Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

ΦΙΛΟΕΥΡΩΠΑΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΣΚΕΠΤΙΚΙΣΜΟΣ

Του Αγγελου Ασημινάκη

Η Ευρώπη προσπαθέι να μας πείσει οτι εξέρχεται σιγά σιγά από την πολυδιαστατη κρίση αλλά με βαρύτατες απώλειες. Αυτές είναι μία βαριά τραυματισμένη εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων στο θεσμό της Ευρωπαικής Ενωσης και μια ριζική μεταβολή του πολιτικού τοπίου στις χώρες της γηραιάς ηπείρου, όπου τα λαϊκιστικά κόμματα σαρώνουν για πρώτη φορά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο εκμεταλλευόμενα ακριβώς αυτόν τον άνευ προηγουμένου ευρωσκεπτικισμό. Συχνα γίνεται ταύτιση των όρων ευρωσκεπτικισμός και αντιευρωπαϊσμός. Μπορεί σε κάποιους να μην φαίνεται σήμαντικο, αλλά είναι πολύ ουσιαστικό να το καταλάβουμε με βάση την εικόνα της σημερινής Ευρώπης.

Πλέον καταδεικνύετια με τον ποιο ξεκάθαρο τρόπο ότι αυτό που ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια ως κρίση χρέους στην Ευρωζώνη έχει πλέον λάβει και τη μορφή μιας κρίσης δημοκρατικής νομιμοποίησης για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως θεσμού. Σύμφωνα με αποψεις του Ινστιτούτου Gallup, ο ευρωσκεπτικισμός δεν περιορίζεται στις χώρες που χτυπήθηκαν από τ' μέτρα λιτότητας και κοινωνικής εξαθλισης αλλά επεκτείνεται σε όλη την Ευρώπη.

Ο ευρωσκεπτικισμός στην προηγουμενη σύνθεση του Ευρωπαικου Κοινοβουλιου καθοδηγείται από την Πολιτική Ομάδα της Ευρώπη της Ελευθερίας και Δημοκρατίας -της οποίας προεδρεύει ο Ηγέτης του UKIP, Nigel Farage και σε μικρότερο βαθμό από την ομάδα των Ευρωπαίων Συντηρητικων και Μεταρρυθμιστων, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι βουλευτές του συντηρητικού κόμματος του Ηνωμένου Βασιλείου. Η άνοδος των αντιευρωπαϊκών κομμάτων σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο έχει τροφοδοτηθεί τόσο από την αύξηση της μετανάστευσης σε όλη την Ε.Ε. και από την οικονομική κρίση εντός της ευρωζώνης. Τα μέτρα λιτότητας που έχει επιβάλλει η τρόικα της Ε.Ε., του ΔΝΤ και της ΕΚΤ έχουν οδηγήσει στην αύξηση τόσο της άκρας αριστεράς, όσο και της άκρας δεξιάς στην Ελλάδα, αναφέρει ο πολιτικός αναλυτής Owen Bennett στο άρθρο του. Και οι δύο πλευρές επωφελούνται από τη σύγχυση που επικρατεί στη χώρα λόγω των σκληρών μέτρων λιτότητας, τα οποία αποτέλεσαν την προϋπόθεση για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας το 2010. Τα κόμματα που μιλούν κατά της μετανάστευσης «ευδοκιμούν» και σε πιο εύπορες χώρες της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Ολλανδία.

Tο Βρετανικό περιοδικό “The Economist” παρατηρώντας την εκρηκτική άνοδο των ευρωσκεπτικιστών αναφέρθηκε σε «ευρωπαϊκά Κόμματα του Τσαγιού», παραλληλίζοντάς τα με το αμερικανικό κίνημα του Tea Party. Το άρθρο τονίζει ότι το μάθημα που δίνουν οι ΗΠΑ είναι ότι «αν οι πολιτικοί της Ευρώπης δεν θέλουν οι «αντάρτες» να καθορίζουν την ημερήσια διάταξη, θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τα επιχειρήματά τους». «Οι πολιτικοί πρέπει να εξηγήσουν τις δύσκολες επιλογές και να διαλύσουν τις παρεξηγήσεις. Η ενιαία αγορά της Ευρώπης είναι η πηγή της ευημερίας: μεγεθύνετέ την. Οι εργαζόμενοι από την Αν. Ευρώπη πληρώνουν περισσότερα σε κρατικά ταμεία απ' ό,τι παίρνουν από αυτά: Καλωσορίστε τους.

Οι πολιτικοί που είναι έτοιμοι να μιλήσουν θα διαπιστώσουν ότι οι περισσότεροι πολίτες μπορούν να αντέξουν την αλήθεια», γράφει και καταλήγει: «Τελικά όμως η επιλογή εμπίπτει στους ψηφοφόρους. Στις ευρωεκλογές πολλοί ψηφοφόροι δεν μπαίνουν στον κόπο να λάβουν μέρος. Αυτό είναι δώρο για τους «αντάρτες». Αν οι Ευρωπαίοι δεν θέλουν να θριαμβεύσουν, θα πρέπει να πάνε στις κάλπες». Πρέπει να αναζητήσουμε τη διέξοδο στις απαντήσεις που οι πολίτες ψάχνουν στα μικρά και μεγάλα καθημερινά τους προβλήματα για την επιβίωση και για δικαίωμα στην ποιότητα ζωής. Να παλέψουμε για ένα Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που θα αποτελεί έκφραση δημοκρατίας και καταφύγιο του πολίτη, για δικαίωμα στην πληροφόρηση, στην ενημέρωση, στην ισότιμη μεταχείριση, στις ίδιες ευκαιρίες, για  συμμετοχή όλων μας στη συν διαμόρφωση των αποφάσεων που επηρεάζουν και σε μεγάλο βαθμό καθορίζουν τη ζωή μας. Αυτό που έχει αξία είναι η χρησιμότητα, με προτάσεις απόψεις και θέσεις.

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

ΙΕΡΕΑΣ ΣΕ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΟ!


Χωριστήκαμε σέ δυό ομάδες, βάλαμε τίς ιατρικές μας μπλούζες καί μέ τόν υπεύθυνο γιατρό προχωρήσαμε στό κρεβάτι τού πρώτου ασθενούς. Τόν φώναξε ο υπεύθυνος από τήν παρέα του, ήρθε ένας μικρός μαγκάκος από τήν Λάρισα ομιλητικός αλλά μαγκάκος.

Δέν θυμάμαι τίποτα από τό πρώτο αυτό μάθημα ούτε γιατί ήταν μέσα ο ασθενής ούτε τί φάρμακα έπαιρνε, απλώς στήν ρύμη τών λόγων τού είπε. «Έχουμε καί τόν παπά νά μάς βοηθά καί περνάμε καλά καί ενώ έπρεπε νά φύγουμε σέ τρείς μήνες επισπεύσαμε τό πρόγραμμα χάρις σ' αυτόν καί θά φύγω σέ 1,5 μήνα». Τότε μέ τάραξε ο λογισμός μου, ένας καθολικός παπάς μέ τό κουστουμάκι του βοήθησε αυτόν εδώ; Αδύνατον, ένας καθολικός παπάς!!!!

Στήν πρώτη μας αυτή συνάντηση ουδέν έπραξα, παρ' όλο τόν φυσικό μου κοινωνικό χαρακτήρα. Έφυγα, όταν τελείωσε ο υποχρεωτικός μου χρόνος τής παρουσίας. Στήν δεύτερη επίσκεψη τήν επόμενη εβδομάδα πάλι τά ίδια, άλλος ασθενής καί νέα αποκάλυψη: «ευτυχώς πού έχουμε τόν παπά καί μας βοηθά, ειδικά τά βράδια πού μένουμε μέ τούς εαυτούς μας, μάς παρηγορεί, μάς εμψυχώνει. Είναι δικός μας παπάς, ορθόδοξος!».

Ένα κρύο ρεύμα μέ διαπέρασε, γκρεμίστηκαν όλα, ο ευσεβισμός μου δέν μπορούσε νά δεχτή ότι ένας παπάς ορθόδοξος ήταν μέθυσος, είχε ανάγκη αποτοξίνωσης καί βρισκόταν πίσω από τά σίδερα μέ άλλους παρανόμους, μέθυσους καί ναρκομανείς. Ούτε κάν σέ κάποιο ιδιωτικό κέντρο αποτοξίνωσης. Η ιδέα πού είχα γιά άσπιλη Εκκλησία, καί οφειλόταν στήν νεότητά μου, ξεθώριασε απότομα.

Τόν πλησίασα, στεκόταν όρθιος καί συνομιλούσε μέ έναν άλλο ασθενή, πού έτρεμαν τά χέρια του. Συνομιλούσε απλά γιά τό τίποτα, ο άλλος τόν άκουγε, τού έλεγε γιά τά προβλήματά του, τού μιλούσε γρήγορα, ο παπάς άκουγε μέ μία απέραντη στοργή κοιτάζοντας τόν. Είχε πρόσωπο καθαρό, μάτια γαλάζια-θάλασσα, ηλικία 55 χρονών περίπου, χέρια άσπρα, δάκτυλα μακριά, τέλος πάντων, όλα πάνω του είχαν κάτι τό αρχοντικό. Τού απάντησε σιγά μέ μιά προφορά μέ αγγλική ηχώ.

Ήταν ξένος. Παπάς ορθόδοξος, ξένος. Μόλις τελείωσε μέ τόν άρρωστο στράφηκε σέ μένα καί μέ ρώτησε: «Χάου αρ γιού;». Έμαθα ότι ήταν 'Έλληνας πού γεννήθηκε στό εξωτερικό, οι γονείς του είχαν φύγει γιά τήν πέρα από τόν Ατλαντικό Αμερική. Τόν έστελναν όμως οι γονείς του στούς παππούδες του στήν Κατερίνη, έτσι είχε μάθει καλά ελληνικά καί είχε ένα σύνδεσμο μέ τήν παράδοση τής χώρας μας. Ένιωθα ήδη άνετα σάν νά τόν γνώριζα από χρόνια, είχαν φύγει όλοι οι ενδοιασμοί μου. «Τί θέλετε από μένα;», μέ ρώτησε. «Θέλω νά μάθω γιατί βρίσκεστε σέ αυτό τό χώρο καί θεραπεύεστε, τέλος πάντων νά σάς γνωρίσω». «Ελάτε στό δωμάτιό μου».

Ναί, μέσα σέ αυτό τό χάλι υπήρχε ένα μικρό δωματιάκι, στενό δωματιάκι μέ ένα κρεβάτι, παράθυρο βορινό, τοίχοι πανύψηλοι, τέσσερα μέτρα ύψος, ένα γραφείο, εικόνες ρωσικές, καντήλι, κομποσκοίνι, θυμιατήρι, πετραχήλι, φάρμακα πάνω στό γραφείο καί βιβλία.

Ήταν ένα μικρό καλογερικό κελί μέσα στή ταραχή εβδομήντα τροφίμων τού ψυχιατρείου. Εκεί άρχισε η αποκάλυψη τής Χάρης τού Θεού. Τό όνομα Νικόλαος, ορθόδοξος ιερέας τής αρχιεπισκοπής τής Αμερικής. Καθηγητής τού Χάρβαρντ στήν έδρα τών Παλαμικών σπουδών καί ποιμαντικής ψυχολογίας. Καθηγητής στό Χάρβαρντ στό μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα τής Αμερικής καί τώρα τρόφιμος τής ψυχιατρικής πτέρυγας τού Δαφνίου στό τμήμα αποτοξινώσεως, η διαφορά είναι ιλιγγιώδης.

-Πάτερ; Πώς φτάσατε εδώ;

-Ήμασταν μία παρέα φίλοι πού τελειώσαμε τήν Σχολή τού Τιμίου Σταυρού στήν Βοστόνη. Παντρευτήκαμε, κάναμε παιδιά καί γίναμε Ιερείς. Ο καλύτερος όλων μας πρίν περίπου δέκα χρόνια πέθανε αιφνίδια. Τόν κηδεύσαμε καί γυρίσαμε στά σπίτια μας. Τότε μέ κατέλαβε ένα πνεύμα λύπης καί από τότε άρχισα νά πίνω. Τέλος πάντων, σέ λίγο καιρό ήμουν εξαρτημένος από τό ποτό, εάν δέν έπινα έτρεμα. Δέν μπορούσα νά διευθετήσω τά θέματά μου. Στήν αρχή τό έκρυβα από τήν γυναίκα μου καί τά παιδιά μου, δέν μεθούσα, αλλά έπινα, ήμουν μέ ένα ποτήρι στό χέρι. Πειράχτηκε καί τό ήπαρ μου.

Όλο τό θέμα ήταν μία πρόκληση γιά τήν ιατρική μου γνώση, τίποτα από τά παραπάνω δέν συμβάδιζε μέ τήν νηφαλιότητα τού ανδρός μέ τήν αρχοντιά του καί τήν έλλειψη νευρικότητας. Είχε έρθει η ώρα νά φύγουμε. Τού ζήτησα νά τού φέρω κάτι γιά παρηγοριά τού μέσα σέ αυτούς τούς τοίχους. Ένα βιβλίο τού Ρωμανίδη, μού λέει, τόν είχαμε δάσκαλο τόν Ρωμανίδη. Στήν νέα συνάντησή μας τήν επόμενη εβδομάδα κρατούσα στό χέρι μου τό δεμένο βιβλίο τού Ρωμανίδη «ΡΩΜΑΙΟΙ Ή ΡΩΜΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ». Ανέβηκα τρέχοντας τά σκαλιά νά συναντήσω τόν Νικόλαό μου τόν άρρωστό μου, τόν βρήκα στό δωμάτιό του καθισμένο σέ μία μικρή πολυθρόνα καί στό χέρι τού ένα μικρό κομποσκοίνι. Τού έδωσα τό βιβλίο στά χέρια του. Είχε κόκκινο σκληρό εξώφυλλο, τό γύρισε μέ αγάπη, διάβασε τά κεφάλαια. Χάρηκε σάν μικρό παιδί.

-Είμαι εδώ πάνω από τρείς μήνες, βγαίνω σπάνια δέν έχω πού νά πάω, δέν μού έχουν φέρει ένα δώρο. Πόσο χαίρομαι γιά αυτό πού μού έφερες. Αυτός ο άνθρωπος έφερε αέρα ορθοδοξίας, γκρέμισε τό σχολαστικισμό τής γερμανικής ιδεολογίας, έδειξε τόν πλούτο μας!!! Ότι μας έλεγε ο γέρο-Ιωσήφ, αυτός τό έβαλε στά Πανεπιστήμιληση γιά τήν ιατρική μου γνώση, τίποτα από τά παραπάνω δέν συμβάδιζε μέ τήν νηφαλιότητα τού ανδρός μέ τήν αρχοντιά του καί τήν έλλειψη νευρικότητας. Είχε έρθει η ώρα νά φύγουμε. Τού ζήτησα νά τού φέρω κάτι γιά παρηγοριά τού μέσα σέ αυτούς τούς τοίχους. Ένα βιβλίο τού Ρωμανίδη, μού λέει, τόν είχαμε δάσκαλο τόν Ρωμανίδη. Στήν νέα συνάντησή μας τήν επόμενη εβδομάδα κρατούσα στό χέρι μου τό δεμένο βιβλίο τού Ρωμανίδη «ΡΩΜΑΙΟΙ Ή ΡΩΜΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ». Ανέβηκα τρέχοντας τά σκαλιά νά συναντήσω τόν Νικόλαό μου τόν άρρωστό μου, τόν βρήκα στό δωμάτιό του καθισμένο σέ μία μικρή πολυθρόνα καί στό χέρι τού ένα μικρό κομποσκοίνι. Τού έδωσα τό βιβλίο στά χέρια του. Είχε κόκκινο σκληρό εξώφυλλο, τό γύρισε μέ αγάπη, διάβασε τά κεφάλαια. Χάρηκε σάν μικρό παιδί.α.

-Ποιός γέρο Ιωσήφ;

-Ο ησυχαστής, ο παππούς, ο σπηλαιώτης. Τόν γνώρισα τό 1960 όταν πήγαινα στό Άγιο Όρος, στή Νέα Σκήτη, μέ δεχόταν στό κελάκι του. Μού έμαθε νά προσεύχομαι μέ τό κομποσκοίνι ώρες καί ώρες, φωτόμορφος, γλυκύς, αυστηρός. Προσοχή έλεγε στό νού, πρώτα προσβολή μετά συζήτηση μέ τόν λογισμό μετά συγκατάθεση!!! Συγκατάθεση, θάνατος, αρχή αμαρτίας, η αμαρτία δόντι ιοβόλο τού θανάτου. Προσοχή όχι συζήτηση μέ τόν λογισμό, νήψη.

Αυτά πού ο γέροντας τά παρέδωσε εμπειρικά, ο Ρωμανίδης τά κατέγραψε τά στήριξε αγιοπατερικά καί τά εξαπέστειλε στά πέρατα τής γής, ώστε νά έχουμε καί εμείς χαρά εκεί στήν Αμερική.


Όταν έγινα Ιερέας, μέ τόν πρώτο μου μισθό έστειλα ένα δώρο στόν γέροντα Ιωσήφ, τού έστειλα ράσα καλογερικά, όχι κάτι τό ακριβό, τά είχα τυλίξει καί σέ ένα γκρί χαρτί, έγραψα τήν διεύθυνση καί τά έστειλα. Μετά από πέντε χρόνια τόν επισκέφθηκα στό κελλί του, όπως καθόταν είδα πίσω του στό περβάζι τό δώρο μου ανέγγιχτο. Αμέσως σκούρυνε τό προσωπό μου. Τού λέω: «Γέροντά σου έστειλα ένα δώρο μέ τά πρώτα μου χρήματα καί εσύ ούτε πού τό άγγιξες!!!».

Μού λέγει: «Π. Νικόλαε, παιδί μου, δέν μού λείπει τίποτα, έχω τόν Χριστό. Δέν μού λείπει τίποτα. Τό δώρο σου τό είδα, έσκισα μία άκρη καί τό είδα. Τό άφησα εδώ χρόνια νά μού λέγει ο λογισμός άνοιξέ το καί νά τόν ξεχνώ αλλά νά σέ θυμάμαι. Θά μπορούσα νά τό έχω δωρίσει σέ τόσους πού έρχονται εδώ αλλά τό άφησα γιά τόν παπά Νικόλα, έλα νά βάλουμε τόν πλάγιο τού δεύτερου ήχου νά παρηγορηθείς».

Μού έμαθε νά προσεύχομαι μέ τό κομποσκοίνι γιά τόν κόσμο γιά τίς αμαρτίες μου καί πάλι έμπονα γιά τόν κόσμο. Όλες τίς ακολουθίες τίς έκανε μέ τό κομποσκοίνι εκτός τής Θείας Λειτουργίας.

-Πάτερ, απορώ πώς εσείς, πού γνωρίσατε ένα τόσο άγιο άνθρωπο, πέσατε σ' αυτό τό πάθος τής οινοποσίας. Η προσευχή δέν σάς προστάτεψε, δέν σάς βοήθησε νά γλιτώσετε από τόν πειρασμό αυτόν;

-Ευάγγελε, μήν ξεχνάς τό «αρκεί σοί η χάρις μου» τού Παύλου.

-Ξέρετε μέ σκανδάλισε στήν αρχή τουλάχιστον τό θέμα σας.

-Σέ σκανδάλισε ή σέ φόβισε γιά τό ευόλισθον τής φύσεώς μας; Είσαι αυτάρκης στήν νομιζόμενή σου καθαρότητα καί φοβάσαι μήπως τήν χάσεις, μήπως κάνεις κάποιο λάθος καί χάσεις τήν καλή γνώμη γιά τόν εαυτό σου καί γιά τούς άλλους. Σέ νοιάζει τί θά πεί ο κόσμος. Αδελφέ μου καί φίλε μου, η νεότητά σου είναι κακός σύμβουλος, όπως καί σέ μένα κάποτε. Η πείρα τού βίου καί η συναντίληψη τής Χάριτος μέ έπεισε ότι όποιος καί άν είμαι ό,τι καί άν κάνω είμαι δεμένος μέ τόν Χριστό καί φωνάζω «ελέησον μέ ο Θεός, ελέησον μέ Κύριε ως οίδας καί ως θέλεις ελέησόν με». Καί λέω μέσα μου «όλοι σώζονται, εγώ κολάζομαι». Ελπίζω στόν Χριστό καί στήν Παναγία. Ελπίζω στό έλεος τού Θεού πού χαρίζει τόν παράδεισο σ' αυτούς πού πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι τού παραδείσου.

Καί πάλι ο αδυσώπητος χρόνος τελείωνε.

-Πάτερ θέλετε νά σάς φέρω κάτι τήν επόμενη συνάντησή μας;

-Ναί, θέλω κάτι επειδή έχω τέσσερα παιδάκια στήν πατρίδα καί τά έχω επιθυμήσει. Φέρε μου σέ παρακαλώ ένα μικρό παιδάκι καί φώναξέ με νά βγώ στό παράθυρο από τά κάγκελα νά τό δώ νά δώ τά ματάκια του νά παρηγορηθώ.

-Βρήκα τόν μικρό μου βαπτισμένο Σωτήριο τόν πήρα αγκαλιά, πέρασα τήν πόρτα καί σταθήκαμε κάτω από τά σίδερα.

-Π. Νικόλαε, π. Νικόλαε, ήρθαμε.

Πρόβαλε η φιγούρα του πίσω από τά σίδερα άπλωσε τά χέρια του από ψηλά, μας κοίταζε, μάς χαμογελούσε, μιλάγαμε από εκεί. Χάρηκε, θυμήθηκε τά δικά του, απλώθηκε η νοσταλγία. Δέν ήταν πίκρα ήταν μία νοσταλγία γιά τόν παράδεισό μας. Μάς ευλόγησε καί αποχωρήσαμε. Ποιός είναι πλούσιος, Λωξάνδρα μου, εν τώ ολίγω αναπαυόμενος, τζόγια μου ...;

-Πάτερ, η Αμερική φημίζεται γιά τά αποτοξινωτικά της κέντρα, πώς ήρθατε σ' αυτές τίς άθλιες συνθήκες.

-Ευάγγελε, πρίν πολλούς μήνες προκηρύχθηκε μιά θέση παλαμικών σπουδών στό πανεπιστήμιο τής Αθήνας. Ήρθα λοιπόν κι εγώ, αφού πήρα τήν άδεια από τό πανεπιστήμιό μου νά βάλω τά χαρτιά μου γι' αυτή τήν έδρα. Οι μήνες περνούν, δέν γινόταν τίποτα. Καθηγητικές ίντριγκες, συνεδριάσεις επί συνεδριάσεων, τίποτα. Τήν έδρα μου στό Χάρβαρντ τήν είχε πρίν από μένα ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκι. Αυτός είναι ένας μεγάλος Θεολόγος καί πραγματικός φιλέλληνας καί είναι ο γέροντάς μου.

-Από έκπληξη σέ έκπληξη.

-Γέροντάς σας αυτός ο μέγας;

-Ναί, καί είναι πραγματικά μεγάλος πνευματικός Θεολόγος καί σημειοφόρος άνθρωπος θυσίας. Σπουδαγμένος καί στήν ποιμαντική Ψυχιατρική καί στήν ψυχολογική αντιμετώπιση τών εθισμένων χρηστών σέ ουσίες καί ποτό. Αλλά όλα αυτά τά ασκούσε μέ απέραντη αγάπη καί υπομονή. Γιά νά κατανοήσης τό μέγεθος τού ανδρός θά σού πώ μία ιστορία στήν οποία ήμουν μάρτυρας τής θαυμαστής θεραπείας ενός εφήβου. Μιά οικογένεια έφερε τό παιδί της 18 ετών πού έπασχε από ηβηφρενία. Η κατάσταση ήταν δύσκολη, αθεράπευτη σχεδόν, τόν παρακάλεσαν νά τόν δεχθή νά τόν αναλάβη. Πράγματι, τόν πήρε σέ ένα σπίτι στήν εξοχή πού είχε πολλά στρέμματα, μέ σημύδες ένα μεγάλο αγρόκτημα. Μπήκαν μέσα οι δυό τους, τό αγρίμι καί ο π. Γεώργιος καί έκλεισαν τήν βαριά πόρτα. Μετά τρείς μέρες παρέδωσε τό παιδί υγιές καί σώφρον στούς γονείς. Τό παιδί αυτό σπούδασε καί είναι υγιής έκτοτε καί μάλιστα τώρα είναι καί Επίσκοπος τής Εκκλησίας μας.

-Όταν τόν ρώτησα «π. Γεώργιε, πώς έγινε αυτό;», μού είπε ό,τι πήρε τό παιδί καί τού είπε: «Παιδί μου, εγώ θά καθίσω σ' αυτήν τήν σημύδα. Όλος ο χώρος είναι δικός σου, κάνε ό,τι θέλεις καί όταν θέλης έλα νά μιλάμε». Τρείς μέρες καί τρείς νύχτες έκανε ό,τι ήθελε. Κατέστρεψε τό ψυγείο, τήν βιβλιοθήκη μου, τά λουλούδια καί όποτε ήθελε μέ πλησίαζε καί μιλάγαμε. Εγώ καθόμουν στής σημύδας τόν κορμό καί περίμενα χωρίς νά ταράζομαι γιά ό,τι γινόταν, τρείς μέρες εκεί δέν σηκώθηκα, δέν έφαγα, δέν ήπια νερό. Τήν τρίτη ήμερα ήρθε τό παιδί γαλήνιο, μού φίλησε τό χέρι, μέ σήκωσε, μέ βοήθησε νά περπατήσω, γιατί ήμουν σάν πεθαμένος, ανοίξαμε τήν πόρτα καί τόν παρέδωσα στούς γονείς του. Ιματισμένο καί σωφρονούντα.

-Πάτερ Γεώργιε, καί τρείς ημέρες πώς κάνατε τίς στοιχειώδεις ανάγκες σας;

-Τά έκανα πάνω μου, δέν μετακινήθηκα καθόλου, ήθελα νά δώσω μία θυσία γι' αυτόν στόν Θεό, τήν υπομονή μου, τήν κατάργηση τών συμβατικών καθημερινών πρακτικών. Δέν είναι τίποτα, ο Θεός μού χάρισε υγιή τόν άνθρωπο καί δι' αυτού μού χάρισε καί γεύση τής Βασιλείας Του. Τέτοιος άνθρωπος ήταν αυτός, αληθής Θεολόγος, άνθρωπος τής Λειτουργίας αλλά καί πέρα απ' αυτήν. Πάντα έλεγε: «δίδου ημίν εκτυπώτερον, σού μετασχείν, εν τή ανεσπέρω ημέρα τής βασιλείας σου».

Συζήτηση περί τής ζωής τού Ιερέως

Από τίς συζητήσεις πού είχαμε καταθέτω εδώ μερικά.

-Πρόσεχε, ιερεύ, τόν εαυτό σου, μήν ξεχάσης νά βλέπης τόν Θεό. Ορκίστηκες νά έχης τόν νού σου στήν σωτηρία τόσο τήν δική σου όσο καί τών άλλων. Κάθε καιρός είναι κατάλληλος γιά νά δώσης τό Βάπτισμα καί τήν θεία Κοινωνία, γιατί κάθε καιρός είναι κατάλληλος γιά τόν θάνατο. Νά θυμάσαι ότι ο άνθρωπος μπορεί νά πή όχι στόν Θεό, ο Θεός δέν μπορεί νά πή όχι στόν άνθρωπο. Αυτού τού Θεού είμαστε Ιερείς, πού επιτρέπει στό πλάσμα του νά πή «όχι, νά μήν γίνη τό θέλημά σου» δηλαδή, νά γεννήση τήν κόλαση. Στούς ανθρώπους μπορείς νά πής ότι ο Χριστός κατέβηκε στόν Άδη, εκεί μάς αναμένει, όσο πιό βαθύς είναι ο Άδης σου, τόσο βαθύτερα είναι ο Χριστός. Η οδύνη είναι τό ψωμί πού ο Θεός μοιράζεται μέ τόν άνθρωπο καί πού έχει υποχρέωση ο δούλος του, ο παπάς, νά μοιρασθή κι αυτός μέ τό σύνολό του. Στόν Σταυρό ο Θεός, ενάντια σέ ό,τι είχαμε ποτέ φαντασθή γιά θεό, τάχθηκε μέ τό μέρος τού ανθρώπου. Ο Θεός έγινε άνθρωπος, δηλώνει τήν αγάπη Του, ζητά τήν αγάπη μας καί μάς απαλλάσσει από κάθε οφειλή.

Ο αγώνας μας είναι η προσοχή στήν πνευματική πηγή τού κακού, τό οποίο δέν προέρχεται από τήν φύση, αλλά συντελείται μέσα στό πνεύμα. Αυτός πού είδε τήν αμαρτία του είναι πιό μεγάλος από αυτούς πού γνώρισαν αγγέλους. Τότε, από τήν άβυσσο τών αμαρτιών μου επικαλούμαι τήν άβυσσο τής Χάριτός Σου. Πρόοδος στόν αγιασμό σου, παπά μου, φαίνεται όταν η καρδιά σου ήσυχη διαστέλλεται καί ανθίζει σέ κοσμική ευσπλαχνία, δέν μπορεί νά κρίνη κανέναν, σηκώνει τό κακό όλου τού κόσμου, περνά τήν Γεθσημανή καί καλύπτει τά πάντα μέ τόν μανδύα τής αγάπης. Η αγάπη είναι ο Θεός πού ρίχνει τό βέλος, τόν Μονογενή Του Υιό, αφού έβρεξε τήν ακίδα τού βέλους μέ τό ζωοποιό Πνεύμα. Η ακίδα είναι η πίστη πού όχι μόνο εισάγει τό βέλος αλλά καί τόν τοξότη μαζί της.

Ευάγγελέ μου, άν ποτέ γίνεις Ιερέας νά θυμάσαι ότι αυτό πού σκανδαλίζει τούς άπιστους δέν είναι οι Άγιοι, αλλά τό αναμφισβήτητο γεγονός ότι δέν είμαστε όλοι άγιοι. Η κατάσταση τού κόσμου μοιάζει μέ αυτήν τήν πρό τού Μ. Κωνσταντίνου, καί χειρότερη, γιατί τότε οι άνθρωποι ήσαν ειδωλολάτρες, τώρα είναι άθεοι. Έτσι, αντί η Εκκλησία νά κρίνη τόν κόσμο, η Εκκλησία κρίνεται από τόν κόσμο, γιατί ο κόσμος μπορεί νά τήν κατηγορήση ότι μέσα σέ τόσους αιώνες έχασε τήν ικανότητα τής μαγιάς καί αντανακλά τόν κόσμο καί μάλιστα πιστά. Η Εκκλησία από αρραβωνιαστικιά έγινε θρησκευτική κοινωνία. Τό Ευαγγέλιο εξεγείρει, ανατρέπει όχι τήν δομή τού κόσμου αλλά τήν δομή τού ανθρώπινου πνεύματος. Ο Χριστός εντός. Απόκτησε τήν εσωτερική ειρήνη καί πλήθος ανθρώπων θά βρή τήν ειρήνη δίπλα σου.

Παπά μου, τό νά πλησιάσης τόν σύγχρονο άνθρωπο είναι τέχνη. Τό ουσιώδες είναι νά μεταφερθής στήν θέση του, νά σβήσης τόν εαυτό σου καί νά αφήσης τόν Χριστό νά μιλήση. Όλη σου η Θεολογία πού σέ έμαθαν σωριάζεται σάν θρύψαλα μπροστά σέ έναν εγκληματία, έναν νεκρό, μιά μοναξιά. Όμως η ζωντανή ζεστασιά τής παλάμης σου, μπορεί νά κάνη ανθρώπους σβησμένους, λερωμένους κι άσχημους νά ακτινοβολούν ξαφνικά ακτίνες Φωτός καί νά ανασύρης στήν επιφάνεια αυτό πού κοιμάται. Τήν κοινωνία. Ο Μυστικός Δείπνος, η θεία Κοινωνία, πού ετοιμάζεις είναι μυστήριο εν πορεία, γι' αυτό στεκόμαστε όρθιοι. Καί άν γίνουμε απόβλητοι από τήν κοινωνική ζωή πρέπει νά ωριμάσουμε σάν μία γενιά ομολογητών. ...;

-Πάτερ Νικόλαε, είδα ότι είσαι άνθρωπος τού Θεού. Σέ παρακαλώ πές μου ποιά είναι η μυστική σου εργασία, τί μού κρύβεις;

-Ευάγγελέ μου, ήλθε η ώρα νομίζω νά μάθεις όλα τά κατ' εμέ σάν μία παρακαταθήκη διδασκάλου πρός μαθητή. Δέν είμαι άρρωστος, τουλάχιστον δέν πάσχω από αλκοολισμό!!!! Μεταξύ τών σπουδών μου είναι καί η ψυχολογία τού χρήστη. Αφού ήρθα στήν Αθήνα καί κατέθεσα τά χαρτιά μου καί ο καιρός περνούσε, μέ τό σήμερα-αύριο, μίλησα μέ τόν διευθυντή τής κλινικής πού είναι φίλος μου από τήν Αμερική, τού είπα γιά προγράμματα στήν Αμερική, όπου ο γιατρός ζή μαζί μέ τούς αρρώστους γιά όλο τόν χρόνο τού προγράμματός τους μέ εξαιρετικά αποτελέσματα. Έτσι παρακολουθώ τό πρόγραμμα, χωρίς κανείς νά τό γνωρίζει από τούς συναρρώστους μου. Ζώ έγκλειστος τρείς μήνες περίπου, επιταχύνθηκε τό πρόγραμμα, αλλά κυρίως αυτοί πού έφυγαν αυτό τό διάστημα δέν υποτροπίασαν.

9425_1055768293268_1797672678_117086_1033786_n.jpg



-Μά τί μού λέτε, πουλήσατε τόν εαυτό σας σάν δούλο εδώ μέσα, δέν βλέπετε ούτε κάν παιδιά, υποφέρετε τήν τρέλα τού καθενός!

-Ναί, αλλά έχω τό δωματιάκι μου, τήν προσευχή μου, τήν πίστη μου, έχω τόν καθρέφτη μου, όλους τούς αδελφούς τούς έγκλειστους.

Εκείνο πού μού ξεσχίζει τά σπλάχνα ήταν ότι δέν μπορούσα νά λειτουργώ. Τώρα τελευταία παίρνω κι εγώ, όπως όλοι, μία άδεια καί πηγαίνω εδώ σέ ένα μοναστηράκι νά λειτουργώ καί επανέρχομαι.

-Μά δέν τρελαθήκατε εδώ μέσα, φυλακισμένος αναίτια τόσους μήνες;

-Πιέστηκα, πιέστηκα, ήταν εμπειρία τάφου, αλλά όμως γνώρισα όλους αυτούς τούς φίλους τού Χριστού, τούς ελάχιστους. Αυτούς πού πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι τού παραδείσου, τούς συμπαραστάθηκα, τούς άκουσα, τούς έδωσα λίγο νερό, λίγη πίστη καί, κυρίως, επλατύνθηκα κι εγώ καί πάλι δούλος αχρείος είμαι. Αναλογίζομαι τήν ώρα τής εξόδου μου καί ελπίζω στό έλεος τής Εκκλησίας Του καί στό ιδικό Του.

-Πάτερ Νικόλαε, είστε τόσο νέος ούτε πενήντα τριών.

Ήταν Τετάρτη τής πρώτης τών νηστειών πού κάναμε αύτη τήν κουβέντα τής καρδιάς, πού μού χάραξε τήν καρδιά.

-Τήν Παρασκευή θά πάρω άδεια, θά πάω στό μοναστηράκι πού σάς είπα γιά τούς Χαιρετισμούς καί γιά Λειτουργία τήν Κυριακή τής Ορθοδοξίας. Ελάτε κι εσείς νά σάς δούμε. Πάρτε ένα τηλέφωνο τό Σάββατο νά σάς πούμε τήν ώρα τής Λειτουργίας τήν Κυριακή.

Πράγματι, τό Σάββατο τών Αγίων Θεοδώρων τηλεφώνησα.

-Ευλογείτε, πάτερ.

-Ο Κύριος.

-Σάς παρακαλώ, θέλω νά μιλήσω στόν πατέρα Νικόλαο.

-Δέν γίνεται, μού είπε.

-Πότε νά ξαναπάρω γιά τόν π. Νικόλαο, πότε;

-Μόλις πρό ολίγου τελείωσε τήν θεία Λειτουργία, κατέλυσε καί πέθανε μπροστά στήν Αγία Τράπεζα, τήν ώρα πού τήν ασπαζόταν γιά νά βγή από τό Ιερό. Επειδή αργούσε νά βγή, μπήκε ο εκκλησάρης καί τόν βρήκε γονατιστό αλλά χωρίς πνοή. Έχει έρθει η αστυνομία, θά τόν πάνε γιά νεκροτομή, θά τόν στείλουν στήν Αμερική.

-Δέν ξέρω τί λέτε, πάτερ, εγώ προχτές τού μίλησα, τέλος πάντων ήμασταν μαζί. Ήταν μιά χαρά. Δέν μπορεί, δέν είναι αυτός.

-Όχι, αυτός είναι.

Έτσι τό ήθελε ο Θεός. Έτσι ετελειώθη ο Νικόλαος ο άρχων, ο εργάτης τών εντολών τού Χριστού, ο κρυφός, ο φίλος μου, ο ολιγοήμερος, ο γνήσιος ποιμένας πού άφησε τά ενενήντα εννιά γιά τό ένα, πού πουλήθηκε δούλος σάν κι αυτόν τόν Επίσκοπο τού γεροντικού, ο Ιερέας τού 20ου αιώνος τού απατεώνος πού τά μάτια του δέν απατήθηκαν, αλλά είδε καθαρά τήν εικόνα τού κόσμου χωρίς φαντασία. Άς έχουμε τήν ευχή του.-

Τό κείμενο «Ιερεύς τις τού 20ού αιώνος» δημοσιεύθηκε στό Περιοδικό τής Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς «Πειραϊκή Εκκλησία» καί κυκλοφόρησε σέ πολλές ιστοσελίδες τού διαδικτύου, άλλοτε αυτοτελές καί άλλοτε εντεταγμένο σέ ένα γενικότερο κείμενο μέ τίτλο «Ενθύμιο Χειροτονίας εις Πρεσβύτερο Π. Ευαγγέλου εξ ιατρών 14/11/2009», τό οποίο αποτελεί τόν χειροτονητήριο λόγο τού Ιερέως ιατρού π. Ευαγγέλου. Όπως ο ίδιος μας πληροφορεί, ο Αρχιερέας Γρηγόριος τού ζήτησε νά αναφέρη στόν λόγο του τήν ιστορία τού π. Νικολάου: «Γράψε, Ευάγγελε, τήν ζωή τού π. Νικολάου, νά τήν μοιράσουμε σάν ενθύμιο τήν ήμερα τής χειροτονίας σου». Καί όπως σημειώνει ο π. Ευάγγελος, «έτσι γιά υπακοή τήν έγραψα εις αποκάλυψη τής μυστικής εργασίας του. Καί διαρκή υπόμνησή μου τού τί είναι Ορθόδοξος παπάς».

Πηγή:www.1myblog.pblogs.gr

Ο ΑΛΚΟΟΛΙΚΟΣ... ΜΟΝΑΧΟΣ

Κάποτε στο Άγιον Όρος ήταν ένας μοναχός που διέμενε στις Καρυές. Έπινε καθημερινά και μεθούσε και γινόταν αιτία να σκανδαλίζονται οι προσκυνητές. Κάποια στιγμή πέθανε και ανακουφισμένοι κάποιοι πιστοί πήγαν στον γέροντα Παΐσιο να του πουν με ιδιαίτερη χαρά ότι επιτέλους λύθηκε αυτό το τεράστιο πρόβλημα.


Ο π. Παΐσιος τους απάντησε ότι γνώριζε για το θάνατο του μοναχού, αφού είδε ολόκληρο τάγμα αγγέλων που ήρθαν να παραλάβουν την ψυχή του. Οι προσκυνητές απόρησαν και διαμαρτυρήθηκαν και κάποιοι προσπαθούσαν να εξηγήσουν στον γέροντα Παΐσιο για ποιόν ακριβώς μιλούσαν, νομίζοντας ότι δεν κατάλαβε ο γέροντας.


Ο γέροντας Παΐσιος τους διηγήθηκε: “Ο συγκεκριμένος μοναχός γεννήθηκε στη Μ. Ασία, λίγο πριν την καταστροφή όταν οι Τούρκοι μάζευαν όλα τα αγόρια. Για να μην το πάρουν από τους γονείς του, αυτοί το έπαιρναν μαζί τους στο θερισμό και για να μην κλαίει, του έβαζαν λίγο ρακί στο γάλα για να κοιμάται. Ως εκ τούτου μεγαλώνοντας έγινε αλκοολικός. Εκεί βρήκε γέροντα και του είπε ότι είναι αλκοολικός. Του είπε ο γέροντας να κάνει μετάνοιες και προσευχές κάθε βράδυ και να παρακαλεί την Παναγία να…τον βοηθήσει να μειώσει κατά 1, τα ποτήρια που έπινε.


