Ο Άγιος Νικόδημος υπήρξε προ πάντων ένας ταπεινός, γνήσιος, αληθινός, άγιος μοναχός. Πίστευε βαθιά στην αξία της μοναχικής ζωής καί την έζησε, άφ' ης ήλθε στο 'Αγιον Όρος μέχρι την μακαριά τελευτή του, με αδιάκοπο ζήλο καί συνέπεια.
Έφθανε το παράδειγμα της αγίας μοναχικής του ζωής, για να είναι υποτύπωσης καί στηλογραφία κάθε ορθοδόξου μοναχού. Όμως, επειδή έλαβε πλούσια τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, «έρρευσαν εκ της κοιλίας αυτού ποταμοί ύδατος ζώντος» (πρβλ. Ίω. ζ', 38) καί «εξηρεύξατο ή καρδία του λόγους αγαθούς» (πρβλ. Ψαλμ. 44) περί της εις Χριστόν πίστεως, της εν Χριστώ ζωής καί της μοναχικής πολιτείας.
Ας αντλήσομε καί εμείς, Πατέρες καί αδελφοί, από τους λόγους αυτούς νάματα καθαρά, τα όποια είθε δι' ευχών του Αγίου καί δι' ευχών Σας να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε βαθύτερα καί να βιώσουμε την χριστιανική καί μοναχική μας πολιτεία.
Α'.
Ό άγιος Νικόδημος θαυμαστής, εραστής καί διαπρύσιος κήρυξ της μοναχικής πολιτείας.
Αφ' ότου ως νέος γνώρισε τους οσίους Γέροντες Σίλβεστρο, Αρσένιο, Γρηγόριο καί Νήφωνα, ό θείος πόθος πυρπόλησε την καρδιά του για την ισάγγελον ζωή των μοναχών. Τόσος ήταν ό ένθεος ζήλος του, ώστε του ήταν αδύνατον να παραμείνη καί μία ακόμη στιγμή στον κόσμο, όπως φαίνεται από το περιστατικό πού έλαβε χώρα στο λιμάνι της Νάξου την ήμερα της αναχωρήσεως του για το Αγιον Όρος.
Όταν γραφή για το κάλλος της παρθενίας καί της μοναχικής ζωής, δεν φείδεται λέξεων καί εκφράσεων για να το περιγράψει:
«Τι άλλο ποθεινότερο, ωσάν το να μιμείται τινάς επί γης των Αγγέλων την πολιτείαν; Τι άλλο ερασμιώτερο ή μακαριστώτερο, ωσάν το να είναι τινάς ενωμένος με τον αγαπητόν του Θεόν δια της αγάπης καί της αδιάλειπτου εν καρδία προσευχής, ήτις ξεύρει να αποκτάται δια μέσου της ησυχίας; Καί ποτέ μεν να φωνάζει με τον Παύλον' «τίς ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού...»καί τα εξής· ποτέ δε με τον θεοφόρο Ιγνάτιο "ό εμός έρως εσταύρωται...";».
Όταν Στις διδαχές του προς τους εν τω κοσμώ Χριστιανούς υποχρεώνεται να συγκρίνει την μοναχική ζωή με άλλους τρόπους χριστιανικής ζωής, αυτός ό εραστής της μοναχικής ζωής γράφει:
«Διατί να μη διάλεξης την παρθενική ζωή ν των μοναχών, ή οποία είναι ή πλέον καλλίτερα, ή πλέον αγιότερα καί ή πλέον μακαριότερα από όλας τάς αλλάς ζωάς των υπανδρεμένων;».
Όταν πάλιν ερμηνεύει τον αναβαθμό του πλ. α' ήχου: «τοις ερημικοίς ζωή μακαριά εστί, θεικώ έρωτι πτερουμένοις», γράφει: «μακαριά δε είναι ή ζωή των ερημιτών. ..διατί αυτοί πτερούνται προς τον Θεόν με ένα διάπυρον, με ένα υπερβολικόν , καί με ένα επιτεταμένον έρωτα».
Χρησιμοποιεί επίθετα πού αποκαλύπτουν τον θείο έρωτα της ιδικής του ψυχής καί την αγάπη του για την έρημία. Γι' αυτό κάνει την πολύ ορθή παρατήρηση: «Άλλ' ουδέ είπεν ό Μελωδός ότι οί ερημίται ερώσι τον Θεόν, άλλ' ότι πτερούνται με τον θεικόν έρωτα».
Β'.
Οί απόψεις του Αγίου Νικόδημου περί της ασκητικής ζωής στην επιστολή "Απολογία περί Μοναχισμού".
Συστηματικότερα εκθέτει τις απόψεις του περί της μοναχικής ζωής ό Άγιος στην εν λόγω επιστολή Την είχε στείλει σε κάποιον Θωμά, σπουδαστή στην Βιέννη, ό όποιος είχε διατελέσει μαθητής του αοιδίμου διδασκάλου, αγίου Αθανασίου του Παρίου, καί εκ Βιέννης είχε γράψει κατά της μοναχικής ζωής. Ό άγιος Νικόδημος, εκ συμπαθείας προς τον υπεραλγούντα άγιο Αθανάσιο, στον όποιο ό νεαρός Θωμάς είχε υποσχεθεί να γίνη μοναχός, καί εξ αγάπης προς τον πλανηθένια αυτόν σπουδαστή, έγραψε διεξοδική ανασκευή των έξης κατά του μοναχισμού απόψεων πού περιείχοντο στο γράμμα του Θωμά:
α) Ότι δεν υπάρχει χειρότερο καί ολεθριώτερο πράγμα από την ασκητική ζωή.
β) ότι οί ερημίται δεν άφησαν συγγράμματα αληθείας καί δεν ωφέλησαν μήτε εαυτούς μήτε τον κόσμο,
γ) ότι ή νηστεία δεν έχει ικανά ερείσματα στην Αγία Γραφή,
δ) ότι ή ασκητική κακοπάθεια δεν τιμά τους ασκητές, αλλά τους κατατάσσει με τα άλογα ζώα. Καί,
ε) Ή παρθενία των μοναχών προσκρούει στην εντολή του Θεού για την αύξηση του γένους καί στην ευλόγηση του γάμου από τον Κύριο εν Κανά.
Ό άγιος Νικόδημος, έναντι των απόψεων αυτών εκθέτει τα εξής:
α) οι όσιοι Πατέρες με την άσκηση τους στην έρημο έφθασε σε τελεία ένωση με τον Θεό. Έτσι αληθινά ωφέλησαν τον εαυτό τους. Άλλα καί με την προσευχή τους εξιλέωναν τον Θεό για τις αμαρτίες του κόσμου καί παντοιοτρόπως ευεργετούσαν τους ανθρώπους επιστρέφοντες τα πλήθη στην θεογνωσία. Άφησαν επίσης συγγράμματα απαράμιλλου αξίας καί αιωνίου κύρους, όπως τα ασκητικά του Μεγ. Βασιλείου, ή Κλίμαξ, ή Φιλοκαλία κ. α. Ακόμη καί οί Κανόνες των Ιερών Συνόδων είναι εν τινι μετρώ έργο των οσίων μοναχών, έφ' όσον σ' αυτές παρίστατο καί μοναχοί καί ασκητές
β) Την νηστεία θεσμοθέτησε ό Θεός στον Παράδεισο της Εδέμ, φύλαξαν Ιουδαίοι καί εθνικοί, καί επανανομοθέτησε ό Κύριος νηστεύσας 40 ήμερες στην έρημο.
Ό σκοπός της νηστείας είναι να καθαρθεί ό άνθρωπος από την παχύτητα των παθών, ώστε ό νους να λεπτυνθεί καί να γίνη επιτήδειος για την πνευματική εργασία.
γ) Με την ασκητική κακοπάθεια τιθασεύονται οι εμπαθείς ορμές καί ό νους ελεύθερος από την αιχμαλωσία των παθών ημπορεί να αδολέσχη στα πνευματικά νοήματα. Με αυτήν οι μοναχοί αγωνίζονται να μιμηθούν την πολιτεία των Αγγέλων. Ή πολύωρος προσευχή, στον ναό ή , η μονολόγιστος ευχή, δεν είναι Βαττολογία αλλά έλλογος συνομιλία με τον Θεό. Το γυμνητεύειν είναι εκούσιος μίμησις του γυμνωθέντος επί του Σταυρού Κυρίου. Ή αγρυπνία προσφέρει στην ψυχή χερουβικούς οφθαλμούς για να θεωρεί τον Θεό. Ή πείνα, τέλος, καί ή δίψα γυμνάζουν τον νου να ηγεμονεύει επί των αλόγων ορέξεων αντί να κυριαρχείται από αυτές.
δ) Την παρθενία τίμησε ό Κύριος, ό οποίος γεννήθηκε παρθένος εκ παρθένου Πατρός κατά την άναρχο Θεία Του γέννησι καί εκ της αειπαρθένου Μητρός Του κατά την εν χρόνο δευτέρα Του γέννησι. Την παρθενία τίμησαν οί άγιοι Απόστολοι, όπως ό επιστήθιος μαθητής 'Ιωάννης και ιδιαιτέρως ο μέγας Παύλος ο οποίος ήθελε και οι έχοντες γυναίκα να ζουν ως μη έχοντες, διότι παράγει το σχήμα του κόσμου. Ή παρθενία είναι μίμησης της μακάριας ζωής των πρωτοπλάστων προ της πτώσεως.
Κατακλείων την επιστολή του ό άγιος Νικόδημος επισημαίνει τα αίτια της κακής αλλοιώσεως καί της κατά του μοναχισμού πολεμικής του σπουδαστού της Βιέννης. Μεταξύ των άλλων καί την απειρία της ομορφιάς καί γλυκύτητας της μοναχικής ζωής, περί της οποίας γράφει: «Αχ, αδελφέ μου· πιστευσόν μοι εξ αγάπης καί αληθείας λέγοντι, ότι αν ό Θεός ήθελε σε καταξίωση να έλθεις να καθίσεις όχι πολύ, αλλά μόνο δύο χρόνους, καί οπωσούν να έλθη ό νους σου εις εαυτόν εκ του κάτωθεν διασκορπισμού καί περιπλανήσεως, βεβαιότατα ήθελες ευχάριστης κάθε ώραν με γλυκύτατα δάκρυα τον αγιον Θεόν ήθελες ελεεινολογήσεις τους χρόνους όπου πέρασες εις την ματαιότητα...».
Δεν παραλείπει μάλιστα στο τέλος να τον προτρέψει στην μοναχική ζωή για να εκπλήρωση την πρώτη του υπόσχεση: «Φαντάσου πάντοτε καί συλλογίσου την καλογερική ζωήν ως μέγα τι πράγμα καί ούράνιον...Τοιαύτης ευτυχίας καί δόξης επιτυχείν πόθησον, αδελφέ, καί καταλιπών την αυτόθι Πεντάπολιν (εννοεί την Βιέννη), φεύγε ως ό Λώτ εις το όρος τούτο το Σηγώρ, τον λιμένα της σωτηρίας, τόν ευανθή της Θεοτόκου παράδεισον, να ενδυθείς το μοναχικό σχήμα καί να αποδώσεις τω Κυρίω τάς ευχάς σου, ίνα καί Θεόν καί Αγγέλους καί Αγίους χαροποίησης...εξαιρέτως δε' τον ιερόν σου διδάσκαλο καί πάντας ημάς τους εν Χριστώ σου αδελφούς».
Γ.
Ή μοναχική ζωή κατά τον άγιο Νικόδημο.
Ό άγιος Νικόδημος αγάπησε την τελεία μοναχική ζωή, όπως αυτή αποκρυσταλλώθηκε στην Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών. Ουδέποτε ψήνεται να επηρεάσθηκε από τον δυτικό ακτιβιστικό μοναχισμό. Δεν αντιλαμβάνεται την άσκηση ως αυτοσκοπό, αλλά ως μέσο για την τελεία ένωση με τον Θεό. Γι' αυτό καί όταν είναι αυστηρός Στις συμβουλές του, δεν περιορίζει το νόημα στην σωματική κακοπάθεια, αλλά αποβλέπει στην ελευθερία του νου από την αιχμαλωσία των παθών καί στην ένωση του με τον Θεό δια της νοερας εργασίας.
Στις διδασκαλίες του περί της μοναχικής ζωής φαίνονται τα γνωρίσματα του γνησίου Ορθοδόξου Μοναχισμού. Σημειώνουμε τα σπουδαιότερα:
α) Ό πόθος καί ή αγάπη προς τον Θεό.
Φεύγει ό μοναχός στην έρημο, μακριά από τα φθαρτά καί μάταια του κόσμου, για να αγαπήσει αμετεωρίστως «το άκρον καί ανώτατον εραστόν, όπερ εστίν ό Θεός». Το άπειρον θείο κάλλος έλκει την ψυχή του μονάχου προς ένα «απαύστον καί αεικίνητον» θείο πόθο, ή δε έρημος βοηθεί στο να μη ανακόπτεται αλλά διαρκώς να αναρριπίζετε προς τελειότερα αγάπη. Αυτά λέγει ό Άγιος ερμηνεύων τον δεύτερο αναβαθμό του α' ήχου «τοις ερημικοίς απαυστος ό θείος πόθος εγγίνεται, κόσμου ουσι του ματαίου εκτός»:«Ή αγάπη καί ό πόθος των εν τη ερήμω καί ησυχία κατακούντων μοναχών, δεν έλκεται από κανένα υλικό καί μάταιο πράγμα· ούτε γίνεται άλλοτε άλλος, δελεαζόμενος από ηδονές, ή πλούτο, ή δόξα τα όποια φθείρονται καί αφανίζονται... Επειδή λοιπόν ο Θεός είναι άπειρος κατά φύσιν καί άφραστος, δια τούτο καί ό προς τον Θεόν πόθος των ερημιτών δεν στέκεται ποτέ, άλλ' είναι πάντοτε απαύστος καί αεικίνητος, πάντοτε λαμβάνων αύξησιν, καί πάντοτε τρέχων προς το ανώτερον...· σπουδάζει μεν γαρ ό νους να άναβή εις το ύψος του θείου κάλλους, καί να χωρήση αυτό ολόκληρο επειδή όμως δεν ημπορεί, δια τούτο στοχαζόμενος, ότι εκείνο όπου δεν εδυνήθη να χωρήση, είναι ανώτερο καί ηδονικώτερο από εκείνο, όπου χώρησε· τούτου χάριν θαυμάζει καί απορεί· εκ δε του θαυμασμού, γεμίζει από θείους ερωτάς, καί πόθους αναρριπίζει διακαείς τη ψυχή... την απορία πορισμό ερώτων τιθέμενος, κατά τον αγιον καί νηπτικώτατο Κάλλιστο».
β) Ή ησυχία.
Ή ησυχία κατά τον άγιο Νικόδημο, είναι ό καταλληλότερος τόπος καί τρόπος για να εργάζεται ό νους την αδιάλειπτο νοερά εργασία. Δεν αντιλαμβάνεται ό Άγιος την ησυχία ως απραξία. Οι ιερώς ησυχάζοντες ασκούν μία σύντονο καί αδιάλειπτο νοερά εργασία νίψεως καί προσευχής.
«Οι δε εν τη ερήμω καθήμενοι, καί την ησύχιον ζωήν μεταχειριζόμενα, αυτοί καταφρονούσι μεν όλα τα ηδέα, καί παρά τοις άλλοις ποθούμενα, ως βλαπτικά της ψυχής καί από του Θεού χωρίζοντα· συμμαζόνουσι δε τον νουν τους, από κάθε σύγχυσιν του κόσμου καί θεωρίαν, μέσα εις την καρδίαν τους, καί εκεί αδιαλείπτως προσεύχονται, μελετώντες το παμπόθητον καί γλυκύτατον όνομα του Ιησού Χριστού, καί λέγοντες αγαπητικός «Κύριε Ιησού Χριστέ, υιέ του Θεού, ελέησαν με». Εκ της τοιαύτης δε αδιάλειπτου προσευχής καί συχνής μελέτης του θείου ονόματος του Ιησού, ανάπτουσι μεν την καρδίαν τους εις μόνον τον του Θεού πόθον καί έρωτα, εκτείνουσι δε καί τον νουν εαυτών εις την θεωρίαν του θείου κάλλους. Όθεν από το υπέρκαλλον εκείνο κάλλος καταθελγόμενοι, καί έξω γενόμενοι εαυτών, λησμονούσι καί φαγητά, καί ποτά, καί φορέματα καί αυτήν την φυσική ανάγκην του σώματος».
γ) Ή Χριστομίμητος υπακοή.
Ή υπακοή των μοναχών δεν είναι μία εξωτερική πειθαρχία, ηναγκασμένη ή συμβατική. Πρότυπο της έχει την υπακοή του Κυρίου στον Ουράνιο Του Πατέρα, κατά το «γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. β', 8), καί στην Ύπεραγία Μητέρα Του καί τον δίκαιο Ιωσήφ, κατά το «ην υποτασσόμενος αυτοίς» (Λουκ. β', 51).
Αληθινή υπακοή είναι ή υπακοή φρονήματος. Γράφει ό Άγιος:
«Υπότασσε λοιπόν εις αυτόν [τον δια του μοναδικού σχήματος γενόμενον γέροντα σου], όχι μόνον όλα σου τα θελήματα, το όποιον είναι ευκολότερων, άλλ' ακόμη καί όλα σου τα φρονήματα, το όποιον είναι δυσκολότερων. Πολλοί γαρ υποτακτικοί εκκόπτουσι ναι το θέλημα των καί κάμνουσι το θέλημα του γέροντος των μα το φρόνημα των δεν το εκκόπτουσι καί μάλιστα αν είναι, καί λογιώτατοι άλλ' εχουσι πάντοτε μίαν τοιαύτην ιδέαν βαθέως ριζωμένη εις την καρδίαν τους, ότι εκείνο οπού αυτά φρονούσι καί συλλογίζονται δια κάθε πράγμα, είναι καλλίτερον καί φρονιμώτερο από εκείνο οπού φρονεί καί συλλογίζεται ό γέροντας των».
Με την διδασκαλία αύτη οδηγεί τον υποτακτικό .στην αληθινή ταπείνωση, κατά το παράδειγμα του Κυρίου
Γ.
Ή μοναχική ζωή κατά τον άγιο Νικόδημο.
δ) Ή εργασία.
Το εργόχειρο ή το διακόνημα είναι απαραίτητο στον μοναχό, για λόγους πού ό άγιος Νικόδημος επισημαίνει. Πρώτα, για να μη έχη ό λογισμός του μονάχου αφορμές μετεωρισμού. Καί έπειτα, για να μη υποχρεώνεται ό μοναχός να βγαίνει στον κόσμο για συλλογή ελεημοσύνης, διότι από αυτό προκαλούνται πειρασμοί καί πτώσεις, δημιουργούνται αφορμές σκανδαλισμού των κοσμικών καί εισάγονται στα μοναστήρια κοσμικές συνήθειες καί φρονήματα.
Διευκρινίζει ό άγιος Νικόδημος, ότι το είδος της εργασίας πρέπει να είναι τέτοιο, ώστε να μη βάζει τον μοναχό σε μέριμνες, πειρασμούς καί αισχροκέρδειες, Ιδιαιτέρως δε για τον ερημίτη να μπορεί να επιτελείται απερίσπαστος στο ερημικό του καλύβι.
ε) Ή προσευχή.
Όλος ό μοναχικός αγώνας, κατά τον άγιο Νικόδημο, συντείνει στο να εξασφάλιση στο νου μας την ελευθερία να προσεύχεται απερίσπαστος. Ό ίδιος ως ερημίτης ειργάζετο την μονολόγιστο ευχή καί αυτήν συνιστούσε ενθέρμως:
«Ό Ιησούς λοιπόν, παρακαλώ σε καί τρίτον, ας είναι γλυκύ μελέτημα της καρδίας σου, ο Ιησούς ας είναι εντρύφημα της γλώσσης σου · ό Ιησούς ας είναι το αδολέσχημα καί ή ιδέα του νοός σου · εν συντομία, ό Ιησούς ας είναι ή αναπνοή σου · καί ποτό να μη κορέννυσαι επικαλούμενος τον Ιησούν».
Άλλα παραλλήλως δίδασκε καί την αναγκαιότητα της κοινής προσευχής καί θείας λατρείας στον ναό. Στο έργο του Χρηστοήθεια των Χριστιανών ό Άγιος προτρέπει τους εν τω κόσμο Χριστιανούς να συμμετέχουν στον Εσπερινό, στον Όρθρο καί στην Θεία Λειτουργία μαζί με τα παιδιά τους, για να συνηθίζουν, καί συνιστά να μη απέχουν από τίς κοινές Ακολουθίες προφασιζόμενοι την κατ' ιδίαν προσευχή στο σπίτι. Χάριν της κοινής προσευχής στον ναό συνέθεσε Κανόνες διαφόρων εορτών, συνέταξε το Θεοτοκάριο καί ερμήνευσε τους ειρμούς των δεσποτικών καί θεομητορικών εορτών, ώστε ή ψαλμωδία να είναι λογική λατρεία.
στ) Ή αγάπη.
Ή μοναχική άσκησης χωρίς αγάπη δεν σώζει. Ό άγιος Νικόδημος το τονίζει με έμφαση:
«Δεν είναι θρήνων άξιον, να βλέπη τινάς τόσους καί τόσους αδελφούς να αφήσουν τον κόσμον, καί να κατοικούν μέσα εις τα όρη καί τα σπήλαια, δια να σώσουν την ψυχήν τους · να εκχέουν τόσους αιματωμένους ίδρωτας · να αγωνίζονται με υπερβολικούς αγώνας, νηστειών, αγρυπνιών, κακοπαθειών, νωτοφορούντες, υδροφορούντες, και πεζοί οδεύοντες μέσα εις δύσβατους και αμφικρήμνους τόπους, καί ύστερον από όλα αυτά, να βλέπη τους τοιούτους να τρέφουν εις την καρδίαν τους εν τόσον φαρμακερό βασιλίσκο; το μίσος, λέγω, κατά των αδελφών τους ; ω! καί τίς να μη αναστενάξει; ω! καί τίς να μη χύση καρδιοστάλακτα δάκρυα;».
Ό άγιος Νικόδημος άσκησε την αγάπη, παρότι έζησε έντονα τίς συνέπειες των αγώνων του υπέρ των ορθοδόξων παραδόσεων, κατηγορήθηκε, συκοφαντήθηκε, διώχθηκε.
Στην Ομολογία Πίστεως, πού χρειάσθηκε να σύνταξη για να πληροφόρηση, όπως λέγει, τους μη ειδότας καί να διόρθωση τους εν γνώσει κατηγορούντας, γράφει περί των κατηγόρων του πού δυστυχώς είχαν αποκλίνει από την αγάπη:
«Ή μοναδική πολιτεία απαιτεί να έχουν οί Μοναχοί πραότητα, καί αταραξία καρδίας· αυτοί όμως οί ευλογημένοι...ταράττονται., ανάπτουν από τον θυμό, καί ευθύς λέγουν τα δυσφημότατα.,. καί με τούτο δείχνουν το μίσος καί την πικρία, όπου φυλάττουν μέσα εις την ψυχήν τους».
Τους παρακαλεί να συνέλθουν, να αφήσουν τα πείσματα, να εκριζώσουν το μίσος καί να εγκολπωθούν την αγάπη.
Στην αντίθετη περίπτωση, καταλήγει ό άγιος Νικόδημος, «εάν δεν εκριζώσετε το μίσος από την καρδίαν σας, και δεν εμφυτεύσετε την άγάπην, καί εάν δεν παύσετε από τάς κατά των αδελφών σας δυσφημίας, να ηξεύρετε (καί σύγγνωτε ημίν δια την τόλμη) ότι ματαίως κατοικείτε εις τα όρη καί τα βουνά· μάταιοι είναι όλοι οί ασκητικοί σας αγώνες καί κόποι καί ίδρωτες · να ειπούμε καί το μεγαλύτερον; μαρτύριο αισθητό εάν υπομείνετε δια τον Χριστόν, έχετε δε μίσος, μάταιο είναι το τοιούτον μαρτύριο σας».
Δ'
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΖΩΗΣ
Ο Άγιος δεν θαύμαζε μόνο, ούτε μόνο υμνούσε την μοναχική ζωή, αλλά από την προσωπική του πείρα έγινε καί διδάσκαλος αυτής. Πρόκρινε καί συνιστούσε την μοναχική ένταξη της εν τω κοσμώ χριστιανικής ζωής δια τους δυναμένους χωρείν όπως φαίνεται στην ΣΤ' Μελέτη του στα Πνευματικά Γυμνάσματα, οπού εξηγεί γιατί ή μοναχική ζωή είναι καλλίτερα, αγιότερα καί μακαριότερα της εν τω κόσμο. Θεωρούσε ότι ή μοναχική ζωή είναι ό καλλίτερος τρόπος μετανοίας. Γι' αυτό εύχεται σε όσους τυχόν αμάρτησαν πολύ, να τους φώτιση ό Θεός να γίνουν μοναχοί «καθότι ή Μοναχική πολιτεία, είναι πολιτεία της μετανοίας».
Επειδή ό ίδιος είχε γευθεί τους γλυκείς καρπούς της μοναχικής ασκήσεως, ήθελε όλα οι δυνάμενα να γίνουν μοναχοί, να μη παρασυρθούν από την φιλοζωία καί φιλοσαρκία καί παραμείνουν έτσι στον κόσμο, αλλά να ακολουθήσουν την στενή καί τεθλιμμένη οδό των μοναχών:
«Είδες αδελφέ, πόσα καλά προξενεί ή ερημική ζωή; είδες εις ποίον ύψος θεϊκού πόθου αναβιβάζει τον άνθρωπον; λοιπόν, εάν καί εσύ επιθυμείς τα αγαθά της ερημικής ζωής, ταύτην την ζωήν αγάπησαν ταύτην διάλεξε από τάς αλλάς ζωάς· καί αφήσας κόσμον καί τα εν κοσμώ φθαρτά καί μάταια, πήγαινε εις το Αγιον Όρος ή εις το Σίναιον, ή εις κανένα άλλο μέρος, γενού μοναχός ».
Ήθελε ή αναχώρησης από τον κόσμο να ακολουθείται από τον αγώνα να εκριζωθούν οι προλήψεις καί φαντασίες των κοσμικών πραγμάτων, ώστε στην ζωή του μοναχού να φανερώνεται ή διπλή σταύρωσης, για την οποία λέγει ο Απόστολος «εμοί κόσμος εσταύρωται, κάγώ τω κοσμώ». Αποτέλεσμα της διπλής αυτής πράξεως του σταυρού είναι να σβήσει ό πόθος για τα κοσμικά καί να ανάψει ό θείος πόθος.
Να εγκατάλειψη ό μοναχός τον τόπο της μοναχικής του ασκήσεως είναι κινδυνωδέστατο. Ό άγιος Νικόδημος συμβουλεύει: «μη επιστροφής πάλιν εις τον κόσμον καί τάς του κόσμου φροντίδας... άλλ' υπομένων υπόμενε ή εις την ησυχία καί ερημον, ή εν αν εκλήθης Κοινοβίω, ή εν Σκήτη, ή εν Κελλίω, ή εν Μοναστηρίω, εκεί καί μένε· κίνδυνος γαρ μέγας ακολουθεί σα αγαπητέ, μήπως εξερχόμενος εκ του τόπου σου, εξέλθης καί εκ του τρόπου σου».
Αποκαλύπτει ό Άγιος τίς πιο συχνές αιτίες μεταβάσεως στον κόσμο καί συμβουλεύει: «Πρόσεχε δε μη σε απατήσει ό διάβολος καί σε εκβάλει από την ησυχία, ή διατί ησθένησας καί θέλεις να ιατρευθής, ή δια να υπάγης εις σχολείον να μάθης τάχα μεγαλύτερα μαθήματα- εκ του διαβόλου γαρ είναι αι προφάσεις αυταί, με σκοπόν δια να σε ρίψη εις καμία παγίδα, καί να θανάτωση την ψυχήν σου, εν τω κοσμώ ευρισκομένου».
Προτρέπει ό άγιος Νικόδημος τους μοναχούς να είναι φως καί παράδειγμα για τους κοσμικούς, όπως περί της μοναχικής πολιτείας γράφει ό άγιος Ιωάννης της Κλίμακας. Γράφει: «Πρόσεχε όμως αγαπητέ, καί εάν γένης μοναχός, αγωνίσου να είσαι φως εις τους κοσμικούς· καί να γίνεσαι τύπος καί καλόν παράδειγμα εις αυτούς· ίνα βλέποντες τα καλά σου έργα, δεν κατηγορούν την μοναχικήν πολιτείαν, αλλά μάλιστα επαινούν αυτήν καί παρακινούνται εις το να μιμούνται αυτήν καύχημα γαρ της Χριστου εκκλησίας ή μοναχική πολιτεία"».
Συνιστά ό Άγιος επίσης στους μοναχούς να επιδίδονται Στην ανάγνωση των Βίων των Αγίων, διότι «οι μεν αρχάρια εξ αυτών, διδάσκονται την ξενιτιά, την αποταγή καί την παραίτηση του κόσμου, την υποταγή καί υπακοή, τον θείον φόβον καί τάς αλλάς αρετάς, όπου ανήκουσιν εις αυτούς· α δε μεσαία καί προκύπτοντες, διδάσκονται την κάθαρσιν των παθών, την διάκρισιν, την διόραση, την αρέμβαστον προσευχή, την μετά λόγου ησυχία καί τάς αλλάς άρετάς, όπου συνιστώσι τον βαθμό τους, καί τελευταίον, οι τέλεια διδάσκονται από τους βίους τούτους, την αληθή καί υψοποιόν ταπείνωσιν, την θείαν αγάπη, την ελλαμψιν του νοός, τον φωτισμό της καρδίας, την πρόγνωσιν των μελλόντων, την του νοός αρπαγή προς τον Θεόν καί την αποκάλυψιν των απόκρυφων μυστηρίων ».
Είναι, τέλος, αξιοπρόσεκτο ότι ό άγιος Νικόδημος συμβουλεύει τον εξάδελφο του επίσκοπο Ευρίπου Ιερόθεο, ότι ή μοναχική ζωή αποτελεί απαραίτητη προετοιμασία γι' αυτόν πού καλείται να αναλάβει την διαποίμανση του λάου του Θεού, τον αρχιερέα, καί εξαίρει την παλαιά συνήθεια της Εκκλησίας «το να εκλέγονται δηλαδή από του σεμνού τάγματος των Μοναχών, όλα εκείνα... όσα εμελλον να αναβώσιν εις τους υπεροχικούς θρόνους της αρχιεροσύνης, καί να εγχειρισθώσι προστασία ψυχών».
Ε
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.
Καίτοι αυστηρός ησυχαστής ό άγιος Νικόδημος, πονούσε τον λαό του Θεού πού ζούσε στην άγνοια καί στερείτο πνευματικής φροντίδας. Ή αγάπη του για την Εκκλησία τον έκανε να ανάλωση όλη του την ζωή συγγράφοντας για την οικοδομή των αδελφών του Χριστιανών.
Με το Νέον Μαρτυρολόγιον ενίσχυσε τους πρώην αρνησιχρίστους να επιστρέψουν καί πολλοί να μαρτυρήσουν για τον Χριστό.
Με το Πηδάλιον προσέφερε στην Εκκλησία το μόνο μέχρι σήμερα εν χρήσει βοήθημα για άσκηση της ποιμαντικής κατά τους Ιερούς Κανόνας.
Με την Φιλοκαλία συνετέλεσε, ώστε καί οι εν τω κοσμώ Χριστιανοί να μυηθούν στην ησυχαστική ζωή καί να την ασκούν στο μέτρο του δυνατού.
Με τα ερμηνευτικά του έργα βοήθησε να γίνεται ή λατρεία της Εκκλησίας πιο συνειδητή καί γι' αυτό λατρεία λογική.
Με τα ψυχωφελή, τέλος, συγγράμματα του συνετέλεσε ώστε ή ευσέβεια του λαού να παίρνει ησυχαστικό χαρακτήρα με προοπτική την κάθαρση της καρδιάς καί την θέωση.
Ο Άγιος Νικόδημος έδειξε ζωηρό ενδιαφέρον για την στερέωση τής Ορθόδοξου Παραδόσεως καί Αποστολικής Πίστεως στην Εκκλησία καί αγωνίσθηκε γι' αυτό. Έδειξε με την στάση του αυτή την αδιάσπαστη συνέχεια μιας παραδόσεως στην Εκκλησία, ή οποία θέλει τους μοναχούς ευαίσθητους σε θέματα πίστεως, μιας παραδόσεως πού φθάνει στον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον όσιο Μελέτιο τον Ομολογητή, τον άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη, τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, τους Όσιους Σάββα τον Ηγιασμένο καί Θεοδόσιο τον Κοινοβιάρχη καί μέχρις αυτόν τον Μέγα Αντώνιο.
Δεν είναι τυχαίο ότι έλαβε θέσιν υπέρ του (άνα)βαπτισμού των Λατίνων ως αβαπτίστων, ότι διόρθωσε καί ετοίμασε προς έκδοση την Αλφαβηταλφάβητο καί συνέγραψε τον κατά πλάτος βίο του οσίου Μελετίου του Ομολογητού, ώστε ό φιλευσεβής αναγνώστης να «γνωρίσει το φως της εδικής μας ορθοδοξίας, καί το σκότος της εκείνων κακοδόξου αιρέσεως· καί ούτως να στηρίζεται εις τα θεία δόγματα της Ανατολικής Εκκλησίας, καί να αποφεύγει τα αιρετικά καί αντίθεα φρονήματα της Δυτικής».
Είναι άξιον μνείας το γράμμα πού ό άγιος Νικόδημος έγραψε προς τον έφησυχάζοντα τότε στο Άγιον Όρος Πατριάρχη άγιο Γρηγόριο τον Ε' συνιστών τον βάπτισμα Ρωμαιοκαθολικού μοναχοί, ό όποιος «καταβαπτισμένος ων καί μεμολυσμένος τω των Λατίνων μολύσματι, προσέρχεται... όπως βαπτισθή τω της καθ' ημάς Ανατολικής του Χριστού Εκκλησίας Ορθοδόξω βαπτίσματι».
Τέλος, το καθολικό υπέρ της Εκκλησίας ενδιαφέρον του Αγίου φθάνει καί μέχρι του γυναικείου μοναχισμού, του οποίου εξαίρει την αξία καί σημασία για την ζωή της Εκκλησίας. Είναι πολύ σημαντική ή υποσημείωση του στην ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους επιστολής, οπού μεταξύ άλλων αναφέρει: «Πόσον δε καλόν καί ψυχωφελές έργον είναι να κτίζονται εις κάθε τόπον μοναστήρια καλογραιών παρά των χριστιανών εγώ δεν δύναμαι να παραστήσω δια λόγου. Όσοι γαρ χριστιανοί κτίζουν μοναστήρια καλογραιών εις τον τόπον τους, αυτοί αληθώς κτίζουν ένα λιμένα, δια μέσου του οποίου ελευθερώνουν τάς ψυχάς από την φουρτούνα του κόσμου».
Καί στην συνέχεια συνιστά ό άγιος Νικόδημος στους Χριστιανούς να φροντίζουν για την εξοικονόμηση των χρειωδών των γυναικείων μοναστηριών, προσθέτων ότι αυτοί «κάμνουν μίαν έλεημοσύνην, όπου υπερβαίνει όλες της ελεημοσύνες, όπου ήθελε κάμη τινάς εις άλλα πρόσωπα πτωχών καί ασθενών».
Ό άγιος Νικόδημος με το συγγραφικό του έργο καί ιδιαιτέρως με την αγιότητα του βίου του έγινε ένας οικουμενικός διδάσκαλος της Εκκλησίας.
Αν καί, όπως φαίνεται από τα συγγράμματα του, είχε πλουσιότερα ησυχαστική πείρα από ότι κοινοβιακή, εν τούτοις έγινε ό χειραγωγός πολλών νέων παλαιότερα καί σήμερα προς τον κοινοβιακό μοναχισμό εν Άγίω Όρει καί εκτός αυτού.
Το σημαντικό είναι ότι ή υπό ευρείαν έννοια ησυχαστική του διδασκαλία, ή αποβλέπουσα στην νηπτική εν καρδία εργασία των μοναχών, βοήθησε να γίνη κατανοητό, ότι καί ή άσκησης στα μοναχικά κοινόβια δέον να είναι κατ' ουσία ησυχαστική, οδηγούσα τους θεοφιλώς αγωνιζόμενους μοναχούς στην τελεία ένωση με τον Θεό δια της τελείας υπακοής, της κατά το δυνατόν αδιάλειπτου προσευχής καί λατρείας του Θεού, της θυσιαστικής φιλαδελφίας καί ανυπόκριτου αγάπης.
Παρακαλούμε τον όσιο Πατέρα ημών Νικόδημο τον Αγιορείτη να πρεσβεύει για τους αγωνιζόμενους σήμερα μοναχούς καί μοναχές, για την ευστάθεια των αγίων του Θεού Ορθοδόξων Εκκλησιών καί για την Ορθόδοξο Πίστη μας, πού, όπως καί στην εποχή του, έτσι καί σήμερα ειναι φως του κόσμου καί ή μόνη ελπίδα του.
*Το κείμενο ήταν εισήγηση του Αρχιμανδρίτου Γεώργιου Καψάνη, Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Γρηγορίου Αγίου Όρους, στο Επιστημονικό Συνέδριο «τΆγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης: ή ζωή και ή διδασκαλία του», το όποιο διοργανώθηκε στο Ιερό κοινόβιο του Άγιου Νικόδημου στις 21 -23 Σεπτεμβρίου 1999.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου