Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2022

Ο ΤΙΜΙΟΣ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΜΠΟΥΡΝΕΛΗ, ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

1.Προλεγόμενα.

Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ Σταυρός ὡς σημεῖο πού κάνουν ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἀποτελεῖ μεγάλη εὐλογία, ὅπλο ἀκαταμάχητο, τρόπαιο ἔναντι τοῦ ἀντικειμένου. Ταυτοχρόνως ἐγείρει πλεῖστα ὅσα ἐρωτηματικά, ὅπως τά παρακατω: Γιατί καί πῶς νά γίνεται; Τί σημαίνει; Λέγεται ὅτι οἱ πρῶτοι χριστιανοί δέν ἔκαναν τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, γιατί ἐμεῖς νά τό κάνουμε; Μήπως ἡ πίστη μας ἀπαιτεῖ λεπτομέρειες; Ἀφοῦ ἦταν φονικό ὄργανο, γιατί νά τό προσκυνοῦμε; Μέσα ἀπό τά κείμενα πού ἀκολουθοῦν θά προσπαθήσουμε νά δώσουμε κάποιες ἀπαντήσεις μέ χειραγωγούς, ὅπως πάντα τούς θεοφόρους Πατέρες.

2.Πρωτυπώσεις Σταυροῦ στήν Παλαιά Διαθήκη.

Ὑπάρχουν ἀρκετές προτυπώσεις τοῦ σημείου τοῦ Σταυροῦ στήν Ἁγία Γραφή. Ἀπό τίς ὑπάρχουσες παραθέτουμε τίς πιό κύριες. Οἱ πρῶτες σχετίζονται μέ τόν Μωϋσῆ καί ἀφοροῦν τή διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης καί τή νίκη τῶν Ἰσραηλιτῶν κατά τή μάχη τους μέ τούς Ἀμαληκίτες. Τό κείμενο τῆς Ἐξόδου μᾶς λέγει ὅτι ὁ Μωϋσῆς χώρισε καί ἕνωσε τή θάλασσα μέ δύο κινήσεις, κάθετα καί ὁριζόντια1. Γνωστή εἶναι ἐπίσης ἡ Α΄ ὠδή τῶν καταβασιῶν «Σταυρόν χαράξας Μωσῆς ἐπ’εὐθείας ράβδῳ τήν Ἐρυθράν διέτεμε»2.Ἐπίσης ὁ Ἀαρών καί ὁ Ὤρ ἐστήριζαν τά χέρια τοῦ Μωϋσέως στήν κορυφή τοῦ βουνοῦ σέ στάση προσευχῆς μέχρι τή δύση τοῦ ἡλίου. Ἐνῶ προσευχόταν, κέρδιζαν οἱ Ἰσραηλίτες τούς Ἀμαληκίτες. Θά μποροῦσε ὁ Μωϋσῆς νά προσευχηθεῖ μέ ἄλλο τρόπο καί ὄχι μέ τό σῶμα του νά σχηματίζει σταυρό3.

Μάλιστα ὁ Ἰουστῖνος ὁ φιλόσοφος καί μάρτυς ὑπεραμύνεται τοῦ ἱεροῦ συμβόλου λέγοντας: «Τό δέ ἀνθρώπινον σχῆμα δέν διαφέρει ἀπό τά ἄλογα ζῶα κατά τίποτε ἄλλο, παρά κατά τό ὅτι εἶναι ὀρθόν καί ἐπιτρέπει ἔκτασιν τῶν χειρῶν καί φέρει εἰς τό πρόσωπον ἀπό τό μέτωπον ἐκτεινομένην πρός τά κάτω τήν καλουμένην μύτην, διά τῆς ὁποίας ἐξασφαλίζεται ἡ ἀναπνοή τοῦ ζῶντος ὀργανισμοῦ καί δέν δεικνύει τίποτε ἄλλο παρά τό σχῆμα τοῦ σταυροῦ»4.

Μία προτύπωση γιά τόν τίμιο Σταυρό εὑρίσκεται στήν προφητεία τοῦ Ἰεζεκιήλ. Ὁ ἐν λόγω προφήτης γράφει: «Καί εἶπε πρός αὐτόν. Δίελθε μέσην τήν Ἱερουσαλήμ καί δός τό σημεῖον ἐπί τά μέτωπα τῶν ἀνδρῶν τῶν καταστεναζόντων καί τῶν κατοδυνωμένων ἐπί πάσαις ταῖς ἀνομίαις ταῖς γινομέναις ἐν μέσῳ αὐτῆς»5.

Κατά τόν προφήτη Ἰεζεκιήλ, ὁ Θεός ἐκάλεσε ἄνδρα καί τοῦ λέγει νά διέλθει τήν Ἱερουσαλήμ καί νά σφραγίσει μέ τό σημεῖον τά μέτωπα, ὅσων παραμένουν πιστοί στό Θεό. Μέ τήν λέξη σημεῖον ἡ Γραφή ἀναφέρεται σέ ἕνα ἰδιαίτερο σημάδι σφραγίσεως, διακριτικό αὐτῶν πού ἀνήκουν στό Θεό. Στήν ἀνωτέρω προφητεία τοῦ Ἰεζεκιήλ, ἀντί τῆς λέξεως σημεῖον, στό Ἑβραϊκό κείμενο ὑπάρχει τό σχήμα Τ (ἤ Χ, t), ὑπάρχει ἡ λέξις Τάβ. Δηλαδή λέγει ὁ Θεός στόν ἄνδρα νά σφραγίσει τούς δικούς του μέ τό σημάδι Τ πού εἶναι ὁ Σταυρός. Ἀλλά καί ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία διά τῶν Ὠριγένη, Τερτυλλιανοῦ, Κυπριανοῦ, Ἱερωνύμου ἑρμήνευσε ὅτι μέ τήν λέξη σημεῖον καί τό σημάδι Τ ἤ Χ ἤ t πού ἦταν τό 22ο γράμμα τοῦ Ἑβραϊκοῦ ἀλφαβήτου, προεφητεύετο ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ6.

