Τρίτη 31 Μαρτίου 2020

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΚΑΤΆ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΠΟΡΦΥΡΙΟ

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

ΤΟ ΜΥΣΤΉΡΙΟ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΣΙΣΑΝΙΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ ΠΑΥΛΟΥ

Ο προβληματισμός σχετικά με τη διακονία του μυστηρίου της εξομολογήσεως στη σύγχρονη πραγματικότητα μας καλεί να κουβεντιάσουμε και να σκεφτούμε για πράγματα που όλοι αντιμετωπίζουμε και τα οποία, πολλές φορές, συνιστούν πολύπλοκες καταστάσεις.

Η εξομολόγηση, βεβαίως, παραμένει μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, αυτό που πάντοτε ήταν. Είναι ενας δρόμος, όπως και όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας, για τη θέωση του ανθρώπου, για τον αγιασμό του. ‘Ενας δρόμος, που μέσα από τη μετάνοια, μας οδηγεί και πάλι σε κοινωνία με τη ζωή της Εκκλησίας. 

Βασική προϋπόθεση για τον προβληματισμό που επιχειρούμε, είναι να κατανοήσουμε τον ρόλο του μυστηρίου μέσα στη ζωή της Εκκλησίας και να συνειδητοποιήσουμε ότι η εξομολόγηση είναι ένα μυστήριο αγάπης και ελευθερίας. Αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο, ο οποίος μέσα από το έργο της θείας οικονομίας έρχεται να μας συναντήσει και να μας σώσει. Να μας κάνει μετόχους της δικής Του ζωής.

Η εξομολόγηση είναι μυστήριο ελευθερίας και αγάπης απέναντι στον άνθρωπο, ο Θεός σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου. Ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου είναι συγκλονιστικός και πρέπει να είναι διδακτικός για μας. Διότι αν ο Θεός δίνει το δικαίωμα να αρνηθούμε το θέλημά Του αν ο Θεός, ακόμα και όταν οικονομεί τη σωτηρία μας, σέβεται την ελευθερία μας· αν όταν θεραπεύει την ανθρώπινη φύση, δίνει την ελευθερία στο κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, δια του Αγιου Πνεύματος να αποδεχτεί αυτό το έργο του Χριστού, τότε πρέπει να προβληματιστούμε, όταν μερικές φορές, είτε στη συνείδηση τη δική μας είτε των ανθρώπων, το μυστήριο της εξομολογήσεως παρουσιάζεται καταπιεστικό ή ανελεύθερο ή ακόμη σαν μέσο άσκησης εξουσίας από τον ιερέα στον εξομολογούμενο.

Ο Κύριός μας είπε πολύ καθαρά: «δεν ήρθα να κρίνω τον κόσμο». Αν λοιπόν ο ίδιος μας διαβεβαιώνει πως δεν ήρθε να κρίνει τον κόσμο, είναι αυτονόητο ότι κανείς ιερέας και κανείς πνευματικός δεν μπορεί να είναι εισαγγελέας του Θεού. Ούτε επίσης ανακριτής. Ο Χριστός έρχεται ως διάκονος των ψυχών μας. Ας θυμηθούμε τη σκηνή πριν από το Μυστικό Δείπνο. Όταν πλένει τα πόδια των μαθητών Του, όταν έτσι διακονεί τους μαθητές Του. Τα πόδια προφανώς ήτανε βρόμικα, αλλά δεν τα αποστράφηκε. Και όχι μόνο αυτό, αλλά στον Πέτρο είπε, αν δεν με αφήσεις να σου πλύνω τα πόδια, δεν έχεις θέση μαζί μου. ‘Ερχεται λοιπόν ως διάκονος. ‘Ερχεται να υπηρετήσει τη σωτηρία αυτών τους οποίους αγάπησε. Και ακόμη, αν θυμηθούμε το Ευαγγέλιο που διαβάζουμε στην Ακολουθία της Αγάπης, εκεί πάλι η εξουσία και η εντολή του «δεσμείν και λύειν», το μυστήριο δηλαδή της εξομολογήσεως, προσφέρεται ως δωρεά του Αγίου Πνεύματος ως δρόμος για τη μετοχή στην Ανάσταση και τη βασιλεία του Θεού.

Η μετάνοια προϋποθέτει την ελευθερία του ανθρώπου και οδηγεί στην ελευθερία. Ένας άνθρωπος δεν μπορεί να μετανοήσει αν δεν είναι ελεύθερος και ταυτοχρόνως η πραγματική μετάνοια είναι εκείνη που οδηγεί τον άνθρωπο στην πραγματική ελευθερία. Το μυστήριο της εξομολογήσεως έχει βασικό στόχο να οδηγήσει στη συγχώρεση του Θεού και του ανθρώπου. Η λέξη έχει ένα απίστευτο μεγαλείο. ‘Εχω την αίσθηση ότι η κατ’ έξοχήν συγχώρεση δεν είναι η χορήγηση της άφεσης ή η ευχή που διαβάζουμε, αλλά η θεία κοινωνία. Εκεί ο Θεός και ο άνθρωπος συγχωροϋνται και άλληλοπεριχωροϋνται στο σώμα τοϋ Χριστού.

Ο άνθρωπος μετέχει στη ζωή του Θεού, ο Θεός μετέχει στη ζωή του ανθρώπου. Και έτσι μπορούμε να υπερβούμε τη δική μας θνητότητα, να φτάσουμε στην κοινωνία με τον Θεό, που είναι ουσιαστικά η σωτηρία μας. Είναι επίσης σημαντικό να θυμόμαστε πάντοτε ότι, όπως όλων των μυστηρίων έτσι και του μυστηρίου της εξομολογήσεως, ο χαρακτήρας δεν είναι άτομικός αλλά εκκλησιαστικός. Είναι η αποκατάσταση του ανθρώπου στο σώμα του Χριστού. Η αμαρτία δεν είναι μόνο μια ατομική πράξη. Είναι η αποτυχία του ανθρώπου όχι μόνο στον αγώνα της προσωπικής του ζωής αλλά και στην κοινωνία του με το υπόλοιπο σώμα. 

Εάν παρατηρήσουμε με ειλικρίνεια τα φαινόμενα, θα δούμε πόσο δυσκολεύονται οι αδελφοί μας αλλά και εμείς οι ίδιοι οι ιερείς να συγχωρήσουμε. Τι θα πει όμως να συγχωρήσουμε; Σημαίνει να βρεθούμε όλοι μαζί στο σώμα του Χριστού. Και δεν καταλαβαίνουμε ότι όταν έγώ απορρίπτω τον αδελφό μου, όταν αρνούμαι να επικοινωνήσω μαζί του, ουοιαστικά τραυματίζω το σώμα του Χριστού. Η Εκκλησία μας πολλές φορές πάσχει από τα τραύματα που εμείς φέρουμε στο σώμα του Χριστού, αρνούμενοι την αγαπητική κοινωνία των προσώπων. Αυτή την πραγματικότητα την βλέπουμε και στο μυστήριο της εξομολογήσεως, όταν αντιμετωπίζουμε τη δυσκολία των αδερφών μας να πουν μία απλή καλημέρα σε κάποιον που ίσως τους πίκρανε ή τον πίκραναν κ.ο.κ.

Πρέπει να συνειδητοποιούμε ότι το να μεταλάβω, δεν σημαίνει να ανοίξω το στόμα μου για να πάρω κάτι, αλλά σημαίνει όντως να κοινωνήσω. Δεν μπορώ όμως να κοινωνώ με το Θεό, αν δεν κοινωνώ με τον αδελφό μου. Ίσως υπάρχουν μερικά πράγματα, για τα οποία θα έπρεπε να είχαμε πραγματικά κατηχήσει το λαό μας. Διότι, εάν η αντίληψη που έχει για την εξομολόγηση είναι η ατομική του τακτοποίηση, αυτό φοβάμαι ότι είναι λάθος δικό μας. Είναι ο τρόπος που καλλιεργούμε αυτό το μυστήριο, ο τρόπος κατά τον οποίο διδάσκουμε κάποια πράγματα ή η συμπεριφορά που επιδεικνύουμε.

Η αμαρτία του ανθρώπου δεν είναι ενα ατομικό γεγονός. Είναι κάτι που πραγματικά πληγώνει το σώμα του Χριστού. Και μέσα από το μυστήριο της εξομολογήσεως, η προσπάθεια είναι να επιτευχθεί η αποκατάσταση των αδελφών μου στο σώμα του Χριστού, στο σώμα της Εκκλησίας, στην μεταξύ αδελφών κοινωνία.

Είναι σημαντικό, επομένως, ο κάθε πνευματικός να κατανοεί τη φύση του μυστηρίου της εξομολογήσεως και να το διάκονεί ως οικονόμος των μυστηρίων του Θεού. Να συνειδητοποιήσει τη δική του θέση και τη διακονία του μέσα στο σώμα της Εκκλησίας, μέσα στο σώμα του Χριστού και να κατηχήσει το λαό με βάση αυτή την επίγνωση. Στις ενορίες μας ακούγονται πολλά κηρύγματα. Σπάνια όμως αυτά είναι κατηχητικά, ενώ πολλές φορές είναι κακής ποιότητος ηθικοπλαστικά. Όμως η ουσιαστικού περιεχομένου κατήχηση οδηγεί τον άνθρωπο στο αληθινό ήθος και προσφέρει μια πραγματική γνώση της θέσης του ανθρώπου απέναντι στον Θεό και τους ανθρώπους.

Κάποτε ήρθε κάποιος να εξομολογηθεί και αντιμετώπιζε μια μάλλον ασήμαντη δυσκολία με κάποιον δικό του. Τον παρακάλεσα να τον συγχωρήσει και να επικοινωνήσει μαζί του. Το αρνήθηκε. Του είπα λοιπόν: «Τότε, δεν μπορείς να κοινωνήσεις». Και ερωτά: «Μου το απαγορεύετε;» Του απαντώ: «Εγώ, όχι! Θέλεις παιδί μου να κοινωνήσεις;». «Θέλω». «Καταλαβαίνεις τι θα κάνεις;». «Ναι». «Πιστεύεις πως θα ενωθείς με το Χριστό; Πως θα τον έχεις, όπως διδάσκει η Εκκλησία, κατοικούντα εν τη καρδία σου και θέλεις να παραμείνει εκεί;». «Ναι» μου απαντά. «Ωραία. Πήγαινε και κοινώνησε». Ξαφνιάστηκε! Επαναλαμβάνω: «Πήγαινε και κοινώνησε. Απάντησέ μου, όμως, σε ένα ερώτημα: κοινώνησες, και όπως είπες ο ίδιος νιώθεις τον Χριστό μέσα σου, είσαι ενωμένος μαζί Του! Και αφού κοινώνησες, συναντάς έξω από την Εκκλησία αυτόν που δεν του λες καλημέρα. Θέλω να μου πεις, αν ο Χριστός που είναι μέσα σου θα πει καλημέρα στον Χριστό που είναι μέσα του. Εάν τον καλημερίσει, τότε καλά έκανες και κοινώνησες. Εάν όχι, κατάλαβες τι έκανες; Αντί να υψωθείς εσύ στα μέτρα της ζωής του Χριστού, κατεβάζεις τον Χριστό στα μέτρα της δικής σου ζωής ή της δικής σου άθλιότητας. Σε συμφέρει αυτό;». ‘Εμεινε για λίγο σιωπηλός και μετά μου είπε: «’Εχετε δίκιο».

Επομένως, δεν καλούμεθα απλώς να πούμε ότι η συμμετοχή στη θεία κοινωνία είναι καλό ή κακό, να δώσουμε απλώς την άδεια σε κάποιον να μεταλάβει ενώ ουσιαστικά δεν θα κοινωνήσει. Το ερώτημα που προηγείται είναι πως κοινώνησες και τι κοινώνησες.

Είναι επίσης σημαντικό, να συνειδητοποιήσουμε πρώτα εμείς οι Πνευματικοί, ότι η εξομολόγηση δεν είναι ανάκριση. Γιατί πολλές φορές οι χριστιανοί μας είναι ταλαιπωρημένοι και τους ταλαιπωρούμε ακόμη περισσότερο. Δεν καλούμεθα να ανακρίνουμε ως εισαγγελείς κάποιον αδελφό. Είναι σημαντικό, να βοηθάμε πραγματικά τον άνθρωπο να προσέρχεται εν ελευθερία. Ο πνευματικός είναι θεραπευτής και συνεργός του Χριστού στο έργο της σωτηρίας. Δεν είμαστε εμείς που προσφέρουμε τη σωτήρια. Είμαστε συνεργοί του Θεού και αυτό είναι μεγάλη τιμή και ευλογία. 

Η τελευταία παρατήρησή μας οδηγεί και σε δυσκολότερα ζητήματα. Η εξομολόγηση δεν είναι μέσο εξάρτησης του εξομολογουμένου από τον πνευματικό του. Δεν επιτρέπεται να δημιουργείται μια τέτοια σχέση εξάρτησης. Και, βεβαίως, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται εντέχνως το μυστήριο της σωτηρίας τουϋ άνθρώπου ως μέσο ικανοποίησης άτομικών έπιδιώξεων. Κατά προέκταση των προηγουμένων, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι η έξομολόγηση δεν είναι το μέσο για να σχηματίσουμε τη δική μας όμάδα. Δεν είναι σωστό να καλλιεργούμε στα πνευματικά μας παιδιά την αίσθηση μιας τέτοιας ομάδας. Διότι τότε η μια όμάδα θα βρίσκεται άπέ ναντι στην άλλη όμάδα και η ενότητα τοϋ σώματος τοϋ Χριστού θα εχει χαθεί! Επιμένω στην τελευταία παρατήρηση, διότι μερικές φορές, άκόμη και χωρίς να το επιδιώκουμε, οι χριστιανοί χρησιμοποιούν την ιδιότητά τους ως πνευματικά μας τέκνα για να κάνουν συγκρίσεις και κατά συνέπεια να δημιουργοϋν προβλήματα. 

Είναι προφανές ότι το μυστήριο της έξομολογήσεως, δεν έπιτρέπεται να άποτελεΐ ενα μέσο για τη δική μας προσωπική άνάδειξη μέσα στη ζωή της Εκκλησίας. Τα πνευματικά μας παιδιά δεν είναι ιδιοκτησία μας. Είναι τα παιδιά τοϋ Θε οΰ και έμείς έχουμε την ευθύνη να διακονοϋμε τη σωτηρία τους, να διακονοϋμε την ψυχή τους. Μερικές φορές αύτά τα δρια δεν είναι πολύ εύδιάκριτα. Και κάποτε μπορεί εύκολα να γίνει σύγχυση άνάμεσα στο ένδιαφέρον, που είναι λογικό να νιώθουμε ως πνευματικοί πατέρες, και στον κίνδυνο της ιδιοποίησης. Υπάρχουν μερικά πράγματα τα όποια δεν συ νιστοϋν έξομολόγηση και χρειάζεται πάρα πολύ μεγάλη προσοχή, διότι η Εκκλησία μας έχει ταλαιπωρηθεί και ταλαιπωρείται άπό αύτήν την στρέβλωση τοϋ μυστηρίου της έξομολογήσεως, που θεωρώ ότι είναι η πιο μεγάλη άμαρτία τοϋ πνευματικοϋ, όταν μάλιστα γίνεται ενσυνείδητα.

Οι έποχές που ζοϋμε είναι πραγματικά δύσκολες. Τα προβλήματα των άνθρώπων είναι πάρα πολλά. Στη συνείδηση πολλών έχει άμβλυνθεΐ η έννοια της άμαρτίας. Ωστόσο οι άνθρωποι ζοϋνε την άμαρτία και τη ζοϋμε όλοι μας, βιώ νοντας τις συνέπειές της ως άποτυχία μας. Προσωπικά, έχω διαπιστώσει ότι αύτή η έρμηνεία βοηθάει πάρα πολύ τα νέα παιδιά. Διότι πολλές φορές τα παιδιά έρχονται στην εξομολόγηση έπειτα από μια άποτυχία και ίσως είναι η ευκαιρία να βοηθήσουμε να δουν την πηγή της αποτυχίας τους. Να υποδείξουμε ότι δεν απέτυχαν συγκεκριμένα σε έναν στόχο αλλά ότι η αλαζονεία είναι εκείνη που οδηγεί στα διάφορα άδιέξοδα. ‘Ολων η αλαζονεία. Και η αλαζονεία μας είναι εκείνη που μας οδηγεί στις αποτυχίες και στις αμαρτίες μας. Η αισθησή μας, δηλαδή, ότι δεν χρειάζεται να προσέξουμε το θέλημα του Θεού αλλά μας ενδιαφέρει το δικό μας θέλημα. Και από εκεί αρχίζει σιγά σιγά η πτώση.

Το γεγονός ότι οι εποχές μας είναι δύσκολες και γεμάτες προβλήματα, πρέπει να μας κάνει πολύ προσεκτικούς στον τρόπο που μερικές φορές θέτουμε ερωτήσεις στα μικρά παιδιά, στους νεότερους ανθρώπους, στα νέα ζευγάρια αλλά και στους μεγαλύτερους. Χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή και διάκριση, διότι πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να σκανδαλίσουμε ή να δώσουμε την εντύπωση ότι είμαστε περίεργοι.

Είναι, επίσης, σημαντικό να νιώσουμε ότι, ακριβώς επειδή το έργο μας είναι να είμαστε συνεργοί του Θεού και επειδή ο Θεός «πάντας άνθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας έλθειν» (Α’ Τιμ. 2,4), ανάλογος πρέπει να είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε τις πτώσεις των ανθρώπων. Η διακονία μας είναι να αναπαύσουμε το σημερινό άνθρωπο όχι με ψεύτικους καθησυχασμούς αλλά πραγματικά και ουσιαστικά. Θέλω να πιστεύω ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο στα νεότερα χρόνια αλλά τίποτα δεν άποκλείεται και φαίνεται ότι κάποιες φορές αντιμετωπίζουμε με πολλή σκαιότητα και απαξίωση τα αμαρτήματα των ανθρώπων.

Όταν, παραδείγματος χάρη, μια γυναίκα εξομολογείται μια έκτρωση και ο ιερέας, ο πνευματικός, τη βρίζει και της λέει τι ήρθες να κάνεις εδώ! Μα γι’ αυτό ακριβώς ήρθε! Για ποιό λόγο θα έπρεπε να έρθει; Δεν παραγνωρίζει κανείς το μέγεθος της πράξης αλλά ο τρόπος άντιμετώπισης είναι λαθεμένος. Και αυτός ο άνθρωπος πρέπει να αναπαυθεί. Και αυτός ο άνθρωπος πρέπει να δει την πραγματικότητα του εαυτού του αλλά με αγάπη. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Το ζητούμενο δεν είναι ο εξωραϊσμός, αλλά δεν πρέπει να λησμονούμε επίσης ότι όσο μεγάλη και αν είναι μια πτώση, είναι σημαντικό στη δική μας καρδιά και διάθεση να διακρίνεται η αγάπη γι’ αυτόν τον άνθρωπο.

Θυμάμαι κάτι που διάβασα πρόσφατα, το όποιο αφορούσε τον μακαριστό Γέροντα, τον πατέρα Πορφύριο. Έλεγε: «αχ αυτά τα νέα παιδιά, όλα τα χουνε κάνει, αλλά τ’ άγαπάω, είναι ταλαίπωρα παιδιά». Αυτή την αίσθηση την έχουμε; Μήπως κάποιες φορές κουραζόμαστε, ανθρώπινα και γινόμαστε απότομοι και απορριπτικοί;

Ένα άλλο ζήτημα, το οποίο δεν επιχειρώ εδώ να επιλύσω αλλά με προβληματίζει, είναι αν κάποιο επιτίμιο το βάζουμε για να ικανοποιήσουμε το γράμμα τοϋ κανόνα ή για να θεραπεύσουμε τον άνθρωπο. Η Εκκλησία μας βεβαίως λέει ότι τα επιτίμια είναι φάρμακα. Χρειάζεται όμως προσοχή στη χρήση καθώς οφείλουμε να αναρωτιόμαστε εάν ο τρόπος εφαρμογής συνεπάγεται ότι όντως δίνω φάρμακο ή μήπως κάποτε δίνω φαρμάκι; Βεβαίως, είναι δυνατόν το φάρμακο να είναι πικρό, και συνήθως είναι πικρό, αλλά έχει σημασία με ποιά διάθεση προσφέρεται. Και ακόμα, εάν ένας άνθρωπος εκπληρώσει ένα έπιτίμιο, αυτό σημαίνει ότι αυτομάτως θεραπεύτηκε; Μήπως, κάποιες φορές, απλώς του δημιουργειται η ψευδαίσθηση ότι αφού έπραξε το δέον τώρα είναι εντάξει; Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής, επίσης, ότι πολλές φορές οι χριστιανοί μας επιζητούν το επιτίμιο, διότι πιστεύουν ότι άμα κάνουν έτσι τότε είναι εντάξει. Χωρίς όμως, να έχουν ερευνήσει μέσα τους αν πραγματικά έχουν μετανοήσει. Και, βέβαια, χωρίς ίσως και εμείς να διερευνήσουμε αυτή την διάσταση, δηλαδή την ουσιαστική μετάνοια.

Το έργο του πνευματικού είναι το έργο του Χριστού. Είναι σημαντικό αυτό να το θυμόμαστε πάντοτε καθώς και τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός στάθηκε απέναντι στους ανθρώπους. Η διακονία μας είναι μια προσπάθεια χειραγωγίας του ανθρώπου στην αληθινή μετάνοια και όχι σε μια ψυχολογική τακτοποίηση και ικανοποίηση. Η αληθινή μετάνοια πηγάζει από την αγάπη στον Θεό και αυτό είναι που πρέπει πραγματικά να ερευνήσουμε. Πολλές φορές η Εκκλησία είναι γεμάτη, και το χαιρόμαστε. Εάν, όμως, ρωτήσουμε: «Πιστεύετε στον Χριστό;». Θα μας πούνε «μα τότε γιατί είμαστε εδώ;». Δεν ξέρω όμως αν θα είναι εύκολο και αν θα είναι πρόθυμοι να μας απαντήσουν ειλικρινά αν τους ρωτήσουμε: «Αγαπάτε τον Χριστό;».

Πίστη έχουν και οι δαίμονες! Η αγάπη τους λείπει.

Ένα άλλο ζήτημα, το οποίο εδώ προσεγγίζεται ακροθιγώς, είναι η σύνδεση της εξομολόγησης με την υπακοή. Αναφέρομαι, ειδικά, στη σύγχυση που προκαλούμε ως πνευματικοί όταν προβάλλουμε, χωρίς διάκριση, την μοναχική υπακοή. Είναι σημαντικό να μη ξεχνάμε ποτέ, ότι η ελευθερία και η ευθύνη του ανθρώπου δεν αναιρούνται με τίποτα. Η υπακοή είναι πράξη ελευθερίας και ευθύνης αλλά δεν εκβιάζεται. Γίνεται αποδεκτή από τον άνθρωπο. Ο απόλυτος έλεγχος του άλλου δεν συνάδει με την εν Χριστώ ελευθερία του ανθρώπου.

Κάποτε, με ρώτησε ένα πνευματικό μου παιδί τι αυτοκίνητο να πάρει και τού είπα: «Γιατί με ρωτάς; Σου έχει πει κανείς ότι είμαι ειδικός στα αύτοκίνητα; ‘Αν σου το έχει πει, είναι λάθος. Αν μου πεις τι μάρκα είναι το αύτοκίνητο που όδηγώ, δεν θυμάμαι. Αν λοιπόν με ρωτάς γι’ αύτό, κτύπησες λάθος πόρτα, ψάξε κάποιον ειδικό». «Όχι» μου λέει «σας ρωτάω σαν πνευματικό!». «Δηλαδή τι θα πει αύτό;». «Τι δουλειά έχει το ένα με το άλλο; Αύτό είναι δική σου εύθύνη. Εσύ ξέρεις τι χρήματα έχεις. Δεν είναι δική μου δουλειά ως πνευματικού να σου πω τι αυτοκίνητο θα πάρεις, ούτε σε ποιό σπίτι θα πας». Μερικές φορές όμως δημιουργούνται τέτοιου είδους εξαρτήσεις! Το συγκεκριμένο πρόσωπο δεν ήρθε τυχαία να μού θέσει το ερώτημα. Ήρθε, επηρεασμένο και οδηγημένο από άλλους. Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι κάποια πράγματα μέσα στις ψυχές των ανθρώπων είναι πάρα πολύ λεπτά και αυτά μπορεί κάποτε ο διάβολος να τα εκμεταλλευτεί.

Η ελευθερία και η ευθύνη ενός ανθρώπου, που εξομολογείταιι για την πορεία της προσωπικής του ζωής και για τον αγιασμό του, δεν άναιρεΐται. Δεν εχουμε εμείς την ευθύνη για τη δική του πορεία, δεν τον αντικαθιστούμε εμείς στον αγώνα του. Δεν εννοώ ότι δεν προσευχόμαστε γι’ αυτόν, αλλά τονίζω ότι με την υπακοή του δεν καταργήσαμε την ευθύνη και την ελευθερία του. Έχει ευθύνη γι’ αυτό που κάνει, για τον τρόπο που στέκεται στη ζωή, για όλη την πορεία του μέσα στη ζωή της Εκκλησίας. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν μερικές φορές αυτή η υπακοή, η κατ’ έμέ λαθεμένη, προκαλεί διχασμούς μέσα στο σώμα της Εκκλησίας.

Ολοκληρώνοντας σημειώνω ότι όσα αναφέρθηκαν πριν είναι γνωστά και δεν κομίζω γλαύκα εις Αθήνας. Απλώς επιχείρησα να καταθέσω τους προβληματισμούς μου, οι οποίοι προκύπτουν από την επικοινωνία μου με τους ανθρώπους και την πεποίθησή μου ότι κάθε ενδεχόμενη στρέβλωση του μυστηρίου της εξομολογήσεως συνιστά μεγάλη δική μας αμαρτία.

Πηγή: Εξομολογητική, Το μυστήριο της μετανοίας στην ποιμαντική θεολογία, Αθήνα 2013, εκδ. Ιδρύματος Ποιμαντικής Επιμορφώσεως της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

ΥΜΝΟΣ ΑΠΑΣ ΗΤΤΑΤΑΙ ΤΩ ΠΛΗΘΕΙ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΟΙΚΤΙΡΜΩΝ ΣΟΥ

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΖΟΥΜΗ, ΓΕΝΙΚΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΕΔΕΣΣΗΣ, ΠΕΛΛΗΣ ΚΑΙ ΑΛΜΩΠΙΑΣ

Παρασκευή Δ΄Χαιρετισμῶν (28-3-2014)

Συγκεντρωθήκαμε γιά τέταρτη φορά σήμερα, ἀγαπητοί μου, τέταρτη Παρασκευή τῶν Χαιρετισμῶν, γιά νά ὑμνήσουμε τήν Παναγία μητέρα μας καί μητέρα τοῦ Θεοῦ μας.

O στίχος τόν ὁποῖο ἀναφέραμε θέλει νά μᾶς πεῖ, πώς ὅποιον ὕμνο καί ἄν ποῦμε, ὅποια δοξολογία καί ἄν τῆς προσφέρουμε, δέν εἶναι τίποτε, δέν πιάνει τίποτε μπροστά στό μέγεθος τῆς καλωσύνης της, στό πλῆθος τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν της καί τῆς εὐσπλαχνίας της. Ὅ,τι καί νά τῆς ποῦμε, ὅσο καί ἄν τήν ὑμνήσουμε εἶναι πολύ λίγο καί μικρό μπροστά στήν μεγαλωσύνη της. Ποτέ δέν θά μπορέσουμε νά ὑμνήσουμε ἐπάξια αὐτήν, πού ἐδόξασε καί τίμησε ὁ Θεός, μέ τό νά τήν κάνει μητέρα τοῦ Υἱοῦ του.

Μποροῦμε νά μετρήσουμε τήν ἄμμο, πού βρίσκεται στό χεῖλος τῆς θαλάσσης; Ὄχι. Μποροῦμε νά μετρήσουμε τά ἀστέρια ψηλά στόν οὐρανό; Ὄχι, ἴλιγγος μᾶς πιάνει. Μποροῦμε νά μετρήσουμε τίς σταγόνες τῆς βροχῆς; Ἀδύνατον εἶναι. Ἔ, τόσους πολλούς ὕμνους ἄν προσφέρουμε στήν Παναγία, καί πάλι δέν κάνουμε τίποτε. Δέν κάνουμε κάτι ἀντάξιό της. Δέν τῆς προσφέρουμε κάτι ἀνάλογο ἀπέναντι σ᾿ ἐκεῖνα πού ἡ Παναγία μᾶς προσέφερε.

Τί ἔκανε γιά μᾶς ἡ Παναγία; Τά πάντα. Ἔφερε τόν Θεό στή γῆ. Ὁδήγησε τούς ἀνθρώπους στόν οὐρανό. Ἔφερε σ᾿ ἐμᾶς τό μέγα ἔλεος, δηλαδή τόν Χριστό. Ἔφερε τόν σωτήρα τοῦ κόσμου. Ἄνοιξε τόν παράδεισο. Μεσιτεύει καί πρεσβεύει μέρα-νύχτα γιά μᾶς. Ἄν θά σωθοῦμε, θά σωθοῦμε ἐξ αἰτίας της. Εἶναι λοιπόν τόσο μεγάλες καί τόσο πολλές οἱ εὐεργεσίες της πρός τήν ἀνθρωπότητα, ὥστε ὅ,τι καί ἄν κάνουμε, δέν εἶναι ἀντάξιό της, ἄξιο ὅσων ἐκείνη ἔκανε. Ποτέ δέν θά μπορέσουμε ἐπάξια νά τήν ὑμνήσουμε, ἔστω καί ἄν ἀκόμη ἔχουμε στόμα ἀγγελικό.

Αὐτό πάλι δέν σημαίνει, ὅτι ἐμεῖς δέν θά κάνουμε τήν προσπάθειά μας νά ὑμνοῦμε καί νά τιμοῦμε τήν Κεχαριτωμένη, τήν εὐλογημένη ἐν γυναιξί. Καί μάλιστα, ἀφοῦ δέν μποροῦμε μέ λόγια, ἀφοῦ ἀδυνατοῦμε μέ τούς ὕμνους, ἄς προσπαθήσουμε μέ τήν ζωή μας, μέ τά ἔργα καί τίς πράξεις μας.

Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Τιμή ἁγίου, μίμησις ἁγίου. Τιμοῦμε τόν ἅγιο σωστά, ὅταν μιμούμεθα τήν ζωή του. Μέ ἄλλα λόγια, θέλουμε νά τιμήσουμε τήν Θεοτόκο; Νά μιμούμεθα τήν ζωή της.

Στό πρωτευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου διαβάζουμε, ὅτι ἡ Παναγία νήστευε, προσευχόταν, ἔκαμνε ἀγρυπνίες, γονυκλισίες καί ἐλεημοσύνες καί ὄχι μόνο αὐτά. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης λέει, ὅτι στό ὄρος τῶν ἐλεῶν πήγαινε ἡ Παναγία καθημερινῶς καί προσευχόταν. Στόν τόπο ἐκεῖνο ὅπου προσευχόταν καί ἔκαμνε τίς μετάνοιές της οἱ πλάκες βαθούλωσαν. Ἔφαγε τίς λίθινες πλάκες, τίς ἔλιωσε μέ τά γόνατά της.

Τιμοῦμε λοιπόν τήν Παναγία, ὅταν μιμούμεθα τήν εὐσπλαχνία της καί τήν ἀσκητική της ζωή. Διά τοῦτο πρέπει καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, νά τιμῶμεν τήν Δέσποινά μας Θεοτόκο μέ νηστεῖες, προσευχή καί καλά ἔργα.

Ἡ Παρθένος ἦταν πεντακάθαρη καί στό σῶμα καί στήν ψυχή ἀπό κάθε τί πού μολύνει τήν σάρκα καί τό πνεῦμα. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς, ἄν θέλουμε νά τιμήσουμε τήν ἀειπάρθενο, θά πρέπει νά ἀγωνιζώμαστε σοβαρά, γιά νά μή μολύνουμε τό σῶμα καί τήν ψυχή μας μέ ἁμαρτωλές ἡδονές, τό στόμα μας μέ λόγια ρυπαρά, τήν διάνοιά μας μέ ρυπαρούς λογισμούς, τά μάτια μας μέ πονηρά θεάματα κ.ο.κ.

Ἔλεγε πάλι ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, ὅτι στό Ναό τοῦ Σολομῶντος εἶχαν βάλει δίχτυα στίς πόρτες καί στά παράθυρα, γιά νά μή μπαίνουν μέσα στό Ναό τά διάφορα ἔντομα. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς πρέπει νά προσέχουμε τίς αἰσθήσεις μας, γιατί ἀπό αὐτές μπαίνουν μέσα μας οἱ διάφοροι πειρασμοί. Οἱ αἰσθήσεις μας γίνονται οἱ δίοδοι, οἱ πόρτες διά τῶν ὁποίων μπαίνει μέσα μας ἡ ἁμαρτία καί μολύνει τήν καρδιά μας.

Νά προσέχουμε τήν ζωή μας. Νά εἶναι ἕνας διαρκής ὕμνος εὐχαριστίας καί δοξολογίας καί ποτέ νά μή πληγώνουμε τήν Παναγία.

Ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης πρίν ἐγκαταλείψει τά ἐγκόσμια, ζοῦσε ζωή ἁμαρτωλή. Στό διάστημα αὐτό (διηγεῖται ὁ ἴδιος), τοῦ φανερώθηκε ἡ Παναγία καί τοῦ εἶπε: Δέν μ᾿ ἀρέσει νά βλέπω τά ἔργα σου. Μήπως τά δικά μας τῆς ἀρέσουν; Βέβαια ἐμεῖς θέλουμε νά λέμε, ὅτι εἴμαστε καθαροί, ὅτι δέν ἔχουμε ἁμαρτίες. Ἔτσι ξεγελοῦμε τόν ἑαυτό μας καί προσπαθοῦμε νά κοιμήσουμε τήν ταραγμένη συνείδησή μας. Ἄς ρωτήσουμε ὅμως τήν Παναγία, τί γνώμη ἔχει γιά μᾶς;

Τά λόγια αὐτά, συνεχίζει ὁ ἅγιος Σιλουανός, ράγησαν τήν ψυχή μου. Ὦ καί νά γνωρίζαμε πόσο λυπᾶται καί στενοχωρεῖται ἡ Παρθένος γιά ἐκείνους, πού δέν μετανοοῦν! Αὐτό τό δοκίμασα ἀπό τήν πείρα μου.

Στό βιβλίο "ἁμαρτωλῶν σωτηρία" ἀναφέρεται ἕνα περιστατικό: Ἕνας στρατιώτης πήγαινε νά προσκυνήσει τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Κάθε φορά πού πήγαινε, ἔβλεπε τήν Παναγία καταπληγωμένη, μαχαιρωμένη, γεμάτη αἵματα. Κατάλαβε ὅτι ἔφταιγε ὁ ἴδιος, γιατί ἀπατοῦσε τήν γυναίκα του. Ἡ μοιχεία του ἦταν μαχαιριά, πού πλήγωνε τήν ψυχή της. Ἦρθε σέ μετάνοια, ἐξομολογήθηκε καί καθαρίσθηκε. Καθαρός πλέον προσκύνησε τήν εἰκόνα της. Οἱ πληγές καί τά αἵματα ἐξαφανίσθηκαν.

Πρέπει ἀκόμη νά γνωρίζουμε, πώς οἱ ἅγιοι δέν φοβοῦνται τά τελώνια. Ὅμως κατά τήν φοβερά ἡμέρα τῆς κρίσεως καί αὐτοί θά τρέμουν. Μόνο ἡ Παναγία ἔχει τό θάρρος νά ἀτενίζει κατά πρόσωπο τόν Υἱό της καί Κριτή τῆς οἰκουμένης. Μόνο αὐτή θά ἱκετεύει γιά μᾶς καί αὐτό γιά τελευταία φορά. Θά παρακαλεῖ μέ ἀγωνία καί ἐπιμονή, μέ πολύ πόνο.

Ἐκείνη τήν ἡμέρα θά γίνει ἡ πιό μεγάλη "φιλονικεία", κατά τήν ὁποία θά νικήσει ἡ Παναγία. Χάρις σ᾿ αὐτήν τήν "φιλονικεία" πολλοί θά ἐλεηθοῦν. Γιαὐτό ἕνας στίχος τῶν χαιρετισμῶν λέει: Χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.

Σήμερα ὅσο ποτέ ἄλλοτε ὁ κόσμος πίνει τήν ἁμαρτία σάν ἀναψυκτικό ποτό καί δῆθεν εὐχαριστιέται. Κάτι πού ἐξοργίζει καί λυπεῖ τόν Θεό. Ἐν τούτοις ἡ ὀργή του δέν ἔχει ξεσπάσει ἀκόμη. Ὁ κόσμος μας δέν ἔχει καταστραφεῖ. Ζεῖ καί εὐημερεῖ χάρις στήν Παναγία.

Ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Κλεώπας, σπουδαῖος Γέροντας στή Ρουμανία: Ὁ Θεός πρό πολλοῦ θά μᾶς εἶχε καταστέρεψει ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὅμως ἡ μητέρα τοῦ ἐλέους δέν ἐπιθυμεῖ τήν καταστροφή τοῦ κόσμου. Ὅπως μέ τά σπάργανα τύλιξε τόν Ἰησοῦ Χριστό στήν φάτνη, ἔτσι καί τώρα "περιτυλίγει", συγκρατεῖ τήν ὀργή του, γιά νά μή καταστραφοῦμε. Τέτοια παρρησία, τέτοια δύναμη ἔχει ἡ Παναγία!

Λέει ὁ Χριστός στούς ἁγίους: Ἐσεῖς ἔχετε τό δικαίωμα νά παρακαλεῖτε. Στήν Παναγία λέει: Ἐσύ μητέρα μου, ἔχεις τό προνόμιο μόνο νά ζητᾶς. Ὁ Χριστός δέν τῆς χαλάει ποτέ τό χατίρι. Ἡ Παναγία ἀλλάζει ἀκόμη καί τά σχέδια τοῦ Χριστοῦ, ὅπως βλέπουμε στόν γάμο τῆς Κανᾶ. Ἡ δέησή της εἶναι ἐντολή γιά τόν Χριστό. Ἴσχύεις ὅσα καί βούλεσαι, λέει ἕνα τροπάριο θεομητορικό. Μπορεῖ νά κάνει ὅ,τι θέλει. Γιαυτό ἐπιμένει ἡ Παναγία καί λέει, νά μέ ἐπικαλεῖσθε, νά μέ φωνάζετε κι᾿ἐγώ θά τρέχω, θά ἔρχωμαι νά σᾶς βοηθάω.

Ἀγαπητοί μου,
Ἄν πράγματι ἀγαποῦμε τήν Παναγία, ἄς τῆς δώσουμε χαρά. Ἄς κόψουμε γιά χατίρι της τήν ἁμαρτία. Ἄς μή ἁμαρτήσουμε οὔτε ἐν λόγῳ, οὔτε ἐν ἔργῳ, οὔτε ἐν διανοίᾳ. Νά ἀφοσιωθοῦμε στό καλό, στήν ἀρετή, ὅπως ἔκανε ἐκείνη. Ἀξίζει τόν κόπο μόνο καί μόνο γιά νά μή τήν λυπήσουμε, νά σταματήσουμε τήν ἁμαρτία. Ἔτσι θά τήν τιμήσουμε.

Μή λησμονοῦμε πώς ἡ Παναγία ἔχει ἀδυναμία στούς χαιρετισμούς. Ἐμφανίσθηκε σέ μοναχούς τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τούς εἶπε, ὅτι ἀγαπᾶ πολύ τούς χαιρετισμούς. Ὅποιος τούς λέει κάθε μέρα, θά τόν προστατεύει. Αὐτό ψάλλουμε μέ ἕνα τροπάριο τοῦ κανόνος: Τούς σούς ὑμνολόγους, Θεοτόκε... στεφάνων δόξης ἀξίωσον. Ἄς τῆς προσφέρουμε ὕμνους καί δεήσεις. Νά τήν ἐπικαλούμεθα μέ ἐμπιστοσύνη καί ἐλπίδα, γιά νά μᾶς στεφανώνει μέ τήν χάρη της καί τήν βοήθειά της. Ἀμήν.

Πηγή: www.kyrigma.blogspot.com

Κυριακή 15 Μαρτίου 2020

Ο ΆΓΙΟΣ ΓΡΗΓΌΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΆΣ, Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΌΣ ΚΑΙ ΤΟ ΙΣΛΆΜ

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ Α.Π.Θ.

Τη δεύτερη Κυριακή των Νηστειών της Μεγ. Τεσσαρακοστής η Εκκλησία μας προβάλλει και τιμά για δεύτερη φορά μέσα στο εκκλησιαστικό έτος μια κορυφαία πατερική φυσιογνωμία, τον αγ. Γρηγόριο, αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, τον Παλαμά. Το γεγονός αυτό είναι μια καλή αφορμή για να προσεγγίσουμε από ορθόδοξης πλευράς, με οδηγό μας το πρόσωπο του ιερού Πατέρα, ο οποίος εκφράζει την εκκλησιαστική διδασκαλία κατά τρόπο ακέραιο, αυθεντικό, σαφή και κρυστάλλινο, μια θεωρία που υπάρχει στη σύγχρονη , ετερόδοξη κυρίως ακαδημαϊκή διανόηση (π.χ. Karl Josef Kuschel, Bertold Klappert, Smail Balić, Jonathan Magonet, Thomas Nauman) κ.α. και σχετίζεται άμεσα και με την προβληματική των σύγχρονων διαθρησκειακών διαλόγων.

Πρόκειται για τη θεωρία των λεγομένων «Αβρααμικών θρησκειών» που αρχικά πρωτοδιατυπώθηκε από τον Γάλλο Ισλαμολόγο και μυστικιστή τον Louis Massignon (1883-1962). Σύμφωνα με τον πυρήνα της εν λόγω θεωρίας οι τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες, Χριστιανισμός, Ιουδαϊσμός και Ισλάμ έχουν: α) κοινό πατέρα τον Αβραάμ, β) κοινή αφετηρία και αναφορά, την πίστη του πατριάρχη Αβραάμ στον ένα Θεό και γ) το κοινό καθήκον του πιστού να υπακούει στο θέλημα του Θεού. Ανάλογη προβληματική σχετικά με την ομολογία της πίστης στον Αβραάμ και την αντίληψη, ότι οι Μουσουλμάνοι προσεύχονται μαζί με τους χριστιανούς στον ένα Θεό θα υιοθετηθεί επισήμως από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία κατά τη Β´ Βατικάνεια Σύνοδο.

Στα πλαίσια των διαθρησκειακής προβληματικής η εν λόγω θεωρία προτείνεται και καλλιεργείται με σκοπό την υπέρβαση της ιστορικής αντιπαλότητας και της θρησκευτικής βίας, με την υποτιθέμενη ανάδειξη της κοινής προέλευσης και των κοινών στοιχείων αυτών των θρησκειών.

Οι τρεις αυτές θρησκείες, σύμφωνα με τον Karl Josef Kuschel, έναν σημαντικό εκφραστή της, είναι αδέλφια ως προς την πίστη στον Θεό του Αβραάμ. Έμφαση δίνεται στον ένα Θεό, στην υπερβατικότητά του και στη διάκρισή του από τον κόσμο. Ταυτοχρόνως με εξεζητημένες αναλύσεις προσπαθούν να υπερβούν ή και να συνθέσουν όχι μόνο τις διαφορετικές θεολογικές αρχές αλλά και τους διαφορετικούς τρόπους κατανόησης και αυτού του προσώπου του πατριάρχη Αβραάμ που υπάρχουν μεταξύ των τριών θρησκειών. Στην ίδια συνάφεια από τους υποστηρικτές της εν λόγω θεωρίας χρησιμοποιούνται και οι όροι «Αβρααμική οικουμένη», «Αβρααμικό πνεύμα» και «Αβρααμική πνευματικότητα».

Είναι βάσιμη όμως αυτή η θεωρία; Αποτελεί σωστό μοντέλο προσέγγισης και αλληλοκατανόησης ανθρώπων διαφορετικών θρησκευτικών πεποιθήσεων; Μπορεί να γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός ότι και οι τρεις θρησκείες είναι αδέλφια ως προς την πίστη στον ένα και τον αυτόν Θεό; Σύμφωνα με τη διδασκαλία του αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, ιδιαιτέρως όσο αφορά το σκέλος της σχέσης Χριστιανισμού και Ισλάμ, αναμφισβήτητα όχι.

Ο ιερός Πατέρας, γνώρισε το Ισλάμ κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας του από τους Τούρκους το 1354 διαλέχθηκε τρεις φορές με εκπροσώπους του, ομολόγησε και διατύπωσε με σαφήνεια την Ορθό δοξη χριστιανική διδασκαλία, επεσήμανε τον ριζικώς διαφορετικό περιεχόμενο και τον τρόπο κατανόησης του Θεού που υπάρχει μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ, όπως επίσης και το διαφορετικό τρόπο κατανόησης του προσώπου του Χριστού. Τονίζει με σαφήνεια σχετικά με τις θεολογικές αφετηριακές προϋποθέσεις του Ισλάμ: «Τον δε Μεχουμέτ (σ.Σ. τον Μωάμεθ) ούτε παρά των προφητών ευρίσκομεν μαρτυρούμενον ούτε τι ξένον ειργασμένον και αξιόλογον προς πίστιν ενάγον. Δια τούτο ου πιστεύομεν αυτώ ουδέ τω παρ’αυτού βιβλίω ».

Με αφορμή μάλιστα τις ισλαμικές αντιλήψεις περί Χριστού επισημαίνει στο ποίμνιο του: «Προσέχετε μη ευρεθήτε όπως αυτοί εδώ, που, ενώ τον τεχθέντα από την παρθένο τον ονομάζουν Λόγο του Θεού και πνοή του και Χριστό, δηλαδή Θεάνθρωπο, έπειτα τον αποφεύγουν φρενοβλαβώς και τον αθετούν σαν να μη είναι Θεός ». Υπογράμμιζε στις συζητήσεις του ότι κατά τη χριστιανική πίστη το ένας Θεός είναι αλληλένδετο, αδιάσπαστο και με το Τριαδικός. «Εν γουν τα τρία και τα τρία εν».

Ο χριστιανός ομιλεί πάντοτε σχετικά με το μυστήριο του Θεού για « Τριάδα εν Μονάδι, Μονάδα εν Τριάδι και Μονάδα άμα και Τριάδα», πράγμα αδιανόητο για το Ισλάμ, όπως φυσικά και για τον Ιουδαϊσμό. «Ουκούν ο Θεός τρία, και τα τρία ταύτα εις εστι Θεός και δημιουργός».

Ο αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς δεν παρέλειψε επίσης να ανα δείξει στις συζητήσεις του με τους Μουσουλμάνους ότι και τα κοινά εξωτερικά στοιχεία που υπάρχουν (π.χ. προσευχή, ελεημοσύνη) έχουν διαφορετική θεολογική αφετηρία και δεν προϋποθέτουν απλώς μια κοινή μονοθεϊστική εκδοχή του Θεού.

Η επιχειρηματολογία του ιερού Πατέρα βεβαίως δεν εξαντλείται στα όσα ενδεικτικώς επισημάναμε, πλην όμως είναι ικανά, νομίζουμε, να δείξουν τη μεγάλη διαφορά που υπάρχει μεταξύ Χριστιανικών, Ισλαμικών αλλά και των Ιουδαικών αντιλήψεων κατ’ επέκταση. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα το γεγονός ότι η απόλυτη πιστότητα του αγ. Γρηγορίου του Παλαμά στα δεδομένα της εν Χριστώ Ιησού θείας Αποκαλύψεως, δεν τον οδηγεί σε αβαρίες περί την πίστη παρά τις ταλαιπωρίες της αιχμαλωσίας του. 

Ταυτοχρόνως όμως τον οδηγεί να κατανοήσει με χριστολογική προοπτική και αυτή τη θέση ενός αλλόδοξου συνομιλητή του «ότι θα έλθει κάποτε καιρός που θα συμφωνήσουμε μεταξύ μας», αναφέροντας: «Συνεθέμην γαρ μνησθείς της του αποστόλου φωνής, ότι επί “τω ονόματι Ιησού Χριστού παν γόνυ κάμψει και πάσα γλώσσα εξομολογήσεται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός”, τούτο δ’ έσται πάντως εν τη Δευτέρα παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστου». 

Σύμφωνα με τον π. G. Florofsky «ημπορούμεν να θεωρούμεν τον Γρηγόριον Παλαμάν ως οδηγόν μας και διδάσκαλον εις την προσπάθειάν μας να θεολογούμεν από της καρδίας της Εκκλησίας». Είναι σαφές ότι με βάση τη διδασκαλία του αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, η θεωρία περί «Αβρααμικών θρησκειών» είναι πολλαπλώς ελλειμματική και ιστορικά ανέρειστη.

Τρίτη 10 Μαρτίου 2020

Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΨΕΥΔΟΑΓΓΕΛΟΛΟΓΊΑ

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ Α.Π.Θ.

Ανησυχητικό φαινόμενο της εποχής μας, νεοεποχίτικη πρακτική πνευματικής σύγχυσης αποτελεί το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό υπάρχει μία αυξανόμενη ενασχόληση και αναφορά στους αγγέλους σε πλήθος νεοεποχίτικων περιοδικών, κοσμικών εντύπων, βιβλίων και διαδικτυακών τόπων, ακόμη και με την έκδοση ειδικών ad hoc περιοδικών1. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι αυτή η έκρηξη ενασχόλησης με τους αγγέλους έχει οδηγήσει κάποιους ετερόδοξους θεολόγους ερευνητές να κάνουν λόγο για μία «Νέα Θρησκεία Των Αγγέλων»2, η οποία μάλιστα, όπως έχει ορθώς επισημανθεί, δεν χρειάζεται καμμία πίστη στο Θεό3. Σύμφωνα με μία άλλη προσέγγιση το φαινόμενο μπορεί να χαρακτηριστεί, επίσης, ως μία εκκοσμικευμένη μορφή λαϊκής θρησκευτικότητας του δυτικού ανθρώπου4.Η ενασχόληση αυτή, βεβαίως, και στον ελληνικό χώρο δεν κινείται σε ορθόδοξα εκκλησιαστικά πλαίσια, ως μορφή υπενθύμισης της διδασκαλίας της Εκκλησίας μας για τους αγίους αγγέλους, το έργο τους, την αποστολή τους κ.λ.π. Πολύ δε περισσότερο, δε μπορεί να ενταχθεί ούτε στα ευρύτερα χριστιανικά αποδεκτά πλαίσια διδασκαλίας σχετικά με τους αγίους αγγέλους. (Δυστυχώς η προτεσταντική θεολογία του 19 & 20 αι. έχει διάφορες θέσεις περί των αγίων αγγέλων που, πολλές εξ αυτών, κινούνται μεταξύ άρνησης και αντίθεσης προς την εκκλησιαστική διδασκαλία)5 . Αντιθέτως, η ενασχόληση με τους αγγέλους άλλοτε έχει σα- φως συγκρητιστικό περιεχόμενο συνδυάζοντας χριστιανικά, ιουδαϊκά, ισλαμικά, εξωχριστιανικά και εσωτεριστικά στοιχεία, γεγονός που θυμίζει έντονα χαρακτηριστικά του αρχαίου Γνωστικισμού6 και άλλοτε έχει ευδιάκριτα νεοεποχίτικα χαρακτηριστικά7, κάτι που είναι και το πιο συνηθισμένο, με αφετηρία και περιεχόμενο ξεκάθαρα αποκρυφιστικό. Η παρουσία και η αναφορά σε “αγγέλους” είναι γνωστή στο χώρο του αποκρυφισμού και μάλιστα σε διαφορετικά επίπεδα. Αναφέρεται πολύ χαρακτηριστικά σε αντιπροσωπευτικό έργο του αποκρυφιστικού χώρου: «Σπουδαίος Ρόλος Αποδίδεται Εις Την Αγγελολογία Υπό Της Πρακτικής Καββάλας Και Εν Συνέχεια Υπό Της Τελετουργικής Μαγείας Του Δυτικού Εσωτερισμού. (…) Εκ Των Ανωτέρω Συνάγεται Ότι Η Αγγελολογία Αποτελεί Σημαντικόν Κρίκον Εις Την Άλυσιν Της Εσωτερικής Παραδόσεως»8 . Αποκρυφιστικού χαρακτήρα αγγελολογία έχουμε επίσης στο χώρο του Τεκτονισμού, του μονίμως, ως γνωστόν, διαβεβαιούντος, ότι δεν έχει θρησκευτικό χαρακτήρα, και μάλιστα, όπως αναφέρεται σε αντιπροσωπευτικό έργο του χώρου, στα τυπικά μύησης κάποιων ανώτερων βαθμών.Επιλέον, σ’ αυτό το έργο, καταγράφονται και ονόματα “αγγέλων” πολλά από τα οποία προέρχονται από αποκρυφιστικές πηγές, π.χ. την Καββαλά, Ερμητισμό αλλά και από αυτή την ισλαμική αγγελολογία. Αντιπροσωπευτικά θα αναφέρουμε μόνο ένα όνομα “αγγέλου», μεταξύ των 16, που αναφέρονται στο τεκτονικό έργο και είναι αποκαλυπτικό : «Αριήλ, Το Πνεύμα Του Αέρος, Όστις Εις Ανώ- Τερον Τεκτονικόν Βαθμόν Συνδέεται Με Την Ιδέα Της Αγνότητος. Κατά Τους Μάγους Καββαλιστάς Ο Αριήλ Αποκαλύπτει Κρυμμένους Θη- Σαυρούς Και Μυστικά Της Φύσεως »9. Μία ακόμη αποκρυφιστική πτυχή της παλαιότερης και σύγχρονης αποκρυφιστικής “αγγελολογίας “σχετίζεται με την αστρολογία. Σύμφωνα την αστρολογία οι μήνες του έτους, ο ήλιος, η σελήνη, οι πλανήτες, κ.λ.π. έχουν πνεύματα – αγγέλους προστάτες10 η ταυτοχρόνως από αστρολόγους συσχετίζονται με τις λεγόμενες καρμικές αναφορές, σύμφωνα με την ορολογία του χώρου. Ιδιαιτέρως όμως, σήμερα, μ’ ένα ιδιαιτέρως προσεκτικό και θελκτικό λεξιλόγιο, η νεοεποχίτικη και αποκρυφιστική ψευδοαγγελολογία στα έντυπα του χώρου της, σε διαδικτυακούς τόπους, σε κοσμικά περιοδικά, σε ειδικά σεμινάρια που διοργανώνονται για επικοινωνία με αγγέλους, σε ειδικές κάρτες αγγέλων, χρησιμοποιεί ονόματα ”αγγέλων“ που συναντάμε σε αποκρυφιστικούς χώρους. Ιδιαιτέρως όμως η αιχμή του δόρατος της σύγχρονης νεοεπο- χίτικης και αποκρυφιστικής ψευδοαγγελολογίας είναι η πρακτική να παρουσιάζει τους αγγέλους, όχι ως δημιουργήματα του Θεού, αλλά ως αυθύπαρκτες πνευματικές – αγαθές οντότητες προστασίας, ως οντότητες φωτός και αγάπης, ως αντικείμενο διαλογισμού, ως πηγές ενέργειας, ως θεϊκές φανερώσεις11. Επιπλέον, γίνεται λόγος για παρουσία τέτοιων “αγγελικών“, υποτίθεται οντοτήτων, στις λεγόμενες επιθανάτιες εμπειρίες, η σχετίζονται ακόμα και με ανορθόδοξες θεραπείες (π.χ αγγελικό ρέικι). Ιδιαιτέρως στη νεοεποχίτικη έκφανση της σύγχρονης ψευδοαγγελολογίας το κατ’ εξοχήν στοιχείο το οποίο παραμορφώνεται και διαστρεβλώνεται και χρησιμοποιείται ως μέσο μετά- δοσης αντιχριστιανικών θέσεων είναι το θέμα του φύλακα αγγέλου. Μέσα σ’ όλη αυτή την αποκρυφιστική καταχνιά δεν απουσιάζει σύζευξη της ψευδοαγγελολογίας και με την σύγχρονη μετεξέλιξη του πνευματισμού, που είναι το Channeling, όπου διάφοροι μεσάζοντες (Medium)παρουσιάζονται ως κανάλια – αγωγοί μηνυμάτων κάποιων, δήθεν αγγελικών, οντοτήτων. Αξιολογώντας αυτή την έκρηξη της σύγχρονης ψευδοαγγελο- λογίας από ορθόδοξου πλευράς, λαμβάνοντας υπ’όψιν , μεταξύ των άλλων, τον ευαγγελικό λόγο, ότι το δέντρο γνωρίζεται από τους καρπούς (Ματθ. 12,33), αναμφιβόλως πρέπει να επισημάνουμε, ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια μορφή δαιμονολογίας που παρουσιάζεται ως αγγελολογία (Β Κορ.11,14). Σημειώσεις. [1] .Τό πιό χαρακτηριστικό παράδειγμα εἶναι τό περιοδικό ”Engelmagazin”πού ἐκδίδεται στή Γερμανία σέ 75.000 τεύχη κάθε δίμηνο.Βλ. EZW. Materialdienst 6/ 2008, σ. 227. [2]. Βλ.Τ.Ruster, Die Neuen Engelreligion.Lichtgestalten- Dunkle Mächte, 2010. Πρβλ. EZW. Materialdienst 4/2011, σ. 154. [3]. Βλ. EZW. Materialdienst 12/2010, σ. 462. [4]. Ἀναλυτικά βλ.Ο. Dürr, Der Engel Mächte, 2009. [5].Βλ.W.Trillhaas, Dogmatik, 19844, σσ. 144 – 152. [6].Βλ. EZW. Materialdienst 12/2010, σ. 463. [7].Βλ. W. J. Hanegraaff, New Age Religion And Western Culture. Esoterism In The Mirror Of Secular Thought, 1998, σσ. 197-198, 200-201, 342-343. [8] Βλ. Π. Γράβιγγερ, Ἐγκυκλοπαίδεια Ἐσωτερισμοῦ.., Τομ. Α΄, σσ. 51-52.R. Biewald, Kleines Lexikon Des Okkultismus, 2005, σ. 59. [9]. Ν. Λάσκαρι, Ἐγκυκλοπαίδεια τῆς Ἐλευθέρας Τεκτονικῆς, σ. 16. [10]. Βλ. N. Drury, The Dictionary Of The Esoteric, 20042, σ. 12. [11].Βλ. EZW. Materialdienst 4/2011, σ. 155.