Μετά ένα χρόνο κατάφερε με αγώνα και μετάνοια να κάνει τα 20 ποτήρια που έπινε, 19 ποτήρια. Ο αγώνας συνέχισε με την πάροδο των χρόνων και έφτασε τα 2-3 ποτήρια, με τα οποία όμως πάλι μεθούσε.”


Ο κόσμος έβλεπε χρόνια ένα αλκοολικό μοναχό που σκανδάλιζε τους προσκυνητές, ο Θεός έβλεπε ένα αγωνιστή μαχητή που με μεγάλο αγώνα αγωνίστηκε να μειώσει το πάθος του.


Χωρίς να ξέρουμε γιατί ο κάθε ένας προσπαθεί να κάνει αυτό που θέλει να κάνει, με ποιό δικαίωμα να κρίνουμε την προσπάθειά του.

Πηγή:www.ahdoni.blogspot.com

ΛΑΔΙ ΟΧΙ, ΕΛΙΕΣ ΝΑΙ ΓΙΑΤΙ;

Απαντά ο αείμνηστος καθηγητής της Λειτουργικής Ιωάννης Φουντούλης



«Γιατί σέ καιρό νηστείας νηστεύουμε τό λάδι καί τά ψάρια καί τρῶμε ἐλιές καί αὐγοτάραχο;»
Ἡ παλιά καί ἀληθινή νηστεία συνίσταται στήν πλήρη ἀποχή τροφῆς ἤ στήν ξηροφαγία. Ἐπειδή ὅμως αὐτή δέν εἶναι δυνατόν νά τηρηθεῖ στίς μεγάλες περιόδους τῶν νηστειῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, λόγῳ δύσκολων συνθηκῶν ζωῆς ἤ ἔλλειψης ζήλου, ἔχουν στήν πράξη ἐπινοηθεῖ διάφορες διευκολύνσεις, ὥστε νά εἶναι δυνατή ἡ ἐφαρμογή τῆς νηστείας ἀπό ὅλους τούς πιστούς.
Στήν ἀρχαία ἐποχή οἱ χριστιανοί μετά τήν ἐνάτη ὥρα (3 μ.μ.) τῶν νηστήσιμων ἡμερῶν κατέλυαν μόνο νερό καί ψωμί. Σιγά-σιγά ὅμως ὄχι μόνο ἡ διάρκεια τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀποχῆς ἀπό τροφή περιορίστηκε στά συνηθισμένα καί στίς ἄλλες μέρες ὅρια γι᾿ αὐτό μετατέθηκαν καί οἱ Ἑσπερινοί τῆς Τεσσαρακοστῆς καί οἱ Προηγιασμένες τό πρωί ἀλλά καί ἄλλα εἴδη τροφῶν ἄρχισαν νά χρησιμοποιοῦνται, ὅπως οἱ καρποί, τά ὄσπρια, τά ὀστρακόδερμα, τά μαλάκια κ.ο.κ.
Μέσα στά πλαίσια αὐτά μπορεῖ νά κατανοηθεῖ καί τό ὅτι τρῶμε ἐλιές κατά τίς ἡμέρες πού δέν τρῶμε λάδι, καί αὐγοτάραχο κατά τίς ἡμέρες πού ἀπέχουμε ἀπό ψάρια. Γιά τό πρῶτο μποροῦμε νά ἐπικαλεστοῦμε τό λόγο ὅτι οἱ ἐλιές τρώγονται ὡς καρπός, ἐνῶ ἡ ἀπαγόρευση τοῦ λαδιοῦ ἀφορᾶ στά φαγητά πού παρασκευάζονται μέ λάδι. Γιά τό δεύτερο ἡ δικαιολογία εἶναι λιγότερο εὔλογη, ἀφοῦ δέν ἰσχύει τό ἴδιο γιά τό γάλα ἤ τά αὐγά, ἀλλά καί αὐτά ἀπαγορεύονται κατά τίς νηστεῖες μας ὡς «καρπός... καί γεννήματα ὧν ἀπεχόμεθα» κατά τόν 56ο κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Γνωρίζω πάντως εὐλαβεῖς χριστιανούς πού κατανοοῦν ὅτι πρόκειται γιά «οἰκονομία», καί κατά τίς ἡμέρες τῶν μεγάλων νηστειῶν, ὅπως καί τήν παραμονή πού θά κοινωνήσουν, ἀπέχουν καί ἀπό ἐλιές καί ἀπό αὐγοτάραχο.
Εἶναι ἀλήθεια πώς αὐτή τήν ἐρώτηση τήν ἀκοῦμε συχνά ἀπό καλοπροαίρετους πιστούς καί συχνότερα ἀπό μερικούς πού εἰρωνεύονται τίς νηστεῖες. Θά μποροῦσε καί στίς δύο περιπτώσεις νά ὑπογραμμιστεῖ ἡ ἐλαστικότητα καί τό φιλάνθρωπο τῶν σχετικῶν ἐθίμων καί τῶν κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, πού δέν ἔχουν σκοπό νά ἐξοντώσουν τούς ἀνθρώπους, ἀλλά νά τούς βοηθήσουν νά ἀσκηθοῦν στήν ἐγκράτεια καί νά κυριαρχήσουν στά πάθη τους. Ἄν τούς σκανδαλίζουν οἱ τροφές αὐτές, μποροῦν νά ἀπέχουν ἀπό αὐτές χωρίς κατά τόν ἀπόστολο νά ἐξουθενώνουν τούς «ἐσθίοντας» ἤ νά «κρίνουν» (Ρω 14,3) τήν Ἐκκλησία γιά τήν φιλάνθρωπη τακτική της. Τό νά ἀναλάβει ἡ Ἐκκλησία ἀγώνα γιά τήν ἐκκαθάριση τῶν σχετικῶν μέ τή νηστεία ἐθίμων καί τῶν τροφῶν πού τρώγονται ἤ ὄχι σ᾿ αὐτήν, οὔτε τοῦ παρόντος εἶναι οὔτε μπορεῖ νά μείνει πάντοτε μέσα στά ὅρια τῆς σοβαρότητος. Ἐκεῖνο πού πρωτεύει εἶναι ὁ τονισμός τῆς ἀνάγκης τῆς νηστείας καί τῆς πνευματικῆς ὠφέλειας πού προέρχεται ἀπ᾿ αὐτή, καθώς καί ἡ προσπάθεια γιά τήν κατά τό δυνατόν συμμόρφωση τῶν πιστῶν στίς σχετικές ἐκκλησιαστικές διατάξεις, πού ἀρκετά ἔχουν ἀτονήσει στίς μέρες μας.

Πηγή:www.apolytrosis.gr

π. Ευμένιος Σαριδάκης: Ο ΚΡΥΦΟΣ ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ (†13 ΜΑΙΟΥ 1999)‏

Καταγωγή
Η Εθιά, η πατρίδα του πατρός Ευμενίου, είναι ένα ορεινό χωριό στα νότια του νομού Ηρακλείου Κρήτης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 740μ. και απέχει από το Ηράκλειο 38 χλμ. Είναι πολύ άγονο μέρος, γι’ αυτό και οι κάτοικοί του μετοίκησαν σ’ ένα χαμηλότερο μέρος, στο χωριό Ροτάσι.
 Στην Εθιά υπάρχουν δύο εκκλησίες: Η κεντρική είναι αφιερωμένη στην Παναγία μας και φυλάσσει θαυματουργό εικόνα της. Εκεί η Παναγία είχε εμφανισθεί σαν γυναίκα ντυμένη στα μαύρα κάποια ημέρα, που ο πατήρ Ευμένιος, μικρό παιδί τότε, άναβε τα κανδήλια του ναού, και του είπε: Εσύ μια μέρα θα γίνης ιερεύς». Εκεί, στον αύλιο χώρο της, έμελλε να είναι και ο τάφος, όπου αναπαύεται το σεπτό σκήνωμα του Οσίου Γέροντος μας. Η άλλη είναι του Προφήτου Ηλιού. Εκεί κοντά υπάρχει και αγίασμα.
Υπάρχουν και πολλά μικρά εκκλησάκια, για την ανακαίνισι των οποίων ο πατήρ Ευμένιος έστελνε χρήματα.
Ο πατήρ Ευμένιος ήταν γόνος μιας πολυμελούς και πάμπτωχης οικογενείας. Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του έτους 1931.
Οι γονείς του, Γεώργιος και Σοφία Σαριδάκη, ήταν άνθρωποι ευσεβείς και ενάρετοι. Είχαν οκτώ παιδιά. Το όγδοο και τελευταίο τους παιδί ήταν ο πατήρ Ευμένιος, που στην βάπτισί του πήρε το όνομα Κωνσταντίνος. Τα αδέλφια του, κατά σειρά ηλικίας, ήταν: Ελένη, Μιχαήλ, Αικατερίνη, Βασίλειος, Αμαλία, Μαρία και Ευγενία.
Ο μικρός Κωνσταντίνος ορφάνεψε από πατέρα σε ηλικία μόλις δύο ετών, δηλαδή η οικογένειά του έχασε τον προστάτη της πολύ νωρίς. Ήταν που ήταν φτωχή, χάνοντας και το στήριγμά της βρέθηκε σε πολύ δύσκολη κατάστασι. Η χήρα μάνα του με τι δυνατότητες να θρέψη τόσα στόματα; Ξενοδούλευε για να τα φέρη κάπως βόλτα. Μετά ήρθε και η γερμανική κατοχή, η οποία χειροτέρευσε κατά πολύ τα πράγματα. Σ’ αυτό το περιβάλλον και με πολλές στερήσεις μεγάλωσε ο Παππούλης μας. Παπούτσια φόρεσε στα δώδεκά του χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, δηλαδή τις στερήσεις, την πείνα και την ανέχεια, το ήθος και το φρόνημα του μικρού αυτού παιδιού δεν αλλοιώθηκαν.
Για παράδειγμα, ο Ιερεύς του χωριού τους ήθελε να του δίνη μια μικρή βοήθεια, επειδή πήγαινε και τον βοηθούσε στον ναό. Ο μικρός Κωνσταντίνος, όμως, του έλεγε: «Όχι, Παπα-Γιάννη, δεν παίρνουμε ποτέ χρήματα από την Εκκλησία». (Μαρτυρία Αριστέας Σαριδάκη).
Η, όταν του έδιναν μισή κουλούρα ψωμί για κάποια δουλειά που έκανε, ποτέ δεν την έτρωγε μόνος του, αλλά την πήγαινε στο σπίτι του και την έτρωγε με τ’ αδέλφια του, όλοι μαζί.
Χαρισματικό παιδί
Η Εκκλησία αγάλλεται και καυχάται, διότι εγέννησε και ανέδειξε ένα τέτοιο λαμπρό αστέρι και κόσμημα της˙ και η Κρήτη πρέπει να σεμνύνεται για το ηγιασμένο τέκνο της. Ο Παππούλης, από την νηπιακή του ηλικία, έδειχνε ότι ήταν σκεύος εκλεκτόν του Κυρίου μας. Από την βρεφική του ηλικία, όταν ακόμα δεν καταλάβαινε, προσπαθούσε να ευχαριστή τον Κύριό μας, αφού δεν θήλαζε Τετάρτη και Παρασκευή, αλλά κοιμόταν όλη την ημέρα, σύμφωνα με την μαρτυρία της αδελφής του Ευγενίας, η οποία το είχε ακούσει από την μητέρα τους να το ομολογή.
Οίνον και μεθύσματα ουδέποτε εγεύθη ο πατήρ Ευμένιος, δηλαδή οινοπνευματώδη ποτά, μπύρα, κρασί και αλκοολούχα ποτά δεν ήπιε ποτέ στην ζωή του.
Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν λειτούργησε για πρώτη φορά μόνος του ως Ιερεύς, ζαλίστηκε λίγο από την κατάλυσι της Θείας Κοινωνίας και γι’ αυτό, μετά, έβαζε λιγώτερο νάμα και περισσότερο ζέον.
Ο Κωστάκης, όπως τον έλεγαν, ήταν ένα χαριτωμένο και χαρισματικό παιδί, ακόμα και για τα κοσμικά δεδομένα, ενώ δεν είχε μάθει σχεδόν καθόλου γράμματα.
Οι δυσκολίες, η Κατοχή, κατά την διάρκεια της οποίας τα σχολεία υπολειτουργούσαν, δεν του επέτρεψαν να γευθή το αγαθόν της μαθήσεως. Παρ’ όλα αυτά μπορούσε, όπως ο ίδιος έλεγε, να κάνη πράξεις μαθηματικές, λογαριασμούς δύσκολους, όλα από μνήμης, γι’ αυτό οι χωριανοί του, όταν ήθελαν κάτι σχετικό, τον φώναξαν: «Έλα, Κωστάκη, να μας πής πόσο κάνει αυτό κι αυτό», η κάτι πιο δύσκολο. Κι όταν τους τα έκανε, μετά τον γέμιζαν λουκούμια.
Κάποια φορά, όταν ο Παππούλης ήταν μικρό παιδί ακόμη, πέθανε στο χωριό τους ένα κοριτσάκι οκτώ-εννέα ετών. Οι γονείς και oι συγγενείς του κοριτσιού έκλαιγαν απαρηγόρητοι για τον χαμό του παιδιού τους. Ο Παππούλης μας έλεγε σχετικά:
«Κάποτε, είχε πεθάνει ένα κοριτσάκι και περνούσε από μπροστά μας η νεκρώσιμη πομπή. Πέρασαν μπροστά κι από την δική μας αυλή. Έτσι έκαναν τότε. Έκαναν την βόλτα, για να γίνη πιο επίσημη η κηδεία. Έκλαιγαν όλοι κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, πολλά στολίδια, που είχε το φέρετρο. Κι αυτοί έκλαιγαν. Κι εγώ έτρεχα κι έβλεπα τα στολίδια, που είχε το φέρετρο. Ήμουν έξι-επτά χρόνων τότε. Δεν είχα δει καλύτερα και ωραιότερα στολίδια. Οι άλλοι έκλαιγαν κι εγώ χαιρόμουν, που έβλεπα τα στολίδια. Έβλεπα τα στολίδια και χαιρόμουν. Μου άρεσαν.Δέν ήταν στολισμένα από τους ανθρώπους, όμως εγώ τα έβλεπα έτσι. Στολίδια… στολίδια… όχι ότι τα έβαλαν οι άνθρωποι. Κι αυτοί έκλαιγαν, που έχασαν το παιδί, κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, που είχε πάνω του, τα στολίδια του Θεού, και χαιρόμουν».
Ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος θυμάται, σχετικά με την Χάρι, που από νωρίς είχε δοθεί στον Παππούλη μας: «Ο πατήρ Ευμένιος, όταν ήταν μικρός, είχε δει για πρώτη φορά την χάριν της αρχιερωσύνης. Την είχε δει στο πρόσωπο ενός Αρχιεπισκόπου, που είχε πάει στο χωριό του. «Έβλεπα», μου είπε, «το φως του Αγίου Πνεύματος πάνω στο πρόσωπό του. Το φως της αρχιερωσύνης, την χάρι της αρχιερωσύνης. Την έβλεπα και πήγαινα συνεχώς μπροστά του». Και είπε ο Αρχιεπίσκοπος: «Αυτό το παιδί τι βλέπει;».» Εγώ δεν έλεγα τι έβλεπα, αλλά μου άρεσε να βλέπω την χάρι της αρχιερωσύνης»».
Μοναχός Θεόκλητος δια φωτοφανείας
Ο πατήρ Ευμένιος ήταν θεόκλητος στον μοναχισμό. Ο ίδιος μας έλεγε:«Εγώ, δεκαεπτά χρόνων πήγα στο μοναστήρι. Ήμουν δεκαέξι χρόνια στο χωριό μου. Αγαπούσα τον Θεό, βέβαια, σκεπτόμουν πολλές φορές να γίνω καλόγερος. Μια μέρα μου λέει ο παπάς: «Έλα να σε κάνω νεωκόρο». Πήγα κι εγώ. Άναβα τα καντήλια πρωί-βράδυ, διάβαζα κιόλας, ο,τι βιβλία έβλεπα τα διάβαζα. Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς του 1944, το απόγευμα, πήγα, άναψα τα καντήλια στην εκκλησία και, μετά, πήγα στο σπίτι μας. Ήταν εκεί η αδελφή μου η Ευγενία. Φάγαμε ξεροτήγανα, τηγανίτες και μακαρόνες. Εκεί που τρώγαμε, ήρθε μια λάμψι και με τύφλωσε και μπήκε μέσα στα βάθη της ψυχής μου. Κι αμέσως, την ίδια στιγμή, φώναξα της Ευγενίας: «Ευγενία, θα γίνω καλόγέρος». Την ίδια στιγμή. Εκείνη την στιγμή με φώτισε ο Θεός. Την είδα με τα μάτια μου εκείνη την λάμψι, που μπήκε μέσα μου.
Μόλις είδα αυτή την λάμψι, είπα κατ’ ευθείαν: «Θα γίνω καλόγερος».
Όταν ο άνθρωπος έχει την κλήσι από τον Θεό για να κάνη κάτι καλό, ο Θεός ενεργεί και τον βοηθά».
Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και ο Μιχαήλ Χατζηγεωργίου:
«Τόλμησα, κάποτε, να τον ρωτήσω: «Γέροντα, είχες δίλημμα για το ποιόν δρόμο θα ακολουθήσης; Σκέφθηκες να γνωρίσης κάποια γυναίκα, να την ερωτευθής, να κάνης οικογένεια;»
Τότε μου αποκάλυψε την απόλυτη απόφασί του να ακολουθήση την παρθενική ζωή, που την σηματοδότησε ένα εξαιρετικό γεγονός.
«Χειμώνας του 1944, Κωστής τότε, δεκατριών ετών», μου είπε. «Ήμουν στο πατρικό μου σπίτι. Ζεσταινόμαστε στο τζάκι. Τότε είδα μια τεράστια φωτιά, που μπήκε μέσα μου. Και από εκείνη την στιγμή, γεμάτος χαρά, έλεγα: Εγώ θα γίνω μοναχός. Θα γίνω μοναχός». Και μου συμπλήρωσε: «Αν με πίεζαν αργότερα να παντρευτώ, θα πέθαινα, θα πέθαινα!».
Από το 1944 η ψυχή του νεαρού Κωστή είχε ένα μόνο προσανατολισμό: την αφιέρωσι στον Χριστό. Η κλίσι υπήρχε. Η κλήσι με εμφατικό τρόπο συντελέστηκε και ο μικρός Κωστής βιαζόταν να ενηλικιωθή, να λάβη ζωή η επιθυμία της καρδιάς του.
Η φλόγα έκαιγε άσβεστος μεσά του. Στα 1951 ο Κωνσταντίνος κείρεται Σωφρόνιος μοναχός».
Με ζήλο στον μοναχικό αγώνα
Σε ηλικία δεκαεπτά ετών ο Κωνσταντίνος αφήνει τα εγκόσμια και οδεύει εκεί, που τον οδηγεί η καρδιά του, η ψυχή του και όλο του το είναι. Εκεί, που το Άγιο Πνεύμα, εν είδει λαμπρού φωτός, τον φωτίζει, στην πλήρη αφιέρωσί του στον Χριστό, στον αγαπημένο του Ιησού, Τον οποίο από μικρός λατρεύει και υπηρετεί, είτε στα εξωκκλήσια του χωριού του, είτε κατά μόνας.
Τα βήματά του τον οδηγούν στην Ιερά Μονή Αγίου Νικήτα, στα νότια της Κρήτης, κάπως κοντά στο χωριό του, αφού απέχει μόνο δύο-δυόμισυ ώρες με τα πόδια.
Ο Κωνσταντίνος έγινε δεκτός από τον Ηγούμενο π. Ιερόθεο (Κωστομανωλάκη), στον οποίο έβαλε μετάνοια και άρχισε η δοκιμή του.
Στην Μονή τότε υπήρχαν, εκτός του Ηγουμένου, και δύο υπερήλικες και τυφλοί μοναχοί, τους οποίους ο Κωνσταντίνος φρόντιζε παντοιοτρόπως και ποικιλοτρόπως, λόγω του νεαρού της ηλικίας του, αλλά, κυρίως και πρωτίστως, λόγω της υπέρμετρου αγάπης που είχε.
Ως νέος, δόκιμος μοναχός, έκανε σχεδόν όλα τα διακονήματα της Μονής, ήταν πρόθυμος και φιλότιμος.
Μετά την τριετή του δοκιμασία, εκάρη μοναχός, μετονομασθείς Σωφρόνιος. Ως μοναχός, ο Σωφρόνιος έβαλε θεμέλιο της μοναχικής του ζωής την ταπεινοφροσύνη, την υπακοή και την εργατικότητα. Επιδόθηκε σε νέους αγώνες. Τις ημέρες εκοπίαζε σωματικά και τις νύκτες παρέμενε άϋπνος και προσευχόμενος. Αυτό το τυπικό το κράτησε μέχρι τέλους της ζωής του.
Καθημερινά ο πατήρ Σωφρόνιος έδινε αγώνα σε όλα τα διακονήματα, σε όλες τις εργασίες, στο ν’ ανοίξουν καλύτερους δρόμους για να διευκολυνθή η έλευσι των προσκυνητών, στους κήπους, στο να καλλιεργούν τα κτήματα, στο να φέρνουν νερό από μακρυά, γιατί δεν επαρκούσε το υπάρχον.
Αυτά έβλεπε ο διάβολος και εμηχανεύετο τρόπους για να ρίξη τον αγωνιστή. Δεν αρκείτο μόνον στον πόλεμο των λογισμών, αφού μόνον με αυτούς δεν μπορούσε να ανακόψη την αγωνιστικότητα του πατρός Σωφρονίου. Γι’ αυτό του παρουσιαζόταν, και αισθητώς και οφθαλμοφανώς, και του μιλούσε. Κάποια μέρα, μάλιστα, καθώς ο ίδιος ο Παππούλης μας έλεγε, ο διάβολος εμφανίσθηκε μπροστά του και του είπε: «Εγώ είμαι άγγελος και πέσε κάτω να με προσκύνησης». Όταν, όμως, εκείνος τα έλεγε αυτά, ο πατήρ Σωφρόνιος πρόσεξε ότι του έλειπε ένα δόντι και του λέει γελώντας και κοροϊδευτικά: «Δεν είσαι άγγελος, δεν είσαι άγγελος, γιατί σου λείπει ένα δόντι!». Τότε ο διάβολος γυρίζει εξαγριωμένος και του δίνει ένα δυνατό χαστούκι και αμέσως εξαφανίζεται από μπροστά του.
 Θαυματουργός εικόνα της Παναγίας, Εθιά Ηρακλείου Κρήτης
Κάποια άλλη μέρα, ο πατήρ Σωφρόνιος κατέβηκε κοντά στην θάλασσα, όπως ο ίδιος έλεγε, και άκουσε μέσα από την θάλασσα την Παναγία μας να του μιλάη και να του λέη, με την γλυκειά φωνή της: «Παιδί μου, μη φοβάσαι κι εγώ δεν θα σε αφήσω να χαθής». Σε ερώτησι, πως κατάλαβε ότι ήταν η Παναγία μας, απάντησε πολύ φυσικά: «Ε, την Παναγία μας δεν γνωρίζω;».
Και άλλοτε πάλι, έλεγε ότι η Παναγία μας τον αγκάλιασε. «Η Παναγία μου έκανε μια αγκαλιά», μας έλεγε.
Είδε την Αγία Μαρίνα
«Από ενωρίς ο ευλογημένος Κωνσταντίνος εκάρη μοναχός. Η ωριμότητα και η αποφασιστικότητά του φάνηκε αμέσως. Το αίσθημα και το χρέος της ξενιτείας τον συνείχε απόλυτα. Επεδίωκε να μην ξενυχτάη ποτέ έξω από το μοναστήρι. Όταν, κάποια φορά, αυτό στάθηκε αδύνατο και αναγκάσθηκε να παραμείνη στο πατρικό του σπίτι, είδε στο εικονοστάσι να βγαίνει η Αγία Μαρίνα από την εικόνα της, κρατώντας τον πειρασμό από τα κέρατα και δείχνοντάς του τον, του είπε: «Αυτός σας βάζει τους λογισμούς, να μην ακούτε τον Γέροντα και να νυστάζετε στις Ακολουθίες».
Στρατιωτική θητεία
Ο πατήρ Σωφρόνιος, όταν έφθασε την ηλικία των εικοσιτριών ετών, έπρεπε να πάη στρατιώτης, διότι τότε οι μοναχοί δεν απαλλάσσοντο των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων.
Η Μονή τον ετοίμασε σχετικά, τον εκούρεψε, του έκοψε δηλαδή τα μαλλιά και τα γένεια, και του τα φύλαξε, γιατί έτσι γινόταν τότε.
Παρουσιάσθηκε στο Μεγάλο Πεύκο, στις 24 Ιανουαρίου του 1954. Υπηρέτησε στο Μηχανικό και ήταν βοηθός μαγείρου. Κατόπιν, πήρε μετάθεσι για την Θεσσαλονίκη.
Στον στρατό ο Γέροντας ήταν υπόδειγμα υπακοής και εργατικώτατος, γι’ αυτό τον αγαπούσαν όλοι, από τον Διοικητή έως τον πιο απλό στρατιώτη. Ποτέ δεν θεώρησε αγγαρεία οποιαδήποτε εργασία του ανέθεταν, αλλά την έκανε με αγάπη, σωστά και καλά. Ο αξιωματικός υπηρεσίας τον σταματούσε πολλές φορές με το ζόρι, για να ξεκουρασθή.
Το ήθος και ο ακέραιος χαρακτήρας του πατρός Σωφρονίου έκανε ακόμη και τα πειραχτήρια του στρατού να αργούν, παρ’ όλο που ξέρανε ότι είναι καλόγερος.
Τις νηστείες τις κρατούσε όλες: Πάσχα, Χριστούγεννα, 15 Αυγούστου, Αγίων Αποστόλων και, φυσικά, Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Πώς τα κατάφερνε; Ένας συνάδελφός του, μάγειρας, έλεγε σχετικά: «Μέχρι και ελιές, ψωμί και κρεμμύδι έτρωγε μόνον, αρκεί να μη χαλούσε τις διατεταγμένες νηστείες της Εκκλησίας μας».
Κάθε ημέρα, ο Διοικητής του επέτρεπε να αποσύρεται για λίγο να προσεύχεται, πέραν της γενικής Προσευχής, επειδή εγνώριζε ότι ήταν καλόγερος. Τις Κυριακές και τις μεγάλες γιορτές του έδινε άδεια να πηγαίνη στον Ιερό Ναό του Αγίου Ελευθερίου Θεσσαλονίκης, να εκκλησιάζεται και να ψέλνη.
Το επίδομα των στρατιωτών, τότε, ήταν 53 δραχμές τον μήνα. Φυσικά, του Παππούλη αυτό το ελάχιστο ποσό όχι μόνο του έφθανε, αλλά με αυτό έκανε ελεημοσύνες, «δάνειζε» τους συναδέλφους του, έδινε σ’ όποιον του ζητούσε.
Στον στρατό ο πατήρ Σωφρόνιος αρρώστησε βαρειά. Έκανε υψηλό πυρετό 40°-41°, που δεν έπεφτε. Η κατάστασί του ήταν απελπιστική. Τότε του έκαναν έφοδο χιλιάδες δαίμονες, για να τον τρομάξουν και να τον τρομοκρατήσουν. Όμως, μόνο μέχρι γύρω-γύρω στο κρεββάτι μπορούσαν να φθάσουν. «Αγγίζανε το κρεββάτι», όπως έλεγε ο ίδιος, «αλλά επάνω δεν μπορούσαν να ανέβουν. Γύρω-γύρω μόνο».
Οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν την αιτία. Νοσηλεύθηκε στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η κατάστασί του, αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε. Τον έφεραν στην Αθήνα και νοσηλεύθηκε σε διάφορα νοσοκομεία. Τελικά, βρέθηκε ότι πάσχει από την νόσο του Χάνσεν, την γνωστή λέπρα, και μεταφέρθηκε στον Αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών.
Ο πατήρ Ευάγγελος Παπανικολάου, ο και ιατρός, θυμάται που του έλεγε ο Παππούλης μας:
«»Με παίρνουν φαντάρο και με στέλνουν στην Θεσσαλονίκη. Εκεί αρρώστησα κι άλλο. Με πάνε στον στρατιωτικό γιατρό, μου λέει: «Έχεις αφροδίσια».»Τί έχω;».»Αφροδίσια, τα κόλλησες από γυναίκα». Γελώ, Βαγγέλη μου, γελώ. «Γιατρέ μου, άλλο πράγμα έχω», του λέω. «Δεν έχω αφροδίσια». Ακούς, Βαγγέλη, αφροδίσια», και γέλαγε, γέλαγε. «Και τι έγινε, Γέροντα;», ερώτησα. «Είμαι στο λεωφορείο και έλεγα: «Παναγία μου, Καλυβιανή, τι αρρώστια έχω εγώ;».Με πλησιάζει ένας άνθρωπος και μου λέει: «Πάτερ, να σου πω, είσαι άρρωστος από λέπρα, να πας στο νοσοκομείο, στην Αθήνα. Είμαι κι εγώ άρρωστος άπ’ αύτό.Να πάς στο νοσοκομείο στην Αγία Βαρβάρα»». Επήγε ο πατήρ Ευμένιος στο νοσοκομείο, τον είδαν και του άρχισαν την θεραπεία. Εκεί συνάντησε τον πατέρα Νικηφόρο, που ευωδιάζουν τα λείψανά του».
Και ο Μόρφου Νεόφυτος μας έλεγε:
«Υπήρχε τότε ένας νόμος, που έλεγε ότι έπρεπε οι καλόγεροι, όταν ήταν σε νεανική ηλικία, να πάνε στρατιωτικό. Και τον ξύρισαν. Φανταστείτε τώρα, τον κούρεψαν. Κι αυτός πήγε. Πήγε στον στρατό, στην Θεσσαλονίκη, κι εκεί, για πρώτη φορά, φάνηκε το πρόβλημα της ασθένειας του Χάνσεν, της λέπρας.
«Και ήμουν», λέει, «ξαπλωμένος σ’ ένα κρεββάτι και είχα πάρα πολύ πυρετό. Κι εκείνη την ώρα μου είπαν: «Άκουσε, πάτερ Σωφρόνιε, είσαι άρρωστος, πολύ βαρειά άρρωστος, και δεν μπορείς πια να επιστρέψης στο μοναστήρι σου. Αν πας, θα πρέπη να πας για λίγο και μετά θα πρέπη να σε πάνε στο Νοσοκομείο».
Όταν έμαθε ότι έπασχε από λέπρα, έλεγε: «Χάρηκα πάρα πολύ». «Χάρηκες;», του λέω. «Ναι, με γέμισε απέραντη χαρά. «Οσο πιο μεγάλη ασθένεια, τόσο πιο μεγάλος σταυρός, τόσο πιο μεγάλη Ανάστασι. Και είπα: Πώ, πώ, πώ, μεγάλο δώρο μου έδωσες, Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ, Χριστέ μου, που μου έδωσες μεγάλο σταυρό. Θα έχω μαζί Σου μεγαλύτερη συμμετοχή στα πάθη Σου, αλλά και μεγαλύτερη συμμετοχή στην Ανάστασί Σου». Άκου ο άνθρωπος! Και ήταν μόλις 20 χρόνων».
Αδιάλειπτος αγώνας
Στον αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών, ο πατήρ Σωφρόνιος νοσηλεύτηκε επιτυχώς και θεραπεύτηκε τελείως. Η ασθένεια δεν του άφησε καμμία παραμόρφωσι, ούτε το παραμικρό σημάδι.
Μετά την θεραπεία του από αυτή τη σοβαρή ασθένεια, παρέμεινε μέσα στον Αντιλεπρικό Σταθμό, από αγάπη για τους πάσχοντας αδελφούς του. Η Διεύθυνσι του Σταθμού, επειδή ήταν μοναχός, του παρεχώρησε ατομικό κελλάκι, δίπλα στο εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων. Στο κελλάκι αυτό ο Παππούλης πέρασε όλη την υπόλοιπη ζωή του.
Εκεί ξανάρχισε τους πνευματικούς αγώνες, που είχε στερηθεί λόγω του στρατού και της ασθενείας του.
Καθημερινές ασχολίες του πατρός Σωφρονίου ήταν η φροντίδα για την ευπρέπεια του Ναού, στον οποίο ανέλαβε και καθήκοντα ιεροψάλτου, και η περιποίησι ασθενών, που ήταν παράλυτοι και δεν είχαν κανένα να τους φροντίση.
Ακόμη, έφτιαχνε λιβάνι και το μοίραζε σε μοναστήρια και ναούς, και γέμισε τους θαλάμους με ιερές εικόνες και πνευματικά βιβλία.
Τα καλοκαίρια πήγαινε για μήνες στο Άγιο Όρος, στο οποίο αναπαυόταν πολύ.
Πήγαινε επίσης στην Κρήτη, στην Μονή της μετανοίας του και στην Ιερά Μονή Καλυβιανής, όπου συνεδέθη με τον ιδρυτή της Μητροπολίτη Τιμόθεο, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης.
Όταν έκλεισε το Λωβοκομείο της Χίου, του έστειλε ο Άγιος Άνθιμος τον Οσιώτατο μοναχό Νικηφόρο, τυφλό και παράλυτο. Ο πατήρ Σωφρόνιος τον υπηρέτησε με όλη του την ψυχή και καρδιά και τον είχε πνευματικό πατέρα και οδηγό.
Ο αντίδικος, όμως, διάβολος φθόνησε την καλή πολιτεία του αγωνιστού Σωφρονίου και τον πολέμησε με σφοδρότητα και τον ταλαιπώρησε πολύ. Τον απάλλαξε διά παντός άπ’ αυτόν η Χάρις του Θεού και της Κυρίας Θεοτόκου.
Το 1975, σε ηλικία σαραντατεσσάρων ετών, ο μοναχός Σωφρόνιος χειροτονήθηκε εις πρεσβύτερον και πήρε το όνομα Ευμένιος. Ο πατήρ Ευμένιος συνέχισε τη ζωή του στο Λοιμωδών ως Ιερεύς, διεκρίθη δε και ως άριστος πνευματικός.
Μετά την πτώσι του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Ρωσσία, πήγε προσκυνηματικό ταξείδι στη Μόσχα, στην Πετρούπολη και στο Κίεβο.
Με την επιστροφή από εκεί, άρχισαν τα άλλα μεγάλα προβλήματα υγείας: σάκχαρο, ανεπάρκεια νεφρών, προβλήματα οράσεως και τα πόδια του, που έλεγαν οι γιατροί να του τα κόψουν. Έμπαινε και έβγαινε συνεχώς σε νοσοκομεία.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, έκανε ακόμη μερικά ταξείδια και συνέχιζε τα ιερατικά του καθήκοντα εις το ακέραιον: Ιερές Ακολουθίες και ατελείωτες επισκέψεις σε σπίτια πνευματικών του παιδιών για αγιασμούς, ευχέλαια και εξορκισμούς.
Αυτό κράτησε πάνω από οκτώ-δέκα χρόνια, οπότε μπήκε για τελευταία φορά στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, όπου, στις 23 Μαΐου 1999, απεδήμησε εις Κύριον σε ηλικία έξηνταοκτώ ετών.
Ακολουθούν κάποιες μαρτυρίες από τις τελευταίες εκείνες ώρες.
Ο Γέροντας Ευμένιος Σαριδάκης με τον μετέπειτα μητροπολίτη Μόρφου Νεόφυτο τότε ως διάκονο στη Ρωσία
Στην ημέρα της εορτής τους…
Τον σεβαστό Πατέρα Ευμένιο, τον αγαπημένο μας «Παππούλη», εκάλεσε ο Κύριός μας κοντά του στις 23 Μαΐου του έτους 1999, ημέρα Κυριακή, στην μνήμη των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων, της εν Νικαία Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, γύρω στις τέσσερεις το απόγευμα, ενώ ευρισκόταν στο θεραπευτήριον Ευαγγελισμός.
Ας σημειωθή, ότι ο Πατήρ Ευμένιος ανήκε στην Μητρόπολι Νικαίας και είναι άξιον θαυμασμού το ότι εφάνη ωσάν να ήλθαν οι Άγιοι προστάτες της μητροπολιτικής του περιφέρειας να παραλάβουν το εκλεκτό και υπερευλογημένο τέκνο τους, την ημέρα της εορτής τους.
Η εξόδιος Ακολουθία εψάλη εις τον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων, τον οποίο διεκόνησε η αγιότητά του με περίσσια αυταπάρνησι.
Ο ενταφιασμός του έγινε την επομένη ημέρα στην ιδιαιτέρα του πατρίδα, το χωριό Εθιά, του νομού Ηρακλείου.
Αποχαιρετισμός
«Δεν μπορώ να περιγράψω την θλίψι, που είχε στο πρόσωπό του, όταν για τελευταία φορά κλείδωνε την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, των γλυκύτατων και αγαπημένων του Αγίων, όπως συνήθιζε να λέη, και αποχαιρετούσε το άγιο κελλί του. Και τις τελευταίες ευχές για το Ίδρυμα: «Την ευχή μου να έχετε όλοι, την ευχή μου να έχετε όλοι», επαναλάμβανε, ενώ τον έπνιγε ένα βουβό κλάμα, καθώς περνούσαμε για τελευταία φορά τους δρόμους της αγαπημένης του Αθήνας.
Ευλογούσε συνέχεια και έλεγε: «Ωραία που είναι η Αθήνα! Ωραία Αθήνα, ευλογημένη Αθήνα! Τίποτε άλλο δεν υπάρχει πιο ωραίο από την Αθήνα». Ευλογούσε τους δρόμους, την Ομόνοια, την Αγορά, την Μητρόπολι, την Βουλή των Ελλήνων, τους πάντες και τα πάντα.
Ανεξίτηλα έχουν μείνει στην μνήμη μου τα λόγια, που είπε την Πέμπτη 29 Απριλίου του 1999, τα μεσάνυκτα: «Σήμερα ήθελαν πάλι να μου κάνουν αιμοκάθαρσι δύο ώρες. Με τρύπησαν επτά-οκτώ φορές. Με τρύπαγαν αυτές, με τρύπαγαν σαν τον Δεσπότη Χριστό. Μαρτύρησα, μαρτύρησα σαν τον Δεσπότη Χριστό. Γιατί το κάνουν αυτές αυτό;» «Γέροντα», του απαντώ, «δεν θα ήξεραν οι νοσοκόμες». «Θέλετε να αλλάξουμε γιατρούς και νοσοκομείο», του πρότεινα. «Μπά, δεν χρειάζεται», μου απαντάει. «Μου αρέσει πολύ ο Ευαγγελισμός…»».
Ο τελευταίος Εσπερινός
«Για τελευταία φορά ο Γέροντας εισήχθη στον Ευαγγελισμό στις 17 Δεκεμβρίου του 1997 (εορτή του Αγίου Διονυσίου).
1η Μαΐου του 1999. Δεν αισθάνεται καθόλου καλά.
2α Μαΐου. Τον θυμάμαι το βράδυ εκείνο της Κυριακής, με το ραδιοφωνάκι στα χέρια, να παρακολουθή τον Εσπερινό του Αγίου Πέτρου, πολιούχου Άργους. Ήταν ο τελευταίος Εσπερινός, που άκουγε.
3η Μαΐου, 4η Μαΐου, ο Γέροντας χειροτέρευε. Από τους γιατρούς καμμία βοήθεια. Έλεγε συνέχεια: » Ελάτε, πεθαίνω, πεθαίνω, πεθαίνω…».
5η Μαΐου έως 23η Μαΐου, πονούσε φοβερά όλες αυτές τις ημέρες.
Στις 23 Μαΐου του 1999, την Κυριακή των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων, στις 4:10 μ.μ., εκοιμήθη».
Μετά την κοίμησί του επιτελεί πολλά και μεγάλα θαύματα, όπως το ομολογούν άνθρωποι που υεργετήθηκαν η αυτόπτες μάρτυρες. Ο βίος του υπήρξε αρετή και η αρετή βίος.
Πηγή: Σίμωνος Μοναχού, Πατήρ Ευμένιος – Ο κρυφός άγιος της εποχής μας, Επιμέλεια κειμένου: Μαίρη Αποστολάρα, Πρώτη Έκδοσι, Δεκέμβριος 2009