Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2021

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ ΣΤΟΝ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΥ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΓΟΝΤΙΚΑΚΗ, ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Ι.Μ. ΙΒΗΡΩΝ

Πᾶν μέτρον ἄριστον. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ μέτρο, ὁ ἅγιος ἄνθρωπος. Κι ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ εἶναι ἕνα μέτρο γιὰ τὸν ἄνθρωπο, τὴ ζωὴ καὶ τὴν τέχνη καὶ τὴ δρᾶσι.

Ποῦ βρίσκεται! Πῶς ζῆ! Πῶς γράφει! Τί ποίησι, τί φιλοσοφία, τί ψυχολογία κάνει! Πῶς δρᾶ, ἡσυχάζει, κινεῖται καὶ ἀκινητεῖ!

Μποροῦμε δι’ αὐτοῦ νὰ κρίνωμε τοὺς ἀνθρώπους; Δὲν εἶναι μεγάλος, μέγιστος, μοναδικός; Δὲν εἶναι ἀδικία ἢ αὐθάδεια νὰ συγκρίνωμε μὲ τέτοια μεγέθη ὅλους τοὺς ἄλλους, ἐμᾶς, τοὺς κοινούς;

Θὰ ἀπαντοῦσα ἀδίσταχτα: Ὄχι. Ἂν ἦταν κάποιος ποὺ ἀνέπτυξε μία δρᾶσι ἢ κάποιος ποὺ εἶχε μερικὰ ὅλως ἐξαιρετικὰ φυσικὰ χαρίσματα καὶ δι’ αὐτῶν κατέπληξε τὴν ἀνθρωπότητα, δὲν θὰ ἦταν σωστὸ νὰ τὸν πάρωμε σὰν μέτρο κρίσεως καὶ συγκρίσεως τῶν ἀνθρώπων. Ἐδῶ ὅμως συμβαίνει κάτι ἄλλο: τοῦτος ὁ Ἀββᾶς εἶναι μέγιστος καὶ ἀνθρωπινότατος. Εἶναι μεγάλος καὶ προσηνής. Κοντά του οἱ μεγάλοι νοιώθουν ἐλάχιστοι καὶ οἱ μικροὶ παίρνουν θάρρος, μποροῦν νὰ κινηθοῦν.

Δὲν κολακεύει τὸν ἕνα, οὔτε περιφρονεῖ τὸν ἄλλο. Δὲν ἀγνοεῖ τοὺς πόνους, τὶς κλίσεις καὶ τοὺς καημοὺς κανενός. Αὐτὸς εἶναι ἕνα ἄρτιο σύνολο. Ἕνας ὥριμος καρπὸς τοῦ Πνεύματος, ποὺ τὴν ὡριμότητά του φανερώνει μὲ τὸ χρῶμα, τὸ ἄρωμα, τὴν ἁπαλότητα, τὴ γεῦσι.

Εἶναι ἀνθρώπινος, ταπεινός· καταλαβαίνει, γνωρίζει βαθιὰ τὶς ἀδυναμίες τοῦ ταλαίπωρου κόσμου. Δὲν εἶναι κανεὶς κριτὴς ἄτεγκτος ἢ ἱεροεξεταστὴς ἀνίλεως. Εἶναι γνώστης τῶν ἀδυναμιῶν καὶ τῆς πτωχείας μας, μέτοχος τῆς φύσεώς μας καὶ –ταυτόχρονα– κοινωνὸς τῆς χαρᾶς καὶ τῆς παρακλήσεως τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.

Δὲν διαπληκτίζεται μὲ κανένα. Δίδει ἀφορμὲς καὶ περιμένει. Λέει τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀφήνει νὰ δράση μέσα μας.

Καὶ γιὰ τὴ λογοτεχνία καὶ ἐξομολόγησι τῶν λογοτεχνῶν: Τὶς ξέρει, τὶς καταλαβαίνει, τὶς γνωρίζει, τὶς δέχεται. Εἶναι καὶ ὁ ἴδιος λογοτέχνης. Καὶ τόσο πολὺ λογοτέχνης, ποὺ φτάνει στὸ σημεῖο νὰ μὴν εἶναι. Ἔχει ξεπεράσει τὴ λογοτεχνία καὶ βρίσκεται στὸν ἐπέκεινα χῶρο, ὅπου ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο ὁ ἀληθινὸς πόνος καὶ ὁ καημὸς τῆς λογοτεχνίας.

Ὄντας μεγάλος, σέβεται τὸν μικρό, τὸν ταπεινό. Σέβεται καὶ τοὺς λογοτέχνες, τοὺς ἀγῶνες καὶ τὶς ἐξομολογήσεις τους, περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι οἱ ἴδιοι οἱ λογοτέχνες, ποὺ λίγο-πολὺ ὅλοι βρίσκονται στὸν χῶρο τῆς φθορᾶς, τῆς ἅμιλλας, τῆς ζήλειας καὶ τῆς προσπάθειας νὰ τὰ ξεπεράσουν ὅλα αὐτά.

Τὸ μήνυμα: Μπορεῖ νὰ γίνη ὁ ἄνθρωπος λίγο σὰν τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ. Νὰ ἡσυχάση ἐν ὅσῳ ζῆ ἐπὶ γῆς. Καὶ νὰ ἐπιβιοῖ μέσα στοὺς πολλοὺς ἀειζώως, ἐνῷ θὰ ἔχη ἀπέλθει εἰς τὰς αἰωνίους μονάς.

Ἀκούγοντας ἕνα λογοτέχνη (παίρνουμε ὡς παράδειγμα τὸν Γιῶργο Ἰωάννου, ὅπως παρουσιάζεται στὰ «Εἰς ἑαυτόν»), βλέποντάς τον νὰ ἀγωνίζεται νὰ βρῆ μιὰ ἰσορροπία· νὰ ἀκροζυγιάση δίκαια τὴ ζωή του, τὸ ἔργο του· βλέποντάς τον νὰ θέτη προβλήματα μεγάλα τιμίως, νὰ ψάχνη γιὰ τὸ γνήσιο καὶ αὐθεντικὸ στὸ περιεχόμενο καὶ στὴν ἔκφρασι τῆς δουλειᾶς του, δὲν μπορεῖς νὰ μείνης ἀσυγκίνητος. Ὅλος αὐτὸς ὁ ἀγώνας κάτι σοῦ λέει· κάτι μπορεῖ νὰ πῆ σ’ ὅποιον ἀγωνίζεται τίμια στὸν ὁποιονδήποτε δικό του τομέα. Μόνο κάτι μένει νὰ πῆς –ἐφ’ ὅσον τὸν βλέπεις νὰ βασανίζεται γιὰ τὸ γνήσιο. Καὶ αὐτὸ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: «Ἔτι ἕν σοι λείπει» (Λουκ. 18, 22):

Ἀφοῦ τὰ δίνεις ὅλα· ἀφοῦ ἐγκαταλείπεις τὰ σχετικά· ἀφοῦ ἔφτασες στὸ σημεῖο νὰ μὴ σὲ ἐνδιαφέρει ἡ προβολή· ἀφοῦ πονᾶς, σκέπτεσαι τὸν ἀναγνώστη σου, τὸν ἄνθρωπο· τότε γιατί δὲν κάνεις ἕνα ἀκόμη βῆμα; Τὸ βῆμα αὐτὸ σοῦ τὸ δείχνει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ.

Δὲν σοῦ λέει ὁ Ἀββᾶς, μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὰ γραπτά του, «ἐγκατάλειψε τὸν ἀγώνα σου». Δὲν ἀπορρίπτει τὴν προσπάθειά σου. Νοιώθει τὴ χαρὰ ποὺ ζῆς καὶ ἀπολαμβάνεις γράφοντας καὶ δημιουργώντας τίμια. Δὲν σοῦ τὸ ἀρνεῖται. Δὲν θέλει νὰ σὲ σταματήση. Θέλει νὰ σὲ ἐλευθερώση ἀπὸ τὴν ἀνακύκλωσι τῆς φθορᾶς: νὰ σπάση τὸ φράγμα ποὺ σοῦ δεσμεύει τὴν πορεία· νὰ σὲ σπρώξη στὰ ἄπατα νερὰ τοῦ μυστηρίου τῆς ζωῆς.

Αὐτὸς βλέπει ὅτι ἐσὺ κλείνεις τὸν ἑαυτό σου. Φυλακίζεις τὸ εἶναι σου, ποὺ διψᾶ τὴν ἐλευθερία. Σταματᾶς τὴ λογοτεχνική σου ἐξέλιξι, περιορίζεις τὸν ὁρίζοντα τῆς ζωῆς σου, στερεῖς ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου ἀνοίγματα πρὸς νέες ἐπεκτάσεις –θανάτους καὶ ἀναστάσεις– ποὺ καταξιώνουν τὸν ἄνθρωπο καὶ καθιστοῦν ἀτέρμονη καὶ ἀέναη τὴ λογοτεχνικὴ δημιουργία καὶ τὴ χάρι της.

Ἀκολουθώντας πιστὰ τὸν Ἀββᾶ μπαίνεις πιὸ πολὺ μέσα στὸν ἄνθρωπο. Καὶ ὁ κάθε ἄνθρωπος σὲ σένα. Ὅλοι μαζὶ προχωρεῖτε ἀδελφωμένοι πρὸς τὴν καινὴ κτίσι, ἀναπνέετε στὸν ἥσυχο ἀέρα τῆς ἀδέσμευτης ἐλευθερίας. Αὐξάνεστε ἀτελείωτα καὶ διαστέλλεστε ἀσταμάτητα, ταπεινούμενοι, συστελλόμενοι, θυσιαζόμενοι γιὰ τὰ μέγιστα.

Στὴ σοβαρὴ λογοτεχνία ἀναμφίβολα βρίσκεις συμπυκνωμένη κάποια ἀνθρωπιά. Ἀναπαύεσαι, συμφωνεῖς. Παίρνεις στοιχεῖα ζωῆς. Ἡ ἀνάπαυσι ἔρχεται μέσα σου, καὶ μιὰ καινούργια δύναμι καὶ ὄρεξι ἀποκτᾶ ὁ ἑαυτός σου γιὰ τὴ συνέχισι τοῦ ἀγώνα.

Ἀλλὰ ἡ τελικὴ ἀπειλὴ μένει ἀνοιχτή. Προχωρεῖς. Καὶ φτάνεις στὸν θάνατο, στὸν τάφο. Τότε οἱ φίλοι λογοτέχνες μπορεῖ νὰ σοῦ φέρουν μὲ ἀγάπη ἕνα μπουκέτο λουλούδια ἢ μιὰ ἀνθοδέσμη καλῶν καὶ μετρημένων λόγων. Δὲν μποροῦν ὅμως νὰ σὲ ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὸν θάνατο· νὰ ἀκυρώσουν τὸν «ἔσχατο ἐχθρό» (Α΄ Κορ. 15, 26). Τὸ νοιώθουν –ἄσχετα ἂν πολὺ θὰ τό ’θελαν νὰ εἶναι διαφορετικά– ὅτι βρίσκονται δῶθε τοῦ θανάτου. 

Μπορεῖ ὅμως ὁ ἄνθρωπος νὰ μπολιαστῆ σὲ ἕνα δέντρο ἀείζωο. Μπορεῖ νὰ γίνη «κλῆμα τῆς ἀμπέλου τῆς Ζωῆς». Μπορεῖ ἡ ἄσκησί του νὰ συνδεθῆ μὲ μίαν ἄλλη. Μπορεῖ νὰ βαφτιστῆ ὁλόκληρος. Νὰ προσφερθῆ, νὰ πεθάνη, ὅπως τὸ ζητοῦν οἱ ἀληθινοὶ ἐραστὲς τῆς Ἀλήθειας. Καὶ πεθαίνοντας, συνθαπτόμενος εἰς τὸν θάνατον τοῦ Ἰησοῦ, νὰ συναναστηθῆ μαζί Του σὲ μιὰ καινὴ ζωή.

Ἔτσι, ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀνθρωπιά, τὴν ὁποία πετυχαίνουν μὲ τὸν ἀγώνα καὶ τὸν κόπο ποὺ καταβάλλουν, οἱ ἀληθινοὶ λογοτέχνες μποροῦν νὰ προχωρήσουν φυσιολογικὰ στὴ θεανθρωπία.

Ὁ λόγος καὶ ἡ ὕπαρξι τοῦ λογοτέχνη ἐγκεντρίζεται στὴ ζωὴ τὴν αἰώνιο. Τρέφεται ἀπ’ αὐτήν. Τρέφεται ἀπὸ τὸν ἕνα Λόγο, «δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν» (Πρβλ. Ἰω. 1, 3).

Τότε βρίσκουν αὐτὸ ποὺ προσδοκοῦν. Ψηλαφοῦν αὐτὸ ποὺ ὑπαινίσσονται καὶ ἐνσαρκώνουν αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦν. Συνεχίζουν τὸν ἀγώνα τὸν λογοτεχνικό. Τοὺς δίδεται τὸ ἀνέφικτο, τοὺς χαρίζεται ἐκεῖνο ποὺ «ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» (Α΄ Κορ. 2, 9).

Δὲν σταματᾶ κάπου ἡ πορεία, ἡ ἐπέκτασι, ἡ ἄνοδος. Συνέχεια προχωρεῖς. Ἀπεκδύεσαι τὴν προβολή. Ἐγκαταλείπεις τὴν ἄμυνα. Ὅλα σοῦ κάνουν καλό. Μὲ ἄλλο ἀσχολεῖσαι. Ἀποφεύγεις τὰ ἀνθρώπινα καὶ βρίσκεις τοὺς ἀνθρώπους. Φτάνεις στὴ σιωπή. Καὶ μιλᾶ μὲ ἄλλο τρόπο ὁ λόγος καὶ ἡ ζωή σου.

Ὅταν ἀνεβῆ ἡ θερμοκρασία, κολλοῦν τὰ μέταλλα. Ἂν εἶσαι ἀπαιτητικὸς στὴ ζωή σου, μπορεῖς νὰ ἔλθης σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ. Αὐτὸς θὰ σὲ μυσταγωγήση στὰ κεκρυμμένα. Θὰ σὲ παραλάβη ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ σταματᾶς. Θὰ σὲ πιάση ἀπὸ τὸ χέρι τότε ποὺ νοιώθεις ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ ἀνεβῆς. Θὰ σὲ βοηθήση νὰ προχωρήσης στὸν δρόμο σου. Θὰ σοῦ ἀποκαλύψη –θὰ τὸ δῆς καὶ θὰ τὸ ζήσης μόνος σου– ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἡ μέλλουσα χαρίζεται στοὺς ἀνθρώπους ἤδη ἀπὸ σήμερα.

Καὶ μένει ὁ Ἀββᾶς κριτήριο καὶ μέτρο· γιὰ τούτη τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἄλλη· γιὰ τὴ διαγωγὴ καὶ τὸ γράψιμο· γιὰ τὴ δρᾶσι καὶ τὴ θεωρία· γιὰ τὴν ἀντιμετώπισι κάθε εὐτυχίας ἢ συμφορᾶς· γιὰ τὴν ἀποκρυβὴ καὶ τὴ φανέρωσι· γιὰ τὴ σιωπὴ καὶ τὸν λόγο. […]

Ἂν ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ἔχη τὸν ἀνεξιχνίαστο πλοῦτο τῆς Χάριτος· ἐὰν πολλοὶ λογοτέχνες μποροῦν πολλὰ νὰ πάρουν καὶ νὰ βοηθηθοῦν ἀπ’ αὐτόν…

Ὑπάρχει καὶ ἡ ξεχωριστὴ περίπτωσι τοῦ Ντοστογιέφσκι, ὅπου ἡ πνευματικὴ συγγένεια καὶ ὁμοιότης –παρ’ ὅλη τὴν ἐμφανῆ καὶ μεγάλη διαφορά– μὲ τὸν Ἀββᾶ εἶναι ἀναμφισβήτητη. Μποροῦμε νὰ ποῦμε: κοσμικὸς Ἀββᾶς Ἰσαάκ.

Ἔτσι, μπορεῖς καὶ γι’ αὐτόν, τὸν ἱερὸ καὶ μέγιστο λογοτέχνη, νὰ μιλήσης στὸν ὑπερθετικὸ βαθμό, γιατὶ παραμένει ἐσαεὶ στὸ παγκόσμιο στερέωμα ἕνα παρήγορο φαινόμενο, ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ καρπὸς τοῦ Πνεύματος.

Δὲν σοῦ παριστάνει τὸν δάσκαλο. Δὲν σοῦ λέει κάτι ἐξωτερικὰ καὶ ἀνώδυνα. Σοῦ προσφέρει αὐτὸ ποὺ ἐρρευσε ἀπὸ τὴν καρδιά του, ποὺ δὲν εἶναι δικό του, ἀλλὰ τοῦ Πνεύματος.

Αὐτὸς ὁ ἐπαναστάτης πίστεψε στὸν Θεάνθρωπο καὶ ὁμολόγησε: «Ἃν μοῦ ἀποδείξετε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ἐγὼ θέλω τὸν Χριστό, κι ὄχι τὴν ἀλήθεια»1· τὸν Χριστὸ ποὺ εἶπε: «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. Τοῦτο εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες» (Ἰω. 7, 38-39).

Ἀπὸ μέσα του ρέουν ποταμοὶ παρακλήσεως, ποὺ τὴν κέρδισε μετὰ ἀπὸ χίλια βάσανα, πόνους, πειρασμούς, θανατικὲς ἀπειλὲς καὶ κάτεργα. Αὐτὴ παρασύρει καὶ ζωογονεῖ τοὺς πάντας. Ἔτσι, ἔχει νὰ πῆ καὶ λέει πολλά. Καὶ δι’ ὅλων προσφέρεται τὸ ἕνα· ἡ παράκλησι, ἡ παρηγοριὰ τοῦ Πνεύματος.

Αὐτὸς σὰν νὰ κάθεται κάπου μόνος. Συζητᾶ μὲ τὸν ἑαυτό του. Διαλέγεται μὲ τὸ πολυπρόσωπο εἶναι του. (Εἶναι γνωστὸ τὸ λεγόμενο ὅτι στοὺς Ἀδελφοὺς Καραμάζωφ ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας αὐτοπεριγράφεται σ’ ὅλες τὶς μορφὲς τῶν ἀδελφῶν.) Καὶ εἶναι ἀληθινός. Δημιουργεῖ κλίμα εὔκρατο γύρω του. Ἀναδίδει μαγευτικὴ μουσική. Σκορπᾶ ὑλικὸ πολύτιμο δωρεάν. Καὶ μαζεύεται ὅλος ὁ κόσμος γύρω του. Τὸν ἀκούει. Μένει μαζί του. Τὸν παίρνει μέσα του. Τὸν δέχεται σὰν δικό του. Ποτίζεται ἡ ρίζα ἡ βαθιὰ τοῦ κάθε μαραμένου μὲ τὸ νερὸ ποὺ ρέει ἀπὸ ἐδῶ. Γιατρεύονται οἱ πόνοι καὶ συσφίγγονται οἱ παράλυτοι στὰ θερμὰ νερὰ τούτης τῆς ἰαματικῆς πηγῆς.

Ὁ Ντοστογιέφσκι παρακολουθεῖ τὴν ἱστορία ἔσωθεν. Ζῆ τὴν ἐμπειρία τῶν ἡρώων του. Γνωρίζει μὲ κοινωνία ζωῆς τί συμβαίνει μέσα τους. Καὶ αὐτὴ ἡ πείρα, ἡ μέσα γνῶσις, συνέχεια φανεροῦται στὴ διήγησι. Συναρμολογεῖ τὰ γεγονότα. Πλέκει τοὺς διαλόγους. Στρώνει τὶς φράσεις. Λέει κάτι ξεκάθαρα ἢ τὸ ἀφήνει νὰ ἐννοηθῆ. Πάντοτε ὅμως αὐτὸς ἀπὸ μέσα ὁδηγεῖ ἀπαρασάλευτα τὰ πράγματα ἐκεῖ ποὺ θέλει. Ἤ, καλύτερα, ὁ Χριστὸς τὰ κατευθύνει μὲ τὸ πανάγιο θέλημά Του.

Εἶναι ὅλα δονήσεις σεισμοῦ, τοῦ ὁποίου τὸ ἐπίκεντρο βρίσκεται στὰ βάθη τῆς ζωῆς τοῦ Ντοστογιέφσκι. Ἔτσι, ὅταν κάτι φανερώνεται, κάτι κινῆται στὴν ἐπιφάνεια, σημαίνει ὅτι ταυτόχρονα, ἀπὸ τὸ βάθος μέχρι τὴν ἐπιφάνεια, ὅλο τὸ σῶμα τῆς γῆς –τὸ εἶναι τοῦ Ντοστογιέφσκι– δονεῖται καὶ μετέχει στὸ γεγονός. Αὐτὸς βρίσκεται ὁλόκληρος μέσα σὲ ὅλους τοὺς ἥρωές του. Ταυτίζεται μ’ αὐτοὺς ἀσυγχύτως.

Πόσο παθιασμένα καὶ πειστικὰ ὑποστηρίζει τὴν κάθε μιὰ θέσι! Πὼς καὶ οἱ δύο πλευρές, οἱ δύο ἀπόψεις τοῦ ἴδιου θέματος, ἔχουν τὰ δίκια τους! Καὶ πὼς ἡ Ἀλήθεια, ποὺ εἶναι πρόσωπο θεανθρώπινο, ξεπερνᾶ τοὺς στοχασμοὺς ποὺ θέλουν νὰ ποῦν τὸ ἄρρητο ἢ τὶς ἀπόψεις ποὺ χωρίζουν τοὺς ἀνθρώπους!

Καὶ ὁ Ντοστογιέφσκι κυκλοφορεῖ ἀοράτως ἐν λευκοῖς μετὰ τοῦ Ἀναστάντος χαρίζοντας εἰρήνη καὶ χαρὰ στοὺς ἀπεγνωσμένους καὶ καταφρονημένους.

Σοῦ κάνει κριτική, χωρὶς νὰ σοῦ τὸ λέη. Σοῦ προσφέρει ὑγεία ψυχῆς ἀσχολίαστα. Σοῦ μιλᾶ, χωρὶς νὰ ἀπευθύνεται σὲ σένα. Σοῦ ἀναμοχλεύει σοβαρότατα προσωπικὰ θέματα, μονολογώντας καθ’ ἑαυτόν.

Καὶ ἐπειδὴ σὲ ἀφήνει ἐλεύθερο, πᾶς κοντά του. Ἐπειδὴ δὲν σοῦ κάνει τὸν δάσκαλο, τεντώνεις τὸ αὐτί σου. Ἐπειδὴ ἔχει αὐτὸ ποὺ θέλεις, μένεις πάντα, ἄθελά σου, δίπλα του.

Ἂν ζητοῦσε νὰ τὸν ἀκούσουν, αὐτὸ καὶ μόνο θὰ ἦταν ἱκανὸ νὰ διώξη τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ κοντά του. Θὰ ἦταν ἀπόδειξι ὅτι λέει ψέματα.

Τὸ ψεύτικο προβάλλεται καὶ ζητᾶ ὀπαδούς. Τὸ ἀληθινὸ τιμᾶται περιφρονούμενο καὶ σώζει αὐτοὺς ποὺ μποροῦν νὰ νοιώσουν τὴν ἀξία του.

Δὲν ἐπιδιώκει κάτι δικό του, ἀλλὰ φανερώνει ἐκεῖνο ποὺ λειτουργεῖ καὶ καταλήγει κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Κάνει φαινομενικὰ κάτι τὸ ἄσχετο ἢ καὶ μπλεγμένο. Οἱ ἥρωές του εἶναι συχνὰ παράφρονες, δαιμονισμένοι ἢ καὶ ἐγκληματίες. Οἱ ἱστορίες του εἶναι φορτωμένες καὶ περιπεπλεγμένες, ἀλλὰ ὁ ἄξονάς του σταθερός. Καὶ τὸ σημεῖο ὅπου ὁδηγεῖ, σαφὲς καὶ παρήγορο. Ὅλοι ἔρχονται ἑκούσια πρὸς αὐτόν, ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται τὸ ἄγνωστο εἶναι τους, τὸ ἄλγος τοῦ νόστου.

«Ὅπου ἐὰν ᾖ τὸ πτῶμα, ἐκεῖ συναχθήσονται οἱ ἀετοί» (Ματθ. 24, 28). Καὶ οἱ ἄνθρωποι ἔρχονται στὸ πτῶμα, στὸν πόνο, στὸν τάφο, ἀπ’ ὅπου ἡ ζωή.

Πόσοι πολλοὶ ἀλληλοσπαρασσόμενοι, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἀνεχθοῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἔχουν τὸν Ντοστογιέφσκι μέσα στὴν καρδιά τους! Ἔχουν τὴ φωτογραφία του μέσα στὸν πιὸ δικό τους χῶρο! Ἔχουν τὴ μαχαιριὰ τοῦ πόνου του νὰ αἱμορραγῆ καὶ νὰ μαλακώνη τὰ σωθικά τους!

Δὲν μπορεῖς νὰ διαβάσης τὸν Ντοστογιέφσκι, ἂν ζητᾶς τὰ τίμια, καὶ νὰ μείνης ὁ ἴδιος. Δὲν μπορεῖς νὰ τὸν διαβάσης, τὴν ὥρα ποὺ μπορεῖς νὰ πάρης τὸ μήνυμά του, καὶ νὰ τὸν ξεχάσης. Γίνεται δικός σου. Γίνεσαι δικός του. Ἀδελφωθήκατε σ’ ἕνα χῶρο βαθύ, ὑψηλό, εὐρύχωρο· σ’ ἕνα χῶρο ποὺ ἀνήκει σ’ ὅλους. Καὶ χωροῦν ὅλοι.

Ἡ φωνή του καταργεῖ τοὺς χωρισμούς. Ὁ λόγος του πάει βαθιά. Περνᾶ ὅλα τὰ γρανιτώδη πετρώματα τῆς ἀνθρώπινης σκληρότητος. Ἡ ψυχή του ἔχει ἀντοχὴ ἀτσαλιοῦ καὶ εὐαισθησία ἀγγέλου. Μπαίνει στὸν πιὸ βαθὺ χῶρο τοῦ σπιτιοῦ σου, ὅπου δὲν μπῆκες ἀκόμη. Σοὺ τραγουδᾶ κάποιο τραγούδι τῶν προγόνων σου, ποὺ δὲν τὸ ἄκουσες ποτέ, ἐνῷ ὁ σκοπός του μυρμηδίζει στὸ αἷμα σου. Σὲ πάει πολὺ πίσω, στὴν ἀρχή, ἀπ’ ὅπου ὅλοι ξεκινᾶμε. Σὲ προχωρεῖ πολὺ μπροστά, στὸ μέλλον, ὅπου ὅλοι συναντιόμαστε, καὶ ἀγκαλιάζει ὁ φονιὰς τὸ θύμα καὶ ὁ σκοτωμένος τὸν φονιά.

Αὐτὸς ποὺ ἔχει μέσα του ἕνα πυράκτωμα ἀγάπης, ὡς πλοῦτο προσωπικῆς ζωῆς, καὶ μιὰ παράφορη δίψα τοῦ ἀπολύτου. Αὐτὸς ποὺ νοιώθει τὴ χάρι τῆς ταπεινώσεως καὶ τὴν ἀγγελικὴ λεπτότητα τοῦ μικροῦ παιδιοῦ ἀλλὰ καὶ τῆς καρδιᾶς τοῦ πληγωμένου μέθυσου ἢ ἐγκληματία. Αὐτὸς ποὺ ζῆ, αἰσθάνεται καὶ κρύβει μέσα του ὅλους τοὺς πόνους τοῦ κόσμου, τοὺς τύπους τῶν ἀνθρώπων, καὶ σὲ τίποτε δὲν θέλει νὰ βλάψη κανένα. Αὐτὸς ποὺ κράτα ὅλα τὰ θέματα ἀνοιχτά, γιατὶ δὲν ἐλέχθη ἀκόμη ὁ τελικὸς λόγος ἀπὸ τὸν Θεὸν Λόγον, ποὺ μπορεῖ καὶ ὀφείλει νὰ τὸν πῆ, ἐπειδὴ εἶναι ἡ Ἀγάπη. Αὐτὸς ποὺ ἔχει αὐτὴ τὴν εὐαισθησία, μεγαλοθυμία καὶ εὐθύνη. Αὐτὸς ποὺ κανένα δὲν ἀγνοεῖ, δὲν ἀπορρίπτει, δὲν ἀδικεῖ, καὶ μᾶς ἀφήνει μόνους νὰ τὸ καταλάβωμε. Αὐτὸς ποὺ βασανίζεται, θυσιάζεται, πεθαίνει γιὰ τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ἑνότητα ὅλων μας. Αὐτὸς ποὺ δὲν ζῆ χωρὶς τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ χάριν τῶν ἄλλων.

Αὐτὸς ὅταν μιλᾶ, ὅλοι σιωποῦν, γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουν. Ἀκούγοντάς τον, σβήνουν οἱ θόρυβοι καὶ τὰ παράσιτα. Καθένας ἀκούει τὴ βαθύτερη φωνὴ τοῦ ἑαυτοῦ του, γιατὶ ἀληθινὰ ἀκούγεται ὁ ἀπ’ ἀρχῆς καὶ ἕνας Λόγος.

Αὐτὸς ἀνέβασε τὸ ἐπίπεδο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, τῆς δουλειᾶς καὶ τῆς δημιουργίας του πιὸ ψηλὰ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους, γιατὶ κατέβηκε στὰ κατώτατα μέρη. Δοκίμασε τὸν ἀβάστακτο πόνο καὶ δὲν δυσανασχέτησε. Ἀλλὰ ἀπὸ μέσα του βγῆκε λόγος καὶ διάθεσι εὐγνωμοσύνης γιὰ ὅλα του τὰ βάσανα. Πῆρε βοήθεια. Βρῆκε τὸ μυστικό. Δέχτηκε τὸ προζύμι τῆς Βασιλείας. Καὶ ὅλο τὸ φύραμα τῆς ζωῆς καὶ τῆς δημιουργίας του ἀνέβηκε μὲ τὴ δραστικὴ ζύμη τῆς μελλούσης Βασιλείας.

Εἶναι ὁ πολὺ βασανισμένος καὶ παρηγορημένος· στὸν πιὸ βαθὺ ἅδη κατεβασμένος καὶ σὲ ὁλοφώτεινο οὐρανὸ ἀνεβασμένος. Πέρασε τὴ ζωηφόρο νέκρωσι. Ζῆ τὴ νεκρανάστασι. Γι’ αὐτό, ἔχει τὴ δυνατότητα καὶ τὴ χάρι νὰ δώση τὸ εὐαγγέλιο τῆς χαρᾶς πρὸς ὅλους.

Αὐτὸ γίνεται, ἐπειδὴ τὸ ζῆ. Λέγεται μόνο του. Καὶ δι’ ὅλων ὅσα λέει, δι’ ὅλων ὅσα βάζει τοὺς ἥρωές του νὰ λένε, νὰ τσακώνωνται, νὰ χαριεντίζωνται, φανερώνεται καὶ προσφέρεται αὐτό, τὸ ἕνα καὶ σωτήριο. 

Νομίζει ὁ ἄλλος ὅτι, διαβάζοντας Ντοστογιέφσκι, διαβάζει ἀστυνομικὰ μυθιστορήματα ἢ συγγραφέα ἀνατόμο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ποὺ κάνει τὴ χαρτογράφησι τοῦ ἄγνωστου καὶ ἀπλησίαστου εἶναι μας. Ἔτσι εἶναι. Τὰ κάνει ὅλα αὐτά. Ἀλλὰ τὸ σημαντικότερο εἶναι ὅτι, δι’ ὅλων αὐτῶν, ἐνσταλάζει μέσα μας τὴν παράκλησι τοῦ Πνεύματος καὶ τὴ βεβαιότητα ὅτι ὑπάρχει Ἐκεῖνος ποὺ συνέχει τὰ πάντα· ἀγαπᾶ καὶ σώζει τὸν ἄνθρωπο.

Ὁ Ντοστογιέφσκι ξέρει τὴν ἀλήθεια τῆς ζωῆς. Εἶναι γεμάτος βαριὰ χαρά. Ξέρει τί περιμένουν οἱ ἄλλοι ἀπ’ αὐτόν. Καὶ ποὺ ὀφείλει καὶ μπορεῖ τώρα νὰ τοὺς κατευθύνη:

Νὰ μὴ βιαστοῦν νὰ ἐλπίσουν, στηριζόμενοι σὲ πράγματα πρόσκαιρα, «οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία» (Ψαλμ. 145, 3).

Νὰ μὴ βιαστοῦν νὰ ἀπελπιστοῦν, νομίζοντας ὅτι ἡ ὅποια δοκιμασία τους εἶναι ἀρρώστια πρὸς θάνατον. 

Ἔχει ὁ Θεὸς γιὰ ὅλους μας, ἀρκεῖ νὰ ταπεινωθοῦμε, νὰ συγχωροῦμε καὶ νὰ περιμένωμε.

Ἔτσι, εἴτε διαβάσεις τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, εἴτε τὸν Ντοστογιέφσκι, παίρνεις ἐν τέλει τὸ ἴδιο μήνυμα, τὴ χάρι καὶ τὴν παρηγοριά.

Αὐτὸς ὁ συγγραφέας εἶναι ἕνα βιωματικὸ καὶ ὁλοζώντανο σχόλιο στὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ. Καὶ «ντοστογιεφσκικά», μὲ ὅλα του τὰ ἔργα, πιστοποιεῖ καὶ ἐπικυρώνει τὴ διπλὴ βεβαιότητα τοῦ Ἀββᾶ (ποὺ εἶναι καὶ δική του):

Χωρὶς μεγάλους πειρασμούς, δὲν δίδονται μεγάλα χαρίσματα (βλ. λόγο μς΄, σ. 192). Καί: Ἡ χαρὰ ἡ ἐν τῷ Θεῷ εἶναι ἰσχυροτέρα τῆς παρούσης ζωῆς (πρβλ. λόγο λη΄, σ. 163).

Σημείωση

1. Βλ. Ἅπαντα τοῦ Ντοστογιέφσκι (στὰ ρωσικά), Ἁγ. Πετρούπολη 1985, τόμ. 28, σ. 176.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι, ἐκδ. Ἱ. Μ. Ἰβήρων και από το  Περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία τεύχος 255 Ιανουάριος 20114 Αφιέρωμα στον Φ.Μ. Ντοστογιέφσκυ.

Πηγή: www.antifono.gr

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2021

ΜΙΛΩ ΚΑΙ ΠΛΗΓΩΝΩ...

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΥ, ΓΕΝΙΚΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ Ι.Μ. ΚΕΡΚΥΡΑΣ, ΠΑΞΩΝ & ΔΙΑΠΟΝΤΙΩΝ ΝΗΣΩΝ, ΔΡ. ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

«Επειδή έχετε παρρησία μεταξύ σας, γι’ αυτό και δεν έχετε σεβασμό και μιλάτε άσχημα και πληγώνετε ο ένας τον άλλο» (Αββάς Δωρόθεος)

Οι άνθρωποι θαυμάζουμε εκείνους που τα λένε «έξω από τα δόντια», που έχουν το θάρρος να μην κρύβουν τα αισθήματά τους, τις σκέψεις τους, να μην αφήνουν να πέσει τίποτα χαμαί. Έχουμε στον νου μας ή στο βάθος της ψυχής μας την εφηβική ηλικία, της αμφιθυμίας, της αμετρίας και της αφοβίας. Αυτή που βγάζει τη γλώσσα κοροϊδευτικά σε κανόνες και όρια. Αυτή που ξεσκεπάζει το ψέμα και την υποκρισία. Αυτή που διαλύει τους τύπους στο όνομα της αλήθειας, ακόμη κι αν η αλήθεια της είναι μονόπλευρη, ανολοκλήρωτη, χωρίς αντιπρόταση. Αυτή που φτάνει να αρνείται την πραγματικότητα επειδή δεν είναι κατά το θέλημά της. Κι επειδή οι μεγαλύτεροι έχουμε συμφέροντα και φόβους ή επειδή δεν θέλουμε να έρθουμε σε ρήξη με τους άλλους, ιδίως σε όσους έχουν εξουσία επάνω μας, νοσταλγούμε ή χειροκροτούμε όσους έχουν παρρησία, χωρίς να υπολογίζουμε ότι τα λόγια πληγώνουν και δεν γιατρεύουν πάντοτε, αν δεν είναι δεμένα με την αληθινή αγάπη και έχουν ως στόχο μόνο την αυτοδικαίωση.

Στην πνευματική μας παράδοση βρίσκουμε τον όρο «παρρησία». Έχει δύο όψεις. Η μία του θάρρους και η άλλη του θράσους. Η μία είναι του παιδιού που με αγάπη απευθύνεται στον γονέα του. Η άλλη είναι του επηρμένου ανθρώπου που νομίζει ότι τα ξέρει όλα και ότι αν πει με έμφαση αυτό που πιστεύει, χωρίς να μπει στην θέση του άλλου, ότι θα  βρει το δίκιο του ή θα χειροκροτηθεί. 

Αυτή την παρρησία συναντούμε σήμερα στον κόσμο και τον τρόπο του Διαδικτύου. Ανεύθυνοι άνθρωποι υβρίζουν, απορρίπτουν, διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις ή ατεκμηρίωτες απόψεις, κάποτε και με την βεβαιότητα ότι δήθεν ξέρουν το καλό όλων, σίγουρα όμως με την έπαρση ότι δεν υπάρχει άλλη άποψη σωστή εκτός της δικής τους. Και δεν είναι μόνο αυτό. Την αυθεντοποίηση του εαυτού τους την καθιστούν μέτρο και κανόνα. Όποιος διαφωνεί μαζί τους δεν αντιμετωπίζεται αγαπητικά, αλλά περιφρονητικά. Κι όποιος υποδείξει την πλάνη τους, διαγράφεται.

Αυτό συμβαίνει και στην σχέση του ανθρώπου με τον Θεό. Εκείνος που νιώθει τα μέτρα του, τα όριά του, λέει «ελέησόν με». Εκείνος που νομίζει πως ο Θεός του χρωστά, απαιτεί και, κάποτε, θέλει να Τον διορθώσει. Κι αν όχι τον ίδιο, τότε την Εκκλησία, διότι δεν είναι όπως ο ίδιος πιστεύει ότι πρέπει να είναι. 

Τα λόγια πληγώνουν. Η παρρησία χρειάζεται όταν αποσκοπεί στο να μοιραστεί την αλήθεια του άλλου κι όταν εκφράζεται με την ευγένεια αυτού που αγαπά και νοιάζεται. Η παρρησία, όταν γίνεται θράσος, ταλαιπωρεί και πονά πολύ περισσότερο από την αλήθεια. Διότι η τελευταία ελευθερώνει, όταν αφήνει στον άλλο περιθώριο αυτοκριτικής. Όταν δεν διατυπώνεται με το αίσθημα του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Όταν εκφράζεται μέσα από μια αυθεντική ταπείνωση που γνωρίζει πότε να κάνει πίσω και δίνεται με διάθεση αναστοχασμού. 

Μεγαλώνουμε παιδιά, τα οποία θέλουμε να έχουν την γνώμη τους, επειδή ίσως οι μεγαλύτεροι δεν είχαμε την γνώμη μας στην δική μας παιδικότητα. Καλό είναι όμως να τα βοηθήσουμε να έχουν την συναίσθηση ότι μαζί με την ειλικρίνεια χρειάζεται η αγάπη, όπως επίσης και ο σεβασμός. Δεν κερδίζεται ο τελευταίος μόνο. Μαθαίνεται κιόλας.

Δημοσιεύθηκε στην "Ορθόδοξη Αλήθεια" στο φύλλο της Τετάρτης 17 Νοεμβρίου 2021

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2021

ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ...

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΙΣΙΔΙΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ

Την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, για μία ακόμη φορά η Εκκλησία μας θέλει να μας υπενθυμίσει τις ευεργετικές συνέπειες, που είχε για μας η σταυρική θυσία του Κυρίου μας. Σταυρώθηκε ο Κύριος στο Γολγοθά, και πήρε επάνω Του την προπατορική αμαρτία και όλες τις προσωπικές αμαρτίες των ανθρώπων, τις κάρφωσε στο Σταυρό και τις «θανάτωσε», τις έσβησε! Ή όπως λέγει η Ευχή της 6ης Ώρας, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός «δια του τιμίου Αυτού Σταυρού το χειρόγραφον των αμαρτιών ημών διέρρηξεν»• έσχισε και πέταξε το χειρόγραφο, στο οποίο ήταν γραμμένες οι αμαρτίες όλων μας. Και κάθε άνθρωπος που πιστεύει στον Χριστό όταν βαπτίζεται, απαλλάσσεται απ’ όλες τις αμαρτίες του. Έτσι, βγαίνοντας ο νεοφώτιστος από τα νερά του Βαπτίσματος, ενώνεται με τον Χριστό και αρχίζει μία νέα ζωή, όπως γράφει ο Παύλος:

«Πραγματικά, με το βάπτισμά μας συμμετέχουμε στο θάνατο και στην ταφή του Χριστού. Ξέρουμε, πλέον με βεβαιότητα, ότι ο παλαιός αμαρτωλός εαυτός μας πέθανε στο σταυρό μαζί με το Χριστό. Έτσι έπαψε να ζει ο αμαρτωλός άνθρωπος και δεν είμαστε πια υπόδουλοι στο ζυγό της αμαρτίας» (Ρωμ.6,6). «Όποιος είναι με το Χριστό είναι καινούργια δημιουργία» ( Β’ Κορ.5,17). Μέσα μου πλέον ζει ο Χριστός! γράφει ο Παύλος. Δηλαδή έχω αποθέσει τον εαυτό μου στα χέρια του Χριστού. Κάνω ότι ο Χριστός θέλει• πηγαίνω όπου Εκείνος θέλει. Το τιμόνι του σκάφους της ζωής μου το έχω δώσει στα χέρια του Χριστού. Ο Απόστολος Παύλος ζεί με την χάρη του Χριστού που ενεργεί μέσα του. Απολαμβάνει την ενίσχυση και τους θριάμβους αυτής της χάρης. Ο ιερός Χρυσόστομος σχολιάζοντας τα λόγια αυτά του Αποστόλου Παύλου λέγει: Επειδή ο Παύλος έπραττε τα πάντα σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, δεν είπε «ζω τω Χριστώ»αλλά κάτι πολύ περισσότερον «ζη εν εμοί Χριστός». Έτσι ο Χριστός που ζούσε μέσα στην ψυχή του Παύλου, την κατηύθυνε πάντοτε να ενεργεί κατά το θείον θέλημα.

Και η φυσική ζωή του Παύλου μεταμορφώθηκε, καθώς ζούσε πλέον κάτω από το φώς της πίστης και εμπνεόταν από την πίστη στο Χριστό. Ο Παύλος ως άνθρωπος ζούσε όπως όλοι οι άλλοι, με τις ίδιες τροφές, με τα ίδια μέσα όπως όλοι. Εσωτερικά όμως η πίστη έκανε τον Παύλο να οικειοποιείται την απύθμενη αγάπη του Χριστού προς τους αμαρτωλούς, και ο ίδιος ο Παύλος να αισθάνεται ότι ο Χριστός μόνον γι’ αυτόν σταυρώθηκε! Νά τα ίδια του τα λόγια που γράφει στους Γαλάτες: «Δεν ζω πια εγώ, αλλά ζει στο πρόσωπό μου ο Χριστός. Κι η τωρινή σωματική μου ζωή είναι βασισμένη στην πίστη μου στον Υιό του Θεού, πού με αγάπησε και πέθανε εκούσια για χάρη μου»(στίχ.20).

Αδελφοί μου, όταν βλέπουμε πόσο ψηλά έφθασε ο Απόστολος Παύλος και πόση δόξα απολαμβάνει από ανθρώπους και Αγγέλους, ακριβώς γιατί ταύτισε τη θέλησή του με το θέλημα του Χριστού, καταλαβαίνουμε ότι ο τρόπος αυτός της ζωής του χριστιανού είναι ο πιό επιτυχημένος. Όποιος αποφασίζει να εφαρμόζει στη ζωή του το θέλημα του Θεού, και να μη λέγει και να μη κάνει κάτι αντίθετο προς το θέλημα του Θεού, είναι σίγουρα απόλυτα κερδισμένος από κάθε άποψη. Απόδειξη, όχι μόνον ο Απόστολος Παύλος, αλλά και πλήθος Αγίων, όλων των εποχών και κάθε κοινωνικής τάξης που τους θυμόμαστε με θαυμασμό, εξιστορούμε τη αγία βιωτή τους, τα θαυμαστά κοτορθώματά τους και επικαλούμαστε τις πρεσβείες τους.

Όμως συμβαίνει το εξής παράδοξο. Ενώ θεωρητικά μπορεί να δεχόμαστε ότι αυτό είναι λογικό και έτσι είναι, στην καθημερινή πράξη παρασυρόμαστε από το μακράν του Θεού κοσμικό περιβάλλον, από προσωπικές μας αδυναμίες, και -χωρίς αμφιβολία- από τις δελεαστικές παρεμβάσεις του πονηρού και χάνουμε τον προσανατολισμό μας! Ακούμε συχνά:

-Καλά είναι αυτά, αλλά ποιός μπορεί να τα εφαρμόσει!

– Με το Ευαγγέλιο στη σημερινή διεφθαρμένη κοινωνία δεν μπορείς να προκόψεις.

– Ένας ήταν ο Απόστολος Παύλος! Δεν μπορούμε να γίνουμε όλοι σαν Αυτόν!

– Και να θέλεις, δεν σε αφήνει η παλιοκοινωνία να αγιάσεις! λένε άλλοι.

Όλα αυτά όμως , όπως λέγει ο Ψαλμωδός είναι «προφάσεις εν αμαρτίαις». Όταν λέμε να μιμηθούμε τον Απόστολο Παύλο, δεν σημαίνει ότι θα ανεβούμε κι εμείς ζωντανοί μέχρι τρίτου ουρανού, όπως εκείνος• ούτε θα κάνουμε τα θαύματα που έκανε ο Παύλος. Όμως μπορούμε να μιμηθούμε την πίστη, την αγάπη και την υπακοή του Παύλου στον Χριστό, όπως τον μιμήθηκαν εκατομμύρια χριστιανοί.

Στην προσπάθειά μας αυτή, άλλωστε, δεν είμαστε μόνοι• έχουμε συνεργό τη θεία Χάρη. Και στον Παντοδύναμο Θεό δεν είναι τίποτε αδύνατο! Αρκεί εμείς να θελήσουμε να πιαστούμε από το χέρι του Θεού και να ακολουθήσουμε την πορεία της ζωής που χάραξε ο Χριστός, με το παράδειγμά Του και τον λόγο Του. Είθε!

Πηγή: www.theomitoros.blogspot.com

Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2021

ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΚΑΙ ΝΗΣΤΕΙΑ

Ένας φιλομόναχος Επίσκοπος συνήθιζε να περιοδεύει μια φορά το χρόνο τις σκήτες και τα μοναστήρια της επαρχίας του.

Σε μια τέτοια περιοδεία, κατάκοπος από τη μακρά οδοιπορία ζήτησε ν' αναπαυθεί λίγο στο κελλί ενός Ερημίτου.

Ο αδελφός, αφού του έπλυνε τα πόδια, έστρωσε τράπεζα να τον φιλοξενήσει.

Δεν είχε όμως άλλο τίποτε να προσφέρει στον Επίσκοπο από ψωμί κι αλάτι που συνήθιζε να τρώγει ο ίδιος.

-Ας με συγχωρήσει η αγιοσύνη σου, άρχισε ν' απολογείται ο Αδελφός για το φτωχό του τραπέζι. Δεν υπάρχει άλλο καλύτερο σ' αυτό το κελλί.

Ενθουσιασμένος ο Επίσκοπος για τη μεγάλη εγκράτεια των Μοναχών, είπε στον Αδελφό:

-Είθε του χρόνου που θα ξανάρθω, ούτε αλάτι να μη βρω.

Άλλος αρχάριος Μοναχός που είχε βάλει όρο στον εαυτό του να μη τρώει ψωμί, πήγε μια μέρα να επισκεφθεί ένα μεγάλο Γέροντα.

Στο κελλί του βρήκε κι άλλους επισκέπτες. Ο Γέροντας μαγείρευε φαγητό για τους ξένους του. Σαν κάθισαν στην τράπεζα, ο αρχάριος έβγαλε τα βρεγμένα κουκιά που είχε φέρει μαζί του και τα έτρωγε.

Ο Γέροντας που τον είδε, τον πήρε ύστερα από το φαγητό παράμερα και τον συμβούλεψε:

-Όταν τρώγεις με άλλους Αδελφούς, τέκνον μου, απόφευγε όσο μπορείς να δείχνεις την εγκράτειά σου, γιατί παραμονεύει η κενοδοξία να σου αφαιρέσει το μισθό σου.

Αν πάλι είσαι αποφασισμένος να μη παραβαίνεις τους όρους σου, μένε στο κελλί σου κι απόφευγε τις επισκέψεις.

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2021

ΟΛΑ ΕΞΑΡΤΩΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΥΤΕΞΟΥΣΙΟ ΜΑΣ

ΑΓΙΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΤΟΥ ΑΙΓΥΠΤΙΟΥ

Συμβαίνει πολλές φορές νὰ σοῦ μιλάει μὲ λογισμούς ὁ σατανᾶς καὶ νὰ σοῦ λέει· "Κοίταξε πόσα κακὰ ἔργα ἔχεις κάνει. Ἡ ψυχή σου εἶναι γεμάτη ἀνομίες, βαρύνεσαι μὲ πολλές καὶ βαρύτατες ἁμαρτίες". Μή σὲ ξεγελάει μ' αὐτὰ ὁ σατανᾶς καὶ μὲ πρόφαση ταπεινώσεως σὲ σπρώχνει στὴν ἀπελπισία. Ἐσὺ λοιπὸν ἀποκρίσου του: "Ναί, ἀλλὰ ἔχω γραπτὲς τὶς διαβεβαιώσεις τοῦ Θεοῦ ποὺ λέει: «Δὲν ἐπιθυμῶ τὸ θάνατο τοῦ ἁμαρτωλού, ἀλλὰ νὰ ἐπιστρέψει μὲ τὴ μετάνοια καὶ νὰ ἔχει ζωή». Γιατὶ τότε τί ἤθελε νὰ κατεβεῖ ὁ Θεὸς στὴ γῆ, ἄν ὄχι γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ νὰ φωτίσει αὐτοὺς ποὺ ζοῦνε στὸ σκοτάδι καὶ νὰ δώσει ζωὴ στοὺς νεκροὺς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία;".

Ὅπως ἡ σατανικὴ δύναμη, ἔτσι καὶ ἡ Θεία Χάρη προτρέπει χωρὶς νὰ ἐξαναγκάζει. Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ διαφυλάσσεται ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ αὐτεξουσιότητά μας. Γι' αὐτὸ καὶ ὅσα κακὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ὑπόδειξη τοῦ σατανᾶ, δέχεται αὐτὸς καὶ ὄχι ὁ σατανᾶς τὴν τιμωρία, γιατί δὲν σύρθηκε μὲ τὴ βία, ἀλλὰ μὲ τὸ θέλημά του ὑπάκουσε στὴν κακία. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸ ἀγαθό. Οὔτε πάλι ἡ Χάρη δεσμεύει μὲ ἀναγκαστικὴ δύναμη τὴ θέληση του ἀνθρώπου, ὥστε νὰ μὴ μπορεῖ νὰ κάνει κάτι διαφορετικό. Ἀλλὰ δίνει τὸ προβάδισμα στὸ αὐτεξούσιο γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ κλίνει, στὴν ἀρετὴ ἤ στὴν κακία;

Ὅπως τὸ σῶμα μολύνεται ὅταν ἔρθει σὲ συνάφεια μὲ ἄλλο σῶμα καὶ διαπράξει τὴν ἁμαρτία, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ διαφθείρεται ὅταν δέχεται πονηροὺς καὶ ἀκάθαρτους λογισμοὺς καὶ συμφωνεῖ καὶ συγκατίθεται μὲ αὐτούς. Καὶ ὄχι μόνο τοὺς λογισμούς τῆς πονηρίας καὶ τῆς πορνείας, ἀλλὰ καὶ κάθε κακίας (π.χ. ἀπιστίας, δολιότητας, κενοδοξίας, ὀργῆς, φιλονεικίας κ.τ.ὅ). Αὐτὸ θὰ πεῖ νὰ καθαρίζουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸ σαρκικὸ καὶ πνευματικό. Καὶ ὅπως ἐκεῖνος ποὺ διαφθείρει τὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὸ σῶμα, θὰ τὸν ἀφανίσει ὁ Θεός, κατὰ τὸν Ἀπόστολο, ἔτσι κι' ἐκεῖνος ποὺ διαφθείρει τὴν ψυχὴ καὶ τὸν νοῦ μὲ τὸ νὰ συμφωνεῖ στὰ ἄτοπα, εἶναι ἄξιος νὰ τιμωρηθεῖ. Πρόσεξε τί λέει καὶ ἡ Γραφή· «Μὲ κάθε προσοχὴ φύλαγε τὴν καρδιά σου, γιατί ἀπ' αὐτὸ θὰ ὁδηγηθεῖς στὴ ζωή».

Ὁ καθένας μας ὀφείλει νὰ ἐξετάσει ποιές εἶναι οἱ κλίσεις τῆς ψυχῆς μας. Ἄς διατηροῦμε λοιπὸν τὴν ψυχή μας καθαρὴ ἀπὸ πονηροὺς λογισμοὺς γιὰ νὰ ἔρθει μέσα μας ὁ καθαρὸς Θεὸς νὰ κατοικήσει. Γιατὶ αὐτὸς ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ ἔρθει καὶ θὰ κατοικήσει μόνο στὶς καθαρὲς ψυχές, ποὺ ἀγαπᾶνε τὸ καλό.

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

ΜΟΝΟ ΟΣΟΙ ΠΡΟΣΕΥΧΟΝΤΑΙ ΚΑΡΔΙΑΚΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ…

ΑΓΙΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΤΟΥ ΕΣΣΕΞ


«Σας προσκαλώ σε υπομονή, σε προσεκτική κατάσταση προσευχής με την ακατάπαυστη αναζήτηση του θελήματος του Θεού. Είθε να μας βοηθήσει ο Κύριος με το Πνεύμα το Άγιο να παραμείνουμε στο φως των εντολών Του. Και πάλι, προσκαλώντας σας σε όλα αυτά, θα σας παρακαλέσω να θυμάστε όλα τα θαύματα της Πρόνοιας του Θεού, η οποία μακροθύμησε απέναντι μας ως τώρα.

Η εποχή μας είναι αβάσταχτη. Δεν είμαι αλάθητος, μπορεί να σφάλλω σε κάθε βήμα, και πράγματι σφάλλω. Ωστόσο, θα σας πω ότι μου έρχεται συχνά η σκέψη πως φτάσαμε σε «αποκαλυπτικούς καιρούς».

Θα ‘ρθει εποχή που θα κατασκευαστούν μηχανές οι οποίες θα ελέγχουν τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων…

Εκείνη την εποχή μόνο όσοι κατέβασαν τον νου τους στην καρδιά θα μείνουν ανεπηρέαστοι από αυτή την δικτατορία…

Στην Δύση οι άνθρωποι ζουν με τον εγκέφαλο, δηλαδή έχουν κέντρο της ζωής τους την λογική. Έτσι, αν οι επιστήμονες ανακαλύψουν ένα μηχάνημα, τότε θα μπορέσουν να διαβάσουν τις σκέψεις των ανθρώπων και να τους κατευθύνουν. Όσοι, όμως, ζουν με την καρδιά, μέσα στην οποία ενεργεί η Χάρη του Θεού, και προσεύχονται καρδιακά, αυτοί έχουν το χάραγμα του Σταυρού μέσα σε αυτήν και κανείς δεν μπορεί να τους ελέγξει πνευματικά. Αυτοί έχουν την ελευθερία του πνεύματος.

Από το πρωΐ αρχίζει ο εγκλωβισμός των ανθρώπων των πόλεων, αλλά τώρα και των χωριών, στην κοσμική ζωή, που παρασύρει τον νου και τη φαντασία μας στην εξέλιξη των γεγονότων και τα αισθήματά μας στη συμμετοχή σε αυτά.

Πώς λοιπόν με τους όρους αυτούς να αναχθούμε σ’ εκείνη την ησυχία του νου και την ηρεμία της καρδιάς, που είναι πράγματα τόσο απαραίτητα για την προσευχή; Να το ερώτημα…

Η λειτουργική προσευχή με τη συχνή Θεία Μετάληψη αποτελεί το πλήρωμα…

Μην ανησυχείς για την ανικανότητά σου να συγκεντρωθείς, όταν στέκεσαι στην προσευχή. Κράτησε πριν απ’ όλα τη μνήμη του Θεού και την ειρήνη της καρδιάς. Για να βρεις τον σωστό δρόμο, είναι καλύτερο απ’ όλα να το ζητήσεις από τον ίδιο τον Θεό στην προσευχή.

Ακόμη και στην πνευματική ξηρασία µας στέλνει ο Θεός µιά παρηγοριά, επειδή γνωρίζει τις αδυναμίες µας. Το συμφέρον µας θα ήταν αν ζούσαμε σε όλη µας την ζωή σε µιά πνευματική ξηρασία, αλλά να αγωνιζόμαστε, δηλαδή αν μπορούσαµε να φθάσουμε τον Χριστό μέσα από την τέλεια εγκατάλειψη του Θεού, την πλήρη κένωσή µας, όπως έγινε με τον Χριστό στον Σταυρό. Τότε και η δόξα του ανθρώπου θα ήταν μεγάλη. Ανάλογα με την κένωση και ανάλογα με τον πόνο που υποµένουµε, θα έχουμε δόξα.

Πηγή: www.thesvitis.blogspot.com