Στήν Καινή Διαθήκη ἔχομε ἄπειρες μαρτυρίες ἰδιαίτερα στούς τέσσερις Εὐαγγελιστές, γιά τό σταυρό πού ἐσήκωσε ὁ Ἰησοῦς καί προσηλώθη ἐπ’αὐτοῦ. Ἐπίσης γιά νά πεισθεῖ ὁ Θωμᾶς γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ζητᾶ νά θέσει τό δάκτυλό του στά σημάδια πού δημιούργησαν οἱ ἥλοι. Καταλυτικό ἐπίσης εἶναι τό χωρίο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο θά προηγηθεῖ τό σημάδι, τοῦ Σταυροῦ στόν οὐρανό καί μετά θά ἔλθει ἡ Δευτέρα Παρουσία7.

3.Ἡ ἀπόκρυψη καί ἡ εὕρεση τοῦ ζωηφόρου Σταυροῦ.

Μετά τή σταύρωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τή λαμπροφόρο ἀνάστασή του τό μένος τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἱερατείου κορυφώθηκε. Ἔτσι θέλησαν νά μεταβάλλουν τή μορφή τοῦ τόπου τῆς σταυρώσεως, νά ἀφανίσουν κάθε σημάδι πού θά θύμιζε τή νίκη τοῦ Θεανθρώπου ἐπί τοῦ Ἅδου καί τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας. Γι’αὐτό τό λόγο ἐπιχωμάτισαν τό λεγόμενο Γολγοθᾶ καί ἔκτισαν σύμφωνα μέ τούς ἱστορικούς Σωκράτη, Σωζομενό καί Θεοδώρητο ἕνα ναό πρός τιμήν τῆς θεᾶς Ἀφροδίτης.8

Τριακόσια περίπου χρόνια ἀργότερα ὁ Κωνσταντῖνος δέχεται τήν ἐπίθεση τοῦ Μαξεντίου, ἄν καί εἶχε συνάψει συμφωνία εἰρήνης, εὑρίσκεται σέ πολύ δύσκολη θέση, ἀποφασίζει νά προσευχηθεῖ σέ Θεό ζῶντα ἐάν ὑπάρχει, καί ζητᾶ νά τοῦ φανερωθεῖ.Τότε ἄν καί δέν ἦταν χριστιανός, θεία χάριτι καί οἰκονομίᾳ, βλέπει στούς οὐρανούς τρόπαιο σταυροῦ καί ἐπ’αὐτοῦ ἐπιγραφή λέγουσα «Ἐν τούτῳ νίκα». Ἔκθαμβος θεωρεῖ ὅτι συμβαίνει κάτι παράδοξο, τή νύκτα διελογίζεται, τί μπορεῖ νά σημαίνει αὐτό τό σημεῖο, μέ συνέπεια, νά ἔχει δευτέρα θεοσημία. Ὁ Χριστός τοῦ παρουσιάζεται καθ’ὕπνον καί τόν προτρέπει νά δημιουργήσει ἀπομίμηση τοῦ φανέντος σημείου, διότι δι’αὐτοῦ θά νικήσει τόν ἀντίπαλο. Ὁ ἴδιος τό πρωί καλεῖ τούς ἀρμόδιους τεχνίτες καί περιγράφει τή σημαία πού εἶδε δίς τήν προηγούμενη ἡμέρα μέ τό μονόγραμμα τοῦ Χριστοῦ. Τό λάβαρο κατασκευάζεται, ἡ μάχη δίδεται καί ὁ Κωνσταντῖνος ἀναδεικνύεται νικητής9.

Μετά τήν περιφανή αὐτή νίκη γύρω στό 312/313 μ.Χ., ὁ Κωνσταντῖνος στρέφεται πρός τό χριστιανισμό, ἐκδίδει τό διάταγμα τῶν Μεδιολάνων τό 313, συγκαλεῖ, παρευρίσκεται, προεδρεύει τιμῆς ἕνεκεν στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τό 325 μ.Χ. καί καλεῖ τή μητέρα του κοντά του. Μάνα καί γιός διηγοῦνται βιώματα θεοπτίας. Μάλιστα ἡ πρώτη τοῦ ἀποκαλύπτει τήν παρακάτω συγκλονιστική ἐμπειρία: «Μιά νύχτα λοιπόν, ἐνῶ κοιμόταν, βλέπει στόν ὕπνο της κάποια θεϊκή ὁπτασία, πού τήν παρακινοῦσε νά ἔρθει στά Ἱεροσόλυμα καί νά φέρει σέ φῶς τούς καταχωνιασμένους ἱερούς τόπους. Στήν συνέχεια νά ἀναζητήσει τόν σεπτό τάφο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἦταν βαθιά μέσα σέ χώματα πολλά καταχωνιασμένος καί σκεπασμένος ἀπό εἰδωλολατρικό ναό, πού εἶχαν ἐπάνω του χτίσει οἱ ἐθνικοί. Νά ψάξει ἀκόμη γιά τόν ἔνδοξο καί ζωοποιό Σταυρό του»10.

Ἐκεῖνος μέ ἰδιαίτερη χαρά τήν ἀποστέλλει μέ πολλούς στρατιῶτες στά Ἱεροσόλυμα καί ὕστερα ἀπό κόπους καί θυσίες, ἄς μήν ξεχνοῦμε τήν ἡλικία της, καί τή δυσκολία τοῦ ἐγχειρήματος, βρίσκει ἀνάμεσα σέ ἄλλα χαλάσματα τόν τίμιο Σταυρό, μαζί μέ ἄλλους δύο. Ποιός ἄραγε εἶναι τοῦ σταυρωθέντος Κυρίου; Ἡ ἀπάντηση δίδεται ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Ἱεροσολύμων Μακάριο, ὁ ὁποῖος καλεῖται νά μεταβεῖ σέ μία ψυχορραγοῦσα γυναίκα. Ἀντί αὐτοῦ προτρέπει τούς καλοῦντας αὐτόν, νά φέρουν τήν ἀποθνήσκουσα ἐπί τοῦ σημείου τῆς εὑρέσεως καί νά τήν ἀκουμπήσουν ἐπί τῶν ἀνευρεθέντων σταυρῶν. Μόλις ἡ ἀσθενοῦσα ἀκούμπησε τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ κατά τόν ἱστορικό Σωκράτη,«ἀνερρώσθη καί ἐν τοῖς ὑγιαίνουσιν ἦν. Τοῦτον μέν οὖν τόν τρόπον τό τοῦ σταυροῦ ξύλον ηὕρηται. Ἡ δέ τοῦ βασιλέως μήτηρ, οἶκον μέν εὐκτήριον ἐν τῷ τοῦ μνήματος τόπῳ πολυτελῆ κατεσκεύασεν»11.

4.Ἡ πρώτη ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί οἱ λοιπές ἑορτές του.

Ἀμέσως μετά τήν εὕρεση τοῦ ζωηφόρου Σταυροῦ, ἡ Ἁγία Ἑλένη τόν συνόδευσε μετά τοῦ Ἐπισκόπου Μακαρίου μέχρι τά Ἱεροσόλυμα. Ἐκεῖ ἔγινε μέ ἰδιαίτερη χαρά δεκτός καί ὁ Ἐπίσκοπος ὕψωσε αὐτόν ἐνώπιον τοῦ λαοῦ. Ὁ λαός ἐπί τῇ θέᾳ του ἀναφώνησε, «Κύριε ἐλέησον». Ἡ πρώτη ὕψωση ὑπολογίζεται τό 326 μ.Χ. Ὅμως ὅταν τά Ἱεροσόλυμα κατακτήθηκαν ἀπό τούς Πέρσες, ὄχι μόνο χριστιανοί μεταξύ αὐτῶν καί ὁ Πατριάρχης, ἀλλά καί το τίμιο ξύλο μεταφέρθηκε στήν Περσία. Τό 628 μ.Χ. ὁ βυζαντινός αὐτοκράτωρ Ἡράκλειος κατετρόπωσε τούς Πέρσες, ἀπελευθέρωσε τούς αἰχμαλώτους καί ἐπέστρεψε τόν ζωοποιό Σταυρό στή θέση του. Τότε ὑψώθη ἐπί τοῦ ἄμβωνος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως ὑπό τοῦ ἐλευθέρου πλέον Πατριάρχου Ζαχαρίου, γεγονός τό ὁποῖον ἀποτέλεσε ἀφορμή γιά τόν ὁρισμό τῆς 14ης Σεπτεμβρίου ὡς ἡμέρα ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Ξύλου.

Ἔκτοτε ἐντός τοῦ πλαισίου τοῦ ἑορτολογίου καθιερώθηκαν καί ἄλλες γιορτές πρός τιμήν του, τίς ὁποῖες ἀπαριθμεῖ σύγχρονος ἐρευνητής σέ σχετικό ἄρθρο του:

α) Τῆς εὑρέσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἡ ὁποία ἑορτάζεται τήν 6ην Μαρτίου.

β) Ἡ ἑορτή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ἡ ὁποία ἑορτάζεται κατά τήν Γ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν.

γ) Ἡ ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τιμωμένη τήν 14ην Σεπτεμβρίου.

δ) Ἡ ἀνάμνησις τοῦ ἐν οὐρανῷ φανέντος, τό ἔτος 351, φωτεινοῦ Σταυροῦ, κατά τήν 7ην Μαΐου. Ἐφάνη εἰς τόν οὐρανόν καθ’ὅλην τήν ἔκτασιν, ἀπό τοῦ Γολγοθᾶ μέχρι τοῦ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν ἐπί Ἐπισκόπου Ἱεροσολύμων Κυρίλλου.

ε) Ἡ πρόοδος τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τήν 1ην Αὐγούστου. Εἰς τήν Κωνσταντινούπολη ὁ Τίμιος Σταυρός μετεφέρετο ἐκ τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας εἰς τό Παλάτιον καί ἐκεῖθεν τήν 1ην Αὐγούστου περιήγετο ἐπί δέκα πέντε ἡμέρας ἀνά τήν πόλιν πρός ἁγιασμόν τῆς ἀτμόσφαιρας καί ἀποτροπήν τῶν λυμαινομένων τήν πόλιν νόσων.

Ἐκτός ὅμως τῶν ἑορτῶν τούτων ὁ Σταυρός τιμᾶται καί κατά τίς δύο νηστήσιμες ἡμέρες τῆς ἐβδομάδος, ἤτοι τήν Τετάρτη καί τήν Παρασκευή12.

5.Διάδοση σημείου τιμίου Σταυροῦ καί προσκύνησή του – Ἄρση προσωπικοῦ σταυροῦ.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἀπό τόν τέταρτο αἰῶνα καί ἑξῆς τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ διαδίδεται, ἀποτυπώνεται παντοῦ, γίνεται ἀπό ἄρχοντες καί ὑπηκόους, γυναῖκες καί ἄνδρες, δούλους καί ἐλεύθερους. Τό σύμβολο τῆς πιό χειρότερης τιμωρίας, μετατρέπεται σέ ποθητό καί ἀξιαγάπητο μέσο.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος διασώζει στά ἔργα του αὐτή τήν παράδοση πού ἐπικρατεῖ στίς τάξεις τῶν χριστιανῶν λέγοντας: «Ὁ σταυρός ὑπάρχει στήν ἱερή Τράπεζα,αὐτός στίς χειροτονίες τῶν ἱερέων, αὐτός πάλι διαλάμπει στή θεία εὐχαριστία μαζί μέ τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Θά μποροῦσε κανείς νά τόν δεῖ νά ὑπάρχει παντοῦ, στά σπίτια, στίς ἀγορές, στίς ἐρημίες, στούς δρόμους, στά βουνά, στίς κοιλάδες, στούς λόφους, στίς θάλασσες καί στά πλοῖα καί στά νησιά, στά κρεβάτια καί στά ἐνδύματα, στά ὅπλα, στούς γάμους, στά συμπόσια, στά ἀργυρά καί χρυσά σκεύη, στά μαργαριτάρια, στίς τοιχογραφίες, στά σώματα τῶν πολύ ἀρρώστων ζώων, στά σώματα τῶν ἐκείνων πού ἐνοχλοῦνται ἀπό δαίμονες, στούς πολέμους, στήν εἰρήνη, στή διάρκεια τῆς ἡμέρας καί τῆς νύκτας, στίς ὁμάδες ἐκείνων πού διασκεδάζουν καί στούς συλλόγους τῶν ἀθλουμένων. Τόσο περιπόθητο σ’ὅλους ἔγινε τό θαυμαστό αὐτό δῶρο, ἡ ἀνέκφραστη αὐτή χάρη. Κανείς δέν ντρέπεται, δέν νιώθει ἄσχημα, σκεπτόμενος, ὅτι ὁ σταυρός εἶναι σύμβολο τοῦ πιό καταραμένου θανάτου, ἀλλ’ὅλοι μέ αὐτόν στολιζόμαστε πολύ περισσότερο, παρά μέ τά στεφάνια καί τά στέμματα καί τίς ἄπειρες σειρές τῶν μαργαριταριῶν»13.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἰσηγεῖται νά προσκυνοῦμε ὄχι μόνο τίς ἱερές εἰκόνες τῶν Ἁγίων προσώπων, ἀλλά ἐξόχως καί τό τρόπαιο τοῦ Χριστοῦ, ἀποτυπώνοντας τό σημεῖο του στό σῶμα μας. Ἀπό τά κείμενά του παραθέτομε ἕνα ἀπόσπασμα: «Κι ὄχι μόνο τή θεία εἰκόνα νά προσκυνήσεις, ἀλλά καί τοῦ σταυροῦ του τόν τύπο, διότι αὐτός εἶναι σημεῖο μέγιστο καί τρόπαιο Χριστοῦ ἐναντίον τοῦ Διαβόλου καί ὅλης τῆς ἀντίθετης φάλαγγος, γι’αὐτό καί φρίττουν καί τρέπονται σέ φυγή βλέποντας τόν τύπο αὐτόν. Αὐτός ὁ τύπος, καί προτοῦ γίνει τό πρωτότυπο, πολύ ἐδοξάσθηκε ἀπό τούς προφῆτες καί πολλά ἐτερατούργησε, ἀλλά καί τή δευτέρα παρουσία τοῦ κρεμασθέντος σ’αὐτόν Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού πρόκειται νά ἔλθει, γιά νά κρίνει ζωντανούς καί νεκρούς, θά προηγεῖται αὐτή ἡ μεγάλη καί φρικτή σημαία του μέ πολλή δύναμη καί δόξα. Δόξασέ τον λοιπόν τώρα, γιά νά ἀτενίζεις τότε μέ παρρησία καί νά συνδοξασθεῖς μέ αὐτόν. Ἀλλά καί τῶν ἁγίων τίς εἰκόνες, ἐπειδή ἐσταυρώθηκαν μαζί μέ τόν Κύριο, νά προσκυνήσεις, προτυπώνοντας στό πρόσωπό σου τόν σταυρό καί μνημονεύοντας τήν κοινωνία τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ πού ἐνεργήθηκε μέσα σ’ἐκείνους»14.

Ὁ ἴδιος θεοφόρος Πατήρ ὅταν ἀναφέρεται στόν τρόπο πού ἀκολουθεῖ κανείς τό Χριστό καί στό τί σημαίνει ἄρση τοῦ προσωπικοῦ μας σταυροῦ, ἐπισημαίνει: «Ν’ἀκολουθεῖ κάποιος τόν Χριστό σημαίνει νά ζεῖ κατά τό εὐαγγέλιό του παρουσιάζοντας κάθε ἀρετή καί εὐσέβεια. Ν’ἀπαρνεῖται τόν ἑαυτό του αὐτός πού θέλει ν’ἀκολουθήσει καί νά σηκώνει τόν σταυρό του, σημαίνει νά μή λυπεῖται τόν ἑαυτό του, ὅταν τό ἀπαιτεῖ ὁ καιρός, ἀλλά νά εἶναι ἕτοιμος γιά τόν ἀτιμωτικό θάνατο ὑπέρ τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἀληθείας τῶν θείων δογμάτων. Τοῦτο δέ, τό ν’ἀρνηθεῖ κανείς τόν ἐαυτό του καί νά παραδοθεῖ σ’ἔσχατη ἀτιμία καί θάνατο, ἄν καί εἶναι μέγα καί ὑπερφυές, δέν εἶναι παράλογο, διότι οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς δέν θά ἐδέχονταν ποτέ, ὅταν μάλιστα μεταβαίνουν σέ πόλεμο, νά τούς ἀκολουθήσουν ἄνθρωποι πού δέν εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν γι’αὐτούς. Ποῦ λοιπόν εἶναι τό ἀξιοθαύμαστο, ἐάν καί ὁ βασιλεύς τῶν οὐρανῶν, ἀφοῦ ἐπεδήμησε στή γῆ κατά τήν ἐπαγγελία του, τέτοιους ἀκολούθους ζητεῖ πρός ἀντιμετώπιση τοῦ κοινοῦ ἐχθροῦ τοῦ γένους. Ἀλλά οἱ μέν βασιλεῖς τῆς γῆς δέν μποροῦν νά ἀναζωώσουν τούς φονευθέντες στόν πόλεμο οὔτε ν’ἀνταποδώσουν κάτι ταιριαστό στούς πρωταγωνιστάς ἀπό αὐτούς, τί θά μποροῦσε τάχα νά λάβει ἀπό αὐτούς κάποιος πού δέν ζεῖ πλέον; Ἀλλά καί γι’αὐτούς, ἄν ὁ θάνατος εἶναι ὑπέρ εὐσεβῶν, ἡ ἐλπίς εἶναι στόν Κύριο, ἔτσι δέ ὁ Κύριος ἀνταποδίδει ζωή αἰώνια σ’αὐτούς πού ἐπρωτοστάτησαν στό νά τόν ἀκολουθοῦν»15.

6.Σημεῖον Σταυροῦ καί καθημερινός τρόπος ζωῆς.

Εἰς τήν Πατερική Γραμματεία συναντοῦμε πολλές προτροπές γιά τήν νοηματοδότηση τῆς καθημερινότητος. Ἀπό τίς πρῶτες κιόλας στιγμές πού θά γεννηθεῖ τό παιδί οἱ θεοφώτιστοι Πατέρες συνιστοῦν νά κρεμιέται σταυρός στό κρεβατάκι του. «Τί νά ἀναφέρει κανείς δέ τά φυλακτά καί τούς κώδωνας, πού κρεμοῦν ἀπό τό χέρι καί τό κόκκινο νῆμα καί τά ἄλλα, πού εἶναι γεμάτα μέ πολλήν μωρίαν, ἐνῶ δέν πρέπει νά θέτουν τίποτε ἄλλο γύρω ἀπό τό παιδί παρά μόνον τόν σταυρόν, διά νά τό προστατεύει»16.

Ὁ Θεόδωρος Στουδίτης ἀναφερόμενος στήν ἀνατροφή πού τοῦ ἔδωσε ἡ μητέρα του προβάλλει τήν ἀρετή της καί τά χρηστά ἤθη της λέγοντας: «Ὅταν γέννησε ἐμένα πρῶτο, δέν εἶπε ὅσα συνηθίζουν νά χρησιμοποιοῦν οἱ ἄλλες γυναῖκες στά νεογέννητα, σύμφωνα μέ δαιμονική παρακίνηση, κάνοντας μαντεῖες καί κρεμώντας φυλακτά καί λέγοντας διάφορα μαγικά ρητά καί στίς κούνιες τους καί στά ὑπνοδωμάτιά τους καί βάζοντας γύρω ἀπό τό λαιμό τους κομπολόγια καί φυλακτά, ἀλλά τῆς ἦταν ἀρκετό νά μέ ὀχυρώσει κάνοντας μόνον τό σημεῖο τοῦ ζωοποιοῦ σταυροῦ, προβάλλοντάς τον σάν ὅπλο καί σάν ἀσπίδα εἰρηνική»17.

Ὁ Γρηγόριος Νύσσης ἀναφερόμενος στό βίο τῆς Ὁσίας Μακρίνας λέγει ὅτι κατά τήν ἐκδημία της βρῆκαν νά κρέμεται ἀπό τό λαιμό τῆς Ἁγίας ἕνας σιδερένιος σταυρός, τόν ὁποῖο φοροῦσε πάντα18.

Ὁ Ἰωάννης ὁ Κολοβός ὅταν ἀπέσπασε ἀπό τά δίκτυα τῆς ἁμαρτίας μιά γυναῖκα τράπηκαν πρός τήν ἔρημο καί λόγω τοῦ μήκους τῆς ὁδοῦ νυκτώθηκαν. Τότε τῆς ἔφτιαξε ἕνα μικρό προσκέφαλο ἀπό ἄμμο, τό σταύρωσε καί τῆς ὑπέδειξε ἐκεῖ νά πλαγιάσει προκειμένου νά διαφυλαχθεῖ ἀπό τούς πνευματικούς ἐχθρούς19.

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος συνιστᾶ σέ μονάζουσα γυναῖκα νά εὐλογεῖ τό ψωμί μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί νά λέγει λόγια εὐχαριστίας. Ἀπό τό λόγο του αὐτό παραθέτομε ἕνα ἀπόσπασμα: «Καί ὅταν καθίσεις στό τραπέζι καί πάρεις νά κόψεις τό ψωμί, ἀφοῦ τό σταυρώσεις τρεῖς φορές μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, νά εὐχαριστήσεις καί νά πεῖς ἔτσι, Σέ εὐχαριστοῦμε, Πατέρα μας, γιά τήν ἁγία ἀνάστασή σου, διότι διά μέσου τοῦ Υἱοῦ σου μᾶς τήν ἐγνώρισες. Καί ὅπως τό ψωμί αὐτό πού εἶναι ἐπάνω στό τραπέζι ἦταν διασκορπισμένο καί ἀφοῦ μαζεύθηκε ἔγινε ἕνα πρᾶγμα, ἔτσι ἄς συγκεντρωθεῖ ἐπί τό αὐτό ἡ Ἐκκλησία σου ἀπό τά πέρατα τῆς γῆς στή βασιλεία σου, διότι ἰδική σου εἶναι ἡ δύναμη καί ἡ δόξα σ’ὅλους τούς αἰῶνες, ἀμήν. Καί αὐτήν μέν τήν προσευχήν ὀφείλεις νά λέγεις, ὁσάκις πρόκειται νά κόψεις τό ψωμί σου γιά νά φάγεις, ὅταν δέ πρόκειται νά τοποθετήσεις τό ψωμί ἐπάνω στό τραπέζι καί νά καθίσεις, νά λέγεις τό ‘‘Πάτερ ἡμῶν’’ ὁλόκληρον»20.

Ὁ Ἰσαάκ ὁ Σῦρος συνιστᾶ στόν ἀγωνιζόμενο μοναχό κατά τήν ἄσκηση τοῦ κανόνος του νά σφραγίσει τά μέλη του διά τοῦ σταυροῦ, γιά νά ἀποκτᾶ τήν ἀπαραίτητη γαλήνη καί νά ὑψώνεται στήν ἐσώτερη θεωρία: «Γονάτισε κατά τή συνήθεια καί σήκω καί μήν ἀρχίσεις ἀμέσως τή λειτουργία σου, ἀλλά, ἀφοῦ πρῶτα προσευχηθεῖς καί τελειώσεις τήν προσευχή καί σφραγίσεις τό στῆθος σου καί τά μέλη σου διά τοῦ τύπου τοῦ ζωοποιοῦ σταυροῦ, τότε μεῖνε σιωπηλός γιά λίγη ὥρα, ὡς πού ν’ἀναπαυθοῦν οἱ αἰσθήσεις σου καί νά γαληνεύσουν οἱ λογισμοί σου, ἔπειτα ἀπ’αὐτό ὕψωσε τήν ἐσωτερική θεωρία σου πρός τόν Κύριο καί ζήτησε ἀπ’αὐτόν φρόνημα λύπης, νά ἐνισχύσει τήν ἀσθένειά σου, ὥστε νά γίνουν εὐάρεστες στό ἅγιο θέλημά του καί ἡ στιχολογία σου καί οἱ σκέψεις τῆς καρδιᾶς σου»21.

Στά ἀνωτέρω θά πρέπει νά ἐπισυναφθοῦν ὅλες οἱ πράξεις προσευχῆς τῆς Ἐκκλησίας, ὅλων τῶν χρονικῶν περιόδων καί οἱ σκοποί γιά τούς ὁποίους τελοῦνται, ἀφοῦ σέ ὅλεςἀποτυπώνεται τό σημεῖον τοῦ Σταυροῦ ἐμφανῶς ἤ ἀφανῶς ἀπό τό λειτουργό ἱερωμένο.

7.Ἑρμηνεία τοῦ σημείου τοῦ τιμίου Σταυροῦ καί πῶς γίνεται.

Ἀναμφισβήτητα πολλοί θά ἔχουν ἀναρωτηθεῖ τί σημαίνει τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ πού κάνουν. Εἶναι ἄραγε μία εὐσεβής συνήθεια; Εἶναι ἕνας ἀκόμα τύπος; Ἐπίσης πολλοί θά ἔχουν ἰδεῖ συνανθρώπους τους, πού ἀντί νά κάνουν σταυρό τους, νά κινοῦν ἔτσι τό χέρι τους, ὥστε νά θυμίζουν κιθαριστή. Εἶναι ἄραγε τόσο σημαντικό αὐτό; Φυσικά ναί. Ἄς προσεγγίσουμε τήν ἑρμηνεία του μέ τόν κεκαθαρμένο νοῦ τοῦ μεγάλου διδασκάλου Κοσμᾶ Αἰτωλοῦ. «Ἀκούσατε, χριστιανοί μου, πώς πρέπει νά γίνεται ὁ σταυρός καί τί σημαίνει. Μᾶς λέγει τό ἅγιον Εὐαγγέλιον πώς ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, δοξάζεται εἰς τόν οὐρανόν περισσότερον ἀπό τούς ἀγγέλους. Τί πρέπει νά κάμεις ἐσύ; Σμίγεις τά τρία σου δάκτυλα μέ τό δεξιόν σου χέρι καί μήν ἠμπορώντας νά ἀνέβεις εἰς τόν οὐρανόν νά προσκυνήσεις, βάνεις τό χέρι σου εἰς τό κεφάλι σου, διατί τό κεφάλι σου εἶναι στρογγυλό καί φανερώνει τόν οὐρανόν καί λέγεις μέ τό στόμα: Καθώς ἐσεῖς οἱ ἄγγελοι δοξάζετε τήν ἁγίαν Τριάδα εἰς τόν οὐρανόν ἔτσι καί ἐγώ ὡς δοῦλος ἀνάξιος δοξάζω καί προσκυνῶ τήν ἁγίαν Τριάδα. Καί καθώς αὐτά εἶναι τρία, εἶναι ξεχωριστά, εἶναι καί μαζί, ἔτσι εἶναι καί ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, τρία πρόσωπα καί ἕνας μόνος Θεός. Κατεβάζεις τό χέρι σου ἀπό τό κεφάλι σου καί τό βάνεις εἰς τήν κοιλιάν σου καί λέγεις: Σέ προσκυνῶ καί σέ λατρεύω, Κύριέ μου, ὅτι κατεδέχθης καί ἐσαρκώθης εἰς τήν κοιλίαν τῆς Θεοτόκου διά τάς ἁμαρτίας μας. Τό βάζεις πάλιν εἰς τόν δεξιόν σου ὦμον καί λέγεις: Σέ παρακαλῶ, Θεέ μου, νά μέ συγχωρήσεις καί νά μέ βάλεις εἰς τά δεξιά σου μέ τούς δικαίους. Βάνοντάς το πάλιν εἰς τό ἀριστερόν ὦμον λέγεις: Σέ παρακαλῶ, Κύριέ μου, μή μέ βάλεις εἰς τά ἀριστερά μέ τούς ἁμαρτωλούς. Ἔπειτα κύπτοντας κάτω εἰς τήν γῆν: Σέ δοξάζω, Θεέ μου, σέ προσκυνῶ καί σέ λατρεύω, ὅτι καθώς ἐβάλθηκες εἰς τόν τάφον, ἔτσι θά βαλθῶ καί ἐγώ. Καί ὅταν σηκώνεσαι ὀρθός φανερώνεις τήν Ἀνάστασιν καί λέγεις: Σέ δοξάζω, Κύριέ μου, σέ προσκυνῶ καί σέ λατρεύω, πώς ἀναστήθηκες, ἀπό τούς νεκρούς διά νά μᾶς χαρίσεις τήν ζωήν τήν αἰώνιον. Αὐτό σημαίνει ὁ πανάγιος σταυρός»22.

Ὅσον ἀφορά τή ντροπή πού κάποιοι αἰσθάνονται καί διστάζουν νά κάνουν φανερά τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ ὁ θεοφόρος Κύριλλος Ἱεροσολύμων ὑπογραμμίζει: «Ἄς μή ντρεπόμαστε λοιπόν γιά τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά κι ἄν ἀκόμη κάποιος κάνει τόν σταυρό του κρυφά, ἐσύ νά σφραγίσεις τό μέτωπό σου μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ φανερά, ὥστε οἱ δαίμονες, βλέποντας τό βασιλικό σημεῖο, νά φεύγουν μακριά τρέμοντας. Νά κάνεις αὐτό τό σημεῖο ὅταν τρῶς καί ὅταν πίνεις, ὅταν κάθεσαι, ὅταν κοιμᾶσαι καί ὅταν σηκώνεσαι, ὅταν μιλᾶς, ὅταν περπατᾶς καί γενικά σέ κάθε περίπτωση»23.

8.Ὁ Σταυρός ὡς ὅπλο καί στήριγμα πιστῶν.

Σέ ἰδιόμελο τοῦ ὄρθρου τοῦ Μηναίου τῆς 14ης Σεπτεμβρίου ὁ ὑμνογράφος καταγράφει : «Σταυρός ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης, σταυρός ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, σταυρός βασιλέων τό κραταίωμα, σταυρός πιστῶν τό στήριγμα, σταυρός ἀγγέλων ἡ δόξα καί τῶν δαιμόνων τό τραῦμα». Αὐτοί οἱ λιγοστοί στίχοι ἐκφράζουν κατά τόν καλύτερο τρόπο μία ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια. Πολλοί Πατέρες ἐπικέντρωσαν τήν προσοχή τους σ’αὐτό τό σημεῖο καί μᾶς κατέλιπαν βιώματα μοναδικά.

Ὁ Γρηγόριος Θεολόγος ἀποτυπώνει στά ποιήματά του τόν πόλεμο τοῦ ἀντικειμένου καί τή νίκη τοῦ ἰδίου διά τοῦ θείου σημείου. «Φεύγα ἀπό τήν ψυχή, δολομήχανε, φεύγα ἀμέσως, φεύγα ἀπό τό σῶμα μου, φεύγα ἀπό τή ζωή μου. Κλέφτη, φίδι, φωτιά, Βελίαρ, κακία, θάνατε, χάσμα, θηρίο, νύχτα, ἐνέδρα, λύσσα, χάος, φθονερέ, ἀνθρωποκτόνε, πού καί τούς πρώτους προγόνους μου στό θάνατο ὁδήγησες, δίνοντάς τους νά γευτοῦν τήν κακία, ὀλέθριε, καί τό θάνατο. Ὁ βασιλιάς Χριστός προστάζει νά φύγεις στήν ἀφρισμένη θάλασσα, ἤ στούς σκοπέλους ἤ στό σκοτάδι τῶν χοίρων, ὅπως παλιά ἡ αὐθάδης λεγεῶνα. Ὑποχώρησε λοιπόν, μή σέ χτυπήσω μέ τό σταυρό, πού ὅλα τόν τρέμουν. Τό σταυρό ἔχω στά μέλη μου, τό σταυρό στήν πορεία μου, τό σταυρό στήν καρδιά μου, ὁ σταυρός εἶναι ἡ δόξα μου»24.

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος θεωρεῖ ὅτι ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ κυριαρχεῖ σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη καί γίνεται φανερή ὄχι μόνο στούς πιστούς ἀλλά καί στούς ἄπιστους, ὄχι μόνο στούς χριστιανούς ἀλλά καί στούς χλευαστές τῆς πίστεώς μας. Ἀπό τό λόγο του ἐπιλέγομε ἕνα ἀπόσπασμα: «Μέ τό νά διαβάλλουν τόν σταυρόν δέν βλέπουν, ὅτι ἡ δύναμίς του ἔχει κυριαρχήσει εἰς ὁλόκληρον τήν οἰκουμένην καί ὅτι δι’αὐτοῦ ἔχουν ἀποκαλυφθεῖ εἰς ὅλους τά ἔργα τῆς θεογνωσίας. Ἀσφαλῶς δέν θά ἐχλεύαζαν ἕνα τόσον μέγα πρᾶγμα, ἐάν ἀκριβῶς ἔστρεφον καί αὐτοί μέ εἰλικρίνειαν τόν νοῦν των εἰς τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά μᾶλλον θά τόν ἀνεγνώριζον καί οἱ ἴδιοι ὡς Σωτῆρα τοῦ κόσμου καί θά παραδέχοντο, ὅτι ὁ σταυρός ἔχει γίνει ὄχι διά νά βλάψει, ἀλλά διά νά θεραπεύσει τήν ἀνθρωπότητα. Διότι μέ τό γεγονός τοῦ σταυροῦ κατηργήθη κάθε εἰδωλολατρία καί μέ τό σημεῖον αὐτό ἐκδιώκεται κάθε δαιμονική φαντασία καί μόνον ὁ Χριστός προσκυνεῖται καί δι’αὐτοῦ ὁ Πατήρ γνωρίζεται καί οἱ ἀρνηταί καταντροπιάζονται, ὁ δέ σταυρός μεταπείθει ἡμέραν μέ τήν ἡμέραν ἀοράτως τάς ψυχάς τῶν ἀντιλεγόντων»25.

Καταλυτικός ἐπίσης εἶναι ὁ μακροσκελής λόγος τοῦ Θεοδώρου Στουδίτου εἰς τήν προσκύνησιν τοῦ τιμίου Σταυροῦ. Οἱ ὠφέλειες πού προκύπτουν γιά ὅσους τόν σέβονται, τόν προσκυνοῦν, τόν ἀποτυπώνουν στό σῶμα τους εἶναι ἀμέτρητες. Ἀπό τόν ὄντως χειμαρρώδη λόγο του, παραθέτομε λίγες σκέψεις: «Ὁ σταυρός εἶναι πρᾶγμα πολυτιμότερο ἀπό ὅλα τά πράγματα. Ὁ σταυρός εἶναι τό πιό ἀσφαλές καταφύγιο τῶν χριστιανῶν. Ὁ σταυρός εἶναι τό πιό ἐλαφρό βάρος στόν ὦμο τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Ὁ σταυρός εἶναι ἡ πιό καλή παρηγοριά τῶν ψυχῶν πού βασανίζονται. Ὁ σταυρός εἶναι ὁ πιό ἀνεμπόδιστος δρόμος τῆς πορείας πρός τόν οὐρανό. Τό ὕψος καί τό πλάτος τοῦ σταυροῦ εἶναι εὐρύτερο ἀπό τό μέγεθος τοῦ οὐράνιου θόλου. Ἡ ἰσχύς καί ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ ἐπιφέρει τήν καταστροφή κάθε ἀντίθετης δύναμης. Ἡ μορφή καί τό σχῆμα τοῦ σταυροῦ εἶναι ὅραμα πιό ὡραῖο ἀπό ὅλα τά σχήματα. Ἡ ἀστραπή καί ἡ λάμψη τοῦ σταυροῦ εἶναι ἀκτινοβολία λαμπρότερη ἀπό τόν ἥλιο. Ἡ χάρη καί ἡ δόξα τοῦ σταυροῦ εἶναι δῶρο πιό θελκτικό ἀπό ὅλες τίς χάρες. Ὁ σταυρός συνενώνει τόν οὐρανό καί ἡ γῆ κατά τρόπο πού ἐξασφαλίζει τήν εἰρήνη. Τό ὄνομα τοῦ σταυροῦ εἶναι ἁγιασμός, ὅταν μάλιστα ἀναφέρεται μέ τίς γλῶσσες καί ἀκούεται μέ τά αὐτιά. Μέ τόν σταυρό νεκρώθηκε ὁ θάνατος καί ὁ Ἀδάμ ζωοποιήθηκε. Ὁ σταυρός ἦταν τό καύχημα ὅλων τῶν Ἀποστόλων καί μέ αὐτόν δοξάσθηκαν οἱ μάρτυρες καί ἁγίασαν ὅλοι οἱ ὅσιοι. Μέ τό σταυρό φορέσαμε τό Χριστό καί ἀποβάλαμε τόν παλαιό ἄνθρωπο. Μέ τό σταυρό σημαδευτήκαμε ὡς πρόβατα τοῦ Χριστοῦ καί συντασσόμαστε στήν οὐράνια μάνδρα. Μέ τό σταυρό πλήττουμε τούς ἐχθρούς μας καί πετυχαίνουμε νίκη σωτήρια. Μέ τόν σταυρό νικᾶμε τά πάθη καί ἀποφασίζουμε νά ζήσουμε ὑπερκόσμια. Ὅποιος φέρει στούς ὤμους του τό σταυρό γίνεται μιμητής τοῦ Χριστοῦ, καί δοξάζεται ὁλοφάνερα μαζί μέ τό Χριστό. Τόν σταυρό βλέποντάς τον ὁ ἄγγελος καμαρώνει, καί ὁ διάβολος καταντροπιάζεται. Ἀφοῦ βρῆκε τόν σταυρό ὁ ληστής, εἰσῆλθε στόν παράδεισο καί ἀντάλλαξε τίς ληστεῖες μέ τή βασιλεία. Αὐτός πού ἁπλῶς κάνει τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ διαλύει τούς φόβους καί δέχεται τήν εἰρήνη. Ὅποιος ἔχει φύλακά του τόν σταυρό παραμένει ἀπαραβίαστος καί ἀβλαβής. Καθένας πού ἀγαπᾶ τόν σταυρό, μισεῖ τόν κόσμο καί γίνεται ἐραστής τοῦ Χριστοῦ»26.

9.Ἐπιλεγόμενα.

Σεβασμιώτατε, Σεβαστοί Πατέρες, εὐσεβές πλήρωμα τῆς Ἱ.Μητροπόλεως Γορτύνης και Ἀρκαδίας. Ἡ ἀνάλυση θεμάτων πού ἀφοροῦν τό σταυρό δέν τελειώνει. Ἄς ἀρκεσθοῦμε στά ἀνωτέρω καί ἄς βιώσουμε μέσα μας περισσότερα ἀπό τά γραφόμενα. Τό λαμπρότατο κόσμημα, ὁ σταυρός ἄς γίνει συνοδοιπόρος τῆς ζωῆς μας, ἄς μᾶς θυμίζει τόν Ἐσταυρωμένο, ἄς νοηματοδοτεῖ τήν ὕπαρξή μας, γιά νά πορευθοῦμε τό δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ καί νά φθάσουμε στήν ὁδό τῆς Ἀναστάσεως.


ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Βλ. Ἔξοδ. ΙΔ΄, 16 – 28.

Μηναῖον Σεπτεμβρίου ΙΔ΄, ἔκδ. Φῶς, Ἀθήνα 1970, σ. 78.

Περισσότερα Βλ. Κόκορη Δημ., Ὀρθοδοξία καί Κακοδοξία, Τόμ. Γ΄, Ἀθῆναι

1993, σσ. 74 – 100.

Ἰουστίνου Φιλοσόφου, Ἀπολογία Α΄, 55 Ε.Π.Ε. 1, 173.

Ἰεζ. Θ΄, 4.

Περισσότερα Βλ. Κόκορη Δ., Ὀρθοδοξία καί Κακοδοξία, ἔνθ. ἀνωτ. σσ. 103 –

108. Βλ. Ματθ. ΚΔ΄, 30.

Σωκράτους, Ἐκκλ/κή Ἱστορία Ι, 17 PG 67, 118 – 120. Σωζομενοῦ, Ἐκκλ/κή

Ἱστορία ΙΙ, 30 PG 67, 929, 932, 933. Θεοδωρήτου Κύρρου, Ἐκκλ/κή Ἱστορία

17, PG 82, 957, 960.

Περισσότερα Βλ. Εὐσεβίου Καισαρείας, Εἰς τόν βίον τοῦ Κωνσταντίνου

βασιλέως Λόγ. Α΄, Ε.Π.Ε. 4, 213, 215.

Εὐσεβίου Καισαρείας, Βίος Κωνσταντίνου 2 PG 20, 1101 Α-1108 Β, παρ.

Τσάμη Δ., Μητερικόν Τόμ. Β΄ Θεσ/νίκη 1991, σ. 339.

Σωκράτους, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία 1, PG 67, 119.

Κωνσταντινίδη Ἰ., Ἡ ἑορτή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, παρ. Ἐγκόλπιον Ἁγίας

καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, Ἀθήνα 1996, σ. 45.

Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Πρός Ἰουδαίους καί Ἕλληνας, Ε.Π.Ε. 34, 57, 59.

Γρηγ. Παλαμᾶ, Δεκάλογος τῆς κατά Χριστόν νομοθεσίας 52, Ε.Π.Ε. 8, 489, 491.

Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΙΑ΄, 17 Ε.Π.Ε. 9, 307.

Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς Α΄ Κορινθίους Ὁμιλ. ΙΒ΄, Ε.Π.Ε. 18, 349.

Θεοδώρου Στουδίτου, Ἐπικήδειος Λόγος στή μητέρα Β΄, παρ. Τσάμη Δ.,

Μητερικόν Τόμ. Δ΄, Ἀλεξανδρούπολη 1993, σ. 203.

Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τόν βίον τῆς ὁσίας Μακρίνας, Ε.Π.Ε. 9, 377.

Ἰωάννου Κολοβοῦ, Ἀποφθέγματα 40, παρ. Τσάμη  Δ., Μητερικόν Τόμ. Β΄,

Θεσ/ίκη 1991, σ. 43.

Μεγάλου Ἀθανασίου, Περί παρθενίας 13, Ε.Π.Ε. 11, 191, 193.

Ἰσαάκ Σύρου, Λόγος ΚΗ΄, 16 Ε.Π.Ε. 8β, 19.

Κοσμᾶ Αἰτωλοῦ, Διδαχή Ε΄, παρ. Μενούνου Ἰ., Κοσμᾶ Αἰτωλοῦ Διδαχές,

Ἀθήνα 1979, σ. 210.

Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις Φωτιζομένων Δ΄, 14 Ε.Π.Ε. 1, 147.

Γρηγορίου Θεολόγου, Ποιήματα, ΝΕ΄, Ε.Π.Ε. 10, 373.

Μεγάλου Ἀθανασίου, Κατά εἰδώλων Λόγ. Α΄, 1 Ε.Π.Ε. 1, 75.

Θεοδώρου Στουδίτου, Εἰς τήν προσκύνησιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, Ε.Π.Ε. 18, 35.

Δεν υπάρχουν σχόλια: