάβει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, καθαρίζει ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καὶ μάλιστα τὴν πιὸ κύρια δύναμη, ποὺ εἶναι ὁ νοῦς. Ἔτσι μποροῦν νὰ θεραπευθοῦν καὶ οἱ φοβίες.
Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πρακτικὰ πὼς ἡ ἐργασία τοῦ νοῦ μὲ τὴν συνεχῆ μνήμη τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἕνα μέσον γιὰ νὰ ἐλέγξουμε τὶς φοβίες μας. Πίσω ἀπὸ τὰ λόγια της σωτήριας εὐχῆς κρύβεται ἡ παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ προσεύχεται λέγοντας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ἔρχεται σὲ ζωντανὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ Θεὸ καὶ ζωοποιεῖται. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Ἰησοῦ καὶ ἔτσι ἐγκαταλείπονται οἱ φοβίες. Ἔχω ὑπόψη κάποιον, ποὺ εἶχε διάφορες φοβίες, ποὺ τὸν ἐμπόδιζαν νὰ κοιμηθεῖ, καὶ ὅταν ἄρχισε νὰ λέγει τὴν εὐχὴ καὶ νὰ ἐνεργεῖ μέσα του, πολλὲς ἀπὸ τὶς δύσκολες αὐτὲς καταστάσεις ἐξαφανίσθηκαν.
Ἐπίσης εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ εὐαίσθητοι ἄνθρωποι ὑποφέρουν πάρα πολὺ ἀπὸ τὶς φοβίες. Ὁ μακάριος Γέροντας π. Παΐσιος ἔλεγε πὼς ὁ πονηρὸς βρίσκει διάφορες εὐκαιρίες καὶ τοὺς εὐαίσθητους τοὺς κάνει πιὸ εὐαίσθητους καὶ τοὺς ἀναίσθητους πιὸ ἀναίσθητους. Οἱ εὐαίσθητοι περνοῦν πολλὲς φορὲς μαρτυρικὲς μέρες ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῆς φοβίας. Διάφορα γεγονότα τοῦ καθημερινοῦ βίου, ἡ ἐνέργεια τοῦ πονηροῦ καὶ ἐγγενεῖς ψυχολογικὲς καταστάσεις κάνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ ὑποφέρει πολύ. Τότε χρειάζεται τὴ βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ, νὰ συζητήσει μαζί του, νὰ ἐνισχυθεῖ ἀπὸ τὰ λόγια του, νὰ νοιώσει τὴ θεία παρηγοριά. Ἡ παρουσία τῶν ἀνθρώπων, ποὺ μᾶς ἀγαποῦν ἀνιδιοτελῶς, εἶναι εὐεργετική.
Θὰ θέλαμε νὰ θίξουμε κι ἕνα ἄλλο σημεῖο. Ἡ θεραπεία τῆς φοβίας ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ τὴν ταπείνωση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐνθυμοῦμαι τὰ λόγια ἑνὸς Γέροντα τοῦ Ἁγίου Ὅρους σὲ κάποιον, ποὺ εἶχε βασανιστικὲς φοβίες. Ἦταν νέος στὴν ἡλικία καὶ φοβόταν νὰ περπατήσει τὴ νύχτα ἢ νὰ περάσει ἀπὸ τοὺς χώρους τῶν κοιμητηρίων, νὰ κοιμηθεῖ μόνος του στὸ δωμάτιο κ.ἄ. Ὁ θεοφώτιστος, λοιπόν, ἐκεῖνος Γέροντας τοῦ εἶπε: «Ὅλα αὐτὰ τὰ παθαίνεις ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό σου καὶ ἐπειδὴ δὲν κοινωνεῖς συχνά». Ἡ ταπείνωση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἡ ζωοποιὸς χάρη τῶν μυστηρίων ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ θεραπεύσουν τὴ φοβία.
Δὲν ἀρκεῖ μόνο τὰ φάρμακα τοῦ ἰατροῦ, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ δύναμη τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, εἴτε ἔρχεται σὲ μᾶς ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε ἀπὸ τὶς διαπροσωπικές μας σχέσεις μὲ τὸ Θεό. Ὅπου χρειάζεται νὰ συνδυάσουμε καὶ τὰ δύο, θὰ τὸ κάνουμε. Ἐὰν οἱ φοβίες ἔχουν τὶς ῥίζες τους σὲ καθαρὰ πνευματικὰ αἴτια (ὅπως π.χ. σὲ ἁμαρτίες), θὰ καταφύγουμε στὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ἕνα ὡραιότατο τροπάριο τῆς Ἐκκλησίας μᾶς κάνει ἔκκληση στὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴ θλίψη καὶ νὰ τὴν μεταποιήσει σὲ χαρά: «Τὰ λυπηρὰ τοῦ σοῦ δούλου, τοῦ παρόντος κινδύνου, τὴν ζάλην τὴν πολλὴν καὶ χαλεπήν, μεταποίησον νῦν, Δέσποτα, καὶ μετάτρεψον τούτου, τὸ πένθος εἰς χαρὰν διηνεκῆ· ἵνα πίστει καὶ πόθῳ, ἀπαύστως μεγαλύνῃ σε» (Παράκλησις ἐπὶ ἀσθένειαν).
Ἂς δώσει ὁ Θεὸς τὴ λύση αὐτὴ σὲ ὅλους ὅσους ἔχουν προβλήματα καὶ θλίψεις.

Πηγή:www.zoiforos.gr