ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ πρ. ΚΙΣΑΜΟΥ ΚΑΙ ΣΕΛΙΝΟΥ ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ
Η αγάπη είναι ασφαλώς η ωραιότερη λέξη που αγαπούν να λένε οι άνθρωποι. Μα είναι συγχρόνως και μια λέξη που οι άνθρωποι τη λένε με τόση προχειρότητα και της κάνουν τόση κατάχρηση και τόση νοθεία.
Όταν διαβάζη κανείς τα τρυφερά γράμματα των αγαπημένων και ακούει τις ωραίες εξομολογήσεις και τους όρκους των, όταν βλέπωμε με τα ίδια μας τα μάτια την αληθινά αγαπημένη ζωή των ερωτευμένων, των αρραβωνιασμένων, των υπαντρεμένων και κείνων που αρχίζουν όμορφα και μυστικά να πλέκουν τα ειδύλλιά των, είμαστε έτοιμοι να πιστέψωμε στην ειλικρίνεια της αγάπης και να εγκωμιάσωμε τη δύναμη και την αθανασία της.
Όμως όταν αντίστροφα παρασταθούμε στη διάψευση και απιστία της αγάπης και δούμε πάλι με τα μάτια μας να κόβωνται οι σχέσεις, να διαλύουν οι αρραβώνες και να χωρίζουν τα ανδρόγυνα και ακόμη χειρότερα, να μεταβάλλωνται οι όρκοι της αγάπης σε κατάρες και τα χέρια που αγκαλιάζουν και χαϊδεύουν να πιάνουν στιλέτα και φαρμάκια για να σκοτώσουν εκείνον ή εκείνη που ως τα χθες ακόμη ελάτρευαν, τότε στ’ αλήθεια σταματά το μυαλό μας και δοκιμάζομε μια αποστροφή και μια φρίκη γι’ αυτό που λέγεται ανθρώπινη αγάπη. Και μαζί μ’ αυτά δοκιμάζομε μια απογοήτευση και μια απαισιοδοξία για τον άνθρωπο και τη ζωή του.
Φιλόσοφοι, ποιητές και κοινωνιολόγοι έχουν σταθή με έκπληξη, με φόβο κι’ ειρωνεία ή και τρομερή μελαγχολία μπροστά στα φαινόμενα αυτά της αποτυχεμένης αγάπης και καθημερινά χιλιάδες μικροί κι’ απλοί άνθρωποι καίνε την καρδιά και καταστρέφουν τη ζωή των και τη ζωή ακόμη τόσων άλλων μ’ αυτό το όμορφο και επικίνδυνο πυροτέχνημα της αγάπης. Όμως, ένας Χριστιανός στοχαστής, δεν απορεί καθόλου για όλα αυτά. Γιατί ξέρει πως ο άνθρωπος είναι «αμαρτωλός», έχει ατέλειες κι’ αδυναμίες κι’ είναι φυσικό και ψυχολογημένο και κείνο που βγαίνει από την καρδιά και το κορμί του ανθρώπου νάχη τα σημάδια της ατέλειας και της αδυναμίας. Γιατί ξέρει πως, ο άνθρωπος που δεν αναγεννήθηκε και δε ζη ακατάπαυστα μέσα στη Χάρη του Θεού, δεν μπορεί να βρίσκη υπεράνθρωπες και ανώτερες δυνάμεις να δαμάζη τον κτηνώδη εγωϊσμό του και να κατανικά τα πάθη του. Γιατί ξέρει πως ο άνθρωπος που τολμά να μιλή με τα θνητά του χείλη για την αθάνατη αγάπη, αργά ή γρήγορα θα την προδώση. Γιατί αγάπη αληθινή δεν θα πη δώσε, αλλά πάρε. Κι’ όποιος θέλει στ’ αλήθεια ν’ αγαπά, πρέπει να μάχεται κάθε στιγμή εναντίον του εαυτού του. Πολλές φορές κατορθώνομε έστω και προσωρινά να κοιμίζωμε και να νικούμε τον εγωϊσμό μας, να παραμερίζωμε ολότελα τον εαυτό μας κι’ είμαστε τότε έτοιμοι κι’ άξιοι για την αγάπη.
Μα όταν ξυπνά πάλι μέσα μας ο εαυτός μας, με όλες εκείνες τις νόμιμες και παράλογες απαιτήσεις του, τότε δεν υπάρχει τόπος για την αγάπη και τότε ακριβώς βλέπει κανείς εκείνο το θλιβερό και φρικιαστικό θέαμα. Κείνους που αγαπούσαμε και λατρεύαμε χθες, τους μισούμε και τους βλέπομε μ’ αποστροφή σήμερο. Σωστό είναι, λοιπόν, να βλέπωμε καθαρά τα πράγματα και να μη λέμε παχειά λόγια για την αγάπη. Όμορφη, καθαρή, παντοτεινή και δυνατή αγάπη, δεν μπορεί να φυτρώση στην καρδιά του συνηθισμένου ανθρώπου, του ανθρώπου που δεν ζη μέσα στο φως και τη Χάρη του Θεού.
Εκ του περιοδικού «Ενοριακή Ευλογία», Αριθμ. Τεύχους 108-109, Ιουνίου-Ιουλίου 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου