Σάββατο 28 Απριλίου 2012

Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΥ, ΓΕΝΙΚΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ, ΠΑΞΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΠΟΝΤΙΩΝ ΝΗΣΩΝ

Η απώλεια στη ζωή μας είναι μία κατάσταση που αντιμετωπίζουμε συχνά, νεώτεροι και μεγαλύτεροι. Δεν είναι μόνο ο θάνατος, που αποτελεί οριστική απώλεια. Είναι και ο χωρισμός, η διάλυση μιας σχέσης, η φυγή του ενός από τους δύο, που δυνητικά δεν αποτελεί οριστική απώλεια, στην πράξη όμως γεννά τραύματα στη ζωή όχι μόνο αυτού που χάνει το πρόσωπο, αλλά και του περιβάλλοντος που επηρεάζεται άμεσα ή έμμεσα από την απώλεια. Τραύμα γεννιέται και σ’ αυτόν που φεύγει, ακόμη κι αν η απόφαση είναι συνειδητή ή αναπόφευκτη. Πώς αντιμετωπίζεται η απώλεια; Κάθε απώλεια είναι μία μορφή θανάτου. Και ο άνθρωπος δεν έχει γεννηθεί για να πεθάνει, δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τον θάνατο. Συνήθως οι δύο μορφές αντίδρασης στην απώλεια είναι η θλίψη και η οργή. Η πρώτη εκφράζεται με τα δάκρυα, την μελαγχολία, την απελπισία, την μοναχικότητα, ενώ η δεύτερη με την οργή, τον θυμό για το γεγονός ότι αυτή συνέβη. Η θλίψη έχει μέσα της το στοιχείο του ανεπανόρθωτου. Ότι δηλαδή η απώλεια δεν μπορεί να αναπληρωθεί, να υποκατασταθεί και ο άνθρωπος νιώθει ανίσχυρος μπροστά της. Αυτό γεννά παθητικότητα και παραίτηση, με αποτέλεσμα να βιώνεται η κατάσταση της απελπισίας και της κατάθλιψης. Ο άνθρωπος κλείνεται στον εαυτό του, νιώθει πως με δυσκολία μπορεί να παρηγορηθεί και ο χρόνος αποτελεί απλώς αφορμή για να ξεχαστεί, όχι όμως για να ξεχάσει. Ένα διαρκές παράπονο εγκαθίσταται στην ύπαρξη και ο άνθρωπος, έστω και σιωπηλά, αναζητεί το γιατί να επισυμβεί η απώλεια, στρεφόμενος με ήπιους αλλά δύσκολα αντιμετωπίσιμους τόνους εναντίον του εαυτού του, του περιβάλλοντος, του προσώπου που έφυγε, του Θεού που δεν βοήθησε. Βέβαια, η εποχή μας έχει δώσει την δυνατότητα, με την ύπαρξη της ψυχιατρικής και των άλλων επιστημών ψυχικής υγείας, για την υποβοήθηση του ανθρώπου με φαρμακευτικά μέσα, ώστε να μπορεί να αποκαθιστά την πορεία της ζωής του με όσο το δυνατόν λιγότερες συναισθηματικές διαταραχές. Η οργή εμπεριέχει την αδυναμία του ανθρώπου να συμφιλιωθεί με την απώλεια και τον κάνει να στρέφεται με έντονα συναισθήματα είτε εναντίον του προσώπου που έφυγε, είτε εναντίον του εαυτού του που δεν έκανε ό,τι μπορούσε για να αποφευχθεί η απώλεια, είτε εναντίον του περιβάλλοντος που δεν βοήθησε, δεν στήριξε, δεν προειδοποίησε ώστε να προληφθεί η απώλεια, είτε και εναντίον του Θεού, που την επέτρεψε. Είναι η άλλη όψη του νομίσματος της θλίψης, μόνο που ο άνθρωπος εδώ δεν λειτουργεί παθητικά, αλλά με ένταση ψυχική, που μπορεί να εκφραστεί με βία, με φυγή, με επιθετικότητα. Αν στην μικρή απώλεια μιας σχέσης, υπάρχει η ελπίδα και η προσδοκία ότι θα βρεθεί κάποιος άλλος που να μπορέσει να ξαναδώσει νόημα στον υποστάντα την απώλεια, στον θάνατο η ελπίδα έχει σβήσει. Γι’ αυτό και στην περίπτωση αυτή η απώλεια είναι πολύ πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμη, ασχέτως της αντίδρασης. Το πρόβλημα της απώλειας επιτείνεται όταν η οικογένεια δεν είναι συσπειρωμένη, ενωμένη, αλλά ο άνθρωπος βιώνει φαινόμενα διάλυσης στο κατεξοχήν οικείο περιβάλλον του που είναι το σπίτι του. Η σύγχρονη επιστήμη στηρίζεται στον λόγο για να παρηγορήσει. Προσπαθεί να εκλογικεύσει συναισθηματικά την απώλεια, ιδίως σε περίπτωση θανάτου, αναφερόμενη στους φυσικούς νόμους, στην ανάγκη του ανθρώπου να επιβιώσει, στην ανάγκη για συμβιβασμό με το γεγονός, στον προβληματισμό για τον ίδιο τον ανθρώπινο χαρακτήρα, στην κατάστρωση νέων σχεδίων για τη ζωή του ανθρώπου που μένει πίσω, στην ενίσχυση του αισθήματος εμπιστοσύνης στον εαυτό, στην ενθάρρυνση του υποστάντος και βιώνοντος την απώλεια να μιλήσει για το πρόσωπο που έφυγε, για την ποιότητα της σχέσης που είχε μαζί του, για τις τύψεις και τις όποιες ενοχές εξαιτίας στιγμών της σχέσης, για το ότι τελικά μία απώλεια δεν σηματοδοτεί το τέλος της ζωής. Η προσπάθεια της παρηγορίας δια του λόγου έχει να κάνει και με το όταν τα παιδιά βιώνουν την απώλεια, είτε την οριστική του θανάτου, είτε την μικρότερη της ρήξης της σχέσης μεταξύ των γονέων τους και της φυγής του ενός από τους δύο δια του χωρισμού, είτε μέσα από την διάλυση άλλων σχέσεων, σημαντικών (φιλίες, συγγένειες). Μέσα από την συζήτηση με το παιδί, προσπαθεί ο ίδιος ο ειδικός ή συμβουλεύει τον γονέα που λειτουργεί ως παρηγορητής να το βοηθήσει να εκλογικεύσει την απώλεια και να μην συντριβεί από αυτήν, στηριζόμενος στην καταπραϋντική δύναμη του χρόνου, αλλά και στην χρήση τεχνικών ή φαρμάκων (λιγότερο) που θα ανακουφίσουν προσωρινά το παιδί που πάσχει. Για την Εκκλησία καμία από τις παραπάνω μεθόδους δεν μπορεί να απορριφθεί. Μόνο που εδώ υπάρχει και ένα φάρμακο, το οποίο στην περίπτωση της απώλειας, δοκιμάζεται η ισχύς του πάρα πολύ, αλλά ίσως αποτελεί το δραστικότερο τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης. Είναι η πίστη. Μέσα από αυτή ο άνθρωπος καλείται να εμπιστευθεί έναν Θεό προσωπικό και όχι μία γενική, απρόσωπη δύναμη, η οποία υπάρχει στο σύμπαν και μεριμνά γενικά για τον άνθρωπο ή δεν ασχολείται με λεπτομέρειες μαζί του. Ο προσωπικός Θεός βεβαίως δεν είναι άλλος από το Θεό της Εκκλησίας. Μόνο που Εκείνος δεν λειτουργεί σε συνολικό επίπεδο, αλλά σε προσωπική σχέση με τον καθέναν άνθρωπο. Και η πίστη σ’ Αυτόν και στην πρόνοιά Του, ιδίως κατά τη στιγμή της απώλειας, αποτελεί την βασική συνιστώσα για να αντέξει ο άνθρωπος τους κραδασμούς. Όσο κι αν το αυθόρμητο «γιατί» έρχεται στα χείλη και την καρδιά αυτού που χάνει, η πίστη στο Θεό και στο σχέδιο για την σωτηρία του καθενός, η πίστη στην Ανάσταση που έρχεται μετά από κάθε σταυρό, μικρότερο ή μεγαλύτερο, η αφόρμηση προβληματισμού και μετανοίας για την ζωή, η προτροπή για αγάπη, που προλαβαίνει τουλάχιστον να εκφράσει συναισθήματα και λόγους προτού συμβεί η απώλεια, η επιλογή ενίοτε της ίδιας της απώλειας μέσω της ρήξης με πρόσωπα που δεν μπορούν να καλύψουν την ανάγκη για χαρά και ευτυχία, ιδίως στις διαπροσωπικές σχέσεις, όσο κι αν αυτό φέρνει οδύνη, αλλά και η απόφαση για αρχή νέας ζωής, με ρεαλισμό και ελπίδα στο Θεό, αποτελούν το πλέγμα εκείνο στο οποίο μπορεί αυτός που πιστεύει να στηριχθεί, ώστε να μην νικηθεί από την απώλεια. Ιδίως για τα παιδιά, στα οποία το «γιατί» αναφύεται έντονο, η καλλιέργεια της πίστης και της αγάπης προς το Θεό, όπως επίσης και της πεποίθησης ότι ο θάνατος δεν αποτελεί το τέρμα της ζωής του ανθρώπου, αλλά την αφετηρία για μία νέα ζωή φωτός κι ανάστασης, αποτελούν δρόμους με τους οποίους η όποια απώλεια μπορεί να μην γίνει αφορμή καταβολής, αλλά ενδυνάμωσης της ψυχής. Η προσευχή στο Θεό, η επίγνωση της δύναμης να αγαπούμε και ότι η αγάπη είναι η μόνη που νικά κάθε απώλεια και νοηματοδοτεί τη ζωή μας, αλλά και η ανάγκη για δημιουργία και όχι παθητική αντιμετώπιση της απώλειας (η οποία δημιουργία δεν αποκλείει την ελεημοσύνη για την μνήμη του άλλου, αλλά γίνεται ουσιαστικά στάση ζωής σε κάθε έργο που κάνουμε, με κριτήριο να δείξουμε στον εαυτό μας πρωτίστως ότι η ζωή μας έχει νόημα και ότι αυτό θέλει ο Θεός) είναι τρόποι που βοηθούν στην αντιμετώπιση της απώλειας. Και βεβαίως, σπουδαίος είναι ο ρόλος εδώ της συσπειρωμένης και ενωμένης οικογένειας, η οποία μοιράζεται τον πόνο και δεν αφήνει τον καθέναν μόνο του να παλέψει με την λύπη του. «Λύπη μαζί λύπη μισή, χαρά μαζί, χαρά διπλή». Το δυσκολότερο σημείο στην απώλεια πάντως είναιη μνήμη. Είναι οι αναμνήσεις που έχουμε από το πρόσωπο που φεύγει. Και όσο πιο έντονη ήταν η σχέση μας μαζί του, τόσο δυσκολότερη είναι η προτροπή για λήθη. Ίσως όμως δεν χρειάζεται μία τέτοια απόπειρα να ξεχάσουμε. Η αίσθηση ότι είχαμε την ευλογία να γνωρίσουμε ένα πρόσωπο, το οποίο το αγαπήσαμε και μοιραστήκαμε στιγμές ή την ζωή μας μαζί του, ακόμη και σε περιπτώσεις που μας ταλαιπώρησε, αποτελεί τελικά την αφορμή δοξολογίας στο Θεό γιατί μας δόθηκε η δυνατότητα να δούμε τον εαυτό μας μέσα από ένα πρίσμα που δεν θα είχαμε ποτέ την ευκαιρία να το κάνουμε, χωρίς αυτόν που έφυγε. Μπορέσαμε να μοιραστούμε, να ανακαλύψουμε δηλαδή την ευλογία να δώσουμε και να πάρουμε. Μπορέσαμε να δούμε με ποια κριτήρια επιλέγουμε στην ζωή μας και πόσο η ευτυχία μας εξαρτάται και από τους άλλους. Όχι για να εγκαταλείψουμε την προσπάθεια μετά την απώλεια. Αλλά για να αναλάβουμε με ταπείνωση τον κόπο να ξαναπροσπαθήσουμε. Ήττα είναι η παραίτηση. Νόημα δίνει η καινούρια αρχή. Βάζοντας στην παρακαταθήκη της μνήμης μας την απώλεια, μπορούμε, αν πιστεύουμε αληθινά στο Θεό, να καταλάβουμε ότι η ψυχή μας έχει ανεξάντλητες δυνάμεις. Γιατί Εκείνος την τροφοδοτεί με την αγάπη Του και με την χαρά της Ανάστασης.

Πηγή:www.trelogiannis.blogspot.com

Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΩΣ ΝΙΚΗ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤOY ΔΙΟΚΛΕΙΑΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ WARE
Ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό δεν είναι μία αποτυχία που αποκαταστάθηκε κάπως μετά την Ανάστασή του. Ο ίδιος ο θάνατος πάνω στο Σταυρό είναι μία νίκη. Νίκη τίνος πράγματος; Μόνο μία απάντηση μπορεί να υπάρξει: Η νίκη της οδυνώμενης αγάπης. «Κραταιά ως θάνατος αγάπη…ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην» (Άσμα Άσμ. 8, 6-7). Ο Σταυρός μας δείχνει μίαν αγάπη που είναι δυνατή σαν το θάνατο, μίαν αγάπη ακόμη πιο δυνατή. Ο αγ. Ιωάννης κάνει την εισαγωγή της διηγήσης του για το Μυστικό Δείπνο και το Πάθος μ’ αυτά τα λόγια: «…αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς» (Ιω. 13,1). Το ελληνικό κείμενο λέει εις τέλος, που σημαίνει «ως το τέλος», «ως το έσχατο σημείο». Κι αυτή η λέξη τέλος επαναλαμβάνεται αργότερα στην τελευταία κραυγή του Χριστού πάνω στο Σταυρό: «Τετέλεσται» (Ιω. 19,30). Αυτό πρέπει να εννοηθεί όχι σαν κραυγή αυτοεγκατάλειψης η απόγνωσης, αλλά σαν κραυγή νίκης: Τελείωσε, κατορθώθηκε, εκπληρώθηκε! Τι εκπληρώθηκε; Απαντάμε: Το έργο της οδυνώμενης αγάπης, η νίκη της αγάπης πάνω στο μίσος. Ο Ιησούς, ο Θεός μας, αγάπησε τους δικούς του ως το έσχατο σημείο. Από αγάπη δημιούργησε τον κόσμο, από αγάπη γεννήθηκε σαν άνθρωπος μέσα σ’ αυτό τον κόσμο, από αγάπη πήρε πάνω του τη διασπασμένη ανθρώπινη φύση μας και την έκανε δική του. Από αγάπη ταυτίστηκε μ’ όλη μας την απελπισία. Από αγάπη πρόσφερε τον εαυτό του θυσία, διαλέγοντας στη Γεθσημανή να πάει εκούσια προς το Πάθος του: «…την ψυχήν μου τίθημι υπέρ των προβάτων… ουδείς αίρει αυτήν απ’ εμού, αλλ’ εγώ τίθημι αυτήν απ’ εμαυτού» (Ιω. 10: 15,18). Ήταν θεληματική αγάπη κι όχι καταναγκασμός αυτό που έφερε τον Ιησού στο θάνατό του. Στην αγωνία του μέσα στον κήπο και στη Σταύρωσή του οι σκοτεινές δυνάμεις του επιτίθενται μ’ όλη τους την ορμή, αλλά δεν μπορούν ν’ αλλάξουν τη συμπόνια του σε μίσος• δεν μπορούν να εμποδίσουν την αγάπη του να συνεχίσει να είναι η ίδια. Η αγάπη του δοκιμάζεται ως το έσχατο σημείο, αλλά δεν καταπνίγεται. «Το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν» (Ιω. 1,5. Στη νίκη του Χριστού πάνω στο Σταυρό θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε τα λόγια που ειπώθηκαν από κάποιο Ρώσο ιερέα, όταν απελευθερώθηκε από το στρατόπεδο συγκεντρώσεως: «Ο πόνος έχει καταστρέψει τα πάντα. Ένα μόνο πράγμα έχει μείνει σταθερό, η αγάπη». Ο Σταυρός σαν νίκη μας θέτει το παράδοξο της παντοδυναμίας της αγάπης. Ο Dostoevsky πλησιάζει την αληθινή έννοια της νίκης του Χριστού με μερικά λόγια, που βάζει στο στόμα του στάρετς Ζωσιμά: Μπροστά σε μερικές σκέψεις ο άνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ιδίως μπροστά στη θέα της ανθρώπινης αμαρτίας, και αναρωτιέται αν θα την πολεμήσει με βία η με ταπεινή αγάπη. Πάντα ν’ αποφασίζεις: «Θα την πολεμήσω με ταπεινή αγάπη». Αν αποφασίσεις πάνω σ’ αυτό μια για πάντα, μπορείς να κατακτήσεις ολόκληρο τον κόσμο. Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μια τρομερή δύναμη: είναι το πιο δυνατό απ’ όλα τα πράγματα και δεν υπάρχει τίποτε άλλο σαν κι αυτή. Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μία τρομερή δύναμη• όποτε θυσιάζουμε κάτι η υποφέρουμε όχι μ’ αίσθηση επαναστατικής πίκρας, αλλά με τη θέλησή μας και από αγάπη, αυτό μας κάνει πιο δυνατούς κι όχι πιο αδύνατους. Αυτό σημαίνει προπάντων στην περίπτωση του Ιησού Χριστού. «Η αδυναμία του ήταν από δύναμη», λέει ο αγ. Αυγουστίνος. Η δύναμη του Θεού φαίνεται όχι τόσο πολύ μέσα στη δημιουργία του κόσμου η μέσα στα θαύματά του, όσο στο γεγονός ότι από αγάπη ο Θεός «εκένωσεν εαυτόν» (Φιλ. 2,7), πρόσφερε τον εαυτό του, με γενναιόδωρη αυτοδιάθεση, με τη δική του ελεύθερη εκλογή συγκατανεύοντας να υποφέρει και να πεθάνει. Κι αυτό το άδειασμα του εαυτού είναι συνάμα μία πλήρωση: η κένωση είναι πλήρωση. Ο Θεός δεν είναι ποτέ τόσο δυνατός, όσο όταν βρίσκεται στην έσχατη αδυναμία. Η αγάπη και το μίσος δεν είναι απλώς υποκειμενικά συναισθήματα που επηρεάζουν το εσωτερικό σύμπαν αυτών που τα αισθάνονται, αλλά είναι και αντικειμενικές δυνάμεις που αλλάζουν τον κόσμο έξω από μας. Αγαπώντας η μισώντας τον άλλο, τον κάνω, ως ένα σημείο, να γίνει αυτό που εγώ βλέπω μέσα του. Όχι μόνο για τον εαυτό μου, αλλά και για τις ζωές όλων γύρω μου, η αγάπη μου είναι δημιουργική, έτσι όπως το μίσος μου είναι καταστροφικό. Κι αν αυτό αληθεύει για τη δική μου αγάπη, αληθεύει σε ασύγκριτα μεγαλύτερη έκταση για την αγάπη του Χριστού. Η νίκη της γεμάτης πόνο αγάπης του πάνω στο Σταυρό δεν είναι απλώς ένα παράδειγμα για μένα που μου δείχνει τι θα μπορούσα να πετύχω εγώ ο ίδιος αν μπορούσα να τον μιμηθώ με τις δικές μου δυνάμεις. Πολύ περισσότερο απ’ αυτό, η πονεμένη του αγάπη έχει πάνω μου ένα δημιουργικό αποτέλεσμα, μεταμορφώνοντας την καρδιά μου και τη θέλησή μου, ελευθερώνοντάς με από τα δεσμά, ολοκληρώνοντάς με, κάνοντας δυνατό για μένα ν’ αγαπώ μ’ ένα τρόπο που θα ήταν τελείως περ’ από τις δυνάμεις μου, αν πρώτα δεν είχ’ αγαπηθεί απ’ αυτόν. Γιατί μέσα στην αγάπη ταυτίστηκε μαζί μου• και η νίκη του είναι νίκη μου. Κι έτσι ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό είναι πράγματι, όπως τον περιγράφει η Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, ένας «ζωοποιός θάνατος». Επομένως η οδύνη του Χριστού και ο θάνατος έχουν αντικειμενική αξία• έκανε για μας κάτι που θάμασταν τελείως ανίκανοι να κάνουμε δίχως αυτόν. Ταυτόχρονα δεν θάπρεπε να λέμε ότι ο Χριστός υπέφερε «αντί για μας», αλλ’ ότι υπέφερε για χάρη μας. Ο Υιός του Θεού υπέφερε «έως θανάτου», όχι για ν’ απαλλαγούμ’ εμείς απ’ την οδύνη, αλλά για νάναι η οδύνη μας σαν τη δική του. Ο Χριστός δεν μας προσφέρει ένα δρόμο που παρακάμπτει την οδύνη, αλλά ένα δρόμο μέσα απ’ αυτήν• όχι υποκατάσταση, αλλά λυτρωτική συμπόρευση. Αυτή είναι η αξία του Σταυρού του Χριστού για μας. Αν τη συνδέσουμε με την Ενσάρκωση και τη Μεταμόρφωση που προηγήθηκε, και με την Ανάσταση που την ακολουθεί -γιατί όλ’ αυτά είναι αχώριστα μέρη μιας μοναδικής πράξης η «δράματος»- η Σταύρωση πρέπει να κατανοηθή σαν ύψιστη και τέλεια νίκη, θυσία και πρότυπο. Και σε κάθε περίπτωση η νίκη, η θυσία και το πρότυπο είναι της αγάπης που πάσχει. Έτσι βλέπουμε το Σταυρό: ως την τέλεια νίκη της ταπείνωσης που ξέρει ν’ αγαπάει πάνω στο μίσος και το φόβο• ως την τελεία θυσία η την εκούσια αυτοπροσφορά της συμπόνιας που ξέρει ν’ αγαπάει• ως το τέλειο πρότυπο της δημιουργικής δύναμης της αγάπης. Με τα λόγια της Julian του Norwich: Θάθελες να μάθεις το νόημα του Κυρίου σου πάνω σ’ αυτό το πράγμα; Μάθε το καλά: Η αγάπη ήταν το νόημά του. Ποιός στο έδειξε; Η αγάπη. Τι σου έδειξε εκείνος; Αγάπη. Γιατί στο έδειξε; Από αγάπη. Κρατήσου απ’ αυτό και θα μάθεις περισσότερα. Αλλά ποτέ δεν θα ξέρεις ούτε θα μάθεις μέσα σ’ αυτό τιποτ’ άλλο. Τότε είπε ο καλός μας Κύριος Ιησούς Χριστός: Είσαι ευχαριστημένος που υπέφερα για σένα; Είπα: Ναι, Κύριέ μου, σ’ ευχαριστώ• ναι, Κύριέ μου, ας είσαι ευλογημένος. Τότε είπε ο Ιησούς, ο Κύριος: Αν εσύ είσαι ευχαριστημένος, είμαι κι εγώ ευχαριστημένος: είναι μια χαρά, μια ευδαιμονία, μια ατέλειωτη ικανοποίηση για μένα το ότι κάτι υπέφερα για σένα• κι αν μπορούσα να υποφέρω περισσότερο, θα υπέφερα περισσότερο. Πηγή:www.agiazoni.gr

ΟΤΑΝ Η ΑΣΚΗΣΙΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΓΟΝΤΙΚΑΚΗ

Πηγαίνοντας στο Άγιο Όρος και ζώντας εκεί βρεθήκαμε σε άλλα αμφιθέατρα, σε άλλα θέατρα με άλλες δυσκολίες και σε ένα άλλο χώρο παιδείας. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν το εξής: Ότι μια στιγμή ένοιωσες ότι τα πάντα κινούνται άνετα και νοιώθεις ότι ενσαρκώνεται στον χώρο αυτό μια αλήθεια. Αυτό που μου έκανε εντύπωση, επίσης, είναι ότι στο τέλος ένοιωθες ότι η αγωγή δίδεται με το παιχνίδι. Ένοιωθες ότι η άσκησις είναι παιχνίδι. Σε μια αγρυπνία αγιορείτικη, οι Αγιορείτες στην αγρυπνία παίζουνε! Δεν έχει σημασία αν είσαι καλός ή κακός, αλλά αν είσαι Αγιορείτης ή όχι. Μια φορά στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης είχανε πει μερικοί ότι «Α! είστε απ’ το Άγιο Όρος άρα χαιρόμαστε γιατί νέοι, ευσεβείς και μορφωμένοι, πάνε στο Άγιο Όρος.» Θέλω να σας πω, εξομολογητικά, ότι από μέσα μου απερίφθησαν αυτομάτως όλοι αυτοί οι χαρακτηρισμοί. Δεν μας ενδιαφέρει ούτε αυτή η νεότης, ούτε αυτή η μόρφωσις, ούτε αυτή η ευσέβεια. Αυτό που έχει σημασία είναι να είναι κανείς Αγιορείτης. Νοιώθεις εκεί πέρα ότι λειτουργεί κάτι το οποίο είναι πανάρχαιο και ταυτόχρονα είναι αείζωο, κάτι το οποίο σε χωρίζει από τους άλλους και σε ενώνει μ’ όλους τους άλλους, κάτι το οποίο είναι πνευματικό και ταυτόχρονα είναι τελείως σαρκικό, νοιώθεις εκεί πέρα ότι υπάρχει αυτή η μεταμόρφωσι της σαρκός. Όταν λέμε ότι μέσα στην Εκκλησία κάτι είναι πνευματικό, δεν λέμε ότι αυτό είναι μη-υλικό ή είναι διανοητικό: Πνευματικό είναι το κάθε τι το οποίο έχει αγιασθεί από τη Χάρι του Αγίου Πνεύματος. Νοιώθεις στη συνέχεια ότι δεν χωρίζεται η πνευματική ζωή από τη ζωή. Και δεν κάνω προσευχή όταν είμαι μέσα στην εκκλησία και νοιώθω ότι όταν είμαι στο χωράφι ή όταν κάνω αστεία ή όταν ξεκουράζομαι δεν κάνω προσευχή. Όλο το εικοσιτετράωρο είναι μια μορφή προσευχής, κι έτσι νοιώθεις ότι ολόκληρος δίνεσαι στον Θεό και όλη η Χάρις του Θεού έρχεται μέσα σου «εις πάντας αρμούς, εις νεφρούς, εις καρδίαν». Ε, κι έτσι, τότε, κάποια στιγμή, θυμάσαι τα της παιδείας της παλιάς, και λες γιατί να υπάρχει αυτή η διαφορά, γιατί να το γλεντάμε εμείς τόσο όμορφα εδώ πέρα και όλα τα παιδιά να υποφέρουν έξω. Γιατί να τους κάνουμε τη ζωή μαύρη, και γιατί να τα κάνουμε τα πράγματα σχιζοφρενικά, και δεν θα ’θελε όλος ο κόσμος να ’τανε όλη του η ζωή παιχνίδι, να ’τανε όλη του η ζωή μόρφωσι, να ’τανε όλη του η ζωή αν θέλετε ένας θείος έρωτας, και με την κόπωσι να ξεκουράζεσαι, με την αγρυπνία να παίρνεις δύναμη, με το να κουράζεσαι σωματικά να αυξάνεις πνευματικά. Μου κάνει εντύπωση πώς τα πιάτα του φαγητού του Αγίου Όρους, κάτι ανάλατα, τα θεωρούν πάρα πολύ νόστιμα οι περαστικοί. Έρχεται ένας άνθρωπος και νοιώθεις ότι με το να του δώσεις ένα πιάτο φαγητό τον τρέφεις πνευματικά, και από την άλλη μεριά όταν του δώσεις τη δυνατότητα να μπει στην εκκλησία, να προσκυνήσει τά άγια λείψανα, ισχυροποιείται και παίρνει μια υγεία σωματική. Οπότε τα πράγμα εδώ αλλάζουν. Νοιώθεις ότι, μια στιγμή, μέσα στο χώρο της Ελλάδος, μέσα στην ιστορία της Ελλάδος, βρήκες μια τρύπα και βγήκες σε ένα χώρο πάρα πολύ ανοιχτό.

Πηγή:www.vasileiosblog.blogspot.com

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΥΔΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΟΡΩΝΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΠΑΣΧΑ 2012

Χριστός ανέστη – αληθώς ανέστη

Με τα λόγια αυτά παιανίζουμε την περίοδο αυτή, καθώς γνωρίζουμε όλοι εκ παρα-δόσεως και βιωματικώς τόσο το γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού όσο και την δύναμη που λαμβάνει ο κάθε πιστός για να πορεύεται στη ζωή του ως αληθινός πολίτης του πα-ραδείσου προσδοκώντας και την επί γης ειρηνική ζωήν και την ανάσταση των σωμάτων για την αιώνια κοινωνίαν με τον Θεόν. Χριστός ανέστη! αναφωνούμε όλοι την περίοδο αυτή μέχρι της αποδόσεως της εορτής αντικαθιστώντας τον καθημερινό χαιρετι-σμο, γιατί όντως η Ανάσταση του Χριστού είναι ένα από τα πλέον θαυμαστά γεγονότα της Θείας Οικονομίας το οποίο δεν έχει τέλος ούτε και αντικατάσταση από συστήματα ανθρώπινα απατηλά και πρόσκαιρα. Ταυτοχρόνως η λέξη Χριστός δηλώνει ότι ο Χριστός υπήρξε πρόσωπο στην ιστορία το οποίο δεν επεδίωξε την επί γης δόξα και τον πλούτο, αλλά έδωσε αγάπη πολλή και θυσία ευάρεστη προ-σφέροντας τον εαυτό του «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Διά τούτο λοιπόν, άδελφοί, πάντες με εμπιστοσύνη και ομολογία απευθύνουμε το χαιρετισμό Χριστός ανέστη και περιμένουμε την αντομολογία και απάντηση του συναν-θρώπου μας Αληθώς ανέστη, γιατί ελπίζουμε σ’ αυτήν την Ανάσταση όπως ο ίδιος ο Χρι-στος τη βίωσε. Αν και εμείς προσδοκούμε το αιώνιο Πάσχα Κυρίου, εναποθέτουμε τις ελπίδες ολόκληρης της ζωής μας στον μόνο αληθινό Θεό και Σωτήρα μας Κύριον Ιησούν, «τον μόνον αναμάρτητον», τον μόνον που έχει εναπομείνει προστάτης και παρηγορητής στη ζωή μας. Στις Πράξεις των Αποστόλων διαβάζουμε ότι κηρύττεται η Ανάσταση του Χριστού. «Χωρίς την πίστη στην Ανάσταση, οι Μαθητές θα παρέμεναν συντετριμμένοι και νικημέ-νοι. Ακόμη κι αν συνέχιζαν να θυμούνται τον Ιησούν, ως τον αγαπημένο δάσκαλό τους, η Σταύρωσή του θα είχε καταπνίξει μια για πάντα κάθε ελπίδα ότι αυτός ήταν ο Μεσσίας. Ο Σταυρός θα παρέμενε το θλιβερό και επαίσχυντο τέλος της καριέρας του», μας αναφέρει ο Γουίλλιαμ Λαν [William Lane Craig, “Knowing the Truth about the Re-surrection” (1988), σελ. 116-117]. Διά τούτο η Ανάσταση αποτελεί κοσμοσωτήριο γεγονός, τα ευεργετήματα του οποίου όλοι βιώνουμε και στον παρόντα αιώνα και στον μέλλοντα. Μιά σύντομη ιστορία αποδεικνύει εκφραστικά πόσο ισχυρή παραμένει στους πιστούς η βεβαιότητα της Αναστάσεως του Χριστού, παρά τους ανέμους που σηκώνονται κατά καιρούς να την εξαφανίσουν. Σε μία μεγάλη πόλη κάποιος άθεος κάνει διάλεξη κατά της Αναστάσεως. Η αίθουσα είναι ασφυκτικά γεμάτη και ο «διαφωτι-στης» ρητορεύει με στόμφο για πολλή ώρα. Κα-ποτε, στο τέλος, και με ύφος θριαμβευτικό καταλήγει: «Μήπως έχει να πεί κανείς τίποτε;». «Επιτρέπεται να πω εγώ δύο λέξεις;», ακούγεται από κάποιο μικροκαμωμένο σεβάσμιο γέροντα, κάπου στα μεσαία καθίσματα της αίθουσας. Ο άθεος κοίταξε συγκαταβατικά το γεροντάκι με το βλέμμα του λες και ψιθύριζε: «Τι θα πεί ο δύστυχος ύστερα από τον δικό μου χείμαρρο;». Όμως, αδιάφορα του απήντησε: «Όχι μόνο δύο λέξεις αλλά όσες θέλετε». «Όχι, όχι. Φτάνουν δύο λέξεις», αποκρίθηκε το γεροντάκι, καθώς κατευθυνόταν στο βήμα. Ανέβηκε πάνω, ήρεμα, σταθερά και τόνισε τις πανίσχυρες λε-ξεις «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕ-ΣΤΗ». Τότε έγινε κάτι που κανείς δεν περίμενε. Από κάτω, όλα τα στόματα του πλήθους απάντησαν «ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ». Ο διαφωτιστής ταραγμένος, γεμάτος ανησυχία, παρακολουθούσε την απροσδόκητη αυτή κατάληξη της διάλεξής του. Γιά μία στιγμή σκε-φτηκε να ξαναρχίσει την αγόρευση. Όμως τι να πεί; Δύο ώρες είχε το λόγο. Στο μεταξύ οι άνθρωποι σηκώθηκαν από τις θέσεις τους και άρχισαν να αποσύρονται, ενώ η αίθουσα αντιβούιζε από το «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ». Αυτόν τον νικητήριο παιάνα, αδελφοί μου, ψάλλουμε και τραγουδούμε όταν χαιρετούμε και αντιχαιρετούμε ανά τους αιώνες αυτήν την περίοδο, χωρίς καμία δύναμη να μπορεί να τον ανακόψει. Καταισχύνει όμως τους εχθρούς του παθόντος, ταφέντος και αναστάντος Κυρίου μας. Σ᾿ αυτήν την βεβαιότητα της Αναστάσεως οικοδομήθηκε η Εκκλησία μας. Γι᾿ αυτό άντεξε και αντέχει και δεν θα παύσει να αντέχει, και στις πιο μεγάλες πιέσεις. Με το «Χριστός ανέστη» στο στόμα κρατήθηκε το Έθνος μας στις φοβερές δοκιμασίες της μα-κροχρόνιας σκλαβιάς του. Μ’ αυτόν το θούριο αναστήθηκε και πάλι στα νεότερα χρόνια. Με το Χριστός ανέστη στην καρδιά αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν σήμερα οι πιστοί, και θα αντιμετωπίζουμε πάντοτε, κάθε είδους δυσκολίες προσωπικές, οικογενειακές, κοι-νωνικές, επαγγελματικές, εθνικές, πολεμικές, οικονομικούς πολέμους και την προσπά-θεια διαβρώσεως της εθνικής μας κληρονομιάς. Η Ανάσταση του Χριστού είναι το θεμέλιο της Εκκλησίας. Ο Χριστιανισμός υπάρχει επειδή υπάρχει αληθινός Θεός, επειδή ο Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών. Την αλήθεια αυτή τονίζει ο Απόστολος Παύλος όταν γράφει στους Κορινθίους «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή και η πίστις ημών» (Α’ Κορινθ.15, 14). Δηλα-δη, εάν ο Χριστός δεν είχε αναστηθεί, τότε θα ήταν χωρίς νόημα το κήρυγμά μας, χωρίς νόημα δε και η πίστη μας. Συνεπώς αποτελεί μια πίστη που νίκησε και νικά επί είκοσι αιώνες τώρα τον κόσμο της απιστίας, της ειδωλολατρίας, της πλάνης και της αμαρτίας. Όλη η Ιστορία του Χριστιανισμού είναι η Ιστορία Ενός θαύματος, του θαύματος της Αναστάσεως. Αλλά η Ανάσταση του Χριστού είναι και της προσωπικής μας ζωής θεμέλιο και κατ’ επέκταση και της εθνικής μας υπάρξεως. Η Ανάσταση του Χριστού σημαίνει την πιο βα-θειά και ουσιαστική μεταμόρφωση. Πρόκειται για την πνευματική και ηθική ανάστασή μας από τα νεκρά έργα της αμαρτίας, από την κατάσταση της αμαρτίας και της φθοράς, από την κατάσταση της προσωπικής και της κοινωνικής απληστίας των ημεδαπών και αλλοδαπών αρπακτικών της Ευρώπης και των μνημονίων. «Αναστήτω ο Θεός, και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού, και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες αυτόν. Ως εκλείπει καπνός, εκλιπέτωσαν, ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός. Ούτως απολούνται οι αμαρτωλοί από προσώπου του Θεού, και οι δίκαιοι ευφρανθήτωσαν». Ας είναι λοιπόν η αλήθεια της Αναστάσεως του Κυρίου μας ριζωμένη βαθιά στην καρδιά μας. Ας την θέσουμε θεμέλιο του προσωπικού μας βίου, ώστε έτσι «εν καινότητι ζωής ( να ) περιπατήσωμεν» (Ρωμ.6,4). Να ζήσουμε, με άλλα λόγια, χριστιανικά, αναστάσιμα, και τότε τις θυσίες και την υπομονή της καθημερινής μας ζωής θα τις ακολουθεί η Ανάσταση.

Χ ρ ι σ τ ο ς α ν ε σ τ η !
Με αναστάσιμες πατρικές ευχές

† Ο Κυδωνίας και Αποκορώνου Δαμασκηνός

Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΤΡΑΣ ΚΑΙ ΧΕΡΡΟΝΗΣΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ 2012

Ν Ε Κ Τ Α Ρ Ι Ο Σ
ἐλέῳ Θεοῦ Μητροπολίτης Πέτρας καί Χερρονήσου
παντί τῷ πληρώματι τῆς Ἐκκλησίας χάριν, εἰρήνην καί ἔλεος
παρά τοῦ ἐνδόξως Ἀναστάντος Σωτῆρος Χριστοῦ

Ἀγαπητοί μου,
Μέσα στήν χαρά τῆς ἄνοιξης, στήν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας γιορτάζουμε τό Πάσχα. Τήν Ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου, πού εἶναι ὑπερφυσικό θαῦμα, ἱστορικό γεγονός. Χριστός Ἀνέστη! Αὐτή εἶναι ἡ χαρούμενη εἴδηση, ὁ καλός λόγος, πού προῆλθε ἀπό τόν ὄλβιο Τάφο. Καί ὅλα πλέον μποροῦν νά παλινδρομήσουν εἰς τό πρῶτον, νά γίνουν νέα. Ἡ ψυχή, τό σῶμα μας, ἡ κοινωνία μας, ὁλόκληρο τό σύμπαν. Ὅλα μπο­ροῦν νά ἀναστηθοῦν. Ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή Του μᾶς χάρισε τήν καινή ζωή, τήν ἀναφαίρετη χαρά, τήν εὐλογία τῆς εἰρήνης, τήν ὑπέρβαση τῆς συγγνώμης. Ὅλα εἶναι δῶρα τῆς Ἀναστάσεώς Του καί βιώνονται στήν ἐν Χριστῷ ζωή, πού προσφέρει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ὅσοι πιστοί, ἐξερχόμενοι στήν Ἀνάσταση, νηστεύσαντες καί μή νηστεύσαντες, πρῶτοι καί ἔσχατοι, μποροῦμε, μέ ἐκκλησιαστική μέθεξη, νά μετάσχουμε στό συμπό­σιο αὐτό τῆς πίστεως, πού εἶναι πέραν ἀπό τήν ὀμορφιά τῶν ἐθίμων, τῶν παραδόσεων καί τήν πληθύ τῶν συμβατικῶν εὐχῶν. Τό ἱστορικό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου εἶναι γιά καιόμενες καρδιές ἀπό ἀγάπη στόν Ἀναστάντα Χριστό. Ὅλοι μποροῦμε νά κάνουμε Πάσχα, νά συντρίψουμε μοχλούς αἰωνίους, νά ὑπερβοῦμε ποικίλους θανάτους. Νά ἀναστηθοῦμε μέσα ἀπ’ αὐτήν τήν γεωπολιτική κρίση. Νά ἀνεβοῦμε ἀπό τήν ἄβυσσο τῆς ἐγωιστικῆς ἀτομικότητας, τῆς αὐτάρκειας. Νά ἐξέλθουμε ἀπό τό τοῦνελ τοῦ πολιτιστικοῦ, κοινωνικοῦ ἀδιεξόδου. Ἡ ἀπολλυ­μέ­νη βρώση, ὁ ἡδονισμός, τά χαμαίζηλα, ὁ φιλόυλος καί φιλοκτήμων βίος δέν εἶναι τά πρώτιστα τῆς ζωῆς. Βλέπουμε γύρω μας καί τρομάζουμε τά συντρίμμια μιᾶς δίχως Θεό ζωῆς, μέ ὀσμή θανάτου. Δυστυχισμένα πλούτη, καταραμένες δόξες, νεόπτωχα, ἀγέλαστα πρό­σωπα, πρόωρους θανάτους, ἀνερμήνευτες αὐτοκτονίες, ποικίλες ἀπογοητεύσεις ἀπο­ψυχόντων ἀνθρώπων ἀπό φόβους γιά τά ἐπερχόμενα. Ὅσο ποτέ ἄλλοτε ἔχουμε ἀνάγκη τήν χαρά καί τήν δύναμη τῆς Ἀναστάσεως. Νά φωτίσει τό λογισμό μας. Νά ζεστάνει τήν καρδιά μας. Νά στήσουμε τό λάβαρο τῆς Ἀναστάσεως ἐπάνω στά συντρίμμια τοῦ Ἅδη μας. Νά μή φοβούμαστε νά παλεύουμε μέ τόν θάνατο, ὅπως ὁ Χριστός, «πρός πάλην Ἅδου μόνος». Δέν μᾶς ἀξίζουν ὁ τάφος καί ἡ ἀποφορά τοῦ Ἅδη. Εἴμαστε πλασμένοι γιά τήν Ἀνάσταση. Εἴμαστε πολίτες τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Δέν μᾶς ἀγγίζουν οἱ ἀ­πειλές κα­μιᾶς πτώχευσης καί ἐξουθένωσης. Ὡς Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες εἴχαμε πά­ντοτε σύντροφο στήν ζωή μας τήν πενία, βιώνοντας ὅμως καί πολλές ἀναστάσεις τοῦ Γένους μας. Πάσχα τῶν πιστῶν σήμερα. Προσωπικό μας Πάσχα. Μέ τό φῶς τῆς Ἀνα­στά­σεως ἄς φωτίσουμε τά σκότη μας, καθώς, τά τελευταῖα χρόνια, πολλά ξεστράτισαν καί ἀρ­κετά παρερμηνεύθηκαν. Νά ἀναστήσουμε θεσμούς, ἀξίες, ἰδανικά, πού ποι­κιλότροπα ἀλλοτριώθηκαν, εὐτελίσθηκαν. Ἡ μετάνοια εἶναι δωρεά τῆς Ἀναστάσεως. Μή φοβεῖσθε ἀδελφοί. Χριστός Ἀνέστη! Κανένας νά μήν μᾶς κλέψει τήν ἐλπίδα στήν Ἀνάσταση. Νά κά­νουμε τήν πασχαλινή μας διάβαση. Ὁ Χριστός γιά μᾶς σταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε. Σᾶς ἀσπάζομαι ὅλους μέ πατρική, ἀναστάσιμη ἀγάπη.

† Ὁ Πέτρας καί Χερρονήσου Νεκτάριος

Πέμπτη 12 Απριλίου 2012

«Τη Αγία και Μεγάλη Πέμπτη oι Άγιοι Πατέρες παραδεδώκασιν ημίν εορτάζειν τον ιερόν Νιπτήρα, τον Μυστικόν Δείπνον, την υπερφυά Προσευχήν και την Προδοσίαν αυτήν»

Αυτό είναι το συναξάρι της Αγίας και Μεγάλης Πέμπτης. Η αγία μας Εκκλησία τιμά την αγία αυτή ημέρα, όσα έλαβαν χώρα στο υπερώο της Ιερουσαλήμ και όσα ακολούθησαν μετά το Μυστικό Δείπνο. Το Θείο Δράμα οδεύει προς την ολοκλήρωσή του. Ο εκουσίως και αδίκως Παθών για τη δική μας σωτηρία Κύριος, γνωρίζει ότι έφτασε το τέλος της επί γης παρουσίας Του. Η προδοσία του αγνώμονα μαθητή, η σύλληψη, οι εξευτελισμοί, το ψευτοδικαστήριο, η καταδίκη,τα μαστιγώματα με το φοβερό φραγγέλιο και ο σταυρικός θάνατος είναι θέμα ωρών. Ως άνθρωπος αισθανόταν το δια της θυσίας Του βαρύ φορτίο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους και γι’ αυτό αγωνιούσε υπερβαλλόντως. Δεν τον ενδιέφερε το δικό Του μαρτύριο και ο θάνατος, αλλά η συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του. Γι’ αυτό λοιπόν αφιέρωσε το βράδυ της προπαραμονής του επικείμενου ιουδαϊκού Πάσχα και παραμονή της δικής Του σταυρικής θυσίας, στους αγαπημένους Του μαθητές. «Επιθυμία επεθύμησα τούτο το πάσχα φαγείν μεθ΄ υμών προ του με παθείν» τους είπε. Ήθελε να φάγει για τελευταία φορά μαζί τους. Μα το σπουδαιότερο να τους αφήσει τις τελευταίες παρακαταθήκες Του και πάνω απ’ όλα να τελέσει τον Μυστικό Δείπνο, να παραδώσει την υπερφυά Θεία Ευχαριστία, η οποία θα τελείται στο διηνεκές, ως η αέναη πραγματική παρουσία Του στην Εκκλησία. Από εκείνη την βραδιά εκείνης της Πέμπτης που ο Κύριος παρέδωκε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας στους μαθητές του, το σώμα του και το αίμα του προσφέρεται σε όλους τους ανθρώπους κάθε φορά που τελείται Θεία Λειτουργιά πάνω στην Αγία Τράπεζα Στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μέσα σε ατμόσφαιρα έντονης συγκινήσεως και σε ένδειξη πραγματικής και άδολης αγάπης, έσκυψε ως δούλος ο Κύριος και έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του. Με την πράξη Του αυτή ήθελε να διδάξει έμπρακτα το πρωταρχικό χρέος της αλληλοδιακονίας των ανθρώπων. «,Ουκ ήλθον διακονηθήναι αλλα διακονήσαι Κατόπιν κάθισαν στο τραπέζι του δείπνου. Ο Κύριος θέλησε κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσει την υπόθεση του προδότη μαθητή. Δεν ήταν δυνατόν να καθίσει ο άνομος εκείνος μαζί τους στην παράδοση του φρικτού Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, πολλώ δε μάλλον να κοινωνήσει σε αυτό. Λέγει λοιπόν «Εις εξ’ υμών παραδώσει με, ο εσθίων μετ’ εμού» .Τα λόγια αυτά έφεραν αναστάτωση στους μαθητές. Δεν περίμεναν να ακούσουν τέτοια φοβερή αγγελία και άρχισαν να διερωτώνται: ποιος άραγε είναι αυτός; Ο αγαπημένος μαθητής Ιωάννης πέφτοντας στον τράχηλο του Διδασκάλου ρώτησε εξ’ ονόματος όλων: «Κύριε τις εστιν»; και ο Κύριος απάντησε: «Εκείνος εστιν ω εγώ βάψας το ψωμίον επιδώσω». Και βουτώντας τεμάχιο άρτου στο φαγητό το έδωσε στον Ιούδα. Αυτός το έφαγε και ταυτόχρονα «εισήλθεν εις εκείνον ο Σατανάς» .Ο Ιησούς του είπε: «ό ποιείς, ποίησον τάχιον». Ο προδότης μαθητής έφυγε βιαστικά, απομακρυνθείς για πάντα από τη χορεία των μαθητών και από την κοινωνία του Θείου Διδασκάλου. «Ην δε νύξ» προσθέτει ο Ιωάννης. «Νυξ πραγματική, τονίζει σύγχρονος συγγραφέας, αλλά και νυξ πνευματική εν τη ψυχή του Ιούδα, εν η το φως του θείου Πνεύματος δια παντός εσβέσθη»! Μετά από αυτό ο Κύριος προέβη στη σύσταση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Έλαβε άρτο και αφού ευχαρίστησε έκοψε αυτόν σε τεμάχια και έδωκε στους μαθητές του λέγοντας: «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστι το σώμα μου το υπέρ υμών διδόμενον». Ύστερα πήρε το ποτήριο της ευλογίας, που ήταν γεμάτο με οίνο, και αφού ανέπεμψε ευχαριστήριο δέηση στο Θεό Πατέρα έδωκε στους μαθητές Του λέγοντας: «Πίετε εξ αυτού πάντες΄ τούτο γαρ εστι το αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης, το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» Αφού κοινώνησαν όλοι και έφαγαν, ο Κύριος μίλησε και απεύθυνε την τελευταία αποχαιρετιστήρια ομιλία Του στους μαθητές Του. Ο τρόπος της ομιλίας προδίδει στον Κύριο δραματική έκφραση. Ως άνθρωπος μπροστά στο μαρτύριο, το οποίο γνωρίζει ως Θεός, αγωνιά και λυπάται. Αρχίζει με το «Νυν εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου και ο Θεός εδοξάσθη εν αυτώ». Τα παθήματα που θα ακολουθήσουν και η ταπείνωση θα είναι η δόξα του Υιού και συνάμα αυτή θα είναι η δόξα του Πατέρα. Κύριο χαρακτηριστικό της ομιλίας είναι η προτροπή για ενότητα και αγάπη μεταξύ των μαθητών και κατ’ επέκταση όλων των ανθρώπων. «Εντολήν καινήν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους καθως εγω ηγάπησα ημας ινα και υμεις αγαπάτε αλλήλους» Μετά ακολούθησε η περίφημη αρχιερατική προσευχή του Κυρίου. Προσεύχεται στον Ουράνιο Πατέρα για την ενότητα των μαθητών Του. Δεν εύχεται να τους πάρει ο Θεός Πατέρας από τον κόσμο, αλλά να τους διαφυλάξει από τον πονηρό και τα έργα του. Αφού περατώθηκε και η προσευχή η νύχτα είχε προχωρήσει αρκετά. Ο Ιησούς πήρε τους μαθητές Του και πήγε στο Όρος των Ελαιών, σε ένα πραγματικά ειδυλλιακό και ήσυχο τόπο, λίγο έξω από τη μεγάλη πόλη. Εκεί υπήρχε κήπος στον οποίο μπήκε με τους μαθητές Του για να προσευχηθεί. Να μείνει μόνος «ενώπιος ενωπίω» με τον Ουράνιο Πατέρα και να αντλήσει δύναμη για τη μεγάλη δοκιμασία, που Τον περίμενε. Ο τρόπος της προσευχής ήταν δραματικός. Ως άνθρωπος αγωνιούσε για το επερχόμενο πάθος. «Περίλυπός εστιν η ψυχή μου έως θανάτου» είπε στους μαθητές Του. «Παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο» παρακαλούσε τον Πατέρα και «εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντος επί την γην». Μάταια προσπαθούσε να νικήσει τη νωθρότητα των μαθητών Του, οι οποίοι δε μπορούσαν να κατανοήσουν την κρισιμότητα των δραματικών εκείνων στιγμών, και έπεφταν σε βαθύ ύπνο. Κάποια στιγμή ακούστηκαν φωνές και θόρυβος πολύς. Έφτασαν οι στρατιώτες με οδηγό τον Ιούδα για να συλλάβουν τον Κυριο. Χαρακτηριστικό σύνθημα ο ασπασμός του Διδασκάλου από τον Προδότη . Ιούδας ο προδότης δόλιος ών, δολίω φιλήματι παρέδωκε τόν Σωτήρα Κύριον, τόν Δεσπότην τών απάντων, ως πρόβατον επί σφαγήν, ούτως ηκολούθει, ο Αμνός ο τού Θεού, ο Υιός ο τού Πατρός, ο μόνος πολυέλεος.Η σύλληψη πραγματοποιείται. Ο Κύριος δέσμιος οδηγείται σε ολονύκτιες ψεύτικες δίκες για να καταδικαστεί και να σταυρωθεί. Συντρέχει λοιπόν, τό συνέδριον τών Ιουδαίων, ίνα τόν Δημιουργόν, καί Κτίστην τών απάντων, Πιλάτω παραδώση. Σήμερον ο Ιούδας, καταλιμπάνει τόν Διδάσκαλον, καί παραλαμβάνει τόν διάβολον Σήμερον ο Ιούδας, παραποιείται θεοσέβειαν, καί αλλοτριούται τού χαρίσματος, υπάρχων μαθητής, γίνεται προδότης Σήμερον ο άνομος, αρνείται τόν Διδάσκαλον, μαθητής γενόμενος, Δεσπότην παρέδωκεν, Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα τη Μεγάλη Πέμπτη έχουν τεράστια σωτηριολογική σημασία για μας. Πρώτ’ απ’ όλα η εκούσια πορεία του Κυρίου προς το Πάθος φανερώνει την άμετρη θεία ευσπλαχνία και αγάπη για τον πεσόντα άνθρωπο. Η ολοκληρωτική νίκη της αμαρτίας, της φθοράς και του θανάτου μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με τον σταυρικό θάνατο του αναμάρτητου Χριστού. Μόνο το τίμιο αίμα του Μεγάλου Αθώου μπορούσε να καθαρίσει κάθε ρύπο αμαρτίας σε όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών. Μόνο αυτό μπορούσε να φέρει την καταλλαγή και την ισορροπία, που είχε διαταράξει σοβαρά το κακό και η αμαρτία. Αγαπητοί, η Αγία και Μεγάλη Πέμπτη καλεί όλους κληρικούς και λαικούς, να βγούμε από το λήθαργο της αμαρτίας και να αναλογιστούμε το μέγεθος της αμαρτωλότητάς μας. Παράλληλα μας παροτρύνει να σηκώσουμε το βλέμμα μας και να ατενίσουμε τον Εσταυρωμένο Κύριό μας, για να δούμε στο πονεμένο Πρόσωπό Του την άκρα ευσπλαχνία και φιλανθρωπία Του. Να ζητήσουμε ταπεινά γονυκλινείς συγνώμη "δια το πλήθος των παραπτωμάτων" μας. Να παρακαλέσουμε τον Λυτρωτή μας να κάνει έλεος σε όλους μας και δια του υπέρ ημών εκχυθέντος Τιμίου Αίματός Του, να τύχουμε της απολυτρώσεως. Ταπεινοί και ευλαβείς προσκυνητές του εσταυρωμένου Κυρίου, αυτές τις άγιες ημέρες, ας θελήσουμε να γεμίσουμε την καρδιά και τη ζωή μας από την μακροθυμία και αγάπη του, και να την κάνουμε ζωή, βίωμα, πραγματικότητα. Κι ας του ψάλουμε όλοι μαζί μ' ένα στόμα και με μια ψυχή: «ΔΟΞΑ ΤΗ ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ ΣΟΥ, ΚΥΡΙΕ, ΔΟΞΑ ΣΟΙ». Αμήν.

Πηγή:www.apfilipposgrammatikous.blogspot.com

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Μ.ΤΡΙΤΗ: ΤΗΣ ΑΛΕΙΨΑΣΗΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΠΟΡΝΗΣ ΓΥΝΑΙΚΟΣ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΝΤΙΝΟΗΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

Ο Θεάνθρωπος Υιός και Λόγος του Θεού, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, αναβαίνοντας προς τα Ιεροσόλυμα προσκλήθηκε στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού για να φιλοξενηθεί και να δειπνήσει. Στην διάρκεια του δείπνου συνέβη το εξής ασυνήθιστο, που προκάλεσε την προσοχή όλων εκείνων που παρακάθισαν στην τράπεζα. Μία γυναίκα, γνωστή στη ιουδαϊκή κοινωνία για την αμαρτωλή ζωή της, μπαίνει μέσα στο σπίτι του Σίμωνα, χωρίς πρόσκληση και χωρίς να δώσει σημασία στα περιφρονητικά μάτια όλων εκείνων που την κοίταζαν αγανάκτηση και αποστροφή – γιατί ήταν μία πόρνη. Εκείνη κατευθύνθηκε προς τον Χριστό. Ναι, μια πόρνη μπαίνει απροσκάλεστη, και ενώ όλοι με τη σιωπή τους την αποστρέφονται, ο Υιός του Θεού την δέχεται. Δέχεται το δώρο του μύρου, που εκείνη Του πρόσφερε. Ο Κύριος της αγάπης και της ευσπλαχνίας δέχεται από τα χέρια μιάς αμαρτωλής γυναίκας πολύτιμο μύρο, γιατί το παντοδύναμο και ερευνητικό Του βλέμμα δεν περιορίζεται μόνον στα όσα συμβαίνουν στα φανερά, αλλά βλέπει τα πιο κρύφια βάθη της ψυχής κάθε ανθρώπου. Καμιά σκέψη, καμιά επιθυμία, κανένα συναίσθημα δεν μπορεί να κρυφτεί από το Μάτι του Θεού, που ερευνά τους πιο κρυφούς διαλογισμούς του ανθρώπου. Ο Χριστός έβλεπε όσα όλοι οι άλλοι δεν έβλεπαν. Ο Χριστός δεν κοίταξε τις εξωτερικές ομορφιές της αμαρτωλής γυναίκας. Δεν περιορίσθηκε να την περιεργαστεί, όπως έκαναν οι άλλοι προσκαλεσμένοι, αλλά κοίταξε την εσωτερική κατάσταση της γυναίκας. Ο Χριστός είδε την αποφασιστικότητα μιάς αμαρτωλής γυναίκας που θέλει να αλλάξει την αμαρτωλή ζωή της. Είδε τις σκέψεις που κυριαρχούσαν μέσα στη ψυχή της και όπως ο Ιησούς καταδέχτηκε να καθαρίσει τον Σίμωνα από τη βρωμερή λέπρα, έτσι θα μπορούσε να καθαρίσει κι αυτήν από την πνευματική λέπρα της ψυχής, από την σαπίλα και τη βρωμιά της αμαρτίας. Ενώ, λοιπόν, ο Χριστός καθόταν στο τραπέζι, εκείνη αδειάζει το πολύτιμο μύρο πάνω στα μαλλιά Του. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Ιούδα, που προφασιζόμενος ότι ενδιαφερόταν για τους φτωχούς, πρότεινε ότι θα μπορούσε να πουληθεί το μύρο και να δοθούν τα χρήματα στους φτωχούς. Αλλ’ ο Κύριος υπεραμύνθηκε τη γυναίκα και βεβαιώνει, ότι όπου κι’ αν κηρυχθεί το Ευαγγέλιο θα μνημονεύεται η πράξη της «εις μνημόσυνον αυτής». Η αμαρτωλή γυναίκα, που στολιζόταν με ενδύματα και αρώματα για να αρέσει στους άνδρες της αμαρτίας• τώρα στολίζεται με την αρετή της ταπεινοφροσύνης και το ένδυμα της μετανοίας για να αρέσει στο Θεό. Εκείνη, που με το ανεβασμένο πρόσωπό της έλκυε τους νέους στα δίχτυα της αμαρτίας• τώρα με κατεβασμένο το πρόσωπό της πλησιάζει τον Χριστό για να ελκύσει το έλεος και την φιλανθρωπία Του. Στους ανθρώπους ήταν αρεστή όσο εργαζόταν στην αμαρτία• τώρα θέλει να είναι αρεστή στο Θεό με τα έργα της μετανοίας. Με τα μακριά και ωραία πλοκάμια των μαλλιών της έπλεκε τους νέους στις αμαρτωλές ηδονές της σαρκός• τώρα, μ’ αυτά σκουπίζει τα πόδια του Ιησού. Με τα όμορφα μάτια της έλκυε τους ανθρώπους στην καταστροφή• τώρα με τα δάκρυα της μετανοίας σκουπίζει τα πόδια του Σωτήρα. Με τα βήματά της οδηγούσε τους ανθρώπους στην καταστροφή• με τα βήματά της οδηγείται στη σωτηρία. Εκείνη, που ήταν μισητή απ’ όλους για την ζωή της, αγαπήθηκε από τον Θεό για την μεταστροφή της. Και ενώ αυτά συνέβαιναν με την αμαρτωλή γυναίκα, άλλα συναισθήματα δημιουργούνται στην καρδιά του Σίμωνα. Εκείνος, όταν ήρθε ο Χριστός στο σπίτι του χάρηκε για την τιμή• τώρα βλέποντας τη στοργή του Ιησού προς την γυναίκα λυπάται. Εκείνος, που φιλοξενούσε τον Θεό της αγάπης, ήταν ξένος προς την αγάπη προς τον συνάνθρωπό του. Εκείνος, που προηγουμένως ήταν πληγωμένος από την λέπρα, τώρα, δεν συμπαθεί εκείνη που είναι πληγωμένη από την πνευματική λέπρα της αμαρτίας. Εκείνος, που χάρηκε, όταν καθαρίστηκε, τώρα λυπάται που εκείνη συγχωρήθηκε. Η αγάπη του Σίμωνα προς τον Χριστό ήταν εξωτερική και υποκριτική, εκείνης ήταν εσωτερική και ειλικρινής. Εκείνος κάλεσε τον Χριστό για να φανεί στους ανθρώπους, εκείνη κάλεσε τον Χριστό για να διαλύσει το χρέος των αμαρτιών της. Εκείνος με την στάση του αποστερούσε τον εαυτό του από την σωτηρία, εκείνη με την μετάνοιά της προξενούσε την σωτηρία. Αλλά και η στάση του Ιούδα πρέπει να μας παραδειγματίσει. Εκείνος, που ήταν μαθητής του Διδασκάλου της αγάπης, γίνεται μαθητής του μίσους. Η πόρνη με την μετάνοιά της ξόδεψε όλη την περιουσία της για να αγοράσει το πολύτιμο μύρο• εκείνος, εξ αιτίας της φιλαργυρίας του, πουλά για τριάκοντα αργύρια Εκείνον που είναι πολυτιμότερος από κάθε πολύτιμο λίθο. Ο Ιούδας υπήρξε μαθητής, αλλά γίνεται διάβολος• εκείνη που ήταν αμαρτωλή δικαιώνεται. Εκείνος, που ήταν μέσα στην αγκαλιά της σωτηρίας, βρίσκεται έξω από την σωτηρία. Εκείνη, που ήταν μέσα στην αγκαλιά της αμαρτίας, βρίσκεται μέσα στην σωτηρία. Εκείνος στερεί τον εαυτό του από την συγχώρηση• εκείνη λαμβάνει την συγχώρηση. Εμείς, σήμερα, αγαπημένα μου παιδιά, πρέπει να μιμηθούμε το παράδειγμα της μετάνοιας αυτής της γυναικός. Με δάκρυα μετανοίας, ας πλησιάσουμε τον Χριστό, όπως έκανε εκείνη. Ας ανοίξουμε την καρδιά μας για να εισέλθη η αρετή της ταπείνωσης, ώστε να βρούμε το έλεος και την συγχώρηση. Ας αφήσουμε έξω από την ψυχή μας τις έχθρες και τα μίση. Και, εάν δεν έχεις εξομολογηθεί ποτέ στη ζωή σου, δεν είναι ποτέ αργά. Έλα. Πλησίασε τον Χριστό και θα βρεις την συγχώρηση. Όλοι είμαστε αμαρτωλοί. Ας μετανοήσουμε και ας χύσουμε το πολύτιμο μύρο των δακρύων ζητώντας το έλεος από τον Θεό του ελέους. Αμήν.

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ ΤΑ ΤΑΛΑΝΤΑ

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΥ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ – ΘΕΟΛΟΓΟΥ

Η Μεγάλη Τρίτη είναι για την Εκκλησία αφορμή να θυμηθούμε την παραβολή των ταλάντων. Κάποιος άρχοντας πραγματοποιεί ένα μακρινό ταξίδι, και πριν φύγει μοιράζει στους δούλους του τμήματα από την περιουσία του. Στον ένα δίνει πέντε τάλαντα, στον άλλο δύο, στον τρίτο ένα. Μετά την επιστροφή του οι δούλοι του δίνουν λογαριασμό. Αυτός που πήρε πέντε τάλαντα, εργάστηκε και παραδίδει συνολικά δέκα, αυτό που πήρε δύο παραδίδει τέσσερα, ενώ αυτός που πήρε ένα, το επιστρέφει, διότι θεωρεί ότι ο κύριος του είναι σκληρός και θέλει να θερίσει εκεί που δεν έσπειρε. Τότε ο άρχοντας διατάσσει να του πάρουν το τάλαντο και να το δώσουν σ’ αυτόν που έχει τα δέκα και να τον τιμωρήσουν, αποκόπτοντάς τον ουσιαστικά από την κοινωνία με τους άλλους! Στον οίκο του συναξαριού της ημέρας διαβάζουμε μια ενδιαφέρουσα φράση που απευθύνεται στον καθέναν από μας: “Το δοθέν σοι τάλαντον φιλοπόνως έργασαι”. Το χάρισμα, γιατί αυτό είναι το τάλαντο, που έχει ο καθένας μας, ας εργαστεί με φιλοπονία, με επιμέλεια και με προθυμία, να το αξιοποιήσει. Τα χαρίσματα είναι πολύτιμα δώρα του Θεού στον κάθε άνθρωπο και υπάρχουν, σ’ άλλον περισσότερα και σ’ άλλον λιγότερα, αλλά πάντως δίδονται σε όλους. Το ερώτημα είναι κατά πόσον αξιοποιούνται. Συνήθως, οι άνθρωποι νιώθουν περήφανοι για τις ικανότητές τους. Είναι αλήθεια πως πολλοί αγωνίζονται σκληρά για να πετύχουν στη ζωή τους, όχι μόνο επαγγελματικά. Το καλό όνομα, η αποδοχή και η υπόληψη της κοινωνίας προς τα ανθρώπινα πρόσωπα, εξαιτίας της ηθικής τους συμπεριφοράς και της προσπάθειάς τους να είναι “καλοί καγαθοί”, αποτελούν σπουδαία κίνητρα στον αγώνα της ζωής. Ωστόσο, ταυτόχρονα με τις ικανότητες, εμφιλοχωρεί στον κόπο και μια εγωιστική διάθεση, η οποία καθιστά το χάρισμα όχι αφορμή προσφοράς και θυσίας, αλλά αφορμή υπερηφάνειας και μονομέρειας. Ο πετυχημένος άνθρωπος συχνά θεωρεί τον εαυτό του φορέα τελειότητας. Το χάρισμα δεν γίνεται αφορμή ελευθερίας, προσφοράς, ενδιαφέροντος για τον άλλο, αλλά μόνο ικανοποίησης του συμφέροντος και της φιλοδοξίας, ενώ άλλοτε υπάρχει η αίσθηση της κτητικότητας, ότι το χάρισμα μας ανήκει και μπορούμε να το διαθέσουμε όπως εμείς θέλουμε. Γι’ αυτό κι όταν τα χαρίσματα αμφισβητούνται, θιγόμαστε ακόμη περισσότερο. Η Εκκλησία προτείνει στον άνθρωπο να συνειδητοποιήσει πως ό,τι ξεχωριστό έχει, του δόθηκε από τον Θεό για να το καλλιεργήσει προς όφελος δικό του, αλλά κυρίως, προς όφελος των άλλων. Γι’ αυτό δεν δέχεται ούτε τον εγωιστικό εγκλωβισμό στην αυτάρκεια των χαρισμάτων, ούτε την χρήση τους προς δόξαν του έχοντος, αλλά την λειτουργία του χαρίσματος προς όφελος της κοινότητας, των πολλών, της σύναξης. Η Εκκλησία δεν θέλει τον άνθρωπο εγκλωβισμένο στον ατομισμό, αλλά ζητά από τον καθένα την κοινωνική συνείδηση και προσφορά που θα τον κάνει να ζει για τους άλλους, και τους άλλους να ζουν γι’ αυτόν! Η εποχή μας είτε θεοποιεί τους χαρισματικούς ανθρώπους, εγκλωβίζοντάς τους στον εγωισμό και την κενοδοξία, είτε ισοπεδώνει τα χαρίσματα καθιστώντας τον άνθρωπο αριθμό στην απρόσωπη μάζα. Αν η κοινωνία μας συνειδητοποιήσει πόσο σπουδαίο είναι τα χαρίσματα να ελευθερώνουν τον έχοντα, αλλά και τον κόσμο, μέσα από την σωστή χρήση τους και την προσφορά, αλλά κυρίως μέσα από την αναφορά στο Θεό, τότε μέσα από αυτή την υγιή ταπείνωση της σχέσης με το Θεό το τάλαντο θα αξιοποιηθεί φιλοπόνως. Και τότε πραγματικά, “θα εισέλθουμε εις την χαράν του Κυρίου μας”, δηλαδή στην κοινωνία της αγάπης και της προσφοράς, στην κοινωνία της ελευθερίας από την αυτάρκεια και τον εγωισμό…

Πηγή:www.enoriaagiougeorgiou.blogspot.com

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ: Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΝΤΙΝΟΗΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

Σήμερα, η Αγία Ορθόδοξος μας Εκκλησία, αγαπητοί μου εν Χριστώ αδελφοί, θέσπισε να ενθυμούμεθα την ευαγγελική Παραβολή των Δέκα Παρθένων. Η Παραβολή αυτή αποτελεί μία ανάμεσα σε τόσες άλλες ίσης αξίας, που αναφέρεται στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ο Κύριος μας πολλές φορές αναφέρθηκε άμεσα είτε έμμεσα στο ιστορικό αυτό γεγονός που θα λάβει χώρα στο άμεσο μέλλον. Άμεσα, όταν ερωτήθηκε από τους Μαθητές Του, Κύριε, πότε θα συμβεί; Έμμεσα με τις παραβολές. Ο Κύριος μας μίλησε για γεγονότα που θα συμβούν. Μας μίλησε για γεγονότα που θα προηγηθούν. Μας μίλησε για σημεία των καιρών που θα λάβουν χώρα πριν από την Ημέρα της Δευτέρας Του Παρουσίας. Δεν μας μίλησε ούτε αναφέρθηκε ποτέ στην επακριβή χρονολογία, ημέρα ή ώρα κατά την οποία θα πραγματοποιηθεί. Μάλιστα, εάν κανείς μελετήσει το ιερό Βιβλίο της Αποκάλυψης του Ιωάννου θα πληροφορηθεί για τα όσα θα συμβούν και επακολουθήσουν. Εκείνο που ο Χριστός μας αποκάλυψε είναι το ότι μια μέρα θα γίνει, θα λάβει χώρα και θα είναι αναπόφευκτη εκείνη η φοβερή Ημέρα. Σ’ αυτή την Παραβολή ο Κύριος παρομοίασε τον Εαυτό Του σαν τον αναμενόμενο Νυμφίο, που όλοι περίμεναν. Μάλιστα στη υποδοχή Του ορίστηκαν δέκα παρθένες κοπέλες, επειδή ήσαν αγνές, τρυφερές, όμορφες και στολισμένες ανάλογα για την περίσταση. Οι πέντε από τις δέκα χαρακτηρίστηκαν ως φρόνιμες, γιατί σκέφτηκαν να πάρουν μαζί τους επί πλέον λάδι, μην τυχόν τους τελειώσει αυτό που είχαν• ενώ οι άλλες πέντε απερίσκεπτα δεν πήραν το απαιτούμενο λάδι μαζί τους. Περίμεναν όλες με αναμμένες λαμπάδες για να φωτίζουν τον χώρο της υποδοχής, γιατί γύρω τους επικρατούσε ένα αδιαπέραστο σκοτάδι. Περίμεναν και περίμεναν. Ο χρόνος κυλούσε και αυτές ακόμα περίμεναν μέχρις ότου κουράστηκαν και έπεσαν να κοιμηθούν. Όταν αποκοιμήθηκαν, μέσα στον ύπνο τους ακούνε μια ξαφνική φωνή να τους καλεί: Σηκωθείτε! Έρχεται ο Νυμφίος! Βγείτε να Τον προϋπαντήσετε! Τότε, ξύπνησαν όλες οι παρθένες και άρχισαν να στολίζουν τις λαμπάδες τους. Οι ανόητες όμως παρθένες αντιλήφθηκαν, ότι δεν είχαν άλλο λάδι και ζήτησαν από τις φρόνιμες. Αλλά, οι φρόνιμες απήντησαν αρνητικά λέγοντας: Όχι! Μήπως δεν φθάσει για μας και για σας, αλλά πηγαίνετε σ’ εκείνους που το πωλούν και αγοράσετε για τον εαυτόν σας. Και ενώ εκείνες έφυγαν για να αγοράσουν ήρθε ο Νυμφίος και εκείνες που ήταν έτοιμες μπήκαν μαζί Του στους γάμους. Κλείστηκε η θύρα και τότε έφθασαν οι ανόητες κτυπώντας την πόρτα και έλεγαν: Ανοίξτε, ανοίξτε για μας! Τότε ο Νυμφίος άνοιξε και τις είπε: Δεν σας γνωρίζω! Φύγετε από δω και έκλεισε την θύρα. Όλες οι κόρες ήταν αγνές και παρθένες. Δεν είχαν καμία σχέση με σαρκικά αμαρτήματα ή πάθη που μολύνουν την ψυχή και το σώμα. Δεν ήταν του δρόμου, δεν ήταν πόρνες. Ήσαν όλες καθαρές και αγωνιζόντουσαν να διατηρήσουν την σωματική τους ακεραιότητα και αγνότητα. Τους έλλειπε όμως ένα βασικό πράγμα, το λάδι της ελεημοσύνης, της φιλευσπλαχνίας, της αλληλεγγύης, της συμπόνιας, της συγχώρησης και γενικά της αγάπης προς τον πλησίον. Μπορεί κανείς να αγωνίζεται στη ζωή του να είναι καλός άνθρωπος, αλλά αυτό δεν τον σώζει. Η σωτηρία έρχεται σαν αποτέλεσμα όχι των καλών έργων, αλλά της ορθής πίστης προς τον Σωτήρα Χριστό που εκφράζεται σε καλά έργα. Πίστη χωρίς έργα είναι νεκρά και έργα χωρίς ορθή πίστη μένουν άκαρπα και ανώφελα. Μ’ άλλα λόγια, εάν δεν έχουμε αγάπη προς τον συνάνθρωπό μας, τότε η πίστη μας δεν μας ωφελεί. Εάν λέγει κανείς ότι αγαπά τον Θεό και μισεί τον αδελφό του, τότε είναι ψεύτης. Γιατί, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, πώς είναι δυνατό να λέγεις ότι αγαπάς τον Θεό που δεν βλέπεις και μισείς τον αδελφό σου που βλέπεις καθημερινά. Πώς είναι δυνατόν να λέγει κανείς ότι είναι μαθητής Εκείνου, που είναι μόνον αγάπη, και δεν εφαρμόζει τις Εντολές Του; Βρισκόμαστε στην περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος. Είναι περίοδος νηστείας και μετανοίας. Όσοι νηστεύουν θα πρέπει να κάμνουν έργα αγάπης και ελεημοσύνης. Να επισκεφθούμε τους αρρώστους στα Νοσοκομεία, εκείνους που δεν έχουν κάποιο δικό τους να τους παρηγορήσουν, να τους ενθαρρύνουν, να τους δώσουν ένα ποτήρι νερό. Το να επισκεπτόμαστε τους συγγενείς και τους δικούς μας ανθρώπους, δεν είναι ελεημοσύνη. Αυτό είναι καθήκον και οικογενειακή υποχρέωση. Αλλά το να φροντίζουμε τους αγνώστους, είναι σαν να φροντίζουμε τον ίδιο τον Χριστό. Διότι, Εκείνος μας διαβεβαίωσε λέγοντας, ότι εφ’ όσον κάματε το καλό σ’ ένα από τους μικρούς αδελφούς μου, τους ελαχίστους, είναι σαν να το κάματε σε μένα τον Ίδιο. Νηστεύομε. Όμως γνωρίζετε, ότι τα χρήματα που αναλογούν στην καθημερινή μας τροφή θα πρέπει να τα δίδουμε σε φτωχούς ανθρώπους. Να φροντίζουμε να ταΐζουμε τους πεινασμένους, τα ορφανά και τον κάθε συνάνθρωπό μας που δεν έχει τα απαραίτητα. Ο ερχομός του Νυμφίου Χριστού είναι πλησίον. Δεν γνωρίζομε την επακριβή ημέρα ή ώρα που θα έρθει. Θα έρθει, σίγουρα και με κάθε βεβαιότητα. Δεν θα καθυστερήσει, δεν θα αργήσει, δεν θα αναβάλλει. Θάρθει και μακάριος θα είναι εκείνος που θα είναι έτοιμος για να εισέλθει μαζί Του στους γάμους.

Πηγή:www.amen.gr

Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

ΝΑ ΖΗΤΑΜΕ ΑΠ’ ΤΟΝ ΘΕΟ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ
Οἱ προσευχές μας δέν εἰσακούονται, διότι δέν εἴμαστε ἄξιοι. Πρέπει νά γίνεις ἄξιος, γιά νά προσευχηθεῖς. Δέν εἴμαστε ἄξιοι, διότι δέν ἀγαπᾶμε τόν πλησίον μας ὡς ἑαυτόν. Τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Ἐὰν οὖν προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τὸ δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ὕπαγε πρῶτον, διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου καὶ τότε ἐλθὼν πρόσφερε τὸ δῶρόν σου». Νά πάεις πρῶτα νά συμφιλιωθεῖς μέ τόν ἀδελφό σου, νά συγχωρεθεῖς, γιά νά γίνεις ἄξιος. Ἄν δέν γίνει αὐτό, δέν μπορεῖς νά προσευχηθεῖς. Ἄν δέν εἶσαι ἄξιος, δέν μπορεῖς νά κάνεις τίποτα. Ὅταν τακτοποιήσεις ὅλες τίς ἐκκρεμότητες καί ἑτοιμασθεῖς, τότε πάεις καί προσφέρεις τό δῶρο σου. Ἄξιοι γίνονται ὅσοι ἐπιθυμοῦν καί λαχταροῦν νά γίνουν τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι δίνονται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά μήν ἔχεις κανένα θέλημα, αὐτό ἔχει μεγάλη ἀξία, εἶναι τό πᾶν. Ὁ σκλάβος δέν ἔχει κανένα θέλημα. Τό νά μήν ἔχομε κανένα θέλημα μπορεῖ νά γίνει μ΄ἕναν τρόπο ἁπαλό• μέ τήν ἀγάπη στόν Χριστό καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. «Ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με· ὁ δὲ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ Πατρός μου καὶ ἐγὼ ἀγαπήσω αὐτὸν καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν»8. Χρειάζεται ἀγώνας. Ἔχομε νά παλέψομε «πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου»9. Ἔχομε νά παλέψομε μέ τόν «λέοντα τὸν ὠρυόμενον»10. Δέν ἐπιτρέπεται στόν ἀγώνα νά ἐπιτύχει ὁ πολυμήχανος. Αὐτό προϋποθέτει δάκρυ, μετάνοια, προσευχή, ἐλεημοσύνη, αἴτηση μέ συνοδεία τήν ἐμπιστοσύνη στόν Χριστό καί ὄχι τήν ὀλιγοπιστία. Μόνον ὁ Χριστός μπορεῖ νά μᾶς βγάλει ἀπ΄τόν κλοιό τῆς ἐρημιᾶς. Προσευχή καί μετάνοια καί ἐλεημοσύνη. Δῶστε ἔστω κι ἕνα ποτήρι νερό, ἄν δέν ἔχετε χρήματα. Καί νά ξέρετε ὅτι ὅσο ἁγιάζεσθε, τόσο εἰσακούονται οἱ προσευχές σας. Νά μήν ἐκβιάζομε μέ τίς προσευχές μας τόν Θεό. Νά μή ζητᾶμε ἀπ΄τόν Θεό νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό κάτι, ἀσθένεια κ.λπ., ἤ νά μᾶς λύσει τά προβλήματά μας, ἀλλά νά ζητᾶμε δύναμη καί ἐνίσχυση ἀπό Ἐκεῖνον, γιά νά τά ὑπομένομε. Ὅπως Ἐκεῖνος κρούει μέ εὐγένεια τήν πόρτα τῆς ψυχῆς μας, ἔτσι κι ἐμεῖς νά ζητᾶμε εὐγενικά αὐτό πού ἐπιθυμοῦμε κι ἄν ὁ Κύριος δέν ἀπαντάει, νά σταματᾶμε νά τό ζητᾶμε. Ὅταν ὁ Θεός δέν μᾶς δίδει κάτι πού ἐπίμονα ζητᾶμε, ἔχει τό λόγο Του. Ἔχει κι ὁ Θεός τά «μυστικά» Του. Ἐφόσον πιστεύομε στήν ἀγαθή Του πρόνοια, ἐφόσον πιστεύομε ὅτι Ἐκεῖνος γνωρίζει τά πάντα ἀπ΄τή ζωή μας κι ὅτι πάντα θέλει τό ἀγαθόν, γιατί νά μή δείχνομε ἐμπιστοσύνη; Νά προσευχόμαστε ἁπλά καί ἁπαλά, χωρίς πάθος καί ἐκβιασμό. Ξέρομε ὅτι παρελθόν, παρόν καί μέλλον, ὅλα εἶναι γνωστά, γυμνά καί τετραχηλισμένα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «…οὐκ ἔστι κτίσις ἀφανὴς ἐνώπιον Αὐτοῦ, πάντα δὲ γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα τοῖς ὀφθαλμοῖς Αὐτοῦ»11. Ἐμεῖς νά μήν ἐπιμένομε· ἡ προσπάθεια κάνει κακό ἀντί γιά καλό. Μήν κυνηγᾶμε ν΄ἀποκτήσομε αὐτό πού θέλομε, ἀλλά νά τ΄ἀφήνομε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ὅσο τό κυνηγᾶμε, τόσο αὐτό ἀπομακρύνεται. Ἄρα, λοιπόν, ὑπομονή καί πίστη καί γαλήνη. Κι ἄν τό ξεχάσομε ἐμεῖς, ὁ Κύριος ποτέ δέν ξεχνάει κι ἄν εἶναι γιά τό καλό μας, θά μᾶς δώσει αὐτό πού πρέπει κι ὅταν πρέπει. Νά ζητᾶμε στήν προσευχή μόνο τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Δέν εἶπε ὁ Κύριος: «Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ… καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν»;12 Εὔκολα, εὐκολότατα ὁ Χριστός μπορεῖ νά μᾶς δώσει ὅ,τι ἐπιθυμοῦμε. Καί κοιτάξτε τό μυστικό. Τό μυστικό εἶναι νά ζητᾶτε τήν ἕνωσή σας μέ τόν Χριστό ἀνιδιοτελῶς, χωρίς νά λέτε, «δῶσ΄μου τοῦτο, ἐκεῖνο…». Εἶναι αρκετό νά λέμε, «Κύριε Ἰησοῦ, ἐλέησόν με». Δέν χρειάζεται ὁ Θεός ἐνημέρωση ἀπό μᾶς γιά τίς διάφορες ἀνάγκες μας. Ἐκεῖνος τά γνωρίζει ὅλα ἀσυγκρίτως καλύτερα ἀπό μᾶς καί μᾶς παρέχει τήν ἀγάπη Του. Τό θέμα εἶναι ν΄ἀνταποκριθοῦμε σ΄αὐτή τήν ἀγάπη μέ τήν προσευχή καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. Νά ζητᾶμε νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ· αὐτό εἶναι τό πιό συμφέρον, τό πιό ἀσφαλές γιά μᾶς καί γιά ὅσους προσευχόμαστε. Ὁ Χριστός θά μᾶς τά δώσει ὅλα πλούσια. Ὅταν ὑπάρχει ἔστω καί λίγος ἐγωισμός, δέν γίνεται τίποτα.

Πηγή: Εκ του βιβλίου «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ» του ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ

Πηγή:www.ahdoni.blogspot.com

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ - Ο ΓΑΜΟΣ

«Τὸν νυμφῶνα σου βλέπω, Σωτήρ μου κεκοσμημένον, καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ». Αὐτὴ ἡ ὄμορφη φράση, ποὺ ἀκούγεται στὸ ἐξαποστειλάριο τοῦ Ὄρθρου τῶν πρώτων ἡμερῶν τῆς Μ. Ἑβδομάδος, ἀποτυπώνει κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία μας περιγράφει τὴ σχέση τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ σχέση αὐτὴ ὁρίζεται μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ γάμου, ὅπου ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ νυμφίος τῆς κάθε ψυχῆς, ἡ ὁποία καλεῖται νὰ μπεῖ στὸ νυμφώνα, τὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ γευθεῖ τὴ χαρὰ τῆς ἀλλαγῆς, τῆς σωτηρίας, τῆς ἀγάπης ποὺ προσφέρει ἀφειδώλευτα ὁ Κύριός μας!

Ἔχουμε τὴν αἴσθηση ὅτι ἡ πίστη στὸ Θεὸ εἶναι περίπου μία μαγικὴ βεβαιότητα, ἡ ὁποία ἀνταποκρίνεται στὴν ἀνάγκη μας νὰ ὑπερβοῦμε τὴν ἀνασφάλειά μας γιὰ μετὰ τὸ θάνατο, νὰ ὑπάρχει Κάποιος ὁ ὁποῖος νὰ μᾶς βοηθᾶ στὶς δύσκολες στιγμές μας, ἰδίως ὅταν κλονίζεται ἡ ὑγεία μας ἀλλὰ καὶ σὲ περιόδους κρίσεων. Ἄλλοι, ἔχουμε τὴν αἴσθηση πὼς ἡ πίστη συνεπάγεται τὴν ἐξωτερικὴ ἀλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ θρησκεία βοηθᾶ τὸν ἄνθρωπο νὰ γίνεται καλύτερος, νὰ ἀνταποκρίνεται στὰ κοινωνικὰ καὶ ἐκπαιδευτικὰ ἰδεώδη. Ἄλλοι, ἀκολουθοῦμε τὴν πίστη ἀπὸ παράδοση, ἔτσι μάθαμε, ἐνῷ οἱ νεώτεροι νιώθουν κάπως τὴν πίεση τῶν μεγαλυτέρων γιὰ μία, ἔστω τυπικὴ παρουσία στὴν Ἐκκλησία, ἰδίως τὶς ἡμέρες αὐτές!

Ἐδῶ εἶναι ποὺ ἔρχεται νὰ παίξει ἀποφασιστικὸ ρόλο ἡ παρουσία τῆς Ἐκκλησίας ὡς θεσμοῦ τοῦ κράτους. Δεσμευμένοι ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ θέση τῆς Ἐκκλησίας στὰ ἑλλαδικὰ δεδομένα, ἔχουμε συνηθίσει τοὺς ἄρχοντες νὰ παρουσιάζονται στὶς δοξολογίες καὶ τὶς μεγάλες ἑορτὲς καὶ νὰ παίρνουν περίοπτη θέση στοὺς Ναούς, ὅλα τὰ μεγάλα ἔργα νὰ ξεκινοῦν μὲ ἁγιασμό, τὸ ἴδιο καὶ οἱ πολιτικές, κοινωνικές, ἐκπαιδευτικὲς καὶ ἄλλες ἐκδηλώσεις! Ἔτσι, δυσκολευόμαστε νὰ ἀποτινάξουμε αὐτὴ τὴν θεσμοποιημένη εἰκόνα γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴ θρησκεία καὶ μᾶς εἶναι ἀδύνατον νὰ δοῦμε τὴν οὐσία της!

Γιατὶ ἡ οὐσία τῆς πίστης μας βρίσκεται ἀκριβῶς στὴν πρόταση τοῦ γάμου. Πιστεύω στὸ Θεὸ σημαίνει θέλω νὰ ἔχω προσωπικὴ σχέση μαζί Του, θέλω νὰ ἀνταποκριθῶ στὴν ἀγάπη Του, θέλω νὰ μιμηθῶ τὸ παράδειγμα τῆς θυσία καὶ τῆς προσφορᾶς στὸν ἄνθρωπο ποὺ Αὐτὸς ἔδειξε, ἀκολουθῶ στὴ ζωή μου τὴν ἐλευθερία ποὺ οἱ ἐντολὲς Τοῦ ἐπαγγέλονται, ἀγωνίζομαι ἐναντίον τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ μου, ποὺ ἀποτελεῖ ἐμπόδιο στὴ χαρά, δὲν ζῶ μόνο γιὰ τὸν ἄρτο τὸν ἐπιούσιο, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη γι᾿ Αὐτὸν καὶ τὸν συνάνθρωπο, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται, δὲ μένω στὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς μου ποὺ μὲ καλοῦν νὰ εἶμαι σκληρός, ἀτομοκεντρικός, ὀρθολογιστής, χρηματιστής...

«Καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ». Μπροστὰ στὴν τέλεια ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ γιὰ μένα συναισθάνομαι ὅτι τὰ ροῦχα τῆς ψυχῆς μου εἶναι πολὺ λεκιασμένα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀπιστία μου πρὸς Αὐτόν. Μένω στὴν εἰκόνα τῆς πίστης σ᾿ ἕναν Θεὸ ποὺ δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὰ ἀνθρώπινα καὶ ποὺ τὸν θέλω στὴ ζωή μου ὅποτε «νιώθω τὴν ἀνάγκη». Ὅμως ἡ ἀγάπη, ἡ γνήσια καὶ θυσιαστική, εἶναι ὁλοκληρωτική, δὲ γνωρίζει σύνορα, μὰ βάζει τὸν ἄνθρωπο σ᾿ αὐτὴ τὴν πορεία τοῦ γάμου, τῆς χαρᾶς, τοῦ ἀγώνα, τῆς κοινῆς πορείας μὲ τὸν Ἀγαπημένο Ἰησοῦ!

Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι δρόμος ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο καὶ καρδιακῆς προσέγγισης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ Θεό! Αὐτὴ ἡ πορεία μετάνοιας καὶ σωτηρίας ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὴ θεώρηση τῆς πίστης ὡς θεσμοῦ ἢ ὡς μαγικῆς προσκόλλησης σὲ μία παράδοση ποὺ δὲν ξέρουμε! Ἂν ζήσουμε τὴν ἀγάπη, ὄχι ὡς ἁπλὴ ἀνθρωπιστικὴ ἀρχή, ἀλλὰ ὡς σχέση καὶ στάση ζωῆς, τότε ὁ Φωτοδότης θὰ μᾶς λαμπρύνει καὶ θὰ μᾶς σώσει!

Πηγή: users.uoa.gr/~nektar

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

ΔΥΟ ΑΦΑΝΕΙΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ

Φέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια από την κοίμηση του γέρο Ενώχ και 20 από αυτήν του γέρο Τιμόθεου, δυο αφανών και περιφρονημένων στη διάρκεια της ζωής τους αγιορειτών, που όμως με τη ζωή, τη σιωπή και τα λίγα λόγια τους βοήθησαν πολλούς και τώρα βοηθούν περισσότερους με τις προς Θεόν μεσιτείες και προσευχές τους. Οι γραμμές που ακολουθούν ας είναι ένα μικρό μνημόσυνο ευγνωμοσύνης.

Ο γέρο Ενώχ ήταν ρουμάνος. Ζούσε στις Καρυές, σε δωμάτιο που του παραχωρούσαν άλλοι μοναχοί στα κελλιά τους. Έφτιαχνε σκούπες από αγριόχορτα (μια απ' αυτές εκτέθηκε το 1997 στη Θεσσαλονίκη, στην έκθεση των αγιορειτικών κειμηλίων). Τις έδινε σε κάποια μοναστήρια, με αντάλλαγμα λίγα τρόφιμα. Αυτά δεν τα ήθελε για τον εαυτό του αλλά για κάποιους ασκητές που ζούσαν στο δάσος, απομονωμένοι κι άγνωστοι στους πολλούς.
Ήταν ρακένδυτος, γεμάτος ψύλλους. Δεχόταν με ευγνωμοσύνη ό,τι του έλεγαν ή του εδιναν. Όταν ένας ηγούμενος τού είπε ότι οι μοναχοί της μονής τον αγαπούν, απάντησε: «Δε βαριέσαι. Ο μοναχός είναι σαν τον σκύλο. Είτε του δώσεις ένα κομμάτι ψωμί, είτε μια κλωτσιά, το ίδιο καλό του κάνεις».
Δεν έλεγε πολλά, αλλά στα λίγα λόγια του διέκρινες τη σοφία του Θεού. Όπως κι άλλοι ρουμάνοι μοναχοί που είχαν «κανόνα», αντί για την «ευχή», να απαγγέλλουν σιγοψιθυρίζοντας όλο το Ψαλτήρι καθημερινά -κάποιοι το είχαν αποστηθίσει- συνήθιζε να το διαβάζει στη σλαβονική μετάφραση, που επικρατούσε στη Ρουμανία μέχρι τον 19ο αιώνα. Όταν τον ρώτησε ο ίδιος ηγούμενος: «Γιατί, στα σλαβονικά, κι όχι στα ρουμανικά; Κι αυτό μετάφραση είναι. Στα σλαβονικά μεταφράστηκε από τα ελληνικά κι εκεί από το εβραϊκό πρωτότυπο», απάντησε: «Μπρε, αυτός που το μετέφρασε στα σλαβονικά ήταν άγιος. Ο ρουμάνος μεταφραστής ήταν άγιος;» Με το Άγιο Πνεύμα που είχε μέσα του, ήταν σε θέση να διακρίνει την πνευματικότητα των μεταφραστών, αν αποδίδουν σωστά τον ένθεο λόγο, αν καταστρέφουν ή όχι τα κεκρυμμένα για τους πολλούς νοήματα. (Μια άλλη οπτική στο πρόβλημα της «λειτουργικής μεταρρύθμισης».)
Το 1979 άρχισε να χάνει τις αισθήσεις του και να πέφτει κάτω στις Καρυές. Ο τότε -λόγιος και διάσημος- πρωτεπιστάτης αποφάσισε να τον στείλει εκτός Αγίου Όρους, σε γηροκομείο, για να μη σκανδαλίζει τους προσκυνητές, να διασφαλιστεί η «ευπρέπεια». Τον περιμάζεψαν στη μονή Σταυρονικήτα, όπου και εκοιμήθη μετά από λίγους μήνες. Με τους περισσότερους μοναχούς της μονής να τον περιστοιχίζουν, ξεψύχησε ήρεμα, σαν να κοιμόταν, με το πρόσωπό του να λάμπει και να μεταγγίζει στους γύρω την ακτινοβολία της Χάριτος.


Ο γέρο Τιμόθεος
Ο γέρο Τιμόθεος ήταν από την Προύσα. Μιλούσε με έντονη μικρασιάτικη προφορά. Κυκλοφορούσε ρακένδυτος, μ' ένα χοντρό παλτό και με τα λίγα μαλλιά του κουρεμένα πολύ κοντά. Έζησε σε διάφορες καλύβες της Καψάλας. Όταν μια καλύβα γκρεμιζόταν, αφού δεν τις συντηρούσε, πήγαινε σε άλλη. Όταν τον ρωτούσαν πώς περνά, απαντούσε: «Εφόσον έχω φαγητό και τζάκι, είμαι πασάς. Φαΐ ζωή, νηστεία θάνατος». Ήθελε να δίνει την εντύπωση του αμελούς και υλόφρονος.
Κατηγορούσε τον εαυτό του συνέχεια, με μεγάλη ευρηματικότητα σε επίθετα. Συνήθως έλεγε ανοησίες. Όμως, κάποιες φορές, όταν ένιωθε ότι το απαιτούσε η περίσταση, απαντούσε καίρια, σε προβλήματα μοναχών και δοκίμων, χωρίς να του τα πουν και που πολλές φορές δεν τα είχαν εκμυστηρετεί σε κανέναν. Ή κριτίκαρε επιγραμματικά και πολύ εύστοχα, μπροστά στον ηγούμενο και παρουσία τους, τους μοναχούς που γνώριζε ότι θα δέχονταν την κριτική του. Γι' αυτούς που ένιωθε ότι θα πληγώσει, σιωπούσε, λέγοντας στον ηγούμενο «εσύ ξέρεις». Ή προέλεγε, με τρόπο λίγο παιγνιώδη, τους πειρασμούς που θα συναντούσαν χρόνια μετά.
Οι απαντήσεις του δεν ήταν ανάλογες μ' όσα του έλεγες αλλά μ' αυτό που διέκρινε μέσα σου. Πολλές φορές αποκαλούσε τον εαυτό του χαζό. Ένας ευαίσθητος μοναχός του είπε: «Είμαι χαζός.» Για να μην τον πληγώσει, του απάντησε: «Δεν είσαι χαζός. Καλός είσαι». Τότε πήγαν κι άλλοι μοναχοί και του είπαν το ίδιο. Στον έναν απάντησε: «Χαζός είσαι και φαίνεσαι». Στον άλλο: «Αυτά που δεν πιστεύεις, να μην τα λες», κοκ.
Ένας μοναχός εξομολογήθηκε:
«Όταν ήμουν δόκιμος, πήγαινα με τα πόδια στις Καρυές, για να ταξιδέψω προς την πατρίδα μου, με αφορμή ένα μικροπρόβλημα της υγείας μου. Ο γέρο Τιμόθεος με συνάντησε στον δρόμο, με ρώτησε πού πάω και, μετά την απάντησή μου, μου λέει: «Πόσον καιρό έχεις στο Όρος;» «Εννιά μήνες». «Ε, λοιπόν, θα χάσεις εννιά μήνες». Όταν, μετά από μια βδομάδα, επέστρεψα στο Άγιο Όρος, η καρδιά μου ήταν στεγνή όπως πριν από εννιά μήνες.
Άρχισε να έρχεται πιο συχνά στο μοναστήρι όταν είχα έναν περίπου χρόνο μοναχός. Σχεδόν αμέσως μου κριτίκαρε δυο από τους παλαιότερους πατέρες, αυτούς με τους οποίους είχα τις στενότερες σχέσεις, χωρίς να του αναφέρω τίποτα, μνημονεύοντας μάλιστα και την καταγωγή της μητέρας του ενός -ζήτημα αν είχε ανταλλάξει δυο κουβέντες μαζί του. Για τον έναν, οι κρίσεις του ήταν τελείως αρνητικές. Για τον άλλο, και θετικές και αρνητικές. Απόρησα, διότι μέχρι τότε τα έβλεπα όλα καλά σ' αυτούς. Όταν, τα επόμενα χρόνια, αντιμετώπισα πολλές δυσκολίες και πειρασμούς απ' αυτούς, θυμήθηκα τον γέρο Τιμόθεο.
Κάποτε ήμουν επι της υποδοχής των προσκυνητών. Ήλθε ένας εύελπις, που είχε περάσει από τον γέρο Παΐσιο και δεν «αναπαύθηκε» με τις συμβουλές του. Με ρώτησε αν υπάρχει κάποιος έμπειρος γέροντας, να τον συμβουλευτεί. Τον έστειλα στον π. Τιμόθεο, δαγκώθηκα όμως μέσα μου, γιατί ήξερα ότι δεν ήθελε να τον διαφημίζουμε. Ο εύελπις ούτε απ' αυτόν ικανοποιήθηκε. Μετά από λίγο έρχεται ο γέρο Τιμόθεος και με ρωτά: «Τι μέρα είναι;» «Πέμπτη.» «Πέμπτη! Κι εγώ νόμιζα πως είναι Δευτέρα. Τίποτα δεν ξέρω.Ούτε τι μέρα είναι.» Το θεώρησα διακριτική και έμμεση μομφή για μένα και δεν του έστειλα κανένα στο εξής».
Ο γέρο Τιμόθεος κοιμήθηκε στη μονή Σταυρονικήτα το 1989, όπου έζησε τα τριάμιση τελευταία χρόνια της ζωής του.

*Ευχαριστούμε τον Τhiv για την συγγραφή και παραχώρηση του κειμένου στο blog μας.

Πηγή:www.plibyos.blogspot.com