Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2008

Ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Βελεστίνου κ.κ. Δαμασκηνός
Εγεννήθη εις Μάλλες Ιεράπετρας, και είναι τελειόφοιτος της Θεολογικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1951 υπηρετούσε στο Βόλο στην Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος και Αλμυρού ως Ιεροκήρυξ. Η δικτατορία τον βρίσκει με μεταπτυχιακή εργασία στη Γερμανία. Παρά τις πιέσεις του Μητροπολίτου Γερμανίας κ.κ. Αυγουστίνου να παραμείνει κοντά του, αυτός αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα για να σταθεί στο πλευρό του Γέροντος του, Σεβ. Μητροπολίτη πρ. Δημητριάδος και Αλμυρού κ.κ. Δαμασκηνού ο οποίος ήταν από τους εκδιωχθέντες από την αριστείνδην σύνοδο του Ιερώνυμου. Από την αριστείνδην σύνοδο καταδικάστηκε και ο ίδιος ο Δαμασκηνός. Το 1972 τον καλεί ο αείμνηστος Σεβ. Μητροπολίτης Ιεραπύτνης και Σητείας κυρός Φιλόθεος και αναλαμβάνει ως ιεροκήρυξ την Ιερά Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας. Η ίδια αριστείνδην σύνοδος τον δικαιώνει και με την ανάληψη του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου από τον Μακαριστό αρχιεπίσκοπο αθηνών κυρό Σεραφείμ, αναλαμβάνει Πρωτοσύγκελος και Τοποτηρητής στη Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος και Αλμυρού. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι το 1985 οπότε τον κάλεσε πάλι ο Σεβ. Μητροπολίτης Ιεραπύτνης και Σητείας κυρός Φιλόθεος να αναλάβει Πρωτοσύγκελος στη Ιερά Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας. Το 1994 μετά τον θάνατο του Σεβ. Μητροπολίτης Ιεραπύτνης και Σητείας κυρός Φιλόθεου, επιστρέφει στο Βόλο και το 1998 διορίζεται Πρωτοσύγγελος στην Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος και Αλμυρού, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 2004 οπότε και εκλέγεται βοηθός Επίσκοπος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών με τον τίτλο της πάλαι ποτέ Διαλαμψάσης Επισκοπής Βελενστίνου. Σήμερα με την εκλογή του νέου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου, αναλαμβάνει πρωτοσύγκελος. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος 11 Ιουνίου 2008 τον ανύψωσε σε Τιτουλάριο Μητροπολίτη.


Ο ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΛΒΑΝΙΑΣ Κ.Κ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας κ.κ. Αναστάσιος (Γιαννουλάτος του Γερασίμου) γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1929 στον Πειραία. Υπήρξε προηγουμένως επίσκοπος Ανδρούσης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και γενικός Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Μετά τα εγκύκλια μαθήματα σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου και έλαβε το πτυχίο του το 1952. Παράλληλα με τις θεολογικές του σπουδές αναμείχθηκε με οργανώσεις ορθόδοξης νεολαίας. Το 1960 χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος - αρχιμανδρίτης το 1964. Παράλληλα ξεκίνησε ιεραποστολικά ταξίδια στην Αφρική και κυρίως στην Ουγκάντα. Εκεί έμαθε τις τοπικές διαλέκτους, αναγκάστηκε όμως να αποχωρήσει όταν προσβλήθηκε από μαλάρια. Στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στις Φιλοσοφικές Σχολές του Αμβούργου και Μαρβούργου στη Γερμανία (1965-1969) ως υπότροφος του γερμανικού Ιδρύματος "Alexander von Humboldt".
Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα οργάνωσε και διεύθυνε το Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο "Πορευθέντες" καθώς επίσης και το Διορθόδοξο Κέντρο Αθηνών της Εκκλησίας της Ελλάδος (1971-1975). Η προσφορά του αναγνωρίστηκε σύντομα με τη χειροτονία του σε επίσκοπο Ανδρούσης το 1972. Τον ίδιο χρόνο ανέλαβε έκτακτος καθηγητής Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Διευθυντής του Τομέα Θρησκειολογίας και Κοινωνιολογίας και Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1976 τακτικός καθηγητής. Έγινε επίσης γενικός διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Παράλληλα ανέπτυξε και επιστημονική δραστηριότητα. Εξέδιδε το περιοδικό "Πορευθέντες" στην ελληνική και αγγλική σε όλη τη δεκαετία 1960-1970. Το 1981, μετά την πλήρη αποκατάσταση της υγείας του, αναχώρησε και πάλι για την Αφρική, αυτή τη φορά ως Μητροπολίτης Ανατολικής Αφρικής. Η δικαιοδοσία του εκεί περιλάμβανε την Κένυα, την Ουγκάντα και την Τανζανία, όπου πραγματοποίησε τεράστιο έργο αναφορικά με τη λειτουργία της εκεί εκκλησίας. Μετά από 10 χρόνια επέστρεψε στην Αθήνα.

ΕΡΓΟ ΣΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ
Τον Ιούλιο του 1991 επιλέχθηκε από την Α.Θ.Π. τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο και εστάλη ως Έξαρχος στην Αλβανία, με σκοπό την αναζήτηση στελεχών για την επανασύσταση της τοπικής εκκλησίας, μετά την κατάρρευση του Κομμουνιστικού Καθεστώτος που είχε θεμελιώσει ο Εμβέρ Χότζα. Εκεί βρήκε μόνο κάποιους γηραιούς, βιαίως αποσχηματισθέντες ιερείς, στους οποίους ήταν αδύνατο να βασιστεί η τοπική εκκλησία. Έτσι, αργότερα την ίδια χρονιά, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επέλεξε τον ίδιο για Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας. Στις 4 Ιουλίου 1992 ενθρονίστηκε ως νέος Αρχιεπίσκοπος της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας.
Το έργο που ξεκίνησε έκτοτε, μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορικό. Παρέλαβε μια εκκλησία εντελώς κατεστραμμένη και την ανέστησε εκ βάθρων. Εν μέσω τεραστίων δυσκολιών, το έργο του μπόρεσε γρήγορα να ανατρέψει τη δυσπιστία προς το πρόσωπό του, που οφειλόταν εν πολλοίς στην ελληνική του καταγωγή, και να αποδείξει ότι δεν προωθεί ελληνικά, καλώς ή κακώς εννοούμενα, συμφέροντα, αλλά σκοπός του είναι η προσφορά προς τον άνθρωπο, ανεξαρτήτως θρησκεύματος.
Ανασυνέστησε ορθόδοξες ενορίες στις περισσότερες πόλεις και κωμοπόλεις με ορθόδοξο πληθυσμό και σε εκατοντάδες χωριά. Για το σκοπό αυτό χειροτόνησε πάνω από 120 νέους κληρικούς και αναστήλωσε πάνω από 300 ναούς (90 εκ θεμελίων). Φρόντισε για τη μετάφραση και την έκδοση στα αλβανικά 50 λειτουργικών και άλλων θρησκευτικών βιβλίων, φέρνοντας έτσι τη θρησκεία πιο κοντά στο λαό, μέσω της γλώσσας του. Οργάνωσε Σύνδεσμους Γυναικών, Νεολαίας και Διανοουμένων. 'Ίδρυσε την Ορθόδοξη Θεολογική Ακαδημία «Ανάστασις» στο Δυρραχιο το 1992 και το εκκλησιαστικό Λύκειο «Τίμιος Σταυρός» στο Αργυρόκαστρο το 1998. Συνέστησε Τεχνική Υπηρεσία της Εκκλησίας, η οποία ασχολήθηκε, εκτός από την αναστήλωση των ναών, με το κτίσιμο πολλών εκκλησιαστικών κέντρων, μεταξύ των οποίων το κτίριο της αρχιεπισκοπής και μητροπόλεων, σχολεία, κλινικές, ξενώνες, κατασκηνώσεις νεολαίας, αλλά και δρόμοι, υδραγωγεία, ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, γέφυρες, κ.ά.
Μερίμνησε για την δημιουργία εργαστηρίων στην εκκλησία. Μεταξύ αυτών τυπογραφείο, ξυλουργείο, εργαστήρι αγιογραφίας και συντήρησης εικόνων. Ανέπτυξε τεράστιο φιλανθρωπικό έργο, με διανομή εκατοντάδων τόνων τροφίμων, ιματισμού και φαρμάκων. Ίδρυσε την πρώτη ορθόδοξη αλβανική εφημερίδα Ngjallja, το παιδικό περιοδικό Gezohu, το δελτίο News from Orthodoxy in Albania, καθώς και Ραδιοφωνικό σταθμό.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είναι αντεπιστέλλον Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Πρόεδρος της Συνέλευσης Παγκοσμίου Ιεραποστολής του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, Πρόεδρος της Επιτροπής Συμπαραστάσεως Κυπριακού Αγώνα, Πρόεδρος της Επιτροπής Πρόνοιας της Πνευματικής Κληρονομιάς της Κύπρου, Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Μεσογειακών και Αραβικών Σπουδών. Είναι Επίτιμο μέλος του Kuratorium του ρωμαιοκαθολικού Ιδρύματος Pro Oriente (Βιέννη, 1989). Από το 1998 είναι Επίτιμο μέλος της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας. Το έτος 2003 του απονεμήθηκε το «Δίπλωμα π. Δημητρίου Στανιλοάε», η ανώτερη θεολογική διάκριση που θεσπίσθηκε πρόσφατα στη Ρουμανία. Το έτος 2004 εξελέγη Αντιπρόεδρος της Συνελεύσεως των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών. Είναι επίτιμος διδάκτωρ Θεολογίας και Φιλοσοφίας 15 Πανεπιστημιακών Σχολών ή Τμημάτων. Το 2006 εξελέγη Πρόεδρος (για την Ευρώπη) του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ομιλεί επίσης αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ρωσικά και αλβανικά.

ΣΥΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ
Το συγγραφικό του έργο είναι τεράστιο και έχει δημοσιευτεί - πρωτότυπο ή σε μετάφραση - σε διάφορα περιοδικά του εξωτερικού και σε διάφορες γλώσσες. Μερικά από αυτά είναι:

«Τα πνεύματα Μπάντουα και τα πλαίσια της λατρείας των. Θρησκειολογική διερεύνησις πλευρών της αφρικανικής θρησκείας εν Δυτική Ουγκάντα»
«Μορφαί αφρικανικού τελετουργικού»
«Ισλάμ, Θρησκειολογική Επισκόπησις»
«Προς παγκόσμιον κοινότητα. Δυνατότητες και ευθύναι»
«Ο όρθρος της Ορθοδοξίας στην Ιαπωνία»
«Ρουχάντα, ο Δημιουργός»
«'Ιχνη από την αναζήτηση του Υπερβατικού»
«Συλλογή Θρησκειολογικών μελετημάτων (Θρησκεία, Ινδουϊσμός, Ισλάμ. Αφρικανικά Θρησκεύματα, Μυστικισμός κ.ά.)»
«Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία».