Τρίτη 29 Ιουνίου 2021

ΑΓΑΘΟΝ ΠΟΡΕΥΘΥΝΑΙ ΕΙΣ ΟΙΚΟΝ ΠΕΝΘΟΥΣ Η ΕΙΣ ΟΙΚΟΝ ΠΟΤΟΥ. ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΦΩΝ ΕΝ ΟΙΚΩ ΠΕΝΘΟΥΣ, ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑ ΑΦΡΟΝΩΝ ΕΝ ΟΙΚΩ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ ΜΑΡΤΖΟΥΧΟΥ

Υπηρετούσε φαντάρος και πάτησε κατά λάθος μια νάρκη, που ήταν «για τους εχθρούς», και διαμελίστηκε και πέθανε, στα εικοσιτρία χρόνια της ζωής του.

Όταν ο παπάς της ενορίας το έμαθε έτρεξε στο σπίτι. Φτάνοντας έπεσε πάνω του (μεταφορικά και κυριολεκτικά) ο μεγαλύτερος αδελφός του νεκρού και άρχισε να ουρλιάζει κυριολεκτικώς. Γιατί; Γιατί; Πες μου, Γιατί; Ο παπάς και αυτός συντετριμμένος κρατώντας τον στην αγκαλιά (μόνον αυτόν, τον ζωντανό, μεγάλο αδερφό γνώριζε) του έλεγε επαναλαμβάνοντας ήσυχα, σιωπηλά σχεδόν, στο αυτί του: Δεν ξέρω... δεν ξέρω... δεν ξέρω...

Ο παπάς είχε να αντιμετωπίσει-παρηγορήσει και την μητέρα και την γιαγιά που ζούσε και απορούσε, γιατί δεν πήρε ο Θεός αυτήν και πήρε το εγγόνι της. Να παρηγορήσει; Τρόπος του λέγειν! Πάνω σε μια ανοιχτή μόλις και αιμάσουσα πληγή, ούτε επίδεσμος δεν είναι ανεκτός! Απλώς να τις ακούσει και να κλάψει μαζί τους βοηθώντας με την γνώμη και το κύρος(!) του, στο να μη "καταπιούν" αποκοιμιστικά ψυχοφάρμακα εξουθενωμένες από την οδυνηρή τους θλίψη, και όχι τελικά(!) για το νεκρό! Απενοχοποιόντας, οποιοδήποτε εκδήλωμα πένθους, έντασης λόγων, ακόμη και βλασφημίας, και βέβαια ασφυκτικής οδύνης, λέγοντάς τους ότι η Παναγιά κάτω από τον Σταυρό «ξέσκιζε τα μάγουλα της» («παριάσι χερσίν καταξένουσα»).

Έγιναν όλα τα προβλεπόμενα τυπικά και οι διαδικασίες και ο παπάς την ώρα της προσευχής (Νεκρώσιμη Ακολουθία) είπε δημοσίως ότι δεν ξέρει κι αυτός, γιατί σκοτώθηκε ο νεαρός αλλά ξέρει ότι: Ο θάνατος είναι όπως ένα πλοίο που απομακρύνεται στον ορίζοντα. Σε κάποια στιγμή χάνεται από τα μάτια μας! Αλλά αυτό δεν σημαίνει, πως επειδή εμείς δεν το βλέπουμε πια, έπαψε να υπάρχει! Όλων μας το πλοίο της ζωής θα φύγει στον ορίζοντα και θα χαθεί κάποια στιγμή. Σημασία έχει να κατευθύνεται στο λιμάνι της Βασιλείας του Θεού. Γι’ αυτό προσευχόμαστε. Όλοι μας αλλάζουμε από την αγάπη. Και οι νεκροί...

Ξαναγυρίσαμε στο σπίτι, οι γείτονες, οι συγγενείς, και οι γνωστοί, άρχισαν σιγά-σιγά να αραιώνουν... Η πληγή άρχισε να κρυώνει και να πονά περισσότερο. Ο ύπνος χανόταν ή γινόταν οδυνηρός και η ημέρα βούλιαζε σε μαύρες σκέψεις και ψυχική κούραση. Οι επισκέψεις στο μνήμα γινόντουσαν εκτονωτική-ανακουφιστική διαφυγή, κλάματος και αλλαγής παραστάσεων. Η έγνοια κάποιων για το φαγητό της ημέρας και τα τεχνικά ήταν «ησύχασμα του κεφαλιού». Άρχισε ο μηρυκασμός των αναμνήσεων και οι διηγήσεις περιστατικών και συμβάντων από την κοινή ζωή! Οι ενοχές για παραλείψεις, για πράγματα που δεν έγιναν, για υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν και δεν εκπληρώθηκαν! Οι τύψεις για συμπεριφορές που ίσως πλήγωσαν τον απελθόντα. Η διέγερση απωθημένων ενοχών από τυχόν άμβλωση (φυσικά του παρελθόντος) εξαιτίας της οποίας «ο Θεός πήρε τον...»!!!

Ο παπάς πλέον είχε καθημερινή απασχόληση (με την καλή ποιμαντική έννοια) με το σπίτι. Θεολογικές απορίες, βάσιμες αλλά και κάποιες ανυπόστατες. Θέματα-εκδηλώματα (π.χ. κόλλυβα), που ήταν ανάγκη, από νεκροί τύποι να γίνουν τρόπος έκφρασης της πίστεως... Ποιας πίστεως; Τέτοιες ώρες προσγειώνουν τον παπά και τον ξυπνάνε απ’ την αυτάρεσκη ικανοποίηση της υπνούσας οδοιπορίας για ύπαρξη ευσεβούς λαού. Η ανάσταση είναι δυσπρόσιτο, αν μη και αδιάβατο βουνό, κυριολεκτικά. Λιγότερο η Ανάσταση του Χριστού (Θεός είναι ό,τι θέλει κάνει) περισσότερο το "ανόητο" (αυτό νομίζουν) της αναστάσεως των νεκρών! Είχε πελώριο δίκαιο ο ποιητής: «Μεσ’ στον υπνόσακο των ορατών η αιχμαλωσία μου». Κόπος πολύ να ανοίξει το φερμουάρ του sleeping bag!!! Αβαντάζ και "όπλο" του παπά, η αγάπη των συγγενών για το νεκρό, και η αγάπη που ζουν και βλέπουν... «Ο Χριστός δεν θα αφήσει στην ανυπαρξία τους αγαπημένους Του». Αυτό είναι προσδοκία. Όταν με την ανάγνωση του κατά Λουκάν (προτροπή του παπά για φωτισμό του σκοταδιού της ύπαρξης) αποκτηθεί γοητευτική θέαση και θέση του προσώπου του Χριστού, στην συνείδηση των πενθούντων, τότε γλυκοχαράζει η πίστη, που μπορεί μεν να κατακλύζεται από... απιστία(;!), όμως μπορεί να φωνάζει κάθε άνθρωπος: Βοήθα με... Αγάπη και πίστη, δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Τότε επιβεβαιώνεται ο μέγας Βιττγκενστάιν: «Μόνο η Αγάπη μπορεί να πιστέψει στην Ανάσταση».

Στη συνέχεια ακολουθεί η σύνδεση με την ενορία. Η Ευχαριστία της Κυριακής (μακάρι και του Σαββάτου) είναι η γέφυρα επικοινωνίας με τον αγαπημένο νεκρό. Ανάμνηση του Χριστού και όσων είναι μαζί του, αγίων, αλλά και συγγενών "κεκοιμημένων" (που κοιμούνται...). Τα μνημόσυνα (τρίτα, ένατα, τεσσαρακοστά, αυτά είναι όλα!) και τα Ψυχοσάββατα, είναι αγαπητική τρυφερότητα και έκφραση, του τι είναι Εκκλησία, και πως αρμοδένονται τα μέλη της.

Η καθημερινότητα επιστρέφει (κατά τα δεδομένα κάθε οικογένειας) και ο παπάς τους αφήνει σε μια σχέση ενοριακής και όχι αποκλειστικής φροντίδας. Σε όλη του την προσπάθεια πρέπει να ‘χει συνεργούς και κάποιους (ηλικιακά κοντά στους συγγενείς του νεκρού) ενορίτες. Να γίνουν οι ήδη ενορίτες γέφυρες-σύνδεσμοι των πενθούντων με την ενορία. Και σ’ αυτήν την προσπάθεια «θα μάθει» ο παπάς πόσες δυσκολίες έχει ο απαρτισμός υγιούς κοινότητας ελεύθερης και αυτοδύναμης. Όχι ευσεβούς... στρούγκας!

Η όλη διαχείριση του θανάτου και του πένθους εκ μέρους του παπά είναι απαραίτητο να συνυπολογίζει τα ψυχοβιολογικά δεδομένα των πενθούντων, τις ευαισθησίες τους και φυσικά να αγωνίζεται για απολύτως προσωπική ποιμαντική, όσον αφορά τις αντοχές τους και όσον αφορά τα εκ μέρους του ρίσκα "Οικονομίας", για γνωριμία (τους) με τον Χριστό και την Εκκλησία Του.

Μετά από χρόνια ο αδερφός του νεκρού, όταν πλέον είχε γίνει χριστιανός, είπε στον παπά: «Αν τότε που φώναζα "γιατί;» είχες αρχίσει "να δικαιολογείς τον Θεό" τώρα δεν θα ήμουν χριστιανός!».

Το είδος, ο τρόπος και η ηλικία θανάτου και το εξ αυτών προκύπτον πένθος φυσικά το διαφοροποιεί. Αλλά το γενικώς ισχύον είναι η φροντίδα και η αγάπη του παπά, που θα διεμβολίσει αγκυλώσεις-απόψεις-τραύματα-κατάθλιψη-αδιαφορία-καθωσπρεπισμούς-παγωνιά. Έστω αυτό θα είναι το στοχοθέσιο. Να γνωρίσουν-γοητευτούν από το πρόσωπο του Χριστού και να χαρούν την συμμετοχή στο σώμα του Χριστού την Εκκλησία. Ο παπάς δεν πάει στους πενθούντες για να τους πει, τι είναι το θέλημα του Θεού για αυτούς, αλλά για να τους μάθει με την ποιότητα του τρόπου του ότι:

- ο Θεός είναι Πατέρας και μας αγαπάει, όχι επειδή είμαστε καλοί, αλλά επειδή είναι αυτός καλός!

- δεν πήρε ο Θεός τον άνθρωπο μας, γιατί ο Θεός έχει ανοιχτό και μόνιμο πόλεμο με το θάνατο. Γι’ αυτό πέθανε και αναστήθηκε.  Για να μας μάθει πώς νικιέται ο εχθρός μας, ο ένας και μεγάλος, που είναι ο θάνατος.

Ο παπάς λοιπόν δεν είναι εκεί για να... "δικαιολογήσει" τον θάνατο, αλλά για να επιβεβαιώσει την προσδιορισμένη εχθρότητα μεταξύ θανάτου και ανθρώπου. Η υπόσχεση της Ανάστασης για όλους τους ανθρώπους, δεν είναι παρηγοριά. Απλά ο θάνατος "ζωντανεύει" τα μεγάλα ερωτηματικά και μας σπρώχνει πέρα από τον εαυτό μας. Ο πόνος, ο θάνατος και η μετά θάνατον ζωή είναι «παλαιοί φάκελοι» που συχνά αφήνουμε στην άκρη. Πολλοί άνθρωποι παραδέχονται ότι βρέθηκαν να ψάχνονται μέσα τους βαθιά, συνειδητοποιώντας τον πραγματικό τους εαυτό, μετά τον θάνατο κάποιου δικού τους προσώπου.

Τρεις μορφές θανάτου (με κάμποσες παραλλαγές βέβαια, ηλικιακές και τεχνικές) υπάρχουν.

Ο αιφνίδιος θάνατος, ο οδυνηρότερος και συνθλιπτικότερος· ο εξ ασθένειας, που είναι παρατεταμένη οδύνη (στάγδην βραδέως)· και ο ηλικιακός, που είναι ο "φυσικός" και ο λογικός θάνατος, για τον οποίον "τρέφουμε" λογικά αισθήματα παραδοχής του βιολογικού τέλους. Και οι τρεις (μηδέ του τρίτου εξαιρουμένου) είναι αφύσικοι παράλογοι και τραγικοί. «Ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησε, οὐδέ τέρπεται ἐπ’ ἀπωλείᾳ ζώντων». Όταν στους πρωτόπλαστους έλεγε: «Αν φάτε θα πεθάνετε», έλεγε κάτι τραγικότερο... Έφαγαν άλλωστε και... δεν πέθαναν!!

Ο παπάς στο πένθος του θανάτου πρέπει να διευκολύνει την διοχέτευση του πόνου σωστά και να βοηθήσει στην συνειδητοποίηση ότι: α. Ο Θεός «θέλει πάντας σωθῆναι (το αντίθετο των πρωτοπλάστων) καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»· και β. «Θα εξαλείψει κάθε δάκρυ από τα μάτια των ανθρώπων».

Μέχρι τότε εμείς για τους νεκρούς μας ας Του λέμε:

Ελεήμων Κύριε Ιησού Χριστέ, η ζώσα Πηγή της Ζωής, 

παρηγόρησε όσους πενθούν, με την αγάπη Σου, που είναι πιο δυνατή και από τον θάνατο!

Πονάμε γι’ αυτούς από τους οποίους ο θάνατος μας χώρισε, για διάστημα, που μόνο Εσύ ξέρεις πόσο θα είναι, και εμείς το αγνοούμε, κι αυτό μας συνθλίβει και μας συντρίβει. 

Μεσ’ στην αφύσικη πραγματικότητα του θανάτου, αισθανόμαστε ασφυξία! Μην αφήσεις να πνιγούμε από δαιμονικές "αναθυμιάσεις" λογισμών απιστίας, που ερωτοτροπούν προς το μηδέν. 

Εσύ, Χριστέ, είσαι η Mόνη Πραγματικότητα και για τις τρεις διαστάσεις του χρόνου· 

μη μας αφήσεις στην κοντόθωρη θέαση του φίλαυτου παρόντος μας· βοήθησέ μας να θυμόμαστε πάντα την σχέση μας μαζί Σου κατά το παρελθόν μας, καθώς και τις υποσχέσεις Σου για το κοινό μας μέλλον, μη μας εγκαταλείψεις στην μιζέρια του εναγκαλισμού της θλίψης μας,  μην επιτρέψεις να θλιβόμαστε, τελικά για μας περισσότερο, απ’  όσο για το αγαπημένο πρόσωπο που έφυγε! 

Βοήθησέ μας, ώστε η προσευχή της αγάπης για τον νεκρό μας να είναι θερμή παράκληση για δωρεά του ελέους Σου σ’ εκείνον και σ’ εμάς 

και για γαλήνευση της ψυχής μας, από την επίγνωση της μονιμότητας κάθε αγαπημένης σχέσης αφού, για Σένα και μ’ Εσένα, «πάντες ζώσιν". Αμήν .

 * (Εκκλ. 7, 2 & 4) - Σχολιάζοντας αυτά ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρατηρεί εύστοχα και ρεαλιστικά. Σε σπίτι πένθους και ο ανόητος ακόμα σοβαρεύεται και λέει σωστές κουβέντες, στο σπίτι όμως με διασκέδαση και ο σοφός ακόμα λέει ανοησίες!

Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ

Σάββατο 26 Ιουνίου 2021

Κλῆρος καί ἐκκοσμίκευση

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ

«Ὁ Ἱερέας εἶναι ὁ ἀγγελιοφόρος, ὁ κήρυκας τοῦ θείου νόμου. Οἱ ἄνθρω­ποι ἀπό αὐτόν ζητοῦν νά μάθουν τόν θεῖον νόμον» (Μαλ. 2:7).   Ἄν  ὁ Ἱερέας δέν  μιλήσει γιά ἁμαρτία, γιά μετάνοια, γιά σωτηρία, ποιός θά μιλήσει; Ἄν  δέν μιλήσει γιά τό Χριστό,   γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του, ποιός θά μιλήσει; Ἄν δέν μιλήσει γιά πνευματικό ἀγώνα, γιά ἐγκράτεια, γιά νηστεία, γιά προσευχή, ποιός θά μιλήσει;

Ἡ ἐκκοσμίκευση, λοιπόν,  τοῦ Ἱερέα δέν περιορίζεται  μόνο  στή «μοντέρνα» ἐξωτερική  του ἐμφάνιση, ἡ  ὁποία «ἀναγγέλει τά περί αὐτοῦ» (Σειράχ 19, 30), ἀλλά καί  στό πῶς  ἐργάζεται ὡς Ἱερέας,  ὡς μεσίτης τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά καί τοῦ ἀνθρώπου ἐν οὐρανοῖς.

Ὅταν οἱ Δώδεκα Ἀπόστολοι εἶδαν, πώς ἡ μέριμνά τους γιά τούς φτωχούς, λειτουργοῦσε εἰς βάρος τῆς κυρίας τους ἀποστολῆς, εἶπαν: «Δέν εἶναι σωστό ἐμεῖς νά ἀφήσουμε τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί νά ἀσχολούμαστε μέ διανομές τροφίμων» (Πρ. 6:2).  Φαντασθεῖτε τούς Δώδεκα Ἀποστόλους νά ἀσχολοῦντο (μόνο) μέ τίς διανομές τροφίμων! Φαντασθεῖτε τούς Ἱερεῖς καί Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας μας νά ἀσχολοῦνται  (μόνο) μέ τέτοια πράγματα! [1]Ἐκκοσμίκευση! Ἀπαγοήτευση!

Ὁ  ΣΤ'  τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καθαιρεῖ τούς Ἱερεῖς, πού ἀναλαμβάνουν ὑποχρεώσεις, ἄσχετες  μέ τό ἔργο τῆς Ἱερωσύνης. Τό ἐπαναλαμβάνει καί  ὁ ΠΑ΄ (Ἁγίων Ἀποστόλων), παραθέτοντας καί τό λόγο τοῦ Κυρίου, « οὐδείς γάρ δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν, κατά τήν Κυριακήν παρακέλευσιν»  (Μτ. 6:24). Δηλαδή, ὁ Ἱερέας θά πρέπει νά  εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀφιερωμένος  στή σωτηρία τοῦ λαοῦ.

 Ὁ καλός γιατρός δέν ἀφήνει τούς ἀσθενεῖς του,  γιά νά ἀσχοληθεῖ μέ ἄλλα πράγματα, ὅσα καλά καί ἄν εἶναι αὐτά, ἀλλά τ' ἀφήνει ὅλα  στήν ἄκρη, καί ἀφοσιώνεται στή θεραπεία  τῶν ἀσθενῶν του. Ἄν αὐτό ἰσχύει γιά τό γιατρό, πού ἔχει νά κάνει μέ τή θεραπεία τῶν θνητῶν σωμάτων, πόσο μᾶλλον, ἰσχύει γιά τόν Ἱερέα, πού ἔχει νά κάνει μέ τή θεραπεία τῶν ἀθανάτων ψυχῶν!

 Ὁ Θεός  ἔλεγε γιά  τούς Ἱερεῖς, πού ἐγκατέλειπαν (πνευματικῶς) τό ποίμνιο: «Ἀλίμονο σέ Σᾶς, ὦ ποιμένες, πού ἀσχολεῖστε μέ μάταιες ὑποθέσεις, καί ἐγκαταλείψατε τό ποίμνιο!» (Ζαχ.11:17). Μπορεῖ νά ἦταν μέ τό ποίμνιο, νά  συζητοῦσαν μαζί του, νά συνέτρωγαν, νά συνεργάζονταν σέ ποικίλα θέματα, ἀλλά μέχρι ἐκεῖ! Τίποτε τό πνευματικό! «Θά σᾶς κόψω τό χέρι μέ μαχαίρι, καί θά σᾶς βγάλω τό δεξί μάτι» (Ζαχ.11:17), τούς ἔλεγε, ἀπειλοῦσε (!) ὁ ἀγαθός Θεός!  «Σύ, ὡς λαϊκός  (λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) φροντίζεις γιά τά θέματά σου. Ἄν  τά τακτοποιήσεις καλῶς, δέν ἔχεις καμία εὐθύνη γιά τούς ἄλλους (πού δέν τά τακτοποίησαν καλῶς). Ὅμως, ὁ Ἱερέας, ἄν τακτοποιήσει καλῶς τά προσωπικά του θέματα, καί δέν φροντίσει ἐπιμελῶς (!)  γιά τούς ἄλλους, θά ἀπέλθει  εἰς τήν γέενναν τοῦ πυρός!».[2]

Στίς μέρες μας  ὑπάρχει τέτοια παρανόηση,  ὥστε καλός κληρικός θεωρεῖται αὐτός πού  ἀσχολεῖται μέ ἔργα κοινωνικά κ.λ.π., δηλαδή   ἄσχετα μέ τήν ἱερή ἀποστολή τῆς Ἱερωσύνης του! Καί μέ τή «φόρα», πού πήραμε θά φθάσουμε στό σημεῖο νά λέμε ὅτι   καλός κληρικός εἶναι αὐτός πού φροντίζει τά  σκυλάκια..!  

[1] Ὁ Ὅσιος Παϊσιος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε (1979)  σέ μιά παρέα Ἱερέων καί ὑποψηφίων Ἱερέων: «Ἄν  ὁ Μ. Βασίλειος ζοῦσε στήν ἐποχή μας, δέν θά ἔκανε τή Βασιλειάδα, γιατί ἤδη  ὑπάρχει  πρόνοια ἀπό τό Κράτος. Στήν ἐποχή μας οἱ Ἱερεῖς θά  πρέπει νά  ἀφοσιώνονται στή νηστεία καί στήν προσευχή, γιά τή σωτηρία τοῦ ποιμνίου τους».

[2] Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁμιλία 86,4 εἰς τό κατά Ἰωάννη. P.G. 59: 471

Παρασκευή 25 Ιουνίου 2021

ΤΙ ΕΙΔΟΥΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΘΕΛΟΥΜΕ;

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΣΙΣΑΝΙΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ ΠΑΥΛΟΥ

Ζώντας στον κόσμο και στην εποχή μας, βλέποντας όσα συμβαίνουν σήμερα, διαπιστώνοντας την αναστάτωση, την ταραχή, την ανασφάλεια που υπάρχει, ένα ερώτημα έρχεται στον νου, στη σκέψη μου και στην καρδιά μου πολλές φορές, τι οικογένεια άραγε θέλουμε σήμερα και ποια θα ήταν η οικογένεια που θα έπρεπε να θέλουμε; Κι αυτό από την παρατήρηση, από αυτό που ζούμε, από αυτό που μας συμβαίνει, απ᾽ τα προβλήματα που έχουμε μέσα στο ίδιό μας το σπίτι, από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε στις ανθρώπινες σχέσεις μας μέσα στην ίδιά μας την οικογένεια, από τη δυσκολία της επικοινωνίας που πολλές φορές υπάρχει μέσα στο ίδιο το σπίτι, από τις δύσκολες σχέσεις που πολλές φορές ζει ένα ζευγάρι, από τη δυσκολία της επικοινωνίας πολλές φορές με τα ίδιά μας τα παιδιά. Και το ερώτημα είναι τελικά: τι οικογένεια θέλουμε; Για ποια οικογένεια προσπαθούμε; Και έχουμε σκεφτεί πώς θα φτάσουμε; Να πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Η οικογένεια θεμελιώνεται με το Μυστήριο του Γάμου, αυτή είναι η πραγματικότητα που βιώνουμε στην Εκκλησία. Δύο άνθρωποι που αγαπιούνται έρχονται να μπολιάσουν την ανθρώπινη αγάπη τους με το μπόλι του Θεού. Ο γάμος για τη ζωή της Εκκλησίας είναι μυστήριο αγάπης. Ποιας αγάπης; Της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο, της αγάπης του άνδρα προς τη γυναίκα και της γυναίκας προς τον άνδρα, της αγαπητικής σχέσης των προσώπων. Εκεί που η καλλιέργεια της μεταξύ τους αγάπης και πιστότητας, γίνεται το ναι της ευχαριστίας προς τον Δωρεοδότη Χριστό. Ας τα αναλύσουμε όμως λιγάκι αυτά, της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο. Είναι αυτή η αγάπη που δημιουργεί τον άνθρωπο. Είναι αυτή η αγάπη του Θεού που έρχεται να συνάψει τους δύο ανθρώπους. Είναι αυτή η αγάπη του Θεού που φτάνει τον άνθρωπο στην ακεραιότητα. Θα δούμε σε λίγο τη λέξη αυτή. Της αγάπης του Θεού που προσφέρεται να γίνει ο συνεκτικός δεσμός της σχέσης των δύο ανθρώπων. Της αγάπης του Θεού που στο Μυστήριο του Γάμου έρχεται να προσφέρει τον ένα στον άλλο, για να γίνει ο καθένας ο στέφανος και η δόξα του άλλου. Της αγάπης του Θεού που είναι παρούσα, και πρέπει να είναι παρούσα, στη ζωή του ζευγαριού.

Της αγάπης του ανθρώπου τώρα, προς τον Θεό. Της αγάπης του ανθρώπου προς τον Θεό γενικά. Γιατί αυτή είναι η αναφορά του ανθρώπου, αυτό είναι το πρότυπο του ανθρώπου, αυτή είναι η πηγή της ζωής του ανθρώπου. Στην αγάπη του Θεού που δημιουργεί τον άνθρωπο, ο άνθρωπος απαντά με τη δική του αγάπη προς τον Θεό, γιατί θέλει η Χάρη Του να συντηρεί όλη του την ανθρώπινη ύπαρξη, να δίνει νόημα στη ζωή και να ομορφαίνει τα πάντα μέσα στη ζωή. Της αγάπης του ανθρώπου προς τον Θεό, που είναι μία φυσική αναφορά της ζωής του προς την αρχή του, προς το αρχέτυπο. Της αγάπης του άνδρα προς τη γυναίκα και της γυναίκας προς τον άνδρα. Δεν μπορεί να υπάρξει γάμος χωρίς αυτή την αγάπη, χωρίς αυτόν τον έρωτα του ενός προς τον άλλον. Αυτή την επιθυμία του καθενός να ζει και να μοιραστεί τη ζωή του με τον άλλον. Είναι αυτή η αγάπη που έχει σημασία να είναι αληθινή. Που έχει σημασία να μην είναι μία εντύπωση της στιγμής. Που έχει σημασία να μην είναι εγωισμός στη θέση της αγάπης. Μιας αγάπης που οδηγεί τον καθένα να βγει από τον εαυτό του, για να συναντήσει τον άλλον. Που οδηγεί τον καθένα να κενώσει τον εαυτό του, από τη δική του ύπαρξη, για να πληρωθεί από την παρουσία του άλλου. Αυτής της αγάπης που γίνεται η αφορμή ο ένας να είναι η χαρά του άλλου κι όχι η κόλαση του άλλου.

Η αγαπητική σχέση των προσώπων είναι το θεμέλιο ενός αληθινού γάμου. Αυτή την αγαπητική σχέση έρχεται να προσλάβει το Πνεύμα το Άγιο και να την μπολιάσει στη ζωή του Χριστού και να τους προσφέρει, όχι την αγάπη ανθρώπινο συναίσθημα, αλλά την αγάπη πρώτο καρπό του Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή να πάρει το θνητό και φθαρτό και να το μπολιάσει με το Θεανθρώπινο και αθάνατο. Για να γίνει η αγάπη των προσώπων κραταιά ως θάνατος και μέσα σε αυτήν την προοπτική η σχέση ανοίγεται στην Τριαδικότητα. Γιατί για εκείνον που δέχεται τον άλλον ως δώρο του Θεού, τότε η μεταξύ τους πιστότητα και αγάπη γίνεται το ναι της ευχαριστίας προς τον Δωρεοδότη Χριστό. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Αυτή είναι η φύση των πραγμάτων. Ποιος είναι ο στόχος του γάμου; Θα λέγαμε απλά, είναι η καλλιέργεια και εμβάθυνση του μυστηρίου της αγάπης. Ο γάμος δεν είναι κάτι το στιγμιαίο, ούτε το δεδομένο. Είναι στόχος. Ξεκινάνε για να φθάσουν στην πληρότητα της σχέσης, μία σχέση η οποία πλέον, ολοκληρώνεται στη Βασιλεία του Θεού. Στην ακολουθία του γάμου ευχόμαστε για το ζευγάρι και για τη σωτηρία τους. Αυτή η σωτηρία έχει δύο διαστάσεις, την κάθετη και την οριζόντια. Το ρήμα σώζομαι σημαίνει γίνομαι σώος, γίνομαι ακέραιος.

Ο άνθρωπος από τον Θεό πλάστηκε άρσεν και θήλυ. Είναι πολύ σημαντική η πρόταση: «κατ᾽εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν», ενικός ο αριθμός, τον άνθρωπο, «ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς». Αυτό το ένα μοιράζεται σε δύο. Η ανθρώπινη φύση είναι ανδρόγυνη, στην κοινωνία των δύο αποκαθίσταται η ακεραιότητα της ανθρώπινης φύσης, όπως πλάστηκε από τον Θεό. Σ᾽ αυτή λοιπόν την κοινωνία του γάμου, ο καθένας ζητά τον έτερο, αυτόν διά του οποίου ολοκληρώνεται. Γίνεται ακέραιος, γίνεται σώος, ξαναβρίσκει τη χαμένη του ακεραιότητα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι έμεινε μέσα στην ιστορία του λαού μας, η φράση το «έτερον ήμισυ». Και έτσι τα δύο ήμισυ κάνουν το όλον, τον άνθρωπο με την ανδρόγυνη φύση του. Από την άλλη πλευρά υπάρχει η κάθετη διάσταση, ο άνθρωπος γίνεται σώος και ακέραιος όταν κοινωνεί με την πηγή της ζωής του, τον Θεό. Η Θεανθρώπινη φύση είναι ακέραια, γιατί στην κοινωνία του με τον Θεό το κτιστό κοινωνώντας με το Άκτιστο υπερβαίνει την κτιστότητά του. Το θνητό κοινωνώντας με το Αθάνατο υπερβαίνει τη θνητότητά του. Έτσι μέσα στο μυστήριο του γάμου, της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο, και του ανθρώπου με τον άνθρωπο, του άνδρα με τη γυναίκα, ο άνθρωπος αποκτά αυτή τη δυνατότητα να φτάσει σε αυτή την ακεραιότητα, την ακεραιότητα και την οριζόντια και την κάθετη. Δεν είναι ανεξάρτητες η μία από την άλλη, αλλά πηγάζει η μία από την άλλη, εμπνέεται από την άλλη. Η ανθρώπινη αγάπη εμπνέεται από την αγάπη του Θεού. Κι όταν ο άνθρωπος επιμένει και αγωνίζεται να βλέπει τον άλλον άνθρωπο ως εικόνα του Θεού, ως δώρο του Θεού, τότε αυτή η ακεραιότητα και στις δύο διαστάσεις είναι αυτή που βιώνεται μέσα στην οικογένεια, μέσα στη σχέση του ζεύγους.

Πηγή: Εκ του βιβλίου ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΓΩΓΗΣ του Μητροπολίτου Σισανίου και Σιατίστης Παύλου, Εκδόσεις φάρος Ορθοδοξίας

Δευτέρα 21 Ιουνίου 2021

ΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΓΙΝΕ Η ΕΠΙΦΟΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ! - ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ

Την Πεντηκοστή εξεχύθη η χάρις του Θεού όχι μόνο στους αποστόλους, αλλά και σε όλο τον κόσμο που βρισκόταν γύρω τους. Επηρέασε πιστούς και απίστους. Πώς το λένε οι Πράξεις; Ενώ ο Απόστολος Πέτρος μιλούσε τη δική του γλώσσα, η γλώσσα του μεταποιούνταν εκείνη την ώρα στο νου των ακροατών. Με τρόπο μυστικό το Άγιο Πνεύμα τους έκανε να καταλαβαίνουν τα λόγια του στη γλώσσα τους, μυστικά, χωρίς να φαίνεται. Αυτά τα θαυμαστά γίνονται με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος.

Παραδείγματος χάριν, η λέξη «σπίτι» σ’ αυτόν που ήξερε γαλλικά θα ακουγόταν «la maison». Ήταν ένα είδος διοράσεως· άκουγαν την ίδια τους τη γλώσσα. Ο ήχος χτυπούσε στο αυτί, αλλά εσωτερικά, με τη φώτιση του Θεού, τα λόγια ακούγονταν στη γλώσσα τους.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας αυτή την ερμηνεία της Πεντηκοστής δεν την αποκαλύπτουν πολύ φανερά, φοβούνται τη διαστρέβλωση. Το ίδιο συμβαίνει και με την Αποκάλυψη του Ιωάννου. Οι αμύητοι δεν μπορούν να καταλάβουν το νόημα του μυστηρίου του Θεού. Παρακάτω λέει. «ἐγένετο δὲ πάση ψυχῆ φόβος…» (Πράξ. 2,43), δηλαδή κατέλαβε φόβος την κάθε ψυχή. Αυτός ο «φόβος» δεν ήταν φόβος. Ήταν κάτι άλλο, κάτι ξένο, κάτι ακατανόητο, κάτι, κάτι που δεν μπορούμε να το πούμε.

Ήταν το δέος, ήταν το γέμισμα, ήταν η χάρις. Ήταν το γέμισμα υπό της θείας χάριτος. Στην Πεντηκοστή, οι άνθρωποι βρέθηκαν ξαφνικά σε μία τέτοια κατάσταση θεώσεως, που τα χάσανε. Έτσι, όταν η θεία χάρις τους επεσκίαζε, τους ετρέλαινε όλους -με την καλή έννοια- τους ενθουσίαζε. Αυτό μου έχει κάνει μεγάλη εντύπωση. Ήτανε αυτό που λέγω καμιά φορά «κατάστασις». Ενθουσιασμός ήταν. Κατάσταση τρέλλας πνευματικής.

Πηγή: Αγίου Πορφυρίου, Βίος και Λόγοι, εκδ. Ι.Μ. Χρυσοπηγής, σελ. 207-209.

Σάββατο 12 Ιουνίου 2021

Υιϊκόν όφλημα εις τον Άγιον Γέροντα Αναστάσιον τον Κουδουμιανόν, τον Ήσυχαστήν και Θεολόγον

Αναστασίου Κουδουμιανού σήμερον [τη 2α Δεκεμβρίου] η μνήμη, Αγίου Γέροντος της Κρήτης


Στις 2-12-2020 κλείνει συναπτή επταετία, από της οσιακής κοιμήσεως του μεγάλου Γέροντος Αναστασίου του Κουδουμιανού!

Υπήρξε, παγκόσμιος ευεργέτης με την διάπυρη προσευχή και την εμπειρική διδασκαλία του.


Μέγιστη, αφανής, προφητική μορφή!

Αγιοπατερικό ανάστημα απλότητας, αρχοντιάς, θεολογίας και θεοπτίας!

Με άπειρη ευγνωμοσύνη, σήμερα, για όσα έπραξε για όλη την εκκλησία, τον καθικετεύω και τον παρακαλώ:

Γέροντα μου!


Πνευματοφόρε και ΕνΧριστωμένε,

ο των παλαιών πατέρων ισοστάσιε

και πάντων των θεουμένων ισόκυρε,

της Θηβαϊκής ερήμου νοερόν εκβλάστημα

και των εκείνης αββάδων εν τοις εσχάτοις εφάμιλλε,

ακαταπόνητε σκυταλοδρόμε του Πνεύματος

και γλυκόφθογγη λύρα του φθέγματος,

εραστά της κατά Χριστόν ατιμίας

και της Χριστομιμήτου ταπεινώσεως απροκάλυπτε εκφραστά,

της Χριστοειδούς αγάπης κρυστάλλινε αγωγέ

και εις την οδόν της Μετανοίας εμπειρογνώμονα οδηγέ,

ανιχνευτά των ουρανίων θαλάμων

και επόπτα των καταχθονίων του Άδου,

των θείων δογμάτων ακραιφνή υποφήτα

και των αγίων γραφών θεοδήγητε ερμηνευτά,

της εσωκαρδίου ευχητικής αυτενεργείας κάτοχε

και της νοεράς εργασίας απλανέστατε πρόβολε,

της εκκλησιογενούς θεραπείας καθηγητά

και της δεινής αποστασίας απερίτμητε στηλιτευτά,

της Καινής Διαθήκης προφήτα

και των τον ζόφον αποποιησαμένων τηλαυγέστατε φωτοδότα,

ο υπό του Ακτίστου Φωτός ετι ζων πλειστάκις καταυγασθείς,

και υπό των αγγέλων εις τα απώτατα των Γραφών περιηγηθείς,

ο τα άρρητα καθ΄εκάστην θεασάμενος

και εις τον γνόφον της αληθούς θεογνώσιας μεμυημένος,

ο την βαθείαν καρδίαν ησυχαστικώς ευρήσας

και εκείσε πυρίνω νοϊ τα υπερφυή κατοπτεύσας,

ο την σαλότητα ως ασπίδα της ενδοκαρδίου χάριτος χειρισθείς

και την αγία απλότητα ως βασιλικήν αλουργίδα ασμένως περιβληθείς

ο διορατικήν διόπτρα διακατέχων

και με προορατικήν ενάργειαν τα μέλλοντα εξιστορών,

πρέσβευε εις τον Αρχιποίμενα υπέρ ημών,

ίνα περίσσευμα ερωτικής αναφοράς προς Αυτόν προσαποκτήσωμεν,

εκ των παθών λυτρωθώμεν,

εκ της αμαρτίας εαυτούς αγνίσωμεν,

την αληθη θεολογίαν μη αδικήσωμεν,

τον πλησίον αγαπήσωμεν,

την ισόβιον Μετάνοιαν εγκολπωθώμεν,

το κατά φύσιν διασώσωμεν

και της υπέρ φύσιν αλήκτου βιοτής αξιωθώμεν,

ταις ικεσίαις ταις σαις και πάντων των μετά σου ευφραινομένων,

εις την Αναστάσιμον Παστάδα της Αϊδίου Τρισσοφαούς Θεαρχίας.

Αμήν.


Αρχιμ. Αντώνιος Φραγκάκης

Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Γορτύνης και Αρκαδίας.


Πηγή: www.imkoudouma.blogspot.com

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2021

ΑΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΡΧΟΤΑΝ ΣΗΜΕΡΑ Σ' ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ... π. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΡΟΟΥΖ


...Είναι αλήθεια ότι αυτή η γενιά είναι μπερδεμένη.

Αν ο Χριστός ερχόταν σήμερα σ’ αυτόν τον κόσμο, ξέρετε τι θα του συνέβαινε; Θα Τον έκλειναν σε ψυχιατρείο και θα Τον υπέβαλαν σε ψυχοθεραπεία και το ίδιο θα έκαναν στους αγίους Του.

Ο κόσμος θα τον σταύρωνε σήμερα ακριβώς όπως έπραξε πριν από δυο χιλιάδες χρόνια, διότι ο κόσμος δεν έχει μάθει τίποτα πέρα από το να κατεργάζεται ακόμη δολιότερες μορφές υποκρισίας.

Ζούμε σε μια κοινωνία πιο ειδωλολατρική και πιο εχθρική προς το Χριστό, από εκείνη στην οποία ο ίδιος γεννήθηκε.

Πρόσφατα ένας καθολικός ιερέας, στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, τόλμησε να πει ότι το πανεπιστήμιο είχε παγανιστική ατμόσφαιρα και οι ιθύνοντες του πανεπιστημίου τον χαρακτήρισαν “φανατικό” και “παράφρονα”.

Έλεγε την αλήθεια, αλλά οι άνθρωποι μισούν την αλήθεια και γι αυτό ευχαρίστως θα ξανασταύρωναν το Χριστό αν ερχόταν ανάμεσά τους.

Η αγάπη για την αλήθεια και για το Θεό είναι απείρως πιο σημαντική απ’ την αγάπη για την ασφάλεια, τα χρήματα και τη φήμη. […]

Από το βιβλίο "π. Σεραφείμ Ρόουζ: Η ζωή και τα έργα του".

Πηγή:www.simeiakairwn.wordpress.com

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΥ ΤΥΦΛΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΛΟΝΤΟΥ

Αλλη μια ευκαιρία για τον Θεό να δείξει την αγάπη και το έλεός Του, δόθηκε μέσω της θεραπείας του ανθρώπου που είχε γεννηθεί τυφλός. O Χριστός, το φως του κόσμου, έφτιαξε πηλό και άλειψε τα μάτια του τυφλού, λέγοντάς του να μεταβεί να νιφτεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ.

Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη γίνεται λόγος για δυο κολυμβήθρες, την Προβατική (Βηθεσδά) και του Σιλωάμ.  Oι πολυάριθμοι προσκυνητές που έφταναν στην Ιερουσαλήμ για τις εορτές, κατασκήνωναν στην Κοιλάδα των Κέδρων και χρησιμοποιούσαν τα τρεχούμενα νερά της κολυμβήθρας-δεξαμενής του Σιλωάμ για τελετουργική εμβάπτιση.

Ξεκίνησε, λοιπόν, ο τυφλός, πήγε στην κολυμβήθρα και νίφτηκε και, όταν γύρισε πίσω, έβλεπε. Τότε οι γείτονες κι όσοι τον έβλεπαν προηγουμένως ότι ήταν τυφλός απόρησαν, ακόμα και οι Φαρισαίοι, επειδή το θαύμα τελέστηκε την ημέρα του Σαββάτου. 

Μερικοί από τους Φαρισαίους έλεγαν: «Αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι σταλμένος από το Θεό, γιατί δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου». Άλλοι όμως έλεγαν: «Πώς μπορεί ένας αμαρτωλός άνθρωπος να κάνει τέτοια σημεία;» Και υπήρχε διχογνωμία ανάμεσά τους. Ρωτούν λοιπόν πάλι τον τυφλό: «Εσύ τι λες γι’ αυτόν; πώς εξηγείς ότι σου άνοιξε τα μάτια;» Κι εκείνος τους απάντησε: «Είναι προφήτης».

Οι γονείς του, επίσης,  από φόβο προς τους Ιουδαίους δεν απάντησαν στην ερώτηση ποιος θεράπευσε το παιδί τους. Κάλεσαν, λοιπόν, για δεύτερη φορά τον άνθρωπο που ήταν πριν τυφλός και του είπαν: «Πες την αλήθεια ενώπιον του Θεού· εμείς ξέρουμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός». Εκείνος τότε τους απάντησε: «Αν είναι αμαρτωλός, δεν το ξέρω· ένα ξέρω: πως, ενώ ήμουν τυφλός, τώρα βλέπω». Τον ρώτησαν πάλι: «Τι σου έκανε; Πώς σου άνοιξε τα μάτια;» «Σας το είπα κιόλας», τους αποκρίθηκε, «αλλά δεν πειστήκατε· γιατί θέλετε να το ξανακούσετε; Μήπως θέλετε κι εσείς να γίνετε μαθητές του;»

Τον περιγέλασαν τότε και του είπαν: «Εσύ είσαι μαθητής εκείνου· εμείς είμαστε μαθητές του Μωυσή· εμείς ξέρουμε πως ο Θεός μίλησε στο Μωυσή, ενώ γι’ αυτόν δεν ξέρουμε την προέλευσή του». Τότε απάντησε ο άνθρωπος και τους είπε: «Εδώ είναι το παράξενο, πως εσείς δεν ξέρετε από πού είναι ο άνθρωπος, κι όμως αυτός μου άνοιξε τα μάτια. Ξέρουμε πως ο Θεός τούς αμαρτωλούς δεν τους ακούει, αλλά αν κάποιος τον σέβεται και κάνει το θέλημά του, αυτόν τον ακούει. Από τότε που έγινε ο κόσμος δεν ακούστηκε ν’ ανοίξει κανείς τα μάτια ενός γεννημένου τυφλού. Αν αυτός δεν ήταν από το Θεό δε θα μπορούσε να κάνει τίποτα». «Εσύ είσαι βουτηγμένος στην αμαρτία από τότε που γεννήθηκες», του αποκρίθηκαν, «και κάνεις το δάσκαλο σ’ εμάς;»  

Ο Ιησούς έμαθε ότι τον έδιωξαν και, όταν τον βρήκε, του είπε: «Εσύ πιστεύεις στον Υιό του Θεού;» Εκείνος αποκρίθηκε: «Και ποιος είναι αυτός, κύριε, για να πιστέψω σ’ αυτόν;» «Μα τον έχεις κιόλας δει», του είπε ο Ιησούς. «Αυτός που μιλάει τώρα μαζί σου, αυτός είναι». Τότε εκείνος είπε: «Πιστεύω Κύριε», και τον προσκύνησε. 

Το θαύμα που επιτελεί ο Χριστός μας στον εκ γενετής τυφλό εχει ιδιαίτερη σημασία, μιας και σε άλλα θαύματα θεραπεύει μόνο με τη λαλιά Του, ενώ εδώ χρησιμοποιεί το σάλιο Του και το χώμα κάνοντας πηλό, αλείφοντας τα μάτια του και προστάζοντάς τον να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Η κίνηση αυτή μας θυμίζει το χωρίο της δημιουργίας του ανθρώπου στο βιβλίο της Γενέσεως. Εκεί, ο Θεός πλάθει τον άνθρωπο "χούν απο της γης" με χώμα και του εμφυσά Πνεύμα ζωής, ενω εδώ με χώμα απο τη γη και σάλιο ο Χριστός φτιάχνει πηλό και αλείφει τα μάτια του τυφλού. Στην περίπτωση της Παλαιάς Διαθήκης έχουμε την δημιουργία, ενώ στο θαύμα έχουμε την ανα-δημιουργία, η οποία έρχεται δια μέσω της νίψεως στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ.

Ο Χριστός δίνει το φως στον άνθρωπο, το αισθητό και το πνευματικό, και ο πιστός οφείλει να είναι πάντα σε πνευματική εγρήγορση για να μην πέσει σε πνευματική τυφλότητα. Γιατί, όπως ο ιδιος μαρτυρεί ήρθε για να φέρει σε κρίση τον κόσμο, ώστε αυτοί που δεν βλέπουν να βρούν το φώς τους και εκείνοι που βλέπουν να αποδειχθούν τυφλοί.

"Τυφλοί, οδηγοί τυφλών" ήταν οι Φαρισαίοι, οι οποίοι υποταγμένοι στην τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου και της αργίας του Σαββάτου, πείραζαν τον Χριστό για τα θαύματα που επιτελούσε την ημέρα εκείνη και δεν έβλεπαν ότι αυτός είναι ο Μεσσίας που ανέμεναν. Αντίθετα, ο ιαθείς τυφλός μόλις ο Κύριος τον ρώτησε αν πιστεύει, ομολογησε την πίστη του και τον προσκύνησε, μη φοβούμενος τις πιθανές συνέπειες της πράξεως του. Γιατί, ο Ιησούς με την αφή και θεραπεία των ματιών του είχε ανοίξει κάτι περισσότερο από τα φυσικά του μάτια, και ήταν έτοιμος και πρόθυμος να πιστέψει στο φως που φωτίζει την καρδιά κάθε ανθρώπου.

Στο όνομα του Χριστού "τυφλοὶ ἀναβλέπουσι , χωλοὶ περιπατοῦσι , λεπροὶ καθαρίζονται , κωφοὶ ἀκούουσι , νεκροὶ ἐγείρονται , πτωχοὶ εὐαγγελίζονται". 

Ο Χριστός είχε πεί ότι το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια. Αν αυτά ειναι γερά, όλο το σώμα θα είναι στο φώς, ενώ αν πάσχουν, όλο το σώμα θα είναι στο σκοτάδι. Ετσι, και εμείς πρέπει να διατηρούμε τους οφθαλμούς της ψυχής και του σωματος καθαρούς και να ομολογούμε τις αφανείς και φανερές ευεργεσίες του Θεού στη ζωή μας.

Πηγή:www.panteleimon-ilissos.blogspot.com

Τρίτη 8 Ιουνίου 2021

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Ποιὰ εἶναι λοιπὸν ἡ σημερινὴ ἑορτή; Εἶναι μεγάλη καὶ ἀξιοσέβαστη, ἀγαπητέ μου, καὶ ὑπερβαίνει τὴν ἀνθρώπινη λογική, καὶ εἶναι ἀντάξια τῆς γενναιοδωρίας τοῦ Θεοῦ ποὺ τὴν καθιέρωσε. Γιατί σήμερα συμφιλιώθηκε τὸ ἀνθρώπινο γένος μὲ τὸ Θεό.Σήμερα διαλύθηκε ἡ παλιὰ ἐχθρότητα καὶ τερματίστηκε ὁ μακροχρόνιος πόλεμος. Σήμερα ἐπανῆλθε στοὺς ἀνθρώπους μία ἀξιοθαύμαστη εἰρήνη, τὴν ὁποία ποτὲ στὸ παρελθὸν δὲν περίμεναν οἱ ἄνθρωποι.

Γιατί ποιὸς ἤλπιζε πὼς ἐπρόκειτο νὰ συμφιλιωθεῖ ὁ Θεὸς μὲ τὸν ἄνθρωπο, ὄχι γιατί θὰ ἦταν ποτὲ δυνατὸν ὁ Κύριος νὰ μισήσει τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ γιατί ὁ ἄνθρωπος, ὁ δοῦλος, ἦταν ἀπρόθυμος. Ὄχι γιατί ὁ Κύριος ἦταν ἄσπλαχνος, ἀλλὰ γιατί ὁ δοῦλος ἦταν ἀχάριστος. Θέλεις νὰ μάθεις μὲ ποιὸν τρόπο ἐξοργίσαμε τὸν φιλάνθρωπο καὶ ἀγαθὸ Κύριό μας; Γιατί εἶναι σωστὸ νὰ μάθεις τὴν αἰτία τῆς παλιᾶς ἔχθρας μας, γιὰ νὰ θαυμάσεις τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ὅταν δεῖς πὼς μᾶς τίμησε ἐνῶ ἤμασταν ἐχθροὶ καὶ ἀντίπαλοί Του, καὶ γιὰ νὰ μὴ νομίσεις πὼς ἡ ἀλλαγὴ αὐτὴ ὀφείλεται σὲ δικά μας κατορθώματα, καὶ γιὰ νὰ μάθεις τὸ μέγεθος τῆς χάρης καὶ τῆς εὐεργεσίας Του καὶ νὰ μὴν πάψεις ποτὲ νὰ Τὸν εὐχαριστεῖς γιὰ τὶς ἄπειρες δωρεές Του.[...]

Καὶ γιὰ νὰ καταλάβεις πὼς δὲν μισοῦσε τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἀλλὰ ἀπεχθανόταν τὴν ἀνθρώπινη κακία. Ἐκεῖνος ποὺ εἶπε: «Θὰ ἐξαφανίσω τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔπλασα, ἀπ’ τὸ πρόσωπο τὴ γής», λέει στὸν ἄνθρωπο: «Εἶναι καιρὸς ὁ κάθε ἄνθρωπος νὰ ἔλθει σὲ Μένα». Ἐὰν μισοῦσε τὸν ἄνθρωπο, δὲ θὰ συζητοῦσε μαζί του. Τώρα ὅμως βλέπεις ὄτι ο Κύριος ὄχι μόνο δὲν θέλει νὰ κάνει ἐκεῖνο ποὺ ἀπείλησε νὰ κάνει, ἀλλὰ καὶ ὅτι δίνει ἐξηγήσεις στὸν δοῦλο Του καὶ συζητᾶ μαζί του σᾶ νὰ εἶναι ἰσότιμος φίλος Του καὶ τοῦ λέει ποιὲς εἶναι οἱ αἰτίες τῆς καταστροφῆς ποὺ πρόκειται νὰ γίνει, ὄχι γιὰ νὰ μάθει ὁ ἄνθρωπος τὶς αἰτίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὶς κάνεις γνωστὲς στοὺς συνανθρώπους του κι ἔτσι νὰ τοὺς κάνει πιὸ προσεκτικούς. Ἀλλὰ ὅπως εἴπαμε καὶ προηγουμένως, τόσο κακὴ διαγωγὴ δείξαμε οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ παλιά, ὥστε λίγο ἔλειψε νὰ μᾶς ἐκδιώξει ὁ Θεὸς κι ἀπ’ τὴ γῆ.

Ἀλλὰ ἐμεῖς ποὺ τότε ἀποδειχθήκαμε ἀνάξιοι νὰ κατοικοῦμε στὴ γῆ, σήμερα ἀνεβήκαμε στοὺς οὐρανούς. Εμείς ποὺ ἀποδειχθήκαμε ἀνάξιοι νὰ ἐξουσιάσουμε τὴ γῆ, ἀνεβήκαμε στὴν οὐράνια Βασιλεία, περάσαμε πάνω ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἀγγίξαμε τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Και τὸ γένος ἐκεῖνο, ποὺ φύλαγαν τὰ Χερουβὶμ τὸν παράδεισο γιὰ νὰ μὴν μπεῖ μέσα, αὐτὸ τὸ γένος σήμερα βρίσκεται πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὰ Χερουβίμ. Ἀλλὰ πῶς ἔγινε αὐτὸ τὸ ἀξιοθαύμαστο καὶ μεγαλειῶδες γεγονός; Πῶς ἀνεβήκαμε τόσο ψηλὰ ἐμεῖς ποὺ ἤμασταν τόσο ἁμαρτωλοί, ἐμεῖς ποὺ ἀποδειχθήκαμε ἀνάξιοι γιὰ νὰ κατοικοῦμε τὴ γῆ καὶ νὰ τὴν ἐξουσιάζουμε; Πῶς σταμάτησε ὁ πόλεμος; Πῶς ἔπαψε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ; Πῶς; Γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ πλέον ἀξιοθαύμαστο, ὅτι δηλαδὴ δὲν ζητήσαμε τὴν εἰρήνη ἐμεῖς ποὺ περιφρονούσαμε ἄδικα τὸν Θεό, ἀλλὰ μᾶς κάλεσε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ποὺ δίκαια ἦταν ἀγανακτισμένος ἐναντίον μας, καὶ ἔτσι μᾶς ἔφερε τὴν εἰρήνη. «Εἴμαστε ἀντιπρόσωποι τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὁ Θεὸς μ’ ἐμᾶς ὡς ἀντιπροσώπους Του σᾶς παρακαλεῖ». Καὶ γιατί αὐτό; Εκείνος περιφρονήθηκε ἄδικα ἀπὸ ἐμᾶς, καὶ ὁ Ἴδιος μας παρακαλεῖ; Ναί, γιατί εἶναι Θεὸς καὶ παρακαλεῖ ὡς φιλόστοργος Πατέρας ποὺ εἶναι.

Καὶ πρόσεξε τί γίνεται, Μεσίτης εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς παρακαλεῖ, κι ὄχι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἀρχάγγελος, οὔτε κάποιος ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτες Του. Καὶ τί κάνει ὁ Μεσίτης; Αὐτὸ ποὺ κάνει κάθε μεσίτης. Ὅπως ἀκριβῶς ὅταν δύο ἄνθρωποι μισοῦνται μεταξύ τους καὶ δὲ θέλουν νὰ συμφιλιωθοῦν, πηγαίνει κάποιος καὶ μπαίνει στὴ μέση καὶ δίνει τέλος στὴν ἔχθρα τους, ἔτσι ἐνήργησε καὶ ὁ Χριστός. Ὁ Θεὸς ἦταν θυμωμένος ἐναντίον μας, ἐμεῖς ἀποστρεφόμασταν τὸν Θεό, τὸν φιλάνθρωπο Κύριό μας, καὶ ὁ Χριστὸς μπῆκε στὴ μέση καὶ μᾶς συμφιλίωσε. Ἀλλὰ μὲ ποιὸν τρόπο μπῆκε στὴ μέση ὁ Χριστός; Πῆρε ἐπάνω του Ἐκεῖνος τὴν τιμωρία ποὺ μᾶς ἐπέβαλε ὁ Πατέρας καὶ ὑπόμεινε καὶ τὴν τιμωρία καὶ τὶς προσβολὲς ποὺ τοῦ ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι στὴ γῆ.Θέλεις νὰ μάθεις μὲ ποιὸν τρόπο τὰ δέχτηκε καὶ τὰ δύο; «Ὁ Χριστὸς –λέει ὁ Παῦλος- μᾶς ἐξαγόρασε ἀπὸ τὴν κατάρα τοῦ νόμου μὲ τὸ νὰ γίνει ὁ Ἴδιος κατάρα, γιὰ τὴ σωτηρία μας». Εἶδες πῶς δέχτηκε τὴν τιμωρία ποὺ ἐπιβλήθηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, δὲς καὶ πῶς ὑπέμεινε τὶς προσβολὲς τῶν ἀνθρώπων, «Οἱ βρισιὲς ἐκείνων ποὺ σὲ βρίζαμε – λέει- ἔπεσαν σ’ ἐμένα». Εἶδες μὲ ποιὸν τρόπο διέλυσε τὴν ἔχθρα, πῶς δὲν ἔπαψε νὰ κάνει τὰ πάντα, καὶ νὰ πάσχει καὶ νὰ ἐνδιαφέρεται πρὶν ἀνεβάσει τὸν ἐχθρὸ καὶ ἀντίπαλο (τὸν ἄνθρωπο) κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸν καταστήσει φῖλο Του;

Πηγή: www.kirigmata.blogspot.com

Κυριακή 6 Ιουνίου 2021

ΠΙΣΤΗ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΝΗΜΗ: Η ΠΟΛΥΤΙΜΗ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΛΜΥΡΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ

Διανύουμε χρόνο μνήμης ένδοξων γεγονότων που καθόρισαν την ιστορική μας διαδρομή ως Ελλήνων στην παγκόσμια ιστορία, αλλά και τις συνθήκες της κοινωνίας μας μέχρι και σήμερα. Προκύπτει όμως το ερώτημα:

Πέρα από τη συγκίνηση που προκαλεί η μνήμη ηρωικών κατορθωμάτων και θυσιών, πώς συνδέεται ένα ιστορικό γεγονός, έστω και τόσο μεγάλου μεγέθους, με την καθημερινότητά της ελληνικής κοινωνίας του 21ου αιώνα;

Όλα δείχνουν πως η ιστορία επαναλαμβάνεται. Μάλλον όμως η  ιστορία αναπνέει: Σε άλλες περιόδους εισπνέει και τα πνευμόνια της γεμίζουν το οξυγόνο της προόδου και της πνευματικής ανάτασης. Και σε άλλες περιόδους η ιστορία εκπνέει, και μάλιστα, η εκπνοή της αυτή, φτάνει να αδειάσει τα πνευμόνια της εντελώς, σε σημείο που δεν μένει παρά ένα ελάχιστο ποσοστό οξυγόνου, ίσα-ίσα για να μην επέλθει ο απόλυτος θάνατος.

Για μας τους Έλληνες, η τουρκική σκλαβιά υπήρξε περίοδος, όχι μόνο στέρησης του οξυγόνου της κοινωνικής και πνευματικής μας ζωής, αλλά και αφαίμαξης όλων των δυνάμεων εκείνων θα μπορούσαν,  σταδιακά, να αναζωογονήσουν το έθνος μας. Παιδομαζώματα, βίαιος εξανδραποδισμός, εποικισμός από πληθυσμούς της Ανατολής και άπειρες κακουχίες καθιστούν την επιβίωση του ελληνικού έθνους, ιστορικό θαύμα.

Το ερώτημα όμως παραμένει: Τι είναι εκείνο που πρέπει να γνωρίζει και να κατέχει ο νέος άνθρωπος του 21ου αιώνα, ώστε να αντισταθεί στις νέες εκπνοές της ιστορίας; 

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ

Την πρώτη απάντηση μπορούμε να την αντλήσουμε από την τεράστια δεξαμενή της δικής μας, της ορθόδοξης πνευματικότητας αλλά και γενικότερα της χριστιανικής θεολογίας:

Το πρώτο διαχρονικό πράγμα που δεν πρέπει να λησμονούμε ποτέ είναι η διαχρονική ύπαρξη των ανθρώπινων παθών. Όλες δηλαδή εκείνες οι διαλυτικές δυνάμεις που διαμελίζουν την ανθρώπινη ψυχή και δηλητηριάζουν την καθημερινή ζωή των προσώπων, των οικογενειών, των μικρών κοινωνιών, των λαών, της ανθρωπότητας ολόκληρης. Ο μεγάλος Απόστολος των εθνών, ο άγιος Παύλος, διακηρύσσει με σαφήνεια αυτό το γεγονός, ιδιαίτερα στην προς Ρωμαίους επιστολή του, και μας οδηγεί αβίαστα σε ένα συμπέρασμα: Η πιο διαχρονική σύγκρουση στην ανθρώπινη ιστορία είναι η σύγκρουση του πνεύματος με τη σάρκα. Η σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις της αρπαγής, της πλεονεξίας και τις σκληροκαρδίας του πτωτικού ανθρώπου με τις δυνάμεις της ζωής, της αλήθειας και της δικαιοσύνης, που ο Θεός θέλησε να αφήσει, έστω και αμυδρά, στην αμαυρωμένη ανθρώπινη εικόνα.

Τι ιστορικές συνέπειες έχει η σύγκρουση αυτή; Οι συνέπειες είναι πως τα τυραννικά καθεστώτα, η αδικία, η πλεονεξία, η βία και όσα βλέπουμε διαρκώς να καταδυναστεύουν τη ζωή μας, θα αποτελούν πάντοτε μία διαρκή απειλή για την ανθρωπότητα. Ο ανθρώπινος πόθος όμως για ελευθερία από τον νόμο της φθοράς δεν καταργείται. Ο πόθος του ανθρώπου, ως εικόνος Θεού, που διψά το καθ΄  ομοίωσιν δεν αναστέλλεται. Γι΄  αυτό και αντίστοιχη ιστορική συνέπεια της διαχρονικής αυτή σύγκρουσης είναι και η ελπίδα. Αυτή είναι που καλεί τους ανθρώπους σε αγώνες εναντίον της τυραννίας. Τέτοιος αγώνας ήταν και η δική μας, η Ελληνική Επανάσταση του ΄21. Αγώνας εναντίον κατακτητή, αλλά και αγώνας ενταγμένος σε μια αέναη πάλη εναντίον των θηρίων που κρύβει μέσα της η ανθρώπινη ψυχή. Την ώρα που υψώνεται το λάβαρο με τη φράση «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η ΘΑΝΑΤΟΣ», οι Έλληνες υπερασπίζονται, όχι μόνο «μια φλούδα γης», αλλά και πανανθρώπινες και διαχρονικές αξίες που αφορούν την ιστορία της ανθρωπότητας. Οι νέες γενιές πρέπει να γνωρίζουν πως τέτοιου είδους αγώνες δεν θα σταματήσουν ποτέ.

Για να αναδειχθούν όμως αυτές οι διαχρονικές διαστάσεις, απαιτείται, όχι μόνον ιστορικό και πολιτικό κριτήριο, αλλά κυρίως πνευματικό. Και το κριτήριο αυτό, στη διάρκεια τη σκλαβιάς,  το άντλησαν οι Έλληνες από την Ορθόδοξη παράδοσή τους.

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τους σοβαρούς ιστορικούς όλου του πολιτικού φάσματος –όπως ο Νικόλαος Σβορώνος- πως ο πρώτος καθοριστικός παράγοντας της εθνικής και της πνευματικής μας επιβίωσης ήταν η ορθόδοξη εκκλησία. Όχι τόσο η ορατή της οργάνωση, όσο το αξιακό και πνευματικό της οικοδόμημα. Τι βρήκε ο λαός μας σε αυτό; Το βαθύτερο νόημα της ελευθερίας. Και αυτό διότι η  πίστη μας είναι η κατ΄ εξοχήν κοσμοθεωρία της ελευθερίας.

Είμαστε εικόνες ενός παντελώς ελεύθερου Θεού από κάθε αναγκαιότητα. Αυτή η ανάγκη για ελευθερία δεν αποτελεί για την ορθόδοξη πνευματικότητα απλώς ένα πολιτικό ή κοινωνικό αίτημα. Αποτελεί υπαρξιακή ανάγκη. Εάν οι πολιτικές δυνάμεις και οι κοινωνικοί φορείς είχαν συνειδητοποιήσει τι σημαίνει ο όρος «Ελευθερία» για την ορθόδοξη πίστη, το πρώτο πανό που θα προηγείτο σε πορείες με αίτημα την ελευθερία από κάθε είδους καταπίεση θα ήταν ένας Σταυρός.

Η πίστη  μας όμως είναι και η κατ΄ εξοχήν κοσμοθεωρία της ανθρώπινης σχέσης, της κοινωνικότητας, της αγάπης.

Η Εκκλησία μας δεν αποτελεί ιδεολογικό κατασκεύασμα. Αποτελεί, καταρχήν, μία κοινωνία προσώπων. Το «εγώ» δεν υπάρχει στην Εκκλησία παρά μόνο ως οργανικό μέρος του «εμείς». Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλη δύναμη που προσέφερε στον ελληνικό αγώνα η ορθόδοξη πνευματικότητα. Το εκκλησιαστικό «εμείς» έγινε κοινωνικό «εμείς», έγινε και εθνικό «εμείς», όπως έλεγε και ο Μακρυγιάννης. Αυτό το «εμείς» είναι πάντα η δύναμη προστασίας ενός αγώνα για ελευθερία, που, αν δεν προσεχθεί και δεν καλλιεργηθεί, εύκολα μετατρέπεται σε αγώνα γιγάντωσης του ατομισμού.

Ιδού λοιπόν η διπλή προσφορά, αλλά και η πολύτιμη παρακαταθήκη προς την αυριανή γενιά: Από τη μία, η Εκκλησία θύμισε στο Γένος μας το αρχέγονο αίτημα για ελευθερία, συγχρόνως όμως δεν σταμάτησε ποτέ να του θυμίζει το ανάλογο αρχέγονο αίτημα του για σχέση. «Εγώ» και «εμείς» σε μία διαρκή αλληλεπίδραση ήταν η μεγάλη παρακαταθήκη της Ορθοδοξίας στο Γένος. Είναι ακριβώς η ισορροπία μεταξύ τόλμης και αρετής, όπως έγραψε ο Κάλβος, ισορροπία ζωτικής σημασίας για την επιβίωση μιας κοινότητας, μιας κοινωνίας, ενός λαού. Όταν χάνεται η έννοια «κοινωνία», η έννοια «σχέση», η έννοια «αγάπη», κάθε αγώνας για ελευθερία μεταβάλλεται σε απειλή διάλυσης κάθε έννοιας συνύπαρξης, κάθε σεβασμού του άλλου, κάθε κοινωνική δομής.

Η ΠΑΙΔΕΙΑ

Δεύτερος μεγάλος παράγοντας που ενώνει τη μνήμη του 21 με την ελπίδα για το μέλλον είναι η δίψα για παιδεία. Παράλληλα με την αντίσταση των καρυοφυλλιών, πραγματοποιήθηκε και μία γιγαντιαία αντίσταση του πνεύματος. Την ίδια ώρα που επιφανείς Έλληνες του εξωτερικού διέπρεπαν στην επιστήμη τους, όπως ο Κοραής, οι απόστολοι της λεφτεριάς, όπως ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, πάσκιζαν για το χτίσιμο σχολειών. Ελευθερία και παιδεία ήταν αχώριστα στο νου και την καρδιά των δασκάλων του Γένους μας. Ήταν ξεκάθαρο για όλους πως, χωρίς παιδεία, η απελευθέρωση δεν θα ΄ρθει ποτέ. Γιατί άραγε; Διότι, αυτό που ονομάζουμε «ελληνική παιδεία», ήταν ουσιαστικά η διατήρηση του κριτηρίου, ώστε οι νεώτερες γενιές των σκλαβωμένων να συνεχίσουν να αναγνωρίζουν τη διαφορά ανάμεσα στην βαρβαρότητα και τον πολιτισμό, ανάμεσα στον εξευγενισμό του ανθρώπου και την καταρράκωση του στο επίπεδο ενός απλού έμβιου όντος. Αυτή η μόρφωση ήταν η πηγή της δυνάμεως, ώστε να μην επιλέξουν οι Έλληνες τον εύκολο δρόμο του εξισλαμισμού -που στο κάτω-κάτω τους εξασφάλιζε μία ανθρώπινη ζωή-, αλλά να προτιμήσουν έναν αγώνα σκληρό και άνισο, προκειμένου να μην συμβιβαστούν με μία ζωή ανάξια της ιστορίας τους, του πολιτισμού τους και τελικά ανάξια της ίδιας της φύσης του ανθρώπου.

Αυτή η δίψα για παιδεία όμως δεν περιορίστηκε σε μια στείρα ελληνοκεντρικότητα. Λίγο να γνωρίζει κανείς τις σχέσεις των Ελλήνων της εποχής εκείνης με τις επιστημονικές και πνευματικές εξελίξεις  της Ευρώπης, θα εντυπωσιαστεί από το πόσοι Έλληνες παραμένουν ανοικτοί και διψασμένοι για την κοσμική σοφία που έρχεται από τη Δύση, αλλά και την ικανότητα τους να την προσαρμόζουν στις δικές τους πνευματικές παρακαταθήκες. Τρανό παράδειγμα, ο Ρήγας Φεραίος. Ένας γνώστης του Διαφωτισμού, ένας άνθρωπος με αφομοιωμένες τις αξίες της Ελληνικής του παράδοσης και, συγχρόνως, ένας άνθρωπος οράματος και θυσίας.

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΝΗΜΗ

Ένα ιδιαίτερο στοιχείο που περιλαμβάνεται στην παιδεία ενός λαού, αλλά αξίζει τον κόπο να το διαχωρίσει κανείς, είναι η επαφή των νέων ανθρώπων με την ιστορική μνήμη. Αλήθεια, τι γεννά η ιστορική μνήμη;  Γεννά αυτό που ονομάζουμε «εθνικό φιλότιμο». Είναι αυτή η επιθυμία να μην ντροπιάσουμε τους προγόνους μας. Η ιστορική μνήμη «ζυγίζει» τις πράξεις του κάθε λαού στο παρόν.

Είναι διατυπωμένο από πολλούς στοχαστές και ιστορικούς πως, βασικός παράγοντας εξαφάνισης ενός έθνους είναι η λήθη της ιστορίας και η λησμονιά της δόξας των προγόνων. Την στιγμή που ο Κολοκοτρώνης φωνάζει στα Δερβενάκια «απάνω τους ωρέ Έλληνες», ενεργοποιεί στην ψυχή αγράμματων και απλοϊκών αγωνιστών τη μνήμη τριών χιλιάδων χρόνων. Την ώρα που ο Παπαφλέσσας στέκεται στο Μανιάκι, έχει πλήρη συνείδηση πως επαναλαμβάνει τις Θερμοπύλες. Την ώρα που ο Κουντουριώτης ναυμαχεί, είναι βέβαιον πως θυμάται τον Θεμιστοκλή στη Σαλαμίνα, γι΄ αυτό άλλωστε δίνει το όνομά του στο καράβι του. Την ώρα που σηκώνεται το λάβαρο στην Αγία λαύρα, είναι βέβαιον πως οι οπλαρχηγοί νιώθουν σαν τους Βυζαντινούς που περιφέρουν στα τείχη της Κωνσταντινούπολης την Υπέρμαχο Στρατηγό.

Η δόξα των προγόνων δημιουργεί ένα αίσθημα υπεροχής, που κάνει έναν λαό να έχει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του, να μην αναζητά προστάτες στους αγώνες του, να μην αναζητά ενόχους στα λάθη του και να διεκδικεί τα μέγιστα σε κάθε πολιτική και διπλωματική διαπραγμάτευση.

Ιδιαίτερα για εμάς του Έλληνες, η ιστορική μνήμη δεν απεδείχθη μόνον πηγή δυνάμεως και αντοχής, αλλά παράγοντα διπλωματικής και πολιτικής επιτυχίας. Το γεγονός αυτό έχει μεγάλη σημασία, διότι πάντα, μαζί με τις μεγάλες στρατιωτικές μάχες, δίνονται και σκληρότατες διπλωματικές μάχες, κάτι που στις μέρες μας είναι περισσότερο έντονο από ποτέ. Πρέπει να γνωρίζουν οι νέοι μας, τι πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο αποτελεί η Ελληνική ιστορία για το κράτος μας. Θέλετε την απόδειξη;

Ας θυμηθούμε τον Φιλελληνισμό, ένα πρωτόγνωρο για την ιστορία γεγονός: Άνθρωποι από όλα τα Δυτικά κράτη ήρθαν να δώσουν τη ζωή τους για τον αγώνα ανεξαρτησίας ενός άλλου λαού. Τι ήταν εκείνο που ώθησε ανθρώπους κάθε κοινωνικής τάξης να έρθουν να πολεμήσουν στο πλευρό των Ελλήνων; Τι άλλο από την ανάμνηση και της αγάπη των Ευρωπαίων για τα κατορθώματα και τον πολιτισμό των αρχαίων Ελλήνων. Ο Φιλελληνισμός αναδεικνύει ένα τεράστιο αποθηκευμένο κεφάλαιο κύρους που συνεχίζει μέχρι σήμερα να υφίσταται. Το ΄21 διδάσκει πως, ως λαός και ως ελληνικό κράτος, κρατάμε στη φαρέτρα μας πολύτιμα πολιτικά και διπλωματικά εργαλεία, ιδιαίτερα χρήσιμα για τους καιρούς που ζούμε και τις απειλές που δεχόμαστε. Είναι σημαντικό να αντιληφθούν οι νεώτερες γενιές πως η Ελληνική Επανάσταση χαράζει πολιτικές και διπλωματικές κατευθύνσεις στο «σήμερα», καθώς το έθνος μας βαδίζει προς ένα  εντελώς νέο κόσμο.

ΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ

Ορθόδοξη πνευματικότητα και παιδεία έδωσαν, λοιπόν, από κοινού, βάθος και αντοχή στην Ελληνική Επανάσταση. Αυτός ο συνδυασμός οδήγησε, και πάντα θα οδηγεί, σε υψηλότερου επιπέδου αιτήματα, αιτήματα ευρύτερα, που περιλαμβάνουν όλες τις ανάγκες του ανθρώπου, βιολογικές, πνευματικές και κοινωνικές, συνεπώς, ο συνδυασμός αυτός πάντα θα δίνει αφάνταστα μεγαλύτερη δυναμική σε κάθε αγώνα.

Ας μην ξεχνάμε πάντως, πως σε εποχές σκοτεινές, εποχές αγραμματοσύνης και αμάθειας, το κριτήριο αυτό διέσωσε, στους απλούς και αμόρφωτους, η Εκκλησία. Η Ορθόδοξη πίστη γέννησε τους αγράμματους Νεομάρτυρες, την συνείδηση της ιστορικής, πολιτιστικής και πνευματικής αβύσσου που χώριζε κατακτητή και υπόδουλο.

Η ίδια πίστη όμως διαπότισε με την κοινωνικότητα, ως ευθεία συνέπεια της εκκλησιατικότητας, και τους επιτυχημένους στην μόρφωση και την επιχειρηματικότητα Έλληνες. Είναι βέβαιον, πως η Ελληνική Επανάσταση δεν θα μπορούσε να ευοδωθεί μόνο με τον κλεφτοπόλεμο. Την επανάσταση την ξεκίνησαν, την χρηματοδότησαν και αργότερα κατάφεραν και την κεφαλαιοποίησαν διπλωματικά και πολιτικά οι προκομμένοι Έλληνες, οι Έλληνες της ευρείας μόρφωσης, της δίψας για μάθηση και της οικονομικής ευμάρειας, οι Έλληνες κοσμοπολίτες, οι οποίοι όμως, – και ας το προσέξουμε αυτό-, διοχέτευαν διαρκώς τη γνώση και τον πλούτο τους στην υπόδουλη πατρίδα.

Η ελευθερία, εσωτερική και εθνική, δεν θα πάψει ποτέ να χρειάζεται διαρκή προστασία, διαρκή αγώνα και διαρκή εγρήγορση. Όσο μένουμε πιστοί στον λυτρωτικό συνδυασμό πνευματικής-αξιακής συγκρότησης και διαρκούς μόρφωσης και καλλιέργειας, θα βαδίζουμε συγχρόνως σε δρόμο προσωπικής ολοκλήρωσης και εθνικής ευημερίας. Κι όταν η καταχνιά μας κάνει να χάνουμε τον προσανατολισμό μας, η Επανάσταση του ΄21 θα αποτελεί για πάντα πυξίδα εθνικών και πνευματικών αγώνων, αλλά και ελπίδα πως το Φως της φιλοπατρίας και της πίστης, πάντα θα νικάει το κοινωνικό σκοτάδι της βαρβαρότητας και της αδικίας, αλλά και το υπαρξιακό σκοτάδι του ατομισμού και της αμάθειας. Κάθε αγώνας, εθνικός, κοινωνικός ή πολιτικός, πρέπει να συναντά διαρκώς ένα αγώνα πνευματικό, που έχει ως πεδίο μάχης τα βάθη της ύπαρξης.

Είναι συγκινητικό να βλέπουμε ξένα κράτη να τιμούν την Ελληνική Επανάσταση. Είναι η αναγνώριση πως πλουτίσαμε την παγκόσμια ιστορία με όραμα και ιδανικά. Θα παραμείνουμε αξιόλογη πνευματική δύναμη για την οικουμένη όσο δεν χάνουμε την επαφή μας με τις πηγές που μας έθρεψαν κατά την ιστορική μας διαδρομή. Όσο κρατάμε πίστη και πατρίδα, καμιά απειλή δεν θα αποδειχθεί ποτέ ικανή να μας καταβάλλει. Εμείς αποφασίζουμε!

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΤΟ ΠΑΡΟΝ” 28-03-2021

Πηγή:www.imd.gr

Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

ΟΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΛΜΥΡΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ

Η Εκκλησία της Ελλάδος αφιέρωσε το τρέχον έτος 2021 στο νέφος των Αγίων Νεομαρτύρων, που θυσιάστηκαν για την πίστη του Χριστού την περίοδο της Τουρκοκρατίας, παίρνοντας την σκυτάλη του Μαρτυρίου από τους Μάρτυρες των πρώτων αιώνων, ύστερα από μία χιλιετία ελεύθερου χριστιανικού βίου. Μάλιστα, και το μετάλλιο που εξέδωσε η Ιερά Σύνοδος, για την επέτειο των διακοσίων χρόνων από την Επανάσταση είναι αφιερωμένο σ’ Αυτούς, ενώ η πολυτίμητη προσφορά στην επιβίωση του Γένους και η θυσία τους κατέλαβαν ένα μεγάλο μέρος από το Γ΄ Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο για το 1821, που η Εκκλησία μας διοργάνωσε τον Νοέμβριο του 2014.

Κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, συντάκτη του «Νέου Μαρτυρολογίου» στα προεπαναστατικά χρόνια, οι Νεομάρτυρες ενδυνάμωσαν την αδυνατισμένη, μαραμένη και γηραλέα πίστη των Χριστιανών της Τουρκοκρατίας και με την λάμψη του Μαρτυρίου τους διασκόρπισαν τον σκοτασμό της πλάνης, ανύψωσαν την πίστη και συνέτριψαν την ασέβεια. Ήταν η εποχή που ο κορυφαίος εκπρόσωπος των Κολλυβάδων παρατηρούσε ότι ο φόβος του Θεού έλειψε, η πίστη ασθένησε και η ελπίδα λιγόστεψε. Ήταν τότε που οι κατακτητές επιχειρούσαν, μέσω των βίαιων  εξισλαμισμών, να ξεριζώσουν από τις ψυχές των σκλαβωμένων την πίστη στον Χριστό, γιατί γνώριζαν ότι η απώλεια της Ορθόδοξης πίστης ήταν ο ασφαλέστερος δρόμος προς την εξαλλοίωση της Εθνικής συνείδησης. Και ένας λαός χωρίς εθνική μνήμη και αυτοσυνειδησία δεν μπορεί να οραματίζεται ξεσηκωμούς και ελευθερία.

Δικαίως, λοιπόν, ο μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός χαρακτηρίζει τους Νεομάρτυρες «Αντιστασιακούς», γιατί το αίμα τους πότιζε αδιάκοπα το δένδρο της ελευθερίας, η ομολογία τους συνιστούσε κραυγαλέα απόρριψη του τυράννου και η θυσία τους αποτελούσε νίκη όχι μόνο κατά του μισανθρώπου διαβόλου, αλλά και κατά του Οθωμανού κατακτητή.

Δεν υπάρχει σημείο της Ελληνικής γης που να μην είναι ποτισμένο από τα αίματα των Νεομαρτύρων. Γι’ αυτό, η Εκκλησία μας τους θεωρεί δόξα και καύχημά Της. Είναι καιρός, όμως, και η Πολιτεία να ενσκήψει στα πρόσωπά τους, αποδίδοντας την οφειλόμενη ευγνωμοσύνη και αναγνωρίζοντας την αξεπέραστη προσφορά τους στην Ελευθερία του Γένους.

Πηγή:www.imd.gr

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2021

ΠΑΤΗΡ ΕΥΜΕΝΙΟΣ: Ο ΚΡΥΦΟΣ ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ († 23 ΜΑΙΟΥ 1999)

Καταγωγή

Η Εθιά, η πατρίδα του πατρός Ευμενίου, είναι ένα ορεινό χωριό στα νότια του νομού Ηρακλείου Κρήτης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 740μ. και απέχει από το Ηράκλειο 38 χλμ. Είναι πολύ άγονο μέρος, γι’ αυτό και οι κάτοικοί του μετοίκησαν σ’ ένα χαμηλότερο μέρος, στο χωριό Ροτάσι.

Στην Εθιά υπάρχουν δύο εκκλησίες: Η κεντρική είναι αφιερωμένη στην Παναγία μας και φυλάσσει θαυματουργό εικόνα της. Εκεί η Παναγία είχε εμφανισθεί σαν γυναίκα ντυμένη στα μαύρα κάποια ημέρα, που ο πατήρ Ευμένιος, μικρό παιδί τότε, άναβε τα κανδήλια του ναού, και του είπε: Εσύ μια μέρα θα γίνης ιερεύς». Εκεί, στον αύλιο χώρο της, έμελλε να είναι και ο τάφος, όπου αναπαύεται το σεπτό σκήνωμα του Οσίου Γέροντος μας. Η άλλη είναι του Προφήτου Ηλιού. Εκεί κοντά υπάρχει και αγίασμα.

Υπάρχουν και πολλά μικρά εκκλησάκια, για την ανακαίνισι των οποίων ο πατήρ Ευμένιος έστελνε χρήματα.

Ο πατήρ Ευμένιος ήταν γόνος μιας πολυμελούς και πάμπτωχης οικογενείας. Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του έτους 1931.

Οι γονείς του, Γεώργιος και Σοφία Σαριδάκη, ήταν άνθρωποι ευσεβείς και ενάρετοι. Είχαν οκτώ παιδιά. Το όγδοο και τελευταίο τους παιδί ήταν ο πατήρ Ευμένιος, που στην βάπτισί του πήρε το όνομα Κωνσταντίνος. Τα αδέλφια του, κατά σειρά ηλικίας, ήταν: Ελένη, Μιχαήλ, Αικατερίνη, Βασίλειος, Αμαλία, Μαρία και Ευγενία.

Ο μικρός Κωνσταντίνος ορφάνεψε από πατέρα σε ηλικία μόλις δύο ετών, δηλαδή η οικογένειά του έχασε τον προστάτη της πολύ νωρίς. Ήταν που ήταν φτωχή, χάνοντας και το στήριγμά της βρέθηκε σε πολύ δύσκολη κατάστασι. Η χήρα μάνα του με τι δυνατότητες να θρέψη τόσα στόματα; Ξενοδούλευε για να τα φέρη κάπως βόλτα. Μετά ήρθε και η γερμανική κατοχή, η οποία χειροτέρευσε κατά πολύ τα πράγματα. Σ’ αυτό το περιβάλλον και με πολλές στερήσεις μεγάλωσε ο Παππούλης μας. Παπούτσια φόρεσε στα δώδεκά του χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, δηλαδή τις στερήσεις, την πείνα και την ανέχεια, το ήθος και το φρόνημα του μικρού αυτού παιδιού δεν αλλοιώθηκαν.

Για παράδειγμα, ο Ιερεύς του χωριού τους ήθελε να του δίνη μια μικρή βοήθεια, επειδή πήγαινε και τον βοηθούσε στον ναό. Ο μικρός Κωνσταντίνος, όμως, του έλεγε: «Όχι, Παπα-Γιάννη, δεν παίρνουμε ποτέ χρήματα από την Εκκλησία». (Μαρτυρία Αριστέας Σαριδάκη).

Η, όταν του έδιναν μισή κουλούρα ψωμί για κάποια δουλειά που έκανε, ποτέ δεν την έτρωγε μόνος του, αλλά την πήγαινε στο σπίτι του και την έτρωγε με τ’ αδέλφια του, όλοι μαζί.

Χαρισματικό παιδί

Η Εκκλησία αγάλλεται και καυχάται, διότι εγέννησε και ανέδειξε ένα τέτοιο λαμπρό αστέρι και κόσμημα της˙ και η Κρήτη πρέπει να σεμνύνεται για το ηγιασμένο τέκνο της. Ο Παππούλης, από την νηπιακή του ηλικία, έδειχνε ότι ήταν σκεύος εκλεκτόν του Κυρίου μας. Από την βρεφική του ηλικία, όταν ακόμα δεν καταλάβαινε, προσπαθούσε να ευχαριστή τον Κύριό μας, αφού δεν θήλαζε Τετάρτη και Παρασκευή, αλλά κοιμόταν όλη την ημέρα, σύμφωνα με την μαρτυρία της αδελφής του Ευγενίας, η οποία το είχε ακούσει από την μητέρα τους να το ομολογή.

Οίνον και μεθύσματα ουδέποτε εγεύθη ο πατήρ Ευμένιος, δηλαδή οινοπνευματώδη ποτά, μπύρα, κρασί και αλκοολούχα ποτά δεν ήπιε ποτέ στην ζωή του.

Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν λειτούργησε για πρώτη φορά μόνος του ως Ιερεύς, ζαλίστηκε λίγο από την κατάλυσι της Θείας Κοινωνίας και γι’ αυτό, μετά, έβαζε λιγώτερο νάμα και περισσότερο ζέον.

Ο Κωστάκης, όπως τον έλεγαν, ήταν ένα χαριτωμένο και χαρισματικό παιδί, ακόμα και για τα κοσμικά δεδομένα, ενώ δεν είχε μάθει σχεδόν καθόλου γράμματα.

Οι δυσκολίες, η Κατοχή, κατά την διάρκεια της οποίας τα σχολεία υπολειτουργούσαν, δεν του επέτρεψαν να γευθή το αγαθόν της μαθήσεως. Παρ’ όλα αυτά μπορούσε, όπως ο ίδιος έλεγε, να κάνη πράξεις μαθηματικές, λογαριασμούς δύσκολους, όλα από μνήμης, γι’ αυτό οι χωριανοί του, όταν ήθελαν κάτι σχετικό, τον φώναξαν: «Έλα, Κωστάκη, να μας πής πόσο κάνει αυτό κι αυτό», η κάτι πιο δύσκολο. Κι όταν τους τα έκανε, μετά τον γέμιζαν λουκούμια.

Κάποια φορά, όταν ο Παππούλης ήταν μικρό παιδί ακόμη, πέθανε στο χωριό τους ένα κοριτσάκι οκτώ-εννέα ετών. Οι γονείς και oι συγγενείς του κοριτσιού έκλαιγαν απαρηγόρητοι για τον χαμό του παιδιού τους. Ο Παππούλης μας έλεγε σχετικά:

«Κάποτε, είχε πεθάνει ένα κοριτσάκι και περνούσε από μπροστά μας η νεκρώσιμη πομπή. Πέρασαν μπροστά κι από την δική μας αυλή. Έτσι έκαναν τότε. Έκαναν την βόλτα, για να γίνη πιο επίσημη η κηδεία. Έκλαιγαν όλοι κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, πολλά στολίδια, που είχε το φέρετρο. Κι αυτοί έκλαιγαν. Κι εγώ έτρεχα κι έβλεπα τα στολίδια, που είχε το φέρετρο. Ήμουν έξι-επτά χρόνων τότε. Δεν είχα δει καλύτερα και ωραιότερα στολίδια. Οι άλλοι έκλαιγαν κι εγώ χαιρόμουν, που έβλεπα τα στολίδια. Έβλεπα τα στολίδια και χαιρόμουν. Μου άρεσαν.Δέν ήταν στολισμένα από τους ανθρώπους, όμως εγώ τα έβλεπα έτσι. Στολίδια… στολίδια… όχι ότι τα έβαλαν οι άνθρωποι. Κι αυτοί έκλαιγαν, που έχασαν το παιδί, κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, που είχε πάνω του, τα στολίδια του Θεού, και χαιρόμουν».

Ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος θυμάται, σχετικά με την Χάρι, που από νωρίς είχε δοθεί στον Παππούλη μας: «Ο πατήρ Ευμένιος, όταν ήταν μικρός, είχε δει για πρώτη φορά την χάριν της αρχιερωσύνης. Την είχε δει στο πρόσωπο ενός Αρχιεπισκόπου, που είχε πάει στο χωριό του. «Έβλεπα», μου είπε, «το φως του Αγίου Πνεύματος πάνω στο πρόσωπό του. Το φως της αρχιερωσύνης, την χάρι της αρχιερωσύνης. Την έβλεπα και πήγαινα συνεχώς μπροστά του». Και είπε ο Αρχιεπίσκοπος: «Αυτό το παιδί τι βλέπει;».» Εγώ δεν έλεγα τι έβλεπα, αλλά μου άρεσε να βλέπω την χάρι της αρχιερωσύνης»».

Μοναχός Θεόκλητος δια φωτοφανείας

Ο πατήρ Ευμένιος ήταν θεόκλητος στον μοναχισμό. Ο ίδιος μας έλεγε:«Εγώ, δεκαεπτά χρόνων πήγα στο μοναστήρι. Ήμουν δεκαέξι χρόνια στο χωριό μου. Αγαπούσα τον Θεό, βέβαια, σκεπτόμουν πολλές φορές να γίνω καλόγερος. Μια μέρα μου λέει ο παπάς: «Έλα να σε κάνω νεωκόρο». Πήγα κι εγώ. Άναβα τα καντήλια πρωί-βράδυ, διάβαζα κιόλας, ο,τι βιβλία έβλεπα τα διάβαζα. Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς του 1944, το απόγευμα, πήγα, άναψα τα καντήλια στην εκκλησία και, μετά, πήγα στο σπίτι μας. Ήταν εκεί η αδελφή μου η Ευγενία. Φάγαμε ξεροτήγανα, τηγανίτες και μακαρόνες. Εκεί που τρώγαμε, ήρθε μια λάμψι και με τύφλωσε και μπήκε μέσα στα βάθη της ψυχής μου. Κι αμέσως, την ίδια στιγμή, φώναξα της Ευγενίας: «Ευγενία, θα γίνω καλόγέρος». Την ίδια στιγμή. Εκείνη την στιγμή με φώτισε ο Θεός. Την είδα με τα μάτια μου εκείνη την λάμψι, που μπήκε μέσα μου.

Μόλις είδα αυτή την λάμψι, είπα κατ’ ευθείαν: «Θα γίνω καλόγερος».

Όταν ο άνθρωπος έχει την κλήσι από τον Θεό για να κάνη κάτι καλό, ο Θεός ενεργεί και τον βοηθά».

Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και ο Μιχαήλ Χατζηγεωργίου:

«Τόλμησα, κάποτε, να τον ρωτήσω: «Γέροντα, είχες δίλημμα για το ποιόν δρόμο θα ακολουθήσης; Σκέφθηκες να γνωρίσης κάποια γυναίκα, να την ερωτευθής, να κάνης οικογένεια;»

Τότε μου αποκάλυψε την απόλυτη απόφασί του να ακολουθήση την παρθενική ζωή, που την σηματοδότησε ένα εξαιρετικό γεγονός.

«Χειμώνας του 1944, Κωστής τότε, δεκατριών ετών», μου είπε. «Ήμουν στο πατρικό μου σπίτι. Ζεσταινόμαστε στο τζάκι. Τότε είδα μια τεράστια φωτιά, που μπήκε μέσα μου. Και από εκείνη την στιγμή, γεμάτος χαρά, έλεγα: Εγώ θα γίνω μοναχός. Θα γίνω μοναχός». Και μου συμπλήρωσε: «Αν με πίεζαν αργότερα να παντρευτώ, θα πέθαινα, θα πέθαινα!».

Από το 1944 η ψυχή του νεαρού Κωστή είχε ένα μόνο προσανατολισμό: την αφιέρωσι στον Χριστό. Η κλίσι υπήρχε. Η κλήσι με εμφατικό τρόπο συντελέστηκε και ο μικρός Κωστής βιαζόταν να ενηλικιωθή, να λάβη ζωή η επιθυμία της καρδιάς του.

Η φλόγα έκαιγε άσβεστος μεσά του. Στα 1951 ο Κωνσταντίνος κείρεται Σωφρόνιος μοναχός».

Με ζήλο στον μοναχικό αγώνα

Σε ηλικία δεκαεπτά ετών ο Κωνσταντίνος αφήνει τα εγκόσμια και οδεύει εκεί, που τον οδηγεί η καρδιά του, η ψυχή του και όλο του το είναι. Εκεί, που το Άγιο Πνεύμα, εν είδει λαμπρού φωτός, τον φωτίζει, στην πλήρη αφιέρωσί του στον Χριστό, στον αγαπημένο του Ιησού, Τον οποίο από μικρός λατρεύει και υπηρετεί, είτε στα εξωκκλήσια του χωριού του, είτε κατά μόνας.

Τα βήματά του τον οδηγούν στην Ιερά Μονή Αγίου Νικήτα, στα νότια της Κρήτης, κάπως κοντά στο χωριό του, αφού απέχει μόνο δύο-δυόμισυ ώρες με τα πόδια.

Ο Κωνσταντίνος έγινε δεκτός από τον Ηγούμενο π. Ιερόθεο (Κωστομανωλάκη), στον οποίο έβαλε μετάνοια και άρχισε η δοκιμή του.

Στην Μονή τότε υπήρχαν, εκτός του Ηγουμένου, και δύο υπερήλικες και τυφλοί μοναχοί, τους οποίους ο Κωνσταντίνος φρόντιζε παντοιοτρόπως και ποικιλοτρόπως, λόγω του νεαρού της ηλικίας του, αλλά, κυρίως και πρωτίστως, λόγω της υπέρμετρου αγάπης που είχε.

Ως νέος, δόκιμος μοναχός, έκανε σχεδόν όλα τα διακονήματα της Μονής, ήταν πρόθυμος και φιλότιμος.

Μετά την τριετή του δοκιμασία, εκάρη μοναχός, μετονομασθείς Σωφρόνιος. Ως μοναχός, ο Σωφρόνιος έβαλε θεμέλιο της μοναχικής του ζωής την ταπεινοφροσύνη, την υπακοή και την εργατικότητα. Επιδόθηκε σε νέους αγώνες. Τις ημέρες εκοπίαζε σωματικά και τις νύκτες παρέμενε άϋπνος και προσευχόμενος. Αυτό το τυπικό το κράτησε μέχρι τέλους της ζωής του.

Καθημερινά ο πατήρ Σωφρόνιος έδινε αγώνα σε όλα τα διακονήματα, σε όλες τις εργασίες, στο ν’ ανοίξουν καλύτερους δρόμους για να διευκολυνθή η έλευσι των προσκυνητών, στους κήπους, στο να καλλιεργούν τα κτήματα, στο να φέρνουν νερό από μακρυά, γιατί δεν επαρκούσε το υπάρχον.

Αυτά έβλεπε ο διάβολος και εμηχανεύετο τρόπους για να ρίξη τον αγωνιστή. Δεν αρκείτο μόνον στον πόλεμο των λογισμών, αφού μόνον με αυτούς δεν μπορούσε να ανακόψη την αγωνιστικότητα του πατρός Σωφρονίου. Γι’ αυτό του παρουσιαζόταν, και αισθητώς και οφθαλμοφανώς, και του μιλούσε. Κάποια μέρα, μάλιστα, καθώς ο ίδιος ο Παππούλης μας έλεγε, ο διάβολος εμφανίσθηκε μπροστά του και του είπε: «Εγώ είμαι άγγελος και πέσε κάτω να με προσκύνησης». Όταν, όμως, εκείνος τα έλεγε αυτά, ο πατήρ Σωφρόνιος πρόσεξε ότι του έλειπε ένα δόντι και του λέει γελώντας και κοροϊδευτικά: «Δεν είσαι άγγελος, δεν είσαι άγγελος, γιατί σου λείπει ένα δόντι!». Τότε ο διάβολος γυρίζει εξαγριωμένος και του δίνει ένα δυνατό χαστούκι και αμέσως εξαφανίζεται από μπροστά του.

Κάποια άλλη μέρα, ο πατήρ Σωφρόνιος κατέβηκε κοντά στην θάλασσα, όπως ο ίδιος έλεγε, και άκουσε μέσα από την θάλασσα την Παναγία μας να του μιλάη και να του λέη, με την γλυκειά φωνή της: «Παιδί μου, μη φοβάσαι κι εγώ δεν θα σε αφήσω να χαθής». Σε ερώτησι, πως κατάλαβε ότι ήταν η Παναγία μας, απάντησε πολύ φυσικά: «Ε, την Παναγία μας δεν γνωρίζω;».

Και άλλοτε πάλι, έλεγε ότι η Παναγία μας τον αγκάλιασε. «Η Παναγία μου έκανε μια αγκαλιά», μας έλεγε.

Είδε την Αγία Μαρίνα

«Από ενωρίς ο ευλογημένος Κωνσταντίνος εκάρη μοναχός. Η ωριμότητα και η αποφασιστικότητά του φάνηκε αμέσως. Το αίσθημα και το χρέος της ξενιτείας τον συνείχε απόλυτα. Επεδίωκε να μην ξενυχτάη ποτέ έξω από το μοναστήρι. Όταν, κάποια φορά, αυτό στάθηκε αδύνατο και αναγκάσθηκε να παραμείνη στο πατρικό του σπίτι, είδε στο εικονοστάσι να βγαίνει η Αγία Μαρίνα από την εικόνα της, κρατώντας τον πειρασμό από τα κέρατα και δείχνοντάς του τον, του είπε: «Αυτός σας βάζει τους λογισμούς, να μην ακούτε τον Γέροντα και να νυστάζετε στις Ακολουθίες».

Στρατιωτική θητεία

Ο πατήρ Σωφρόνιος, όταν έφθασε την ηλικία των εικοσιτριών ετών, έπρεπε να πάη στρατιώτης, διότι τότε οι μοναχοί δεν απαλλάσσοντο των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων.

Η Μονή τον ετοίμασε σχετικά, τον εκούρεψε, του έκοψε δηλαδή τα μαλλιά και τα γένεια, και του τα φύλαξε, γιατί έτσι γινόταν τότε.

Παρουσιάσθηκε στο Μεγάλο Πεύκο, στις 24 Ιανουαρίου του 1954. Υπηρέτησε στο Μηχανικό και ήταν βοηθός μαγείρου. Κατόπιν, πήρε μετάθεσι για την Θεσσαλονίκη.

Στον στρατό ο Γέροντας ήταν υπόδειγμα υπακοής και εργατικώτατος, γι’ αυτό τον αγαπούσαν όλοι, από τον Διοικητή έως τον πιο απλό στρατιώτη. Ποτέ δεν θεώρησε αγγαρεία οποιαδήποτε εργασία του ανέθεταν, αλλά την έκανε με αγάπη, σωστά και καλά. Ο αξιωματικός υπηρεσίας τον σταματούσε πολλές φορές με το ζόρι, για να ξεκουρασθή.

Το ήθος και ο ακέραιος χαρακτήρας του πατρός Σωφρονίου έκανε ακόμη και τα πειραχτήρια του στρατού να αργούν, παρ’ όλο που ξέρανε ότι είναι καλόγερος.

Τις νηστείες τις κρατούσε όλες: Πάσχα, Χριστούγεννα, 15 Αυγούστου, Αγίων Αποστόλων και, φυσικά, Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Πώς τα κατάφερνε; Ένας συνάδελφός του, μάγειρας, έλεγε σχετικά: «Μέχρι και ελιές, ψωμί και κρεμμύδι έτρωγε μόνον, αρκεί να μη χαλούσε τις διατεταγμένες νηστείες της Εκκλησίας μας».

Κάθε ημέρα, ο Διοικητής του επέτρεπε να αποσύρεται για λίγο να προσεύχεται, πέραν της γενικής Προσευχής, επειδή εγνώριζε ότι ήταν καλόγερος. Τις Κυριακές και τις μεγάλες γιορτές του έδινε άδεια να πηγαίνη στον Ιερό Ναό του Αγίου Ελευθερίου Θεσσαλονίκης, να εκκλησιάζεται και να ψέλνη.

Το επίδομα των στρατιωτών, τότε, ήταν 53 δραχμές τον μήνα. Φυσικά, του Παππούλη αυτό το ελάχιστο ποσό όχι μόνο του έφθανε, αλλά με αυτό έκανε ελεημοσύνες, «δάνειζε» τους συναδέλφους του, έδινε σ’ όποιον του ζητούσε.

Στον στρατό ο πατήρ Σωφρόνιος αρρώστησε βαρειά. Έκανε υψηλό πυρετό 40°-41°, που δεν έπεφτε. Η κατάστασί του ήταν απελπιστική. Τότε του έκαναν έφοδο χιλιάδες δαίμονες, για να τον τρομάξουν και να τον τρομοκρατήσουν. Όμως, μόνο μέχρι γύρω-γύρω στο κρεββάτι μπορούσαν να φθάσουν. «Αγγίζανε το κρεββάτι», όπως έλεγε ο ίδιος, «αλλά επάνω δεν μπορούσαν να ανέβουν. Γύρω-γύρω μόνο».

Οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν την αιτία. Νοσηλεύθηκε στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η κατάστασί του, αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε. Τον έφεραν στην Αθήνα και νοσηλεύθηκε σε διάφορα νοσοκομεία. Τελικά, βρέθηκε ότι πάσχει από την νόσο του Χάνσεν, την γνωστή λέπρα, και μεταφέρθηκε στον Αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών.

Ο πατήρ Ευάγγελος Παπανικολάου, ο και ιατρός, θυμάται που του έλεγε ο Παππούλης μας:

«»Με παίρνουν φαντάρο και με στέλνουν στην Θεσσαλονίκη. Εκεί αρρώστησα κι άλλο. Με πάνε στον στρατιωτικό γιατρό, μου λέει: «Έχεις αφροδίσια».»Τί έχω;».»Αφροδίσια, τα κόλλησες από γυναίκα». Γελώ, Βαγγέλη μου, γελώ. «Γιατρέ μου, άλλο πράγμα έχω», του λέω. «Δεν έχω αφροδίσια». Ακούς, Βαγγέλη, αφροδίσια», και γέλαγε, γέλαγε. «Και τι έγινε, Γέροντα;», ερώτησα. «Είμαι στο λεωφορείο και έλεγα: «Παναγία μου, Καλυβιανή, τι αρρώστια έχω εγώ;».Με πλησιάζει ένας άνθρωπος και μου λέει: «Πάτερ, να σου πω, είσαι άρρωστος από λέπρα, να πας στο νοσοκομείο, στην Αθήνα. Είμαι κι εγώ άρρωστος άπ’ αύτό.Να πάς στο νοσοκομείο στην Αγία Βαρβάρα»». Επήγε ο πατήρ Ευμένιος στο νοσοκομείο, τον είδαν και του άρχισαν την θεραπεία. Εκεί συνάντησε τον πατέρα Νικηφόρο, που ευωδιάζουν τα λείψανά του».

Και ο Μόρφου Νεόφυτος μας έλεγε:

«Υπήρχε τότε ένας νόμος, που έλεγε ότι έπρεπε οι καλόγεροι, όταν ήταν σε νεανική ηλικία, να πάνε στρατιωτικό. Και τον ξύρισαν. Φανταστείτε τώρα, τον κούρεψαν. Κι αυτός πήγε. Πήγε στον στρατό, στην Θεσσαλονίκη, κι εκεί, για πρώτη φορά, φάνηκε το πρόβλημα της ασθένειας του Χάνσεν, της λέπρας.

«Και ήμουν», λέει, «ξαπλωμένος σ’ ένα κρεββάτι και είχα πάρα πολύ πυρετό. Κι εκείνη την ώρα μου είπαν: «Άκουσε, πάτερ Σωφρόνιε, είσαι άρρωστος, πολύ βαρειά άρρωστος, και δεν μπορείς πια να επιστρέψης στο μοναστήρι σου. Αν πας, θα πρέπη να πας για λίγο και μετά θα πρέπη να σε πάνε στο Νοσοκομείο».

Όταν έμαθε ότι έπασχε από λέπρα, έλεγε: «Χάρηκα πάρα πολύ». «Χάρηκες;», του λέω. «Ναι, με γέμισε απέραντη χαρά. «Οσο πιο μεγάλη ασθένεια, τόσο πιο μεγάλος σταυρός, τόσο πιο μεγάλη Ανάστασι. Και είπα: Πώ, πώ, πώ, μεγάλο δώρο μου έδωσες, Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ, Χριστέ μου, που μου έδωσες μεγάλο σταυρό. Θα έχω μαζί Σου μεγαλύτερη συμμετοχή στα πάθη Σου, αλλά και μεγαλύτερη συμμετοχή στην Ανάστασί Σου». Άκου ο άνθρωπος! Και ήταν μόλις 20 χρόνων».

Αδιάλειπτος αγώνας

Στον αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών, ο πατήρ Σωφρόνιος νοσηλεύτηκε επιτυχώς και θεραπεύτηκε τελείως. Η ασθένεια δεν του άφησε καμμία παραμόρφωσι, ούτε το παραμικρό σημάδι.

Μετά την θεραπεία του από αυτή τη σοβαρή ασθένεια, παρέμεινε μέσα στον Αντιλεπρικό Σταθμό, από αγάπη για τους πάσχοντας αδελφούς του. Η Διεύθυνσι του Σταθμού, επειδή ήταν μοναχός, του παρεχώρησε ατομικό κελλάκι, δίπλα στο εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων. Στο κελλάκι αυτό ο Παππούλης πέρασε όλη την υπόλοιπη ζωή του.

Εκεί ξανάρχισε τους πνευματικούς αγώνες, που είχε στερηθεί λόγω του στρατού και της ασθενείας του.

Καθημερινές ασχολίες του πατρός Σωφρονίου ήταν η φροντίδα για την ευπρέπεια του Ναού, στον οποίο ανέλαβε και καθήκοντα ιεροψάλτου, και η περιποίησι ασθενών, που ήταν παράλυτοι και δεν είχαν κανένα να τους φροντίση.

Ακόμη, έφτιαχνε λιβάνι και το μοίραζε σε μοναστήρια και ναούς, και γέμισε τους θαλάμους με ιερές εικόνες και πνευματικά βιβλία.

Τα καλοκαίρια πήγαινε για μήνες στο Άγιο Όρος, στο οποίο αναπαυόταν πολύ.

Πήγαινε επίσης στην Κρήτη, στην Μονή της μετανοίας του και στην Ιερά Μονή Καλυβιανής, όπου συνεδέθη με τον ιδρυτή της Μητροπολίτη Τιμόθεο, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης.

Όταν έκλεισε το Λωβοκομείο της Χίου, του έστειλε ο Άγιος Άνθιμος τον Οσιώτατο μοναχό Νικηφόρο, τυφλό και παράλυτο. Ο πατήρ Σωφρόνιος τον υπηρέτησε με όλη του την ψυχή και καρδιά και τον είχε πνευματικό πατέρα και οδηγό.

Ο αντίδικος, όμως, διάβολος φθόνησε την καλή πολιτεία του αγωνιστού Σωφρονίου και τον πολέμησε με σφοδρότητα και τον ταλαιπώρησε πολύ. Τον απάλλαξε διά παντός άπ’ αυτόν η Χάρις του Θεού και της Κυρίας Θεοτόκου.

Το 1975, σε ηλικία σαραντατεσσάρων ετών, ο μοναχός Σωφρόνιος χειροτονήθηκε εις πρεσβύτερον και πήρε το όνομα Ευμένιος. Ο πατήρ Ευμένιος συνέχισε τη ζωή του στο Λοιμωδών ως Ιερεύς, διεκρίθη δε και ως άριστος πνευματικός.

Μετά την πτώσι του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Ρωσσία, πήγε προσκυνηματικό ταξείδι στη Μόσχα, στην Πετρούπολη και στο Κίεβο.

Με την επιστροφή από εκεί, άρχισαν τα άλλα μεγάλα προβλήματα υγείας: σάκχαρο, ανεπάρκεια νεφρών, προβλήματα οράσεως και τα πόδια του, που έλεγαν οι γιατροί να του τα κόψουν. Έμπαινε και έβγαινε συνεχώς σε νοσοκομεία.

Παρ’ όλα αυτά, όμως, έκανε ακόμη μερικά ταξείδια και συνέχιζε τα ιερατικά του καθήκοντα εις το ακέραιον: Ιερές Ακολουθίες και ατελείωτες επισκέψεις σε σπίτια πνευματικών του παιδιών για αγιασμούς, ευχέλαια και εξορκισμούς.

Αυτό κράτησε πάνω από οκτώ-δέκα χρόνια, οπότε μπήκε για τελευταία φορά στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, όπου, στις 23 Μαΐου 1999, απεδήμησε εις Κύριον σε ηλικία έξηνταοκτώ ετών.

Ακολουθούν κάποιες μαρτυρίες από τις τελευταίες εκείνες ώρες.

Στην ημέρα της εορτής τους…

Τον σεβαστό Πατέρα Ευμένιο, τον αγαπημένο μας «Παππούλη», εκάλεσε ο Κύριός μας κοντά του στις 23 Μαΐου του έτους 1999, ημέρα Κυριακή, στην μνήμη των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων, της εν Νικαία Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, γύρω στις τέσσερεις το απόγευμα, ενώ ευρισκόταν στο θεραπευτήριον Ευαγγελισμός.

Ας σημειωθή, ότι ο Πατήρ Ευμένιος ανήκε στην Μητρόπολι Νικαίας και είναι άξιον θαυμασμού το ότι εφάνη ωσάν να ήλθαν οι Άγιοι προστάτες της μητροπολιτικής του περιφέρειας να παραλάβουν το εκλεκτό και υπερευλογημένο τέκνο τους, την ημέρα της εορτής τους.

Η εξόδιος Ακολουθία εψάλη εις τον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων, τον οποίο διεκόνησε η αγιότητά του με περίσσια αυταπάρνησι.

Ο ενταφιασμός του έγινε την επομένη ημέρα στην ιδιαιτέρα του πατρίδα, το χωριό Εθιά, του νομού Ηρακλείου.

Αποχαιρετισμός

«Δεν μπορώ να περιγράψω την θλίψι, που είχε στο πρόσωπό του, όταν για τελευταία φορά κλείδωνε την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, των γλυκύτατων και αγαπημένων του Αγίων, όπως συνήθιζε να λέη, και αποχαιρετούσε το άγιο κελλί του. Και τις τελευταίες ευχές για το Ίδρυμα: «Την ευχή μου να έχετε όλοι, την ευχή μου να έχετε όλοι», επαναλάμβανε, ενώ τον έπνιγε ένα βουβό κλάμα, καθώς περνούσαμε για τελευταία φορά τους δρόμους της αγαπημένης του Αθήνας.

Ευλογούσε συνέχεια και έλεγε: «Ωραία που είναι η Αθήνα! Ωραία Αθήνα, ευλογημένη Αθήνα! Τίποτε άλλο δεν υπάρχει πιο ωραίο από την Αθήνα». Ευλογούσε τους δρόμους, την Ομόνοια, την Αγορά, την Μητρόπολι, την Βουλή των Ελλήνων, τους πάντες και τα πάντα.

Ανεξίτηλα έχουν μείνει στην μνήμη μου τα λόγια, που είπε την Πέμπτη 29 Απριλίου του 1999, τα μεσάνυκτα: «Σήμερα ήθελαν πάλι να μου κάνουν αιμοκάθαρσι δύο ώρες. Με τρύπησαν επτά-οκτώ φορές. Με τρύπαγαν αυτές, με τρύπαγαν σαν τον Δεσπότη Χριστό. Μαρτύρησα, μαρτύρησα σαν τον Δεσπότη Χριστό. Γιατί το κάνουν αυτές αυτό;» «Γέροντα», του απαντώ, «δεν θα ήξεραν οι νοσοκόμες». «Θέλετε να αλλάξουμε γιατρούς και νοσοκομείο», του πρότεινα. «Μπά, δεν χρειάζεται», μου απαντάει. «Μου αρέσει πολύ ο Ευαγγελισμός…»».

Ο τελευταίος Εσπερινός

«Για τελευταία φορά ο Γέροντας εισήχθη στον Ευαγγελισμό στις 17 Δεκεμβρίου του 1997 (εορτή του Αγίου Διονυσίου).

1η Μαΐου του 1999. Δεν αισθάνεται καθόλου καλά.

2α Μαΐου. Τον θυμάμαι το βράδυ εκείνο της Κυριακής, με το ραδιοφωνάκι στα χέρια, να παρακολουθή τον Εσπερινό του Αγίου Πέτρου, πολιούχου Άργους. Ήταν ο τελευταίος Εσπερινός, που άκουγε.

3η Μαΐου, 4η Μαΐου, ο Γέροντας χειροτέρευε. Από τους γιατρούς καμμία βοήθεια. Έλεγε συνέχεια: » Ελάτε, πεθαίνω, πεθαίνω, πεθαίνω…».

5η Μαΐου έως 23η Μαΐου, πονούσε φοβερά όλες αυτές τις ημέρες.

Στις 23 Μαΐου του 1999, την Κυριακή των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων, στις 4:10 μ.μ., εκοιμήθη».

Μετά την κοίμησί του επιτελεί πολλά και μεγάλα θαύματα, όπως το ομολογούν άνθρωποι που υεργετήθηκαν η αυτόπτες μάρτυρες. Ο βίος του υπήρξε αρετή και η αρετή βίος.

Πηγή: Σίμωνος Μοναχού, Πατήρ Ευμένιος – Ο κρυφός άγιος της εποχής μας, Επιμέλεια κειμένου: Μαίρη Αποστολάρα, Πρώτη Έκδοσι, Δεκέμβριος 2009.

Τρίτη 1 Ιουνίου 2021

ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ: ΣΩΖΕΙ ΚΑΡΑΒΙ, ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΤΗ ΒΛΑΒΗ, ΤΟ ΓΡΑΨΙΜΟ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΨΥΧΗ!

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

[Μαρτυρία του Παρασκευά Λαμπρόπουλου]

Ένα πρωί, πριν τη δουλειά, πέρασα από τον Γέροντα, να πάρω την ευχή του. Τον βρήκα καθιστό και σκυφτό.

Εγώ στεκόμουν όρθιος και κοίταζα πίσω του που είχε διάφορες εικόνες και τη φωτογραφία ενός καπετάνιου.

- Τον ξέρεις αυτόν τον καπετάνιο; με ρωτάει.

- Όχι, Γέροντα.

- Αυτός διοικεί ένα μεγάλο καράβι. Εσύ έχεις πάει στην Βραζιλία;

- Όχι, Παππούλη.

- Ξέρεις που είναι;

- Όχι, Γέροντα.

- Αυτός με πήρε στο τηλέφωνο, κάποια στιγμή που βρίσκονταν στην Βραζιλία και μου είπε πως κινδυνεύουν σε φουρτούνα: «Χανόμαστε, Γέροντα»! μου λέει. «Σας βλέπω», του λέω.

Πράγματι, κινδύνευαν να βουλιάξουν. Μιλούσαμε δυο ώρες στο τηλέφωνο και τους είπα τι να κάνουν. Έκανα πολλή προσευχή και σταμάτησε η τρικυμία, αλλά το καράβι έμεινε ακυβέρνητο. Έπαθε βλάβη.

Του είπα όταν έρθουν οι τεχνικοί, να τους πει πως είναι χαλασμένο το βολάν, για να διορθώσουν την βλάβη. Του είπα να επιμείνει.

Πήγαν οι τεχνικοί κι αφού τους είπε ο καπετάνιος για την βλάβη στο βολάν, αυτοί του είπαν αμέσως «εσύ θα μας δείξεις την δουλειά μας»; κι έψαξαν αλλού. Στο τέλος πήγαν στο βολάν. Και τότε του είπαν: «Είχες δίκιο, είναι χαλασμένο, αλλά εσύ πώς το ήξερες»;

Ο καπετάνιος έβαλε ο ίδιος την φωτογραφία του εκεί και είπε στον Άγιο: «Όταν γυρίζεις και με βλέπεις, να εύχεσαι για μένα».

Λίγο πριν ολοκληρώσει ο Γέροντας την ιστορία, διέκοψαν οι γυναίκες για να του πουν πως είχαν ετοιμάσει το πρωινό του.

- Περιμένετε, βρε, να το πω όλο αυτό για το καράβι, γιατί αυτός θα το γράψει, τους απάντησε.

Εγώ τότε ούτε που το είχα σκεφτεί. Το έγραψα όμως μετά από μερικές ημέρες.

Άλλη φορά άκουσα ότι είχαν πάει στον Γέροντα κάποιοι ναυτικοί, για να πάρουν την ευχή του και να τον ευχαριστήσουν. Ο Γέροντας τους είπε πως στο πλήρωμα έχουν κάποιον που λέγεται Γιάννης και που όλοι τον κοροϊδεύουν, αλλά αυτός έχει αγία ψυχή. Και γι’ αυτό να κοιτάξουν να γίνουν όλοι άγιοι σαν τον Γιάννη.

Από το βιβλίο του Παρασκευά Λαμπρόπουλου, οι «Εμπειρίες μου κοντά στον Άγιο Πορφύριο», των εκδόσεων η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι 2